Ο Συνήγορος του Πολίτη διερεύνησε αναφορές πολιτών, ανασφάλιστων υπερηλίκων, σχετικά με την μη χορήγηση σε αυτούς από τον τ. ΟΓΑ (και νυν ΟΠΕΚΑ) του Επιδόματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης Ανασφάλιστων Υπερηλίκων, με την αιτιολογία της υπέρβασης των εισοδηματικών ορίων που θέτει ο νόμος. Σε πολλές περιπτώσεις, οι ενδιαφερόμενοι είτε δεν είχαν κανένα πραγματικό εισόδημα είτε είχαν πολύ χαμηλό πραγματικό εισόδημα, αλλά το φορολογητέο εισόδημά τους προσδιοριζόταν βάσει των αντικειμενικών δαπανών διαβίωσης, με αποτέλεσμα να υπερβαίνει τα εισοδηματικά όρια του νόμου.
H Αρχή επισημαίνει ότι το φορολογητέο εισόδημα του αιτούντος, στο μέτρο που υπολογίζεται βάσει των τεκμηρίων εισοδήματος που προβλέπονται από την ισχύουσα φορολογική νομοθεσία και βασίζονται στην αντικειμενική δαπάνη συντήρησης κατοικίας που καλύπτει στοιχειωδώς την ανάγκη στέγασης ή στην κατοχή ενός αυτοκινήτου μικρού κυβισμού, καθώς και στην ελάχιστη δαπάνη διαβίωσης, δεν είναι πρόσφορο κριτήριο για την χορήγηση προνοιακής παροχής στους ανασφάλιστους υπερήλικες.
H Αρχή πρότεινε:
Α. Την τροποποίηση του νόμου, ώστε ως κριτήριο για την χορήγηση του επιδόματος κοινωνικής αλληλεγγύης ανασφάλιστων υπερηλίκων, να λαμβάνεται υπ’ όψιν το πραγματικό και όχι το φορολογητέο εισόδημα των αιτούντων, όπως ισχύει και για το Κοινωνικό Επίδομα Αλληλεγγύης.
Β. Επικουρικά, πρότεινε την τροποποίηση τουνόμου, ώστε να μην συνυπολογίζεται τεκμαρτό εισόδημα το οποίο προκύπτει από την ελάχιστη αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης, την αντικειμενική δαπάνη κατοικίας έως 80 τ.μ., και ενός αυτοκινήτου μικρού κυβισμού.
Γ. Την τροποποίηση της διάταξης του άρθρου 46 παρ. 4 ν. 4520/2018, ώστε να μην αποκλείονται από τον διοικητικό έλεγχο των αποφάσεων μετά από ένσταση των ενδιαφερομένων, τα ζητήματα που αφορούν την πλήρωση των εισοδηματικών κριτηρίων.
Βλ. τη σύνοψη της διαμεσολάβησης και το πόρισμα εδώ