C‑159/10 και C‑160/10, Fuchs και Köhler, απόφαση ΔΕΕ της 21.7.2011
Οδηγία 2000/78/ΕΚ – Άρθρο 6, παρ. 1 – Απαγόρευση των διακρίσεων λόγω ηλικίας – Αυτοδίκαιη συνταξιοδότηση των εισαγγελέων που συμπληρώνουν το 65ο έτος της ηλικίας τους – Αρχή της αναλογικότητας και συνοχή της νομοθεσίας
Δεν αντιβαίνει στην οδηγία 2000/78/ΕΚ νόμος ο οποίος προβλέπει την αυτοδίκαιη συνταξιοδότηση των μόνιμων ή ισόβιων δημόσιων υπαλλήλων ή λειτουργών, εν προκειμένω των εισαγγελέων, όταν συμπληρώνουν το 65ο έτος της ηλικίας τους, ενώ παράλληλα τους παρέχει τη δυνατότητα να εξακολουθήσουν να εργάζονται, αν έτσι εξυπηρετείται το συμφέρον της υπηρεσίας, μέχρι την ηλικία των 68 ετών κατ’ ανώτατο όριο, εφόσον με τον νόμο αυτό επιδιώκεται ο στόχος της δημιουργίας μιας ισόρροπης ηλικιακής διάρθρωσης, με σκοπό την παροχή κινήτρων για την πρόσληψη και επαγγελματική προώθηση των νέων, τη βέλτιστη δυνατή διαχείριση του προσωπικού και τη συνακόλουθη αποφυγή ένδικων διαφορών σχετικά με την ικανότητα του μισθωτού να ασκεί τα καθήκοντά του μετά από ορισμένη ηλικία και εφόσον ο εν λόγω νόμος καθιστά δυνατή την επίτευξη του στόχου αυτού με πρόσφορα και αναγκαία μέσα.
Νόμος όπως ο επίμαχος δεν ενέχει αντιφάσεις εξαιτίας του γεγονότος και μόνο ότι επιτρέπει στους εισαγγελείς, σε ορισμένες περιπτώσεις, να εργάζονται μέχρι την ηλικία των 68 ετών, ότι επιπλέον περιλαμβάνει διατάξεις με τις οποίες επιχειρεί να αποθαρρύνει την αποχώρηση από την υπηρεσία πριν από την ηλικία των 65 ετών και ότι υπάρχουν άλλες νομοθετικές διατάξεις του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους που προβλέπουν αφενός την παραμονή ορισμένων δημόσιων υπαλλήλων ή λειτουργών, π.χ. ορισμένων αιρετών υπαλλήλων ή λειτουργών, στην ενεργό υπηρεσία μετά την ηλικία αυτή και αφετέρου τη σταδιακή αύξηση του ορίου ηλικίας για τη συνταξιοδότηση από το 65ο στο 67ο έτος.