ΕΔΔΑ: Υπερβολικός φορμαλισμός ελληνικών δικαστηρίων στις διαδικασίες για αποζημίωση καταδικασθέντος που φυλακίστηκε και στη συνέχεια αθωώθηκε. Καταδίκης της Ελλάδας

ΑΠΟΦΑΣΗ

Μακρυλάκης κατά Ελλάδας της 17.11.2022 (αρ. προσφ. 34812/15)

βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Αιτήσεις αποζημίωσης για δύο χρόνια φυλάκιση κατόπιν αθωωτικής απόφασης που εκδόθηκε από το Εφετείο. Διαδικασία κατάθεσης Αιτήσεων μη ρυθμιζόμενη από το εθνικό δίκαιο με συνεκτικό και προβλέψιμο τρόπο. Υπερβολικά τυπολατρική εφαρμογή διαδικαστικών απαιτήσεων από τα εθνικά δικαστήρια. Δυσανάλογη επιβάρυνση του προσφεύγοντος που θίγει την ουσία του δικαιώματος πρόσβασης στη δικαιοσύνη. Αδικαιολόγητη διάρκεια της πρωτοβάθμιας ποινικής διαδικασίας

Ο προσφεύγων συνελήφθη για καλλιέργεια κάνναβης. Καταδικάστηκε σε πρώτο βαθμό σε 18 χρόνια κάθειρξη και χρηματική ποινή 300.000 ευρώ. Παρέμεινε στην φυλακή για δύο χρόνια. Κατόπιν ασκηθείσας έφεσης αθωώθηκε στο δεύτερο βαθμό και η απόφαση κατέστη αμετάκλητη μετά από αναίρεση του Εισαγγελέα η οποία απορρίφθηκε. Η συνολική διαδικασία στο Πρωτοβάθμιο δικαστήριο διήρκεσε 5 χρόνια και 9 μήνες. Στο μεσοδιάστημα άσκησε δύο Αιτήσεις για αποζημίωση λόγω της άδικης φυλάκισης οι οποίες απορρίφθηκαν ως απαράδεκτες. Η πρώτη επειδή ασκήθηκε πριν η απόφαση καταστεί αμετάκλητη και η δεύτερη επειδή ασκήθηκε εκπρόθεσμα. Άσκησε προσφυγή στο ΕΔΔΑ για παραβίαση της δίκαιης δίκης.

To ΕΔΔΑ έκρινε ότι έπρεπε να εξεταστεί εάν η εφαρμογή των διαδικαστικών απαιτήσεων, ήταν ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο σκοπό ή εάν υπονόμευε την ίδια την ουσία του δικαιώματος πρόσβασης σε δικαστήριο, όπως διασφαλίζεται από το άρθρο 6 § 1 της ΕΣΔΑ.

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η διατύπωση των διατάξεων του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προκάλεσε αβεβαιότητα και ασάφεια ως προς τις προϋποθέσεις παραδεκτού για την υποβολή της Αίτησης αποζημίωσης. Στην εγχώρια νομοθεσία δεν ήταν ξεκάθαρο εάν έπρεπε να ασκηθεί όταν η απόφαση καταστεί αμετάκλητη ή μετά την τελεσίδικη αθωωτική απόφαση. Διαπίστωσε ότι η νομολογία των εγχώριων δικαστηρίων είχαν εδραιώσει αυτή την αβάσιμη κατάσταση και δεν υπήρχε προβλέψιμη πρακτική. Κατά το ΕΔΔΑ η εξέταση της υπόθεσης, στο σύνολό της έδειξε ότι οι διατάξεις του ΚΠΔ σχετικά με τις διαδικαστικές προϋποθέσεις για υποβολή Αίτησης αποζημίωσης εφαρμόστηκαν από τα εθνικά δικαστήρια με υπερβολικό φορμαλισμό.

Ακολούθως διαπίστωσε ότι το απαράδεκτο των Αιτήσεων αποζημίωση δεν οφειλόταν σε λάθος για το οποίο ο προσφεύγων ήταν αντικειμενικά υπεύθυνος αλλά σε μία σειρά παραλείψεων και αβεβαιοτήτων που δημιουργήθηκαν από τα εθνικά δικαστήρια.

Τέλος διαπίστωσε ότι οι δικονομικοί κανόνες έπαυσαν να εξυπηρετούν τους σκοπούς της ασφάλειας δικαίου και της ορθής απονομής της δικαιοσύνης και αποτελούσαν εμπόδιο που απαγορεύει στον διάδικο να προσδιορίσει την υπόθεσή του επί της ουσίας.

Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι υπήρχε παραβίαση της πρόσβασης σε δικαστήριο, πουν αποτελεί ειδικότερη έκφανση της δίκαιης δίκης (άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ).

Τέλος το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι η συνολική διάρκεια της δίκης στον πρώτο βαθμό που διήρκησε 5 χρόνια και 9 μήνες και έκρινε ότι παραβιάστηκε η εύλογη διάρκεια της δίκης (άρθρο 6 παρ.1).

Αντιθέτως έκρινε ότι η κράτηση του προσφεύγοντος δεν ήταν παράνομη και απέρριψε ως απαράδεκτη την καταγγελία του για στέρηση της προσωπικής ελευθερίας του (άρθρο 5 παρ. 5 ΕΣΔΑ).

Το ΕΔΔΑ επιδίκασε ποσό 16.500 ευρώ για ηθική βλάβη και τα έξοδα.

https://www.echrcaselaw.com/apofaseis-edda/ipervolikos-formalismos-ellin…

Total
0
Shares
Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *