Aποφάσεις ΔΕΕ της 7ης Απριλίου 2016

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) στην υπόθεση C‑284/15. Προδικαστική παραπομπή – Άρθρα 45 ΣΛΕΕ και 48 ΣΛΕΕ – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 15, παράγραφος 2 – Κανονισμός (ΕΟΚ) 1408/71 – Άρθρο 67, παράγραφος 3 – Κοινωνική ασφάλιση – Επίδομα ανεργίας προς συμπλήρωση των εισοδημάτων από εργασία με καθεστώς μερικής απασχολήσεως – Χορήγηση της παροχής αυτής – Συμπλήρωση περιόδων απασχολήσεως – Συνυπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως – Λήψη υπόψη περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως που έχουν πραγματοποιηθεί υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους.

1) Το άρθρο 67, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, όπως τροποποιήθηκε και επικαιροποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 118/97 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 1996, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 592/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, έχει την έννοια ότι δεν εμποδίζει κράτος μέλος να αρνηθεί τον συνυπολογισμό των περιόδων απασχολήσεως που απαιτούνται για την επιλεξιμότητα προς χορήγηση επιδόματος ανεργίας αποσκοπούντος στη συμπλήρωση του εισοδήματος από εργασία μερικής απασχολήσεως, όταν της απασχολήσεως στην εργασία αυτή δεν έχει προηγηθεί καμία περίοδος ασφαλίσεως ή απασχολήσεως εντός αυτού του κράτους μέλους.

2) Από την εξέταση του δευτέρου υποβληθέντος ερωτήματος δεν προέκυψε κανένα στοιχείο ικανό να θίξει το κύρος του άρθρου 67, παράγραφος 3, του κανονισμού 1408/71, όπως τροποποιήθηκε και επικαιροποιήθηκε με τον κανονισμό 118/97, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 592/2008

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα) στην υπόθεση C 5/15

 Προδικαστική παραπομπή — Ασφάλιση νομικής προστασίας — Οδηγία 87/344/ΕΟΚ — Άρθρο 4, παράγραφος 1 — Ελεύθερη επιλογή δικηγόρου από τον ασφαλισμένο — Δικαστική ή διοικητική διαδικασία — Έννοια — Ένσταση Στην υπόθεση C‑5/15,κατά αποφάσεως περί μη έγκρισης περίθαλψης»

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, της οδηγίας 87/344/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1987, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την ασφάλιση νομικής προστασίας, έχει την έννοια ότι ο περιεχόμενος στη διάταξη αυτή όρος «διοικητική διαδικασία» περιλαμβάνει το στάδιο της ενστάσεως ενώπιον δημοσίου φορέα κατά τη διάρκεια του οποίου ο φορέας αυτός εκδίδει απόφαση που υπόκειται σε ένδικες προσφυγές.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) στην υπόθεση C-546/14

Προδικαστική παραπομπή – Φορολογία – ΦΠΑ – Άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ – Οδηγία 2006/112/EΚ – Αφερεγγυότητα – Διαδικασία προληπτικού πτωχευτικού συμβιβασμού – Μερική εξόφληση απαιτήσεων ΦΠΑ

Το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ και τα άρθρα 2, 250, παράγραφος 1, και 273 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, δεν αντιτίθενται προς εθνική ρύθμιση όπως η επίμαχη, η οποία έχει ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι έμπορος ο οποίος τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας μπορεί να υποβάλει ενώπιον δικαστηρίου αίτηση προληπτικού συμβιβασμού, προκειμένου να εξοφλήσει τις οφειλές του μέσω ρευστοποιήσεως της περιουσίας του, με την οποία προτείνει μερική μόνο εξόφληση οφειλής φόρου προστιθέμενης αξίας, στηριζόμενος σε βεβαίωση ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα κατά την οποία, σε περίπτωση πτωχεύσεως του εν λόγω εμπόρου, δεν θα εξοφλούνταν μεγαλύτερο ποσοστό της συγκεκριμένης οφειλής.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) στην υπόθεση C‑324/14,

Προδικαστική παραπομπή – Δημόσιες συμβάσεις – Οδηγία 2004/18/ΕΚ – Τεχνικές και/ή επαγγελματικές ικανότητες των οικονομικών φορέων – Άρθρο 48, παράγραφος 3 – Δυνατότητα στηρίξεως στις ικανότητες άλλων φορέων – Προϋποθέσεις και λεπτομέρειες εφαρμογής – Χαρακτήρας των δεσμών που υφίστανται μεταξύ του προσφέροντος και των άλλων φορέων – Τροποποίηση της προσφοράς – Ακύρωση και επανάληψη ηλεκτρονικού πλειστηριασμού – Οδηγία 2014/24/ΕΕ

Αρχή φόρμας

1) Τα άρθρα 47, παράγραφος 2, και 48, παράγραφος 3, της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, σε συνδυασμό με το άρθρο 44, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής, έχουν την έννοια ότι:

αναγνωρίζουν το δικαίωμα κάθε οικονομικού φορέα να στηρίζεται, για ορισμένη σύμβαση, στις δυνατότητες άλλων φορέων, ασχέτως της φύσεως των δεσμών που υφίστανται μεταξύ αυτού και των εν λόγω φορέων, εφόσον αποδεικνύεται στην αναθέτουσα αρχή ότι ο υποψήφιος ή προσφέρων θα έχει όντως στη διάθεσή του τους πόρους των εν λόγω φορέων, οι οποίοι είναι αναγκαίοι για την εκτέλεση της συγκεκριμένης συμβάσεως, και ότι

δεν αποκλείεται να περιοριστεί η άσκηση του εν λόγω δικαιώματος, υπό ειδικές περιστάσεις, λαμβανομένων υπόψη του αντικειμένου της οικείας συμβάσεως καθώς και των σκοπών που αυτή επιδιώκει. Τέτοια περίπτωση συντρέχει, μεταξύ άλλων, όταν οι δυνατότητες ενός τρίτου φορέα που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση της συμβάσεως αυτής δεν μπορούν να μεταβιβασθούν στον υποψήφιο ή προσφέροντα, με αποτέλεσμα αυτός να μπορεί να στηριχθεί στις εν λόγω δυνατότητες μόνον εάν ο συγκεκριμένος φορέας έχει άμεση και προσωπική συμμετοχή στην εκτέλεση της εν λόγω συμβάσεως.

2) Το άρθρο 48, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας 2004/18 έχει την έννοια ότι, λαμβανομένων υπόψη του αντικειμένου ορισμένης συμβάσεως καθώς και των σκοπών που αυτή επιδιώκει, η αναθέτουσα αρχή δύναται, υπό ειδικές περιστάσεις και για την προσήκουσα εκτέλεση της συμβάσεως αυτής, να θέσει ρητώς στην προκήρυξη διαγωνισμού ή στη συγγραφή υποχρεώσεων συγκεκριμένους κανόνες βάσει των οποίων ένας οικονομικός φορέας μπορεί να στηρίζεται στις δυνατότητες άλλων φορέων, εφόσον οι εν λόγω κανόνες συνδέονται με το αντικείμενο και τους σκοπούς της συγκεκριμένης συμβάσεως και είναι σύμφωνοι προς την αρχή της αναλογικότητας.

3) Οι αρχές της ίσης και άνευ διακρίσεων μεταχειρίσεως των οικονομικών φορέων, που κατοχυρώνονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2004/18, έχουν την έννοια ότι, υπό περιστάσεις όπως οι επίμαχες στην υπόθεση της κύριας δίκης, η αναθέτουσα αρχή, μετά το άνοιγμα των προσφορών που έχουν υποβληθεί στο πλαίσιο διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως, δεν επιτρέπεται να δεχτεί το αίτημα οικονομικού φορέα, ο οποίος έχει υποβάλει προσφορά για το σύνολο της επίμαχης συμβάσεως, να ληφθεί υπόψη η προσφορά του μόνο για ορισμένα τμήματα της συμβάσεως αυτής.

4) Οι αρχές της ίσης και άνευ διακρίσεων μεταχειρίσεως των οικονομικών φορέων, που κατοχυρώνονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2004/18, έχουν την έννοια ότι επιβάλλουν την ακύρωση και επανάληψη ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, στον οποίο δεν κλήθηκε να συμμετάσχει οικονομικός φορέας που είχε υποβάλει παραδεκτή προσφορά και τούτο ακόμη κι αν δεν μπορεί να διαπιστωθεί ότι η συμμετοχή του αποκλεισθέντος φορέα θα είχε μεταβάλει το αποτέλεσμα του πλειστηριασμού.

5) Υπό περιστάσεις όπως αυτές στην υπόθεση της κύριας δίκης, οι διατάξεις του άρθρου 48, παράγραφος 3, της οδηγίας 2004/18 δεν μπορούν να ερμηνευθούν υπό το πρίσμα των διατάξεων του άρθρου 63, παράγραφος 1, της οδηγίας 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18.

 

Total
0
Shares
Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *