ΔΠΘ 4255/2023, Ειδική Αποζημίωση προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος

https://www.adjustice.gr/webcenter/portal/dprotodikeiothe/apofaseis?contentID=DECISION-TEMPLATE1710489987230&_afrLoop=12138189812435917#!%40%40%3F_afrLoop%3D12138189812435917%26centerWidth%3D100%2525%26contentID%3DDECISION-TEMPLATE1710489987230%26leftWidth%3D0%2525%26rightWidth%3D0%2525%26showFooter%3Dfalse%26showHeader%3Dtrue%26_adf.ctrl-state%3Dmqdadpewx_388

Ειδική Αποζημίωση προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος – Προβλέπεται μεν η καταβολή ειδικής αποζημίωσης για κάθε ημέρα που οι πυροσβεστικοί υπάλληλοι εργάζονται πέραν των πέντε (5) ημερών την εβδομάδα, πλην όμως όχι η καταβολή αντίστοιχης χρηματικής αποζημίωσης, σε περίπτωση που παραλείπεται η χορήγηση σε αυτούς του προβλεπόμενου στον νόμο πρόσθετου χρόνου ανάπαυσης, λόγω απασχόλησής τους πέραν του κανονικού χρόνου εργασίας – Επιτρέπονται μεν παρεκκλίσεις από το κανονικό ωράριο εργασίας των πυροσβεστικών υπαλλήλων, πλην όμως, υπό την προϋπόθεση ότι χορηγείται σε αυτούς, αμέσως μετά την περίοδο της πρόσθετης εργασίας και, πάντως, εντός ευλόγου χρόνου, ισοδύναμη περίοδος αντισταθμιστικής ανάπαυσης – Απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη η αξίωση προς αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας, λόγω μη χορήγησης στον ενάγοντα του νόμιμου χρόνου πρόσθετης ανάπαυσης – Η δε παράλειψη των οργάνων του εναγόμενου να χορηγήσει στον ενάγοντα τις ημερήσιες αναπαύσεις που δικαιούτο θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις, να συνιστά παράνομη παράλειψη, που ως αποτέλεσμα θα είχε την ηθική του βλάβη, ζήτημα το οποίο δεν εγείρεται με την υπό κρίση αγωγή – Απορρίπτει την αγωγή.

Αριθμός απόφασης 4255/2023

ΤΟ

ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΤΜΗΜΑ Ζ`

 

 Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του, την 12η Μαϊου 2023, με δικαστή την Σουλτάνα Σκούρα, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και γραμματέα τη δικαστική υπάλληλο Αντωνία Παρηγόρη.

       γ ι α να δικάσει την αγωγή με αριθμό και χρονολογία καταχώρησης ΑΓ2509/2-9-2022 και Εθνικό Αριθμό Υπόθεσης 2022037707,

       τ ο υ … του …, κατοίκου …, οδός …, για τον οποίο παραστάθηκε, με την κατατεθείσα την 11-5-2023 δήλωση του άρθρου 133 παρ.2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν.2717/1999 – Α`97), όπως ισχύει, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Ιωάννης Ανύσιος,

       κ α τ ά του Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών, για το οποίο παραστάθηκε, με την κατατεθείσα την 8-5-2023 δήλωση του άρθρου 133 παρ.2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, η Δικαστική Πληρεξούσια Α` τάξης του Ν.Σ.Κ. Πανωραία Χαρμαντζή.

 

 Μετά τη συνεδρίαση, το Δικαστήριο μελέτησε τη δικογραφία και 

 

Η κρίση του είναι η εξής:

 

            1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αγωγής καταβλήθηκε τέλος δικαστικού ενσήμου ύψους 104,28 ευρώ (βλ. το 584656439953 1107 0067 ηλεκτρονικό παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων, σε συνδυασμό με το σχετικό περί καταβολής του αποδεικτικό και την επισημείωση της Γραμματείας του παρόντος Τμήματος του Δικαστηρίου περί δέσμευσής του). Ωστόσο, δεδομένου ότι το ποσό που ζητείται ως περιουσιακή ζημία με την αγωγή, όπως εκτίθεται αμέσως παρακάτω και κατά τα αναφερόμενα στο κρινόμενο δικόγραφο, αφορά μη καταβληθείσες αποδοχές και επομένως, κατ`άρθρο 275 παρ.2 Κ.Δ.Δ., έως το ποσό των 6.000 ευρώ δεν οφείλεται τέλος δικαστικού ενσήμου, στην υπό κρίση περίπτωση οφείλεται δικαστικό ένσημο μόνο για το – υπερβαίνον τις 6.000 ευρώ – ποσό των 3.844 ευρώ, το οποίο ανέρχεται στο ποσό των 40,70 ευρώ. Ως εκ τούτου, το κατά το υπερβάλλον και αχρεωστήτως καταβληθέν τέλος δικαστικού ενσήμου, ύψους 63,58 ευρώ, πρέπει να επιστραφεί στον ενάγοντα, ανεξαρτήτως της έκβασης της δίκης, κατ`άρθρο 275 παρ.11 Κ.Δ.Δ. – οι διατάξεις του οποίου, όπως έχει κριθεί, αποδίδουν γενική δικονομική αρχή για την υποχρέωση του Δικαστηρίου να διατάξει την επιστροφή των εν γένει αχρεωστήτως καταβληθέντων δικαστικών δαπανημάτων της δίκης, η οποία (αρχή), ως τέτοια, είναι αναλογικώς εφαρμοστέα και σε περίπτωση αχρεώστητης καταβολής δικαστικού ενσήμου κατ`άρθρο 274 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ. (βλ. ΣτΕ 660/2016 7μ., 3410/2014 7μ., 2607/2013 7μ.).

 

            2. Επειδή, με την κρινόμενη αγωγή ζητείται να υποχρεωθεί το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο να καταβάλει στον ενάγοντα, με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση, το συνολικό ποσό των 9.844 ευρώ, ως αποζημίωση, βάσει του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ, για την περιουσιακή ζημία που υποστηρίζει ότι υπέστη εξαιτίας παράνομων, κατά τους ισχυρισμούς του, παραλείψεων των οργάνων του εναγομένου, και συγκεκριμένα, από την παράνομη παράλειψη των αρμόδιων οργάνων του εναγομένου να του καταβάλουν αποζημίωση ύψους 46 ευρώ ανά ημέρα οφειλόμενης σε αυτόν, λόγω της – προσθέτως της νόμιμης – εργασίας που παρείχε, ημερήσιας ανάπαυσης.

 

            3. Επειδή, ο Εισαγωγικός Νόμος του Αστικού Κώδικα (Εισ.Ν.Α.Κ. -Αν.Ν. 2783/1941, Α΄ 29 και Π.Δ. 456/1984, Α΄ 164) ορίζει στο άρθρο 105 ότι «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. […]». Περαιτέρω, ο Αστικός Κώδικας (Α.Κ. – Π.Δ. 456/1984) ορίζει στο άρθρο 299 ότι «Για μη περιουσιακή ζημία οφείλεται χρηματική ικανοποίηση στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος» και στο άρθρο 932 ότι «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. […]». Εξάλλου, κατά το άρθρο 57 του Α.Κ., σε περίπτωση παράνομης προσβολής της προσωπικότητας, δεν αποκλείεται «Αξίωση αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες», ενώ, κατά το άρθρο 59 του ίδιου Κώδικα, στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο μπορεί, ύστερα από αίτηση του προσβληθέντος και αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, «να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που έχει προσβληθεί. Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού […]».

 

            4. Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων του άρθρου 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., για να στοιχειοθετηθεί ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση λόγω πράξης ή παράλειψης των οργάνων του, κατά την άσκηση της ανατεθειμένης σε αυτά δημόσιας εξουσίας, απαιτείται, μεταξύ άλλων, να παραβιάζεται με αυτήν κανόνας δικαίου, με τον οποίο προστατεύεται ορισμένο δικαίωμα ή συμφέρον, ανεξάρτητα από τη φύση της παρανομίας ως τυπικής ή ουσιαστικής (βλ. ΣτΕ 479-481/2018 Ολομ., 540/2021 επταμ., 2423/2017, 410/2016, 3713/2010 κ.ά.). Περαιτέρω, κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων, ευθύνη προς αποζημίωση γεννάται όχι μόνον από την έκδοση μη νόμιμης εκτελεστής διοικητικής πράξης ή από τη μη νόμιμη παράλειψη έκδοσης τέτοιας πράξης, αλλά και από μη νόμιμες υλικές ενέργειες των οργάνων του Δημοσίου ή από παραλείψεις οφειλόμενων νομίμων υλικών ενεργειών, εφόσον οι υλικές αυτές ενέργειες ή παραλείψεις συνάπτονται με την οργάνωση και λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών και δεν συνάπτονται με την ιδιωτική διαχείριση του Δημοσίου ούτε οφείλονται σε προσωπικό πταίσμα οργάνου που ενήργησε εκτός του κύκλου των υπηρεσιακών του καθηκόντων (βλ. ΑΕΔ 5/1995, βλ. ΣτΕ 540/2021 επταμ., 908/2022, 621/2021, 1033/2019 κ.ά.). Εξάλλου, ευθύνη του Δημοσίου, τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, υπάρχει όχι μόνον όταν με πράξη ή παράλειψη οργάνου του παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου, αλλά και όταν παραλείπονται τα ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις, που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη υπηρεσία και προσδιορίζονται από την κείμενη εν γένει νομοθεσία, τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστης (βλ. ΣτΕ 1087-1085/2016 επταμ., 877/2013 επταμ., 4133/2011 επταμ., 2796/2006 επταμ., 540/2021 επταμ., 804/2022, 1594/2020, 1164/2020, 609/2020, 582/2020, 1210/2019, 116/2019 κ.ά.). Απαραίτητη δε προϋπόθεση, η οποία πρέπει να συντρέχει σωρευτικά (βλ. ΣτΕ 322/2009 επταμ., 1024/2005), για τη θεμελίωση της ευθύνης και την επιδίκαση αποζημίωσης στις ως άνω περιπτώσεις, είναι και η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης πράξης ή παράλειψης ή υλικής ενέργειας ή παράλειψης υλικής ενέργειας του οργάνου και της επελθούσας ζημίας. Η ευθύνη αυτή είναι αντικειμενική, δηλαδή ανεξάρτητη από την υπαιτιότητα των οργάνων που προκάλεσαν τη ζημία (βλ. ΣτΕ 540/2021 επταμ., 410/2016, 1826/2014, 1970/2009 κ.ά.). Τέλος, όπως γίνεται δεκτό, από τον συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 105 του Εισ.Ν.Α.Κ. και των προπαρατεθεισών διατάξεων του Α.Κ., συνάγεται ότι, επί αστικής ευθύνης του Δημοσίου, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο της ουσίας μπορεί να επιδικάσει στον ζημιωθέντα εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, κατά την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 932 του Α.Κ., αναλόγως εφαρμοζόμενη (βλ. ΣτΕ 4133/2011 επταμ., 3292/2017, 3539/2015). Ομοίως, εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης μπορεί να επιδικαστεί και υπέρ εκείνου του οποίου έχει προσβληθεί η προσωπικότητα από παράνομη πράξη ή παράλειψη, κατά τα ανωτέρω, οργάνων του Δημοσίου, ανεξάρτητα από την υπαιτιότητά τους, κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 57 και 59 του Α.Κ. (βλ. ΣτΕ 540/2021 επταμ., 552/2022, 3292/2017, 1326/2017, 410/2016, 1970/2009 κ.ά.).

 

            5. Επειδή, σε επίπεδο εθνικού δικαίου, ο Κανονισμός Εσωτερικής Υπηρεσίας του Πυροσβεστικού Σώματος (όπως κωδικοποιήθηκε σε ενιαίο κείμενο με το π.δ. 210/1992, Α΄ 99) ορίζει στο άρθρο 23 ότι «1. Οι Πυροσβεστικοί Σταθμοί, οι Λιμενικοί Σταθμοί και οι Πυροσβεστικοί Σταθμοί των Αεροδρομίων, εκτελούν το επιχειρησιακό τους έργο όλες τις ώρες του 24ώρου και όλες τις ημέρες του χρόνου. 2. Το 24ωρο χωρίζεται σε τρεις φυλακές, 8ωρης διάρκειας, στις οποίες ορίζονται εναλλακτικά οι άνδρες του Σταθμού και έχουν υποχρέωση να προσφέρουν συνολικά 37 ½ ώρες εργασίας την εβδομάδα. 3. Ο Διοικητής μπορεί, με τη σύμφωνη γνώμη του κατά τόπον αρμόδιου Διοικητή Περιφερειακής Διοίκησης Πυροσβεστικών Υπηρεσιών, μετά από έγκριση του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος, να εναλλάσσει το πυροσβεστικό προσωπικό στην υπηρεσία ανά 12ωρο ή 16ωρο ή 24ωρο, όταν ειδικοί υπηρεσιακοί λόγοι το επιβάλλουν, με την προϋπόθεση ότι η συνολική προσφορά εργασίας του κατά μήνα θα υπολογίζεται στη βάση του προβλεπόμενου εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας [όπως η παράγραφος 3 είχε αντικατασταθεί από το άρθρο 1 του π.δ. 55/2010 (Α΄ 93) και, εν συνεχεία, αντικαταστάθηκε, από το άρθρο 1 του π.δ/τος 25/2013 (Α΄ 55)]. 4. Για την αντιμετώπιση διαφόρων εκτάκτων συμβάντων, όπως πυρκαγιών, πλημμυρών, σεισμών ή άλλων γεγονότων μπορεί ο Διοικητής να επιβάλλει με διαταγή του πρόσθετη εργασία στους υπαλλήλους πέρα από την υποχρεωτική. 5. Όταν για την εκτέλεση υπηρεσίας, εξαιρουμένων των περιπτώσεων της προηγούμενης παραγράφου, που λόγω της φύσης της και των ειδικών συνθηκών επιβάλλεται να συνεχισθεί και μετά τη λήξη του κανονικού χρόνου εργασίας του υπαλλήλου, αυτός συνεχίζει την υπηρεσία του, δικαιούται μετά το τέλος αυτής, ανάλογο πρόσθετο χρόνο ανάπαυσης. 6. […]». Στο δε άρθρο 21 του ως άνω Κανονισμού, προβλέπεται η λειτουργία Γραφείου Προσωπικού, το οποίο, μεταξύ άλλων, «εκδίδει τις διαταγές σχετικά με την εφαρμογή του ωραρίου εργασίας, το χρόνο εβδομαδιαίας ανάπαυσης, σύμφωνα με τη νομοθεσία και τις διαταγές που ισχύουν».

 

            6. Επειδή, περαιτέρω, ο ν.1157/1981 (Α΄ 126), με τον οποίο κυρώθηκε η από 29.12.1980 Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου του Προέδρου της Δημοκρατίας, περί καθιέρωσης πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας των δημοσίων εν γένει υπηρεσιών, όρισε στο άρθρο 1 ότι «1. Καθιερούται από 1 Ιανουαρίου 1981 πενθήμερος εβδομάς εργασίας, αρχομένη από Δευτέρας μέχρι και Παρασκευής, διά το υφ’ οιανδήποτε σχέσιν προσωπικόν του Δημοσίου, […], άνευ μειώσεως του κατά περίπτωσιν ισχύοντος ή εφαρμοζομένου συνολικού αριθμού ωρών εβδομαδίαιας εργασίας, επιφυλασσομένων των διατάξεων των επομένων παραγράφων. […]. 2. Της κατά την προηγούμενην παράγραφον ρυθμίσεως εξαιρούνται : α) […], β) το Υπουργείον Δημοσίας Τάξεως και αι Υπηρεσίαι αυτού […], γ) […]. 3. […]. 4. Διά κοινών αποφάσεων του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως, Οικονομικών και του αρμοδίου καθ’ ύλην Υπουργού, δύναται οποτεδήποτε: α) να καθιερούνται εξαιρέσεις από της εφαρμογής πενθημέρου εβδομάδος εργασίας κατά υπηρεσίαν, κλάδον, ειδικότητα και αριθμόν υπαλλήλων, χρόνον ή περιοχήν, εφ’ όσον τούτο επιβάλλεται λόγω της ιδιοτυπίας των συνθηκών λειτουργίας ή του είδους και της μορφής της υπηρεσίας ή εργασίας, β) […]. 5. [όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 41 του Ν. 3979/2011 (Α΄ 138)] α) Οι εβδομαδιαίες ώρες εργασίας ορίζονται σε σαράντα (40): αα) για τους μόνιμους υπαλλήλους […] του Δημοσίου, ββ) για τους μόνιμους υπαλλήλους […] των υπηρεσιών και φορέων της προηγούμενης υποπερίπτωσης, οι οποίοι απασχολούνται σε υπηρεσίες και φορείς που λειτουργούν σε 24ωρη βάση […], γγ) […]. 6. […]. Κατά την προβλεπόμενη πιο πάνω διαδικασία και εφ’ όσον το επιβάλλουν οι συνθήκες λειτουργίας ή το είδος ή η μορφή της υπηρεσίας ή εργασίας, μπορεί να ορίζεται για όλο ή μέρος του προσωπικού ότι θα απασχολείται και κατά τις Κυριακές και ημέρες αργίας. Στους απασχολουμένους κατά τις ημέρες αυτές παρέχεται πάντοτε αναπληρωματική ημέρα ανάπαυσης μέσα στην επόμενη εβδομάδα [όπως το εδάφιο αυτό προστέθηκε με το άρθρο 23 παρ. 2 του Ν. 1735/1987 (Α΄ 195)]. […]. 6Α. […]. 7. Ειδικαί διατάξεις, αναφερόμεναι εις τον καθορισμόν του καθ’ εβδομάδα ή καθ’ ημέραν χρόνου εργασίας κατηγοριών τινών προσωπικού, πλην αντιθέτου διά της παρούσης ρυθμίσεως, εξακολουθούν ισχύουσαι. 8. […]. 10. […]. Κατά την ημέραν της αναπαύσεως ο εργαζόμενος οφείλει να απασχοληθή, εάν κληθή υπό της υπηρεσίας, λόγω εξαιρετικής υπηρεσιακής ανάγκης μη δυναμένης να ανακληθή. Εις την περίπτωσιν ταύτην χορηγείται ετέρα ημέρα αναπαύσεως, καθοριζομένη υπό της υπηρεσίας, κατ’ άλλην εργάσιμον ημέραν εντός της προσεχούς εβδομάδος. Κατά τον χρόνον της ημέρας αναπαύσεως δεν επιτρέπεται απασχόλησις υπό μορφήν υπερωριακής, υπερεργασιακής ή άλλης μορφής προσθέτου εργασίας, εκτός αν πρόκειται προς συμπλήρωσιν φυλακών εργασίας (βάρδιας). […]. 11. […]». Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο μόνο της 14868.Φ.012.5/58/27-11-1981 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης [«Για την καθιέρωση αποζημίωσης για το προσωπικό του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως και των Υπηρεσιών αυτού, που θα εργάζεται πλέον του 5νθημέρου την εβδομάδα» (Β΄ 719) – η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 55 περίπτ. ΣΤ΄ του ν.1249/1982 (Α΄ 43)], «έχοντας υπόψη: α) την υπ’ αριθ. 14867.Φ.012.5/57/27.11.81 απόφαση των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως και Δημοσίας Τάξεως “για την καθιέρωση 5θήμερης εβδομάδος εργασίας επί του εν γένει προσωπικού και Υπηρεσιών του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως και των επί των Αγροφυλάκων και Αρχιφυλάκων Αγροφυλακής” [και] β) την ιδιοτυπία των συνθηκών λειτουργίας των Υπηρεσιών των Σωμάτων Ασφαλείας, η οποία επιβάλλει την απασχόληση ορισμένου προσωπικού αυτών πέραν του 5νθημέρου την εβδομάδα», προβλέφθηκαν τα εξής: «1. Χορηγείται ειδική αποζημίωση χιλίων (1.000) δραχμών για κάθε ημέρα απασχόλησης πλέον του 5νθημέρου την εβδομάδα, σε όσο προσωπικό των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού, καθώς και σε όσους Αγροφύλακες και Αρχιφύλακες Αγροφυλακής θα εργάζονται πέραν των πέντε (5) ημερών την εβδομάδα, λόγω της ιδιοτυπίας των συνθηκών λειτουργίας των Υπηρεσιών στις οποίες ανήκουν. 2. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής της απόφασης αυτής ρυθμίζονται με διαταγή του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως. […]». Ακολούθως, με την 9459.Φ.105.6/16-3-1987 Διαταγή του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος («Κωδικοποίηση Δ/γών θέσπισης και εφαρμογής 5νθήμερης εβδομάδας εργασίας και καθιέρωση τρόπου διεξαγωγής της υπηρεσίας στους Πυρ/κούς Σταθμούς») ορίστηκαν, συναφώς, τα εξής: «1. […]. 2. Η εφαρμογή των διατάξεων περί 5νθήμερης εβδομάδας εργασίας της παρ. 1 του άρθρου 1 της από 29-12-1980 πράξης του Προέδρου της Δημοκρατίας, που κυρώθηκε με το Ν.1157/1981 επεκτάθηκε και στο προσωπικό των Υπηρεσιών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και των Σωμάτων Ασφαλείας. 3. Στο παραπάνω προσωπικό, που λόγω της ιδιοτυπίας των συνθηκών εργασίας του, θα εργάζεται πέραν του 5νθημέρου την εβδομάδα, θα καταβάλλεται αποζημίωση 1.000 δρχ. για κάθε επιπλέον ημέρα εργασίας (6η ημέρα) και θα χορηγείται και μία ημερήσια ανάπαυση (7η ημέρα). 4. […]. α. […]. ια. Οι υπηρεσίες στις οποίες οι υπάλληλοι εναλλάσσονται στην υπηρεσία ανά 24ωρο (24 ώρες συνεχούς εργασίας και 48 ώρες ανάπαυσης) θα εφαρμόσουν την 5νθήμερη εβδομάδα εργασίας κατά τον παρακάτω τρόπο. ιβ. Οι άνδρες του Σταθμού χωρίζονται σε τρεις ομάδες (βάρδιες) (Α΄, Β΄, Γ΄) και εναλλάσσονται στην υπηρεσία ανά 24ωρο. ιγ. Από τη βασική υποχρέωση που έχουν οι υπάλληλοι να εργάζονται 37½ ώρες την εβδομάδα, δηλαδή από τις 168 ώρες να εργάζονται τις 37½ (7 × 24 = 168 ώρες), υπολογίζονται με την απλή αναλογική μέθοδο οι ώρες εργασίας που υποχρεούνται να προσφέρουν για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα. Έτσι έχουμε για τις 30 ημέρες, ήτοι για 720 ώρες προσφορά υποχρεωτικής εργασίας, 161 ώρες και για τις 31 ημέρες, ήτοι για 744 ώρες, 166 ώρες. ιδ. Σύμφωνα με την παράγραφο (ιγ) και σε συνάρτηση με τον επισυναπτόμενο πίνακα “Β”, όταν οι υπάλληλοι εργάζονται όλο το μήνα χωρίς διακοπή, ανάλογα με τον αριθμό των ημερών που ορίζονται σε υπηρεσία και τον αριθμό των ημερών που έχει ο μήνας, δικαιούνται αποζημιώσεων και αναπαύσεων ως εξής: (1) Όταν ο μήνας έχει 28 ημέρες (Φεβρουάριος), (α) Η ομάδα που θα ορισθεί σε υπηρεσία την 1η του μήνα, δικαιούται να λάβει 4 αποζημιώσεις (4.000) και (2) 24ωρες αναπαύσεις. (β) Οι δύο άλλες ομάδες δικαιούνται να λάβουν 4 αποζημιώσεις (4.000), (1) 24ωρη ανάπαυση και 8 ώρες ανάπαυση. (2) Όταν ο μήνας έχει 29 ημέρες (Φεβρουάριος), (α) Οι δύο ομάδες που θα ορισθούν σε υπηρεσία την 1η και τη 2η του μήνα δικαιούνται 4 αποζημιώσεις (4.000), (2) 24ωρες αναπαύσεις. (β) Η άλλη ομάδα δικαιούται να λάβει 4 αποζημιώσεις (4.000) και (1) 24ωρη ανάπαυση. (3) Όταν ο μήνας έχει 30 ημέρες, και οι τρεις ομάδες δικαιούνται να λάβουν τέσσερις αποζημιώσεις (4.000) και (2) 24ωρες αναπαύσεις. (4) Όταν ο μήνας έχει 31 ημέρες, (α) Η μία ομάδα που θα ορισθεί σε υπηρεσία την 1η του μήνα δικαιούται να λάβει 4 αποζημιώσεις (4.000), (2) 24ωρες αναπαύσεις και 16 ώρες ανάπαυση. (β) Οι δύο άλλες ομάδες δικαιούνται να λάβουν 4 αποζημιώσεις (4.000) και (2) 24ωρες αναπαύσεις. ιε. Όταν ο υπάλληλος απουσιάσει σε […] άδεια […] οι αναπαύσεις και αποζημιώσεις θα υπολογίζονται ως εξής: […]. 5. Για τις ημέρες αργίας ή εξαιρέσιμες […], οι υπάλληλοι όλων των ομάδων της […] 4 (ια) δικαιούνται από μία πρόσθετη ημερήσια ανάπαυση (8ωρο). […]. 8. Οι πρόσθετες αναπαύσεις που δικαιούνται οι υπάλληλοι, λόγω των αργιών, θα χορηγούνται από τους Διοικητές σε χρόνο που θα εξυπηρετεί τόσο την υπηρεσία όσο και τους υπαλλήλους, όχι όμως αργότερα από τρεις μήνες από την ημέρα της αργίας. 9. Για τη χορήγηση αποζημιώσεων ισχύει η προϋπόθεση ότι δε θα υπερβαίνουν τις (4) ή τις (5) εφόσον ο μήνας έχει ισάριθμα Σαββατοκύριακα […] και εφόσον οι υπάλληλοι δικαιούνται, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζονται από την παρούσα. 10. […]». Ομοίως, με την 51240.Φ.105.6/15-12-1999 Διαταγή του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος («Χρόνος εργασίας του πυρ/κου προσωπικού») διευκρινίστηκαν τα εξής: 1. […]. α. Η απασχόληση του πυροσβεστικού προσωπικού, πέραν του κανονικού ωραρίου για το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ δύο υπηρεσιών (ελευθερία από την υπηρεσία), επιτρέπεται μόνο κατ’ εξαίρεση για κάλυψη υπηρεσιακών αναγκών εφόσον αυτό κρίνεται απαραίτητο από τους Διοικητές των Υπηρεσιών. Στις περιπτώσεις αυτές χορηγείται στο πυροσβεστικό προσωπικό ημερήσια ανάπαυση (Η/Α). β. (1) Όταν από τους Δ/τές των Υπηρεσιών διαπιστώνεται με σαφή και συγκεκριμένα στοιχεία ότι για την αντιμετώπιση συμβάντων σε περιπτώσεις απρόβλεπτης ή έκτακτης ανάγκης απαιτείται επιπλέον προσφορά εργασίας, επιτρέπεται η απασχόληση του πυρ/κού προσωπικού, και πέραν του κανονικού ωραρίου για το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ δύο υπηρεσιών (ελευθερία από την υπηρεσία) αλλά και κατά τις ημέρες που βρίσκεται σε ημερήσια ανάπαυση (Η/Α). (2) Όταν η ανωτέρω απασχόληση προσφέρεται κατά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ δύο υπηρεσιών, χορηγείται στο πυροσβεστικό προσωπικό ημερήσια ανάπαυση (Η/Α), ενώ όταν η απασχόληση προσφέρεται κατά τις ημέρες ημερήσιας ανάπαυσης (Η/Α) του προσωπικού, χορηγείται αποζημίωση και ημερήσια ανάπαυση (Η/Α)». Σύμφωνα δε με την 2/70289/0022/23-12-2003 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών – Δημόσιας Τάξης (Β΄ 1915), η ως άνω ειδική αποζημίωση, που χορηγείται, μεταξύ άλλων, στο Πυροσβεστικό Προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος, «για κάθε ημέρα απασχόλησης πέραν του 5νθημέρου την εβδομάδα», ανήλθε από 1-1-2004, κατόπιν διαδοχικών αναπροσαρμογών, στο ποσό των 46,00 ευρώ. Ήδη, στο άρθρο 127 παρ. Δ περίπτ. α΄ του ν.4472/2017 (Α΄ 74 και διόρθ. σφαλμ. Α΄ 75) ορίζεται ότι «Στο προσωπικό των Σωμάτων Ασφαλείας (Ελληνική Αστυνομία, Πυροσβεστικό και Λιμενικό Σώμα – Ελληνική Ακτοφυλακή), το οποίο λόγω της ιδιοτυπίας των συνθηκών αποδεδειγμένα εργάζεται πέραν των πέντε (5) ημερών την εβδομάδα, χορηγείται ειδική αποζημίωση, η οποία ανέρχεται στο ποσό των σαράντα έξι ευρώ (46) για κάθε επιπλέον ημέρα απασχόλησης.».

 

            7. Επειδή, από τις προπαρατεθείσες διατάξεις συνάγεται ότι, σε επίπεδο εθνικού δικαίου, προβλέπεται μεν η καταβολή ειδικής αποζημίωσης, ποσού 46,00 ευρώ, για κάθε ημέρα που οι πυροσβεστικοί υπάλληλοι εργάζονται πέραν των πέντε (5) ημερών την εβδομάδα, πλην όμως όχι η καταβολή αντίστοιχης χρηματικής αποζημίωσης, σε περίπτωση που παραλείπεται η χορήγηση σε αυτούς του προβλεπόμενου στον νόμο πρόσθετου χρόνου ανάπαυσης, λόγω απασχόλησής τους πέραν του κανονικού χρόνου εργασίας. Ειδικότερα, σε περίπτωση που απαιτηθεί για τις ανάγκες της υπηρεσίας η υπέρβαση του εβδομαδιαίου ωραρίου των ανωτέρω υπαλλήλων, οι τελευταίοι δικαιούνται να λάβουν ανάλογο πρόσθετο χρόνο ανάπαυσης, μετά το τέλος της υπηρεσίας, ομοίως δε σε περίπτωση εργασίας σε ημέρες αργίας, μέσα στην επόμενη εβδομάδα και το αργότερο τρεις (3) μήνες μετά από αυτήν, ενώ, εφόσον απασχολούνται πέραν των πέντε (5) ημερών την εβδομάδα, δικαιούνται ειδικής αποζημίωσης, ποσού 46,00 ευρώ για κάθε επιπλέον ημέρα απασχόλησης, ανάλογα, αφενός μεν, με τον αριθμό των ημερών κατά τις οποίες οι ανωτέρω υπάλληλοι ορίζονται σε υπηρεσία, αφετέρου δε, με τον αριθμό των ημερών εκάστου μήνα, και εφόσον συντρέχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όπως λ.χ. οι χορηγούμενες αποζημιώσεις να μην υπερβαίνουν ορισμένο αριθμό ανά μήνα (βλ. ΔΕφΑθ 2857/2020). Ωστόσο, έχει κριθεί ότι η μη πρόβλεψη στην κείμενη νομοθεσία χρηματικής αποζημίωσης σε περίπτωση μη χορήγησης στους πυροσβεστικούς υπαλλήλους του νόμιμου χρόνου πρόσθετης ανάπαυσης δεν δύναται να αναιρεί το κανονιστικό περιεχόμενο των διατάξεων των άρθρων 23 παρ. 5 του π.δ/τος 210/1992 και 1 παρ. 6 και 10 του ν.1157/1981, οι οποίες, σε συνδυασμό και με τις 9459.Φ.105.6/16.3.1987 και 51240.Φ.105.6/15.12.1999 Διαταγές του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος, επιβάλλουν επιτακτικά («πάντοτε») την παροχή αναπληρωματικής ημέρας ανάπαυσης, εντός ευλόγου, κατά περίπτωση, χρόνου και κατόπιν συνεκτίμησης των υπηρεσιακών αναγκών. Αντιστοίχως, έχει κριθεί ότι η έλλειψη σχετικής ρύθμισης δεν δύναται να ακυρώνει την πρακτική αποτελεσματικότητα και, εν γένει, το ωφέλιμο αποτέλεσμα της υπέρτερης τυπικής ισχύος Οδηγίας 2003/88/ΕΚ για τους πυροσβεστικούς υπαλλήλους (βλ. απόφαση Δ.Ε.Ε., Günter Fuß, C-429/09, σκ. 98).

 

            8. Επειδή, εν προκειμένω, από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας, προκύπτει ότι ο ενάγων υπηρετεί ως μόνιμος υπάλληλος του Πυροσβεστικού Σώματος και κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής υπηρετούσε, με τον βαθμό του πυρονόμου, στον 4ο Πυροσβεστικό Σταθμό Λιμένα Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα δε με την με αριθμ.πρωτ. 920 Φ.Α.11554/1-6-2022 βεβαίωση του Διοικητή του εν λόγω Σταθμού, έως τον Ιούνιο του 2022, δικαιούτο να λάβει 214 οφειλόμενες ημερήσιες αναπαύσεις. Με την υπό κρίση αγωγή και το επ`αυτής νομίμως κατατεθέν την 16-5-2023, ο ενάγων υποστηρίζει ότι από τον χρόνο διορισμού του – τον οποίο δεν προσδιορίζει – ασκεί τα υπηρεσιακά του καθήκοντα σε εναλλασσόμενες ανά 24ωρο 24ωρες βάρδιες, 3 ή 2 φορές την εβδομάδα, δηλαδή σταθερά καθ`υπέρβαση του νόμιμου ωραρίου των 37,5 ωρών εργασίας εβδομαδιαίως. Για τον λόγο αυτό, λαμβάνει εξίσου σταθερά, αποζημίωση για την παροχή εργασίας πέραν του πενθημέρου, που ισοδυναμεί με 4 ή 5 επιπλέον ημέρες απασχόλησης μηνιαίως. Πέραν, όμως, των ανωτέρω, εκθέτει ότι παρέχει επιπρόσθετη εργασία, καθώς καλείται προς εκτέλεση 8ωρων βαρδιών, εκτάκτως και κατόπιν σχετικών υπηρεσιακών εντολών. Λόγω της επιπρόσθετης αυτής εργασίας, ισχυρίζεται ότι δικαιούται συνολικά, έως τον χρόνο άσκησης της κρινόμενης αγωγής, 214 ημέρες ανάπαυσης, τις οποίες, όμως, αφενός η υπηρεσία του δεν του χορηγεί, αφετέρου παραλείπει παρανόμως να του καταβάλλει τη νόμιμη αποζημίωση για τις ημερήσιες αυτές αναπαύσεις που του οφείλονται και δεν έχει λάβει, ύψους 46 ευρώ ανά οφειλόμενη ημέρα ανάπαυσης, κατά παράβαση των διατάξεων του π.δ/τος 210/1992, του ν.1157/1981 και των σχετικών 9459Φ/105.6/16-3-1987, 25566Φ.105.6/25-5-2001 και 66669οικ.106.94/16-11-2007 Διαταγών του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος. Ως εκ τούτου, ζητεί να υποχρεωθεί το Ελληνικό Δημόσιο να υποχρεωθεί να του καταβάλει, ως αποζημίωση, κατά τις διατάξεις του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ, το ποσό των (46 ευρώ Χ 214 οφειλόμενες ημερήσιες αναπαύσεις =) 9.844 ευρώ. Το ποσό αυτό ζητείται νομιμότοκα από την επομένη της επίδοσης της αγωγής – η οποία δεν προκύπτει ότι έγινε με επιμέλεια του ενάγοντος – και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Προς απόδειξη των ισχυρισμών του αυτών, ο ενάγων προσκομίζει την 920 Φ.Α.11554/1-6-2022 βεβαίωση του Διοικητή του 4ου Πυροσβεστικού Σταθμού Θεσσαλονίκης, την 2765 Φ.Α.11554/5-11-2021 βεβαίωση του Διοικητή του 3ου Πυροσβεστικού Σταθμού Θεσσαλονίκης και την από 28-4-2020 βεβαίωση του Διοικητή του 2ου Πυροσβεστικού Σταθμού Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με τις οποίες στον ενάγοντα οφείλονταν, κατά την 1-6-2022, 5-11-2021 και 28-4-2020, 214, 226 και 168 ημερήσιες αναπαύσεις αντίστοιχα.

 

            9. Επειδή, από την άλλη πλευρά, το Ελληνικό Δημόσιο, με την 23353Φ.Α.11554/2-5-2023 έκθεση απόψεων του Αρχηγού του Αρχηγείου του Πυροσβεστικού Σώματος και το κατατεθέν την 17-5-2023 υπόμνημά του, ζητεί την απόρριψη της αγωγής. Ειδικότερα, προβάλλει ότι η αγωγή είναι απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη, διότι, όπως υποστηρίζει, σε περίπτωση υπέρβασης του εβδομαδιαίου ωραρίου των πυροσβεστικών υπαλλήλων για τις ανάγκες της υπηρεσίας, δεν προβλέπεται από τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας η καταβολή αντίστοιχης για την εν λόγω απασχόληση αμοιβής, αλλά μόνον ανάλογος χρόνος πρόσθετης ανάπαυσης, και, ως εκ τούτου, οι επίδικες αξιώσεις δεν θεμελιώνονται στις διατάξεις με βάση τις οποίες αναζητούνται με την αγωγή τους ούτε σε εκείνες του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ. Περαιτέρω, το εναγόμενο διατείνεται ότι η ειδική χρηματική αποζημίωση, ύψους 46,00 ευρώ ημερησίως, αναφέρεται στην περίπτωση της παροχής εργασίας πέραν του πενθημέρου εβδομαδιαίως, με τη συνδρομή και των λοιπών προβλεπόμενων προϋποθέσεων, και, επομένως, δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής του οικείου νομικού πλαισίου στην περίπτωση της μη χορήγησης του νόμιμου πρόσθετου χρόνου ανάπαυσης, λόγω υπέρβασης του εβδομαδιαίου ωραρίου τους. Εξάλλου, διατείνεται ότι ο ενάγων, αν και ισχυρίζεται το αντίθετο, ουδέποτε αιτήθηκε τη χορήγηση σε αυτόν του δικαιούμενου χρόνου ανάπαυσης. Σε κάθε περίπτωση, ισχυρίζεται ότι, όπως προκύπτει από το από 5765Φ.Α.11554/25-4-2023 έγγραφο του Διοικητή του 4ου Πυροσβεστικού Σταθμού, στον ενάγοντα έχουν χορηγηθεί σε μεταγενέστερο χρόνο κάποιες από τις οφειλόμενες σε αυτόν ημερήσιες αναπαύσεις, καθώς και ότι ουδεμία αναφορά έχει υποβληθεί από αυτόν για το συγκεκριμένο ζήτημα. Επιπλέον, προβάλλει ότι η αγωγή είναι αόριστη, διότι, ο ενάγων δεν προσδιορίζει με την αγωγή επακριβώς τις ημέρες που απασχολήθηκε πέραν του πενθημέρου εβδομαδιαίως, ώστε να διακριβωθεί εάν συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις που τίθενται από τον νόμο (λ.χ. οι χορηγούμενες αποζημιώσεις να μην υπερβαίνουν ορισμένο αριθμό κατά μήνα), αλλά και εάν οι ένδικες αξιώσεις έχουν υποπέσει σε παραγραφή. Τέλος, προβάλλει, επικουρικώς, ότι οι αξιώσεις του ενάγοντος που ανάγονται σε χρόνο απώτερο της διετίας από την επίδοση της κρινόμενης αγωγής με επιμέλεια του παρόντος Δικαστηρίου, δηλαδή από την 31-1-2023, έχουν υποπέσει σε παραγραφή. Προσκομίζει δε, το από 25-4-2023 έγγραφο του Διοικητή τς Πυροσβεστικής Υπηρεσίας του Νομού Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με το οποίο οι οφειλόμενες στον ενάγοντα ημέρες ανάπαυσης ανέρχονταν, την 21-4-2023, σε 197.

 

            10. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο λαμβάνει, καταρχάς, υπόψη, τις διατάξεις που παρατίθενται στη μείζονα σκέψη της παρούσας και την ερμηνεία τους, και δη ότι επιτρέπονται μεν παρεκκλίσεις από το κανονικό ωράριο εργασίας των πυροσβεστικών υπαλλήλων, πλην όμως, υπό την προϋπόθεση ότι χορηγείται σε αυτούς, αμέσως μετά την περίοδο της πρόσθετης εργασίας και, πάντως, εντός ευλόγου, κατά περίπτωση, χρόνου, ισοδύναμη περίοδος αντισταθμιστικής ανάπαυσης, για την εξάλειψη της σύμφυτης με την άσκηση των καθηκόντων τους κόπωση και για την ψυχική τους ανανέωση. Από τις ίδιες ως άνω διατάξεις συνάγεται, περαιτέρω, ότι δεν προβλέπεται η καταβολή χρηματικής αποζημίωσης στους πυροσβεστικούς υπαλλήλους, σε περίπτωση μη χορήγησης σε αυτούς του νόμιμου χρόνου πρόσθετης ανάπαυσης, κατόπιν πρόσθετης απασχόλησής τους λόγω υπηρεσιακών αναγκών, δηλαδή σε περίπτωση οφειλόμενων σε αυτούς ημερήσιων (8ωρων) αναπαύσεων εξ αυτού του λόγου. Ειδικότερα, σε περίπτωση που απαιτηθεί για τις ανάγκες της υπηρεσίας η υπέρβαση του εβδομαδιαίου ωραρίου των ανωτέρω υπαλλήλων, οι τελευταίοι δικαιούνται ανάλογου χρόνου πρόσθετης ανάπαυσης μετά από αυτήν, ενώ, εφόσον αυτοί απασχολούνται πέραν του πενθημέρου εβδομαδιαίως, δικαιούνται ειδικής αποζημίωσης, ποσού 46 ευρώ για κάθε ημέρα απασχόλησής τους πέραν του πενθημέρου, ανάλογα, αφενός, με τον αριθμό των ημερών κατά τις οποίες οι ανωτέρω υπάλληλοι ορίζονται σε υπηρεσία και αφετέρου, με τον αριθμό των ημερών εκάστου μήνα και εφόσον συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις όπως λ.χ. οι χορηγούμενες αποζημιώσεις να μην υπερβαίνουν ορισμένο αριθμό ανά μήνα (βλ. ΔΕφΑθ 2857/2020). Στην υπό κρίση περίπτωση, προκύπτει μεν ότι ο ενάγων δεν έχει λάβει, έως τον χρόνο άσκησης της κρινόμενης αγωγής, συνολικά 214 ημέρες ανάπαυσης, καθώς επίσης, ότι οι οφειλόμενες σε αυτόν ημερήσιες αναπαύσεις ανέρχονταν τον Νοέμβριο του 2021 σε 226 και τον Απρίλιο του 2020 σε 168. Ωστόσο, η αγωγή, με την οποία εσφαλμένως υπολαμβάνεται ότι προβλέπεται η καταβολή χρηματικής αποζημίωσης στους πυροσβεστικούς υπαλλήλους, σε περίπτωση μη χορήγησης σε αυτούς του νόμιμου χρόνου πρόσθετης ανάπαυσης και επί τη βάσει αυτής της αντίληψης, ζητείται η αποκατάσταση της αντίστοιχης περιουσιακής ζημίας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 105 ΕισΝΑΚ – που αποτελεί τη μοναδική νομική βάση της αγωγής -, είναι απορριπτέα προεχόντως ως νόμω αβάσιμη, κατά τα βασίμως σχετικώς προβαλλόμενα από το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά αμέσως παραπάνω. Αποτελεί δε διάφορο ζήτημα το εάν η παράλειψη των οργάνων του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου να χορηγήσει στον ενάγοντα τις ημερήσιες αναπαύσεις που δικαιούτο και δη η στέρηση από αυτόν του δικαιώματός του για λήψη των προβλεπόμενων κατά νόμο περιόδων αντισταθμιστικής ανάπαυσης – η οποία συνιστά αναπαλλοτρίωτο έννομο αγαθό και των υπηρετούντων στα σώματα ασφαλείας (πρβλ. ΔΕφΑθ 279/2022) -, θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις, να συνιστά παράνομη παράλειψη, που ως αποτέλεσμα θα είχε την ηθική του βλάβη, υπό την έννοια της επανειλημμένης προσβολής της προσωπικότητάς του και της διακινδύνευσης της σωματικής και ψυχικής υγείας του (πρβλ. ΣτΕ 540/2021), κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 23 παρ. 5 του π.δ/τος 210/1992 και 1 παρ. 6 και 10 του ν.1157/1981, οι οποίες, σε συνδυασμό με τις 9459.Φ.105.6/16.3.1987 και 51240.Φ.105.6/15.12.1999 Διαταγές του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος, επιβάλλουν επιτακτικά («πάντοτε») την παροχή αναπληρωματικής ημέρας ανάπαυσης, εντός ευλόγου, κατά περίπτωση, χρόνου και κατόπιν συνεκτίμησης των υπηρεσιακών αναγκών, καθώς και των διατάξεων της Οδηγίας 2003/88/ΕΚ, η οποία θέτει τις στοιχειώδεις προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας, όσον αφορά την οργάνωση του χρόνου εργασίας των εργαζομένων και ακολούθως, να στοιχειοθετείται ευθύνη του εναγόμενου, κατά τις διατάξεις των άρθρων 105 ΕισΝΑΚ και 57, 932 ΑΚ και αντίστοιχη αξίωση για χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της εν λόγω ηθικής βλάβης (βλ. ΔπρΠατρ 385/2023, ΔπρΤρκ 26/2023, ΔπρΚαλ 225/2022). Το ζήτημα αυτό, εντούτοις, δεν εγείρεται εν προκειμένω με την υπό κρίση αγωγή, ούτε, ακολούθως, άγεται προς κρίση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, καθόσον εν προκειμένω ζητείται αποζημίωση του ενάγοντος για την περιουσιακή ζημία που ισχυρίζεται ότι υπέστη και όχι χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση ηθικής του βλάβης, στην οποία ουδεμία γίνεται αναφορά.

 

            11. Επειδή, κατ`ακολουθίαν, η αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη. Το δε κατά το υπερβάλλον του οφειλόμενου καταβληθέν τέλος δικαστικού ενσήμου, ύψους 63,58 ευρώ, πρέπει να επιστραφεί στον ενάγοντα. Τέλος, κατ`εκτίμηση των περιστάσεων της υπόθεσης, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο ενάγων πρέπει να απαλλαγεί των δικαστικών εξόδων του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου (βλ. άρθρο 275 παρ. 1 εδ. ε’ του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας).

 

      ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

 

            Απορρίπτει την αγωγή.

 

            Διατάσσει την επιστροφή στον ενάγοντα του αχρεωστήτως καταβληθέντος τέλους δικαστικού ενσήμου, ύψους 63,58 ευρώ.

 

            Απαλλάσσει τον ενάγοντα από τα δικαστικά έξοδα του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου.

 

 Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στη Θεσσαλονίκη, την 23-9-2023, όπου και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, την 29-9-2023.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΣΟΥΛΤΑΝΑ ΣΚΟΥΡΑ      ΑΝΤΩΝΙΑ ΠΑΡΗΓΟΡΗ

 

Total
0
Shares
Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *