Αριθμός 704/2024
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 13 Δεκεμβρίου 2021, με την εξής σύνθεση: Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου, Aντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Α΄ Τμήματος, Ταξιαρχία Κόμβου, Χρήστος Λιάκουρας, Νικόλαος Σκαρβέλης, Μαρίνα-Αλεξάνδρα Τσακάλη, Σύμβουλοι, Παναγιώτα Γρουμπού, Χαράλαμπος Κομνηνός, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ειρήνη Δασκαλάκη, Γραμματέας του Α΄ Τμήματος.
Για να δικάσει την από 15 Απριλίου 2021 αγωγή:
των: 1. …., οι οποίες παρέστησαν με τον δικηγόρο Απόστολο Παπακωνσταντίνου, που τον διόρισαν με πληρεξούσια,
κατά του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο παρέστη με τη Φωτεινή Δεδούση, Νομική Σύμβουλο του Κράτους.
Η πιο πάνω αγωγή εισάγεται στο Α΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας κατόπιν της από 18 Μαΐου 2021 πράξεως της Επιτροπής του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010 και της από 23 Ιουνίου 2021 πράξεως της Προέδρου του Α΄ Τμήματος.
Με την αγωγή αυτή οι ενάγουσες εταιρείες ζητούν να υποχρεωθεί το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο α. να καταβάλει νομιμοτόκως, ως αποζημίωση, σε καθεμία από αυτές, τα αναφερόμενα στην αγωγή τους ποσά, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 105 Εισ,Ν.Α.Κ και β. να τους καταβάλει ως χρηματική ικανοποίηση το ποσό των 1.000 ευρώ για την ηθική βλάβη που υπέστησαν.
Στη δίκη παρεμβαίνουν υπέρ των εναγουσών εταιρειών οι: ……
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Συμβούλου Χρήστου Λιάκουρα.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των εναγουσών εταιρειών, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους της αγωγής και ζήτησε να γίνει δεκτή η αγωγή και την αντιπρόσωπο του εναγομένου Ελληνικού Δημοσίου, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο
1. Επειδή, η κρινόμενη αγωγή λόγω σπουδαιότητας εισήχθη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατ’ εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213), όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 40 παρ. 1 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51) και ακολούθως, ως προς το δεύτερο εδάφιό της με το άρθρο 15 παρ. 4 του ν. 4416/2016 (Α΄ 240), στην οποία ορίζονται τα εξής: «Οποιοδήποτε ένδικο βοήθημα ή μέσο ενώπιον οποιουδήποτε τακτικού διοικητικού δικαστηρίου μπορεί να εισαχθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας με πράξη τριμελούς Επιτροπής, αποτελούμενης από τον Πρόεδρό του, τον αρχαιότερο Αντιπρόεδρο και τον Πρόεδρο του αρμόδιου καθ’ ύλην Τμήματος, ύστερα από αίτημα ενός των διαδίκων ή του Γενικού Επιτρόπου των διοικητικών δικαστηρίων, όταν με αυτό τίθεται ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος που έχει συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων. … Η πράξη της Επιτροπής δημοσιεύεται σε δύο ημερήσιες εφημερίδες των Αθηνών και συνεπάγεται την αναστολή εκδίκασης των εκκρεμών υποθέσεων, στις οποίες τίθεται το ίδιο ζήτημα. … Μετά την επίλυση του ζητήματος το Συμβούλιο της Επικρατείας μπορεί να παραπέμψει το ένδικο μέσο ή βοήθημα στο αρμόδιο τακτικό διοικητικό δικαστήριο. Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας δεσμεύει τους διαδίκους της ενώπιόν του δίκης, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι παρεμβάντες. Στη δίκη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας μπορεί να παρέμβει κάθε διάδικος σε εκκρεμή δίκη, στην οποία τίθεται το ίδιο ζήτημα, και να προβάλει τους ισχυρισμούς σχετικά με το ζήτημα αυτό. Για την εν λόγω παρέμβαση δεν καταλογίζεται δικαστική δαπάνη, η δε μη άσκησή της δεν δημιουργεί δικαίωμα ασκήσεως ανακοπής ή τριτανακοπής».
2. Επειδή, με το άρθρο 1 του ν. 3900/2010 εισάγεται ο θεσμός της «δίκης – πιλότου» ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας σε θέματα που, ως εκ της φύσης τους, έχουν γενικότερο ενδιαφέρον και, συνεπώς, αναμένεται να προκαλέσουν σημαντικό αριθμό διαφορών με τον κίνδυνο να εκδοθούν αντιφατικές αποφάσεις και να υπάρξει σημαντική καθυστέρηση για τους διαδίκους ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Στις περιπτώσεις αυτές δίνεται η δυνατότητα στους διαδίκους (καθώς και στα διοικητικά δικαστήρια, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου 1 του ν. 3900/2010) να απευθύνονται απευθείας στο Συμβούλιο της Επικρατείας ώστε αυτό να επιλύει τα σχετικά ζητήματα, διασφαλίζοντας την ενότητα της νομολογίας και την ασφάλεια δικαίου (βλ. σχετική εισηγητική έκθεση του νόμου). Ειδικότερα, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, εφόσον αίτημα διαδίκου να εισαχθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας ένδικο βοήθημα ή μέσο αρμοδιότητας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων για τον λόγο ότι με αυτό τίθεται ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος με συνέπειες για ευρύ κύκλο προσώπων, γίνει δεκτό από την προβλεπόμενη τριμελή Επιτροπή, η οποία αποφασίζει εκ των ενόντων βάσει των προβαλλόμενων ισχυρισμών και των στοιχείων του φακέλου που διαθέτει, το Δικαστήριο αυτό εκδικάζει σε Ολομέλεια ή σε Τμήμα το ένδικο βοήθημα ή μέσο, εφαρμόζοντας ως προς την πληρεξουσιότητα τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 27 του π. δ/τος 18/1989 «Κωδικοποίηση διατάξεων νόμου για το Συμβούλιο της Επικρατείας» (Α΄ 8) και κατά τα λοιπά, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο του ενδίκου βοηθήματος ή μέσου, τις ισχύουσες για το ένδικο βοήθημα ή μέσο οικείες διατάξεις (βλ. Σ.τ.Ε. 601/2012 Ολομ. 690, 2741/2013 7μ.).
3. Επειδή, εν προκειμένω, η κρινόμενη αγωγή εισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213), ύστερα από την 9/2021 πράξη της Επιτροπής του πιο πάνω άρθρου, η οποία δημοσιεύθηκε στις εφημερίδες «ΤΑ ΝΕΑ», φύλλο της 20.5.2021, και «ΕΣΤΙΑ», φύλλο της 19.5.2021. Με την εν λόγω πράξη της Επιτροπής αυτής, η οποία αποφασίζει εκ των ενόντων βάσει των προβαλλόμενων ισχυρισμών και των στοιχείων του φακέλου που διαθέτει (Σ.τ.Ε. 601,1972/2012 Ολομ., 1118/2014 Ολομ. κ.ά.), έγινε δεκτή η από 23.4.2021 αίτηση των εναγουσών εταιρειών να εισαχθεί προς εκδίκαση στο Συμβούλιο της Επικρατείας η εκκρεμής ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών ως αρμόδιου για την εκδίκασή της κατά το άρθρο 1 παρ. 1 και 2 περίπτ. η’ του ν. 1406/1983 (Α΄ 182) και το άρθρο 6 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας αγωγή τους κατά του Ελληνικού Δημοσίου με αριθ. κατάθ.: ΑΓ/1556/15.4.2021 λόγω των ζητημάτων γενικότερου ενδιαφέροντος με συνέπειες για ευρύ κύκλο προσώπων, που τίθενται με το ανωτέρω ένδικο βοήθημα. Με την αγωγή αυτή οι ενάγουσες εταιρείες ζητούν να αναγνωρισθεί ότι το εναγόμενο Δημόσιο οφείλει να καταβάλει σε καθεμία από αυτές, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, ως αποζημίωση κατά το άρθρο 105 Εισ.Ν.Α.Κ, τα αναφερόμενα στην αγωγή τους ποσά τα οποία αντιστοιχούν στα μισθώματα που απώλεσαν, ως ιδιοκτήτριες ακινήτων τα οποία είχαν εκμισθώσει με συμφωνίες επαγγελματικής μίσθωσης, για τους μήνες από τον Μάρτιο του 2020 έως τον Μάρτιο του 2021, εξαιτίας της υποχρεωτικής μείωσης του μισθώματος για τις πληττόμενες από την πανδημία του κορωνοϊού covid-19 μισθώτριες επιχειρήσεις, κατ’ εφαρμογή των σχετικών διατάξεων των νόμων 4683/2020, 4690/2020, 4722/2020, 4753/2020, 4772/2021 και 4778/2021, οι οποίες είναι, κατά τους ισχυρισμούς τους, ανίσχυρες, ως αντικείμενες στα άρθρα 2 παρ. 1, 4 παρ. 1 και 5, 5 παρ. 1, 17 και 25 του Συντάγματος και του 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.), άλλως και όλως επικουρικώς, τα ποσά που δικαιούνται, σύμφωνα με το άρθρο 27 του ν. 4772/2021, ως μέτρο στήριξης των εκμισθωτών (νομικών προσώπων), και αντιστοιχούν στο 60% του συνολικού μηνιαίου μισθώματος για τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2021, τα οποία, όπως υποστηρίζουν δεν εισέπραξαν, άλλως και επικουρικώς, τα ποσά που αντιστοιχούν στο 20% του μισθώματος για τους μήνες Νοέμβριο, Δεκέμβριο του 2020 και Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2021, κατ’ εφαρμογή της αρχής της ισότητας, λόγω της δυσμενούς διακριτικής μεταχείρισης που επιφύλαξε ο νομοθέτης, κατά τους ισχυρισμούς τους, στους εκμισθωτές – νομικά πρόσωπα σε σχέση με τους εκμισθωτές – φυσικά πρόσωπα για τα οποία προέβλεψε περισσότερα μέτρα στήριξης, καθώς και το ποσό των 1.000 ευρώ για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που ισχυρίζονται ότι εκάστη εξ αυτών έχει υποστεί.
4. Επειδή, η κρινόμενη αγωγή εισήχθη ενώπιον της επταμελούς σύνθεσης του Α΄ Τμήματος με την από 23.6.2021 πράξη της Προέδρου του λόγω σπουδαιότητας (άρθρο 14 παρ. 5 εδ. πρώτο του π.δ. 18/1989, Α΄ 8).
5. Επειδή, οι ενάγουσες ομοδικούν παραδεκτώς, σύμφωνα με το άρθρο 115 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), όπως η παράγραφος αυτή ισχύει μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 22 παρ. 1 του ν. 3226/2004 (Α΄ 24), που επιτρέπει την άσκηση κοινής αγωγής από περισσότερα πρόσωπα, εφόσον, μεταξύ άλλων, τα δικαιώματά τους στηρίζονται σε όμοια, κατά τα ουσιώδη, νομική και πραγματική βάση.
6. Επειδή, στην παρούσα ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας πιλοτική δίκη παρεμβαίνουν υπέρ των εναγουσών, κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010, με κοινό δικόγραφο (με αριθ. κατάθ.: 618/2021) 96 φυσικά πρόσωπα προβάλλοντας ότι είναι διάδικοι σε εκκρεμείς δίκες στις οποίες τίθενται ένα ή περισσότερα από τα ζητήματα της παρούσας πιλοτικής δίκης. Ειδικότερα, με την κρινόμενη παρέμβαση ζητείται να κριθούν, στο πλαίσιο της ανοιγείσας πιλοτικής δίκης ενώπιον της επταμελούς σύνθεσης του Α΄ Τμήματος του Δικαστηρίου, ζητήματα συμφωνίας με το Σύνταγμα και συμβατότητας με την Ε.Σ.Δ.Α. των διατάξεων, δυνάμει των οποίων, στο πλαίσιο λήψης μέτρων προστασίας μισθωτριών, πληττόμενων από την πανδημία covid-19, επιχειρήσεων, προβλέφθηκαν μειώσεις στα μισθώματα που ελάμβαναν οι παρεμβαίνοντες, ιδιοκτήτες – εκμισθωτές ακινήτων, οι οποίοι είναι φυσικά πρόσωπα. Οι παρεμβαίνοντες, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες στο Δικαστήριο αγωγές που έχουν ήδη καταθέσει ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (με αριθ. κατ. ΑΓ1813/2021, ΑΓ2944/2021), είναι διάδικοι σε εκκρεμείς δίκες επί αγωγών που έχουν ασκηθεί ενώπιον του ανωτέρω πρωτοδικείου με τις οποίες ζητούν να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου να τους καταβάλλει ως αποζημίωση τα ποσά τα οποία αντιστοιχούν στις μειώσεις που υπέστησαν στα μισθώματα που λαμβάνουν ως ιδιοκτήτες – εκμισθωτές ακινήτων, κατ’ εφαρμογή των μέτρων που έλαβε η Πολιτεία για την προστασία των πληττόμενων από την πανδημία covid-19 μισθωτριών επιχειρήσεων. Η παρέμβαση αυτή, έστω και αν οι παρεμβαίνοντες είναι φυσικά πρόσωπα ενώ οι ενάγουσες είναι νομικά πρόσωπα, ασκείται παραδεκτώς, διότι με αυτή τίθεται το ίδιο νομικό ζήτημα που τίθεται με την κρινόμενη αγωγή που εισήχθη στο Δικαστήριο με την 9/2021 πράξη της κατ’ άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010 Τριμελούς Επιτροπής, δηλαδή το ζήτημα της συμφωνίας με το Σύνταγμα και την Ε.Σ.Δ.Α. των ίδιων κατά βάση διατάξεων των νόμων που προέβλεψαν μειώσεις στα μισθώματα που λαμβάνουν ιδιοκτήτες – εκμισθωτές ακινήτων.
7. Επειδή, από τους ανωτέρω παρεμβαίνοντες οι με αριθμούς, κατά τη σειρά αναγραφή τους στο δικόγραφο παρέμβασης, ………. δεν παρέστησαν κατά την συζήτηση της υπόθεσης με πληρεξούσιο δικηγόρο ούτε εμφανίσθηκαν στο ακροατήριο για να εγκρίνουν την άσκηση της παρέμβασης, ενώ, εξάλλου, δεν προσκομίσθηκε μέχρι την συζήτηση συμβολαιογραφική πράξη παροχής πληρεξουσιότητας προς τον υπογράφοντα την εν λόγω παρέμβαση δικηγόρο. Συνεπώς, η παρέμβαση πρέπει ως προς τους παρεμβαίνοντες αυτούς να απορριφθεί ως απαράδεκτη κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 27 του π.δ. 18/1989, όπως το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 2479/1997 (Α΄ 67).
8. Επειδή, στο άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ. (π.δ. 456/1984, Α΄ 164) ορίζεται ότι: «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. …». Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, για να στοιχειοθετηθεί ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση λόγω πράξης ή παράλειψης των οργάνων του κατά την άσκηση της ανατεθειμένης σ’ αυτά δημόσιας εξουσίας, απαιτείται, μεταξύ άλλων, η πράξη ή παράλειψη να είναι παράνομη. Εκ του ότι δε ο νομοθέτης, είτε με νόμο είτε με κανονιστική διοικητική πράξη, που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση νόμου, καθορίζει γενικότερα τους όρους του αδίκου, παρέπεται ότι δεν μπορεί να προκύψει, έστω και αν προκαλείται ζημία σε τρίτον, ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., από την εκ μέρους της πολιτείας νομοθέτηση με τα αρμόδια, κατά το Σύνταγμα, όργανά της ή από την παράλειψη των οργάνων αυτών να νομοθετήσουν, εκτός αν από τη νομοθέτηση ή την παράλειψή της γεννάται αντίθεση προς κανόνες δικαίου υπέρτερης τυπικής ισχύος (Σ.τ.Ε. 3587/1997, 1141/1999 7μ., 5-6/2001 7μ., 3624-5/2001, 1686/2002, 1038/2006 7μ., 909/2007, 3089/2009 7μ., 751/2011, 3086/2011 Ολομ., 1628/2012, 1629/2014 7μ., 3695-6/2015, 2544/2016 7μ., 2216/2020 κ.ά.). Στην τελευταία αυτήν περίπτωση απαραίτητη προϋπόθεση για τη στοιχειοθέτηση αστικής ευθύνης του Δημοσίου είναι η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της αντίθετης σε υπέρτερης τυπικής ισχύος κανόνες δικαίου νομοθέτησης ή παράλειψης νομοθέτησης και της επελθούσας ζημίας (Σ.τ.Ε. 2544/2016 7μ., 2216/2020). Ειδικότερα, στην ως άνω περίπτωση νομοθέτησης, ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση του ζημιωθέντος γεννάται, όλως εξαιρετικώς, μόνον αν οι επιζήμιες συνέπειες επέρχονται απευθείας από την επίμαχη διάταξη (Σ.τ.Ε. 1038/2006 7μ., 3089/2009 7μ. κ.ά.), πριν και ανεξάρτητα από οποιαδήποτε εφαρμογή της είτε με πράξη της Διοίκησης είτε με διμερή δικαιοπραξία (σύμβαση). Στις λοιπές περιπτώσεις, (α) όταν οι επιζήμιες συνέπειες επέρχονται πρωτογενώς από την εφαρμογή του ως άνω κανόνα δικαίου, δηλαδή από την πράξη της Διοικήσεως που τον εφαρμόζει στην ατομική περίπτωση, η ευθύνη έναντι του ζημιωθέντος προκύπτει όχι από τον κανόνα δικαίου αλλά από την τελευταία αυτήν πράξη (πρβ. Σ.τ.Ε. 1038/2006 7μ., 3093/2009, 2773/2010 7μ., 450/2013 7μ., 3901/2013). Το ίδιο ισχύει και όταν (β) η επίμαχη ρύθμιση για την εφαρμογή της σε συγκεκριμένη περίπτωση προϋποθέτει την ύπαρξη μιας σύμβασης (πρβ. σχετικώς Σ.τ.Ε. 3089/2009 7μ.). Ειδικότερα, όταν ο κανόνας δικαίου αφορά συμβατικό όρο και, επομένως, είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί μόνο στο πλαίσιο συμβατικής σχέσης, οι επιζήμιες συνέπειες δεν επέρχονται ευθέως από τη θέσπιση της επίμαχης διάταξης αλλά από την εφαρμογή της κατά την εκτέλεση της σύμβασης. Ως εκ τούτου, στην περίπτωση αυτή δεν στοιχειοθετείται η κατ’ εξαίρεση αστική ευθύνη του Δημοσίου από πράξη νομοθετικού οργάνου ή της κανονιστικώς δρώσας Διοίκησης, αφού ελλείπει η ως άνω προϋπόθεση (ήτοι η ζημία να προκαλείται ευθέως από τη νομοθετική ή κανονιστική ρύθμιση) και άρα ελλείπει η απαιτούμενη προϋπόθεση της ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της κατά τα ανωτέρω νομοθέτησης και της επελθούσας ζημίας. Κατά συνέπεια, στην περίπτωση αυτή δεν μπορεί να θεμελιωθεί στο άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ. αξίωση προς αποζημίωση από νομοθέτηση παραβιάζουσα κατά τον ενάγοντα υπέρτερης τυπικής ισχύος κανόνες δικαίου. Εξάλλου, ευθύνη προς αποζημίωση γεννάται και από παράνομη υλική ενέργεια ή παράλειψη υλικής ενέργειας οργάνων της Διοίκησης κατά την άσκηση της ανατεθειμένης σ’ αυτά δημόσιας εξουσίας. Περαιτέρω, για να στοιχειοθετηθεί αστική ευθύνη του Δημοσίου απαιτείται επιπλέον (πέραν δηλαδή της παρανομίας οργάνων της εκτελεστικής εξουσίας) επίκληση και απόδειξη συγκεκριμένης ζημίας, καθώς και αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παράνομης υλικής ενέργειας ή παράλειψης υλικής ενέργειας διοικητικού οργάνου και της επελθούσας ζημίας. Οι ως άνω κατά το άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ. προϋποθέσεις της ευθύνης προς αποζημίωση πρέπει να συντρέχουν σωρευτικώς (Σ.τ.Ε. 237/2011 7μ., 1634/2017, 3005/2019, 228/2023 κ.ά.). Τέλος, όταν στοιχειοθετείται ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση επιδικάζεται στον ζημιωθέντα, εκτός από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, και εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης κατά το άρθρο 932 του Α.Κ., εφόσον κριθεί ότι έχει υποστεί τέτοια βλάβη (Σ.τ.Ε. 4133/2011 7μ., 1950/2020 κ.ά.). Προϋπόθεση για την κατ’ αρχήν θεμελίωση αξίωσης για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης είναι η συνδρομή των όρων της αδικοπρακτικής ευθύνης του Δημοσίου. Το δε άρθρο 932 του Α.Κ. δεν αποσκοπεί να μεταβάλει του όρους της ευθύνης αυτής, αλλά επεκτείνει απλώς τις συνέπειές της και στην ηθική βλάβη, τούτο δε, ανεξαρτήτως του αν έχει επέλθει ή όχι περιουσιακή ζημία (Σ.τ.Ε. 2423/2023 7μ., πρβ. Α.Π. 574/2007). Μειοψήφησε ο Σύμβουλος Χ. Λιάκουρας, ο οποίος υποστήριξε ότι όταν ο νομοθέτης επεμβαίνει κυριαρχικά σε μία σύμβαση για λόγους δημοσίου συμφέροντος με νόμο ή με κανονιστική πράξη που διαμορφώνει νέο συμβατικό πλαίσιο, λαμβάνοντας γενικά και αφηρημένα μέτρα που επενεργούν σε συμβατικούς όρους επιμέρους συμβατικών σχέσεων, οι επιζήμιες συνέπειες επέρχονται απευθείας από την κανονιστική αυτή ρύθμιση, δεδομένου ότι η ρύθμιση αυτή, η οποία δεν αποτέλεσε προϊόν διαπραγμάτευσης μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, δεν καθίσταται συμβατικός όρος.
9. Επειδή, με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020 (Α΄ 83) κυρώθηκε η από 20.3.2020 πράξη νομοθετικού περιεχομένου «Κατεπείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊού COVID-19, στη στήριξη της κοινωνίας και της επιχειρηματικότητας και τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της αγοράς και της δημόσιας διοίκησης (Α΄ 68) και άλλες διατάξεις», στο άρθρο δεύτερο της οποίας ορίζεται ότι: «Μείωση μισθώματος επαγγελματικών μισθώσεων … 1. Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης προς εγκατάσταση επιχείρησης, για την οποία έχουν ληφθεί ειδικά και έκτακτα μέτρα περί αναστολής ή προσωρινής απαγόρευσης λειτουργίας για προληπτικούς ή κατασταλτικούς λόγους που σχετίζονται με τον κορωνοϊό COVID-19, απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του 40% του συνολικού μισθώματος για τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο 2020, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων περί μισθώσεων. …». Στο άρθρο 26 του νόμου αυτού (4683/2020) ορίζεται ότι: «Επέκταση μείωσης μισθώματος επαγγελματικών μισθώσεων … Η παράγραφος 3 του δεύτερου άρθρου της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχόμενου (Α΄ 68), η οποία προστέθηκε με το ενδέκατο άρθρο της από 30 Μαρτίου 2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 75) αναριθμείται σε παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου και προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής: “3. Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης προς εγκατάσταση επιχείρησης, η οποία έχει πληγεί δραστικά από την επιδημία του κορωνοϊού COVID-19, δυνάμει των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί κατ` εξουσιοδότηση της παραγράφου 2 του άρθρου 1, της παραγράφου 2 του άρθρου 2 και των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 3 της από 11.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 55), όπως εκάστοτε ισχύουν, απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του 40% του συνολικού μισθώματος για τον μήνα Απρίλιο 2020, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων περί μισθώσεων, σύμφωνα με τα λοιπά οριζόμενα στην παράγραφο 1. …”». Ο ν. 4690/2020 (Α΄ 104) ορίζει στο άρθρο 4 ότι: «Επέκταση της μείωσης μισθώματος επαγγελματικών μισθώσεων … για τον μήνα Μάιο 2020. 1. Το δεύτερο άρθρο της από 20.03.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 68), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020 (Α΄ 83) αντικαθίσταται από τον χρόνο έναρξης ισχύος της ΠΝΠ ως εξής: “Άρθρο δεύτερο. Μείωση μισθώματος επαγγελματικών μισθώσεων και μισθώσεων κύριας κατοικίας. 1. Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης προς εγκατάσταση επιχείρησης, για την οποία έχουν ληφθεί ειδικά και έκτακτα μέτρα περί αναστολής ή προσωρινής απαγόρευσης λειτουργίας για προληπτικούς ή κατασταλτικούς λόγους που σχετίζονται με τον κορωνοϊό COVID-19, απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του 40% του συνολικού μισθώματος για τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο και Μάιο 2020, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων περί μισθώσεων. … 3. Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης προς εγκατάσταση επιχείρησης, η οποία έχει πληγεί δραστικά από την επιδημία του κορωνοϊού COVID-19, δυνάμει των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί κατ` εξουσιοδότηση της παρ. 2 του άρθρου 1, της παρ. 2 του άρθρου 2 και των παρ. 1 και 2 του άρθρου 3 της από 11.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 55), όπως κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4682/2020 (Α΄ 76), απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του 40% του συνολικού μισθώματος για τους μήνες Απρίλιο και Μάιο 2020, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων περί μισθώσεων, σύμφωνα με τα λοιπά οριζόμενα στην παρ. 1. …”». Στο άρθρο 13 του ίδιου νόμου (4690/2020) ορίζεται ότι: «Μέτρα στήριξης των εκμισθωτών από τη μη είσπραξη μισθωμάτων κατ’ επιταγή νόμου στο πλαίσιο αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19. 1. Στο άρθρο 72 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) προστίθεται παρ. 42 ως εξής: “42. Δεν συνιστά εισόδημα και δεν υπόκειται σε φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43 Α του Κ.Φ.Ε. το ποσό του μισθώματος που δεν εισπράχθηκε ή δεν εισπράττεται κατ` επιταγή νόμου στο πλαίσιο αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19, για όλους τους μήνες που ίσχυσε ή θα ισχύσει το μέτρο μειωμένης καταβολής επί του μηνιαίου μισθώματος σε ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%).”. 2. Τα πρόσωπα της παρ. 42 του άρθρου 72 του ν. 4172/2013, όπως αυτή προστέθηκε με την παρ. 1, εφόσον εισέπραξαν μειωμένο μίσθωμα κατά τουλάχιστον 40%, έχουν δικαίωμα έκπτωσης ποσού ίσου με ποσοστό 20% επί του 60% των μισθωμάτων των μηνών αυτών λογιζομένων πριν την ως άνω μείωση, από οφειλές με καταληκτική ημερομηνία καταβολής προς τη φορολογική αρχή από 31.7.2020 και μετά, πλην των οφειλών από ρυθμίσεις/διευκολύνσεις τμηματικής καταβολής, οφειλών υπέρ αλλοδαπού δημοσίου και από ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων. 3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης του Διοικητή της ΑΑΔΕ, δύναται να ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων», και στο άρθρο 15 του νόμου αυτού ορίζεται ότι: «Επέκταση της μείωσης μισθώματος επαγγελματικών μισθώσεων, … 1. Στο δεύτερο άρθρο της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 68), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020 (Α΄ 83), όπως ισχύει, προστίθεται παρ. 5 ως εξής: “5. Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης προς εγκατάσταση επιχείρησης για την οποία έχουν ληφθεί κατά τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο, Μάιο 2020 ή λαμβάνονται και τον μήνα Ιούνιο 2020 ειδικά και έκτακτα μέτρα περί αναστολής ή προσωρινής απαγόρευσης λειτουργίας για προληπτικούς ή κατασταλτικούς λόγους που σχετίζονται με τον κορωνοϊό COVID-19, απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του 40% του συνολικού μισθώματος και για τον μήνα Ιούνιο 2020, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων περί μισθώσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 1. Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης προς εγκατάσταση επιχείρησης, η οποία εξακολουθεί να πλήττεται οικονομικά λόγω της εμφάνισης και διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19 απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του 40% του συνολικού μισθώματος για τους μήνες κατά τους οποίους πλήττεται και το αργότερο έως και τον μήνα Αύγουστο 2020, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων περί μισθώσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 1. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), προσδιορίζονται οι πληγείσες επιχειρήσεις του προηγούμενου εδαφίου ανά κλάδο και ανά μήνα, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος. …”». Ακολούθως, ο ν. 4722/2020 (Α΄ 177) ορίζει στο άρθρο 3 ότι: «Επέκταση της μείωσης μισθώματος επαγγελματικών μισθώσεων … 1. Η παρ. 5 του δεύτερου άρθρου της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 68), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020 (Α΄ 83) και η οποία τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 4690/2020 (Α΄ 104), αντικαθίσταται ως εξής: “5. Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης προς εγκατάσταση επιχείρησης, για την οποία έχουν ληφθεί κατά τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο, Μάιο ή Ιούνιο 2020 ειδικά και έκτακτα μέτρα περί αναστολής ή προσωρινής απαγόρευσης λειτουργίας για προληπτικούς ή κατασταλτικούς λόγους που σχετίζονται με τον κορωνοϊό COVID-19, απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του 40% του συνολικού μισθώματος και για τον μήνα Ιούνιο 2020, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων περί μισθώσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο δεύτερο και το τρίτο εδάφιο της παρ. 1. Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης προς εγκατάσταση επιχείρησης, η οποία εξακολουθεί να πλήττεται οικονομικά λόγω της εμφάνισης και διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19, απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του 40% του συνολικού μισθώματος για τους μήνες κατά τους οποίους πλήττεται και το αργότερο έως και τον μήνα Σεπτέμβριο 2020, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων περί μισθώσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 1. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), προσδιορίζονται οι πληγείσες επιχειρήσεις του προηγούμενου εδαφίου ανά κλάδο και ανά μήνα, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος. …”», στο άρθρο 4 ότι: «Προαιρετική μείωση μισθώματος επαγγελματικών μισθώσεων …. 1. Στο δεύτερο άρθρο της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 68), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020 (Α΄ 83), προστίθεται παρ. 6 ως εξής: “6. Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης προς εγκατάσταση επιχείρησης, η οποία πλήττεται οικονομικά λόγω της εμφάνισης και διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19 δύναται να απαλλαγεί από την υποχρέωση καταβολής μέρους του συνολικού μισθώματος, το οποίο δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το 30% του συνολικού μισθώματος για τους μήνες κατά τους οποίους πλήττεται, αρχής γενομένης από τον μήνα Σεπτέμβριο 2020 και το αργότερο έως και τον μήνα Δεκέμβριο 2020, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων περί μισθώσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο δεύτερο και το τρίτο εδάφιο της παρ. 1. Για την εφαρμογή της παρούσας απαιτείται σχετική συμφωνία μεταξύ του εκμισθωτή και του μισθωτή, οι οποίοι υποβάλλουν ηλεκτρονικά δήλωση στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) και καταβολή του μειωμένου τουλάχιστον κατά 30% μισθώματος εντός των συμφωνημένων ή συνηθισμένων προθεσμιών, σύμφωνα με το άρθρο 595 του Αστικού Κώδικα. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, προσδιορίζονται οι πληγείσες επιχειρήσεις του πρώτου εδαφίου ανά κλάδο και ανά μήνα, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος. Με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ καθορίζονται ο τρόπος, ο χρόνος, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα για την υποβολή της δήλωσης της παρούσας. ….”» και στο άρθρο 5 ότι: «Μέτρα στήριξης των εκμισθωτών από τη μη είσπραξη μισθωμάτων κατ’ επιταγή νόμου στο πλαίσιο αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19. 1. Στην παρ. 42 του άρθρου 72 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167), η οποία προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4690/2020 (Α΄ 104) μετά από τις λέξεις “σαράντα τοις εκατό (40%)” προστίθενται οι λέξεις “ή που δεν εισπράχθηκε ή δεν εισπράττεται κατόπιν συμφωνίας μεταξύ εκμισθωτή και μισθωτή για την απαλλαγή από την καταβολή μέρους του συνολικού μισθώματος, κατά τουλάχιστον τριάντα τοις εκατό (30%), σύμφωνα με διατάξεις στο πλαίσιο αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID- 19” και η παρ. 42 διαμορφώνεται ως εξής: “42. Δεν συνιστά εισόδημα και δεν υπόκειται σε φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του Κ.Φ.Ε. το ποσό του μισθώματος που δεν εισπράχθηκε ή δεν εισπράττεται κατ` επιταγή νόμου στο πλαίσιο αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19, για όλους τους μήνες που ίσχυσε ή θα ισχύσει το μέτρο μειωμένης καταβολής επί του μηνιαίου μισθώματος σε ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) ή που δεν εισπράχθηκε ή δεν εισπράττεται κατόπιν συμφωνίας μεταξύ εκμισθωτή και μισθωτή για την απαλλαγή από την καταβολή μέρους επί του συνολικού μισθώματος σε ποσοστό τουλάχιστον τριάντα τοις εκατό (30%) του μισθώματος, σύμφωνα με διατάξεις στο πλαίσιο αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19.” 2. Στην παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 4690/2020 (Α΄ 104) μετά από τη λέξη «τα» προστίθεται η λέξη “φυσικά”, μετά από τις λέξεις “τουλάχιστον 40%,” προστίθενται οι λέξεις “ή εφόσον εισέπραξαν κατόπιν συμφωνίας μειωμένο μίσθωμα κατά τουλάχιστον 30%, σύμφωνα με διατάξεις στο πλαίσιο αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19” και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής: “2. Τα φυσικά πρόσωπα της παρ. 42 του άρθρου 72 του ν. 4172/2013, όπως αυτή προστέθηκε με την παρ. 1, εφόσον εισέπραξαν μειωμένο μίσθωμα κατά τουλάχιστον 40% ή εφόσον εισέπραξαν κατόπιν συμφωνίας μειωμένο μίσθωμα κατά τουλάχιστον 30%, σύμφωνα με διατάξεις στο πλαίσιο αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19, έχουν δικαίωμα έκπτωσης ποσού ίσου με ποσοστό 20% επί του 60% των μισθωμάτων των μηνών αυτών ….”». Περαιτέρω, ο ν. 4753/2020 (Α΄ 227) ορίζει στο άρθρο 33 ότι: «Επέκταση της μείωσης μισθώματος επαγγελματικών μισθώσεων … 1. Η παρ. 6 του άρθρου δεύτερου της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 68), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020 (Α΄ 83), αντικαθίσταται ως εξής: “6. Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης προς εγκατάσταση επιχείρησης, η οποία πλήττεται οικονομικά λόγω της εμφάνισης και διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19 δύναται να απαλλαγεί από την υποχρέωση καταβολής μέρους του συνολικού μισθώματος, το οποίο δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το 30% του συνολικού μισθώματος για τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο 2020, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων περί μισθώσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο δεύτερο και το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 και με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παρ. 7. Για την εφαρμογή της παρούσας απαιτείται σχετική συμφωνία μεταξύ του εκμισθωτή και του μισθωτή, οι οποίοι υποβάλλουν ηλεκτρονικά δήλωση στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) και καταβολή του μειωμένου τουλάχιστον κατά 30% μισθώματος εντός των συμφωνημένων ή συνηθισμένων προθεσμιών, σύμφωνα με το άρθρο 595 του Αστικού Κώδικα. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, προσδιορίζονται οι πληγείσες επιχειρήσεις του πρώτου εδαφίου ανά κλάδο και ανά μήνα, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος. Με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ καθορίζονται ο τρόπος, ο χρόνος, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα για την υποβολή της δήλωσης της παρούσας. ….” 2. Στο δεύτερο άρθρο της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020, προστίθενται παρ. 7, 8 και 9 ως εξής: “7. Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης προς εγκατάσταση επιχείρησης, η οποία εδρεύει ή έχει υποκατάστημα σε περιφερειακή ενότητα, η οποία εντάχθηκε για τουλάχιστον δεκατέσσερις (14) ημέρες κατά τον μήνα Οκτώβριο 2020 σε επιδημιολογικό επίπεδο “πολύ υψηλό”, σύμφωνα με την υπό στοιχεία Δ1α/Γ.Π. οικ.64450/11.10.2020 κοινή υπουργική απόφαση (Β΄ 4484), και για την οποία έχουν ληφθεί ειδικά και έκτακτα μέτρα περί αναστολής ή προσωρινής απαγόρευσης λειτουργίας για προληπτικούς ή κατασταλτικούς λόγους που σχετίζονται με τον κορωνοϊό COVID-19 ή η οποία πλήττεται οικονομικά λόγω της διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19, απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του 40% του συνολικού μισθώματος για τον μήνα Οκτώβριο 2020, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων περί μισθώσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 1. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), προσδιορίζονται οι πληγείσες επιχειρήσεις των προηγούμενων εδαφίων ανά περιφερειακή ενότητα και ανά κλάδο, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος. Τα οριζόμενα στην παρούσα ισχύουν και για τις συμβάσεις μίσθωσης κύριας κατοικίας, στις οποίες μισθωτής είναι εργαζόμενος ή σύζυγος ή το έτερο μέρος συμφώνου συμβίωσης εργαζόμενου σε επιχείρηση του πρώτου εδαφίου του οποίου έχει ανασταλεί προσωρινά η σύμβαση εργασίας λόγω των μέτρων αποφυγής της διασποράς του κορωνοϊού COVID-19, τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων της παρ. 2. 8.α. Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης προς εγκατάσταση επιχείρησης η οποία εδρεύει ή έχει υποκατάστημα σε περιφερειακή ενότητα, η οποία εντάσσεται σε επιδημιολογικό επίπεδο αυξημένου κινδύνου, ή σε περιφερειακή ενότητα για την οποία έχουν εκδοθεί έκτακτα μέτρα προστασίας δημόσιας υγείας κατ’ εφαρμογή κανονιστικής πράξης και για την οποία έχουν ληφθεί ειδικά και έκτακτα μέτρα περί αναστολής ή προσωρινής απαγόρευσης λειτουργίας για προληπτικούς ή κατασταλτικούς λόγους που σχετίζονται με τον κορωνοϊό COVID-19 ή η οποία πλήττεται οικονομικά λόγω της διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19, απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του 40% του συνολικού μισθώματος αρχής γενομένης από τον μήνα Νοέμβριο 2020, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων περί μισθώσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 1. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, προσδιορίζονται οι πληγείσες επιχειρήσεις των προηγούμενων εδαφίων ανά Περιφερειακή Ενότητα, ανά κλάδο και ανά μήνα, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος…”» και στο άρθρο 34 ότι: «Καταβολή του ημίσεος της μείωσης των μισθωμάτων στους εκμισθωτές που εισπράττουν μειωμένο μίσθωμα κατά 40%. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 4690/2020 (Α΄ 104) προστίθενται εδάφια ως εξής: “Στα ως άνω φυσικά πρόσωπα, τα οποία από τον μήνα Νοέμβριο και εφεξής, εισπράττουν μειωμένο μίσθωμα κατά 40%, σύμφωνα με διατάξεις στο πλαίσιο της αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19, αντί της έκπτωσης του προηγούμενου εδαφίου καταβάλλεται στον τραπεζικό λογαριασμό που έχει δηλωθεί στη δήλωση φόρου εισοδήματος της ΑΑΔΕ ποσό ίσο με το ήμισυ της μείωσης των μισθωμάτων των μηνών αυτών σε βάρος των πιστώσεων … του Υπουργείου Οικονομικών. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, δύναται να καθορίζονται οι ειδικότερες διαδικαστικές προϋποθέσεις, η διασταύρωση των στοιχείων, η διαδικασία καταβολής και κάθε άλλο θέμα για την εφαρμογή του παρόντος…”». Ο ν. 4772/2021 (Α΄ 17) ορίζει στο άρθρο 26 ότι: «Επέκταση της μείωσης μισθώματος επαγγελματικών μισθώσεων. Στο δεύτερο άρθρο της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 68), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020 (Α΄ 83), προστίθεται παρ. 10 ως εξής: “10. Ειδικά για τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2021, ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης προς εγκατάσταση επιχείρησης, για την οποία έχουν ληφθεί ειδικά και έκτακτα μέτρα περί αναστολής ή προσωρινής απαγόρευσης λειτουργίας για προληπτικούς ή κατασταλτικούς λόγους που σχετίζονται με τον κορωνοϊό COVID-19 ή η οποία πλήττεται οικονομικά λόγω της διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19, απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του συνολικού μισθώματος, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων περί μισθώσεων και του ποσοστού μείωσης της παρ. 8, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο δεύτερο και το τρίτο εδάφιο της παρ. 1. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), προσδιορίζονται οι πληγείσες επιχειρήσεις του προηγούμενου εδαφίου ανά κλάδο και ανά μήνα, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.”», στο άρθρο 27 ότι: «Στήριξη των εκμισθωτών από τη μη είσπραξη μισθωμάτων – Τροποποίηση της παρ. 42 του άρθρου 72 του ν. 4172/2013 και της παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 4690/2020. 1. Στο τέλος της παρ. 42 του άρθρου 72 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) προστίθεται νέο εδάφιο και η παρ. 42 διαμορφώνεται ως εξής: “42. Δεν συνιστά εισόδημα και δεν υπόκειται σε φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43 Α του Κ.Φ.Ε., κατά περίπτωση, το ποσό του μισθώματος που δεν εισπράχθηκε ή δεν εισπράττεται κατ’ επιταγή νόμου στο πλαίσιο αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19, για όλους τους μήνες που ίσχυσε ή θα ισχύσει το μέτρο μειωμένης καταβολής επί του μηνιαίου μισθώματος σε ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) ή που δεν εισπράχθηκε ή δεν εισπράττεται κατόπιν συμφωνίας μεταξύ εκμισθωτή και μισθωτή για την απαλλαγή από την καταβολή μέρους του συνολικού μισθώματος, κατά τουλάχιστον τριάντα τοις εκατό (30%), σύμφωνα με διατάξεις στο πλαίσιο αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19. Τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο ισχύουν και για την περίπτωση μισθώματος που δεν εισπράχθηκε ή δεν εισπράττεται κατ’ επιταγή νόμου στο πλαίσιο αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19, για τους μήνες του έτους 2021 κατά τους οποίους ίσχυσε το μέτρο πλήρους απαλλαγής του μηνιαίου μισθώματος», ενώ στην παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 4690/2020 προστίθενται τα εξής: «Στα ως άνω φυσικά πρόσωπα, τα οποία κατά τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2021 δεν εισπράττουν μίσθωμα, σύμφωνα με την παρ. 10 του δεύτερου άρθρου της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 68), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020 (Α΄ 83), στο πλαίσιο της αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19, αντί της έκπτωσης του πρώτου εδαφίου καταβάλλεται στον τραπεζικό λογαριασμό, που έχει γνωστοποιηθεί στη διαδικτυακή πύλη http://www.aade.gr της Α.Α.Δ.Ε. στο περιβάλλον TAXISnet, ποσό ίσο με το ογδόντα τοις εκατό (80%) του συνολικού μισθώματος του μήνα αυτού σε βάρος των πιστώσεων … του Υπουργείου Οικονομικών. Στα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες, συμπεριλαμβανομένων και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου της υποπαρ. 3 της παρ. 1 του άρθρου 68 του ν. 4235/2014 (Α΄ 32), καθώς και των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, τα οποία κατά τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2021 δεν εισπράττουν μίσθωμα, σύμφωνα με την παρ. 10 του δεύτερου άρθρου της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020, στο πλαίσιο της αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19, καταβάλλεται στον τραπεζικό λογαριασμό, που έχει γνωστοποιηθεί στη διαδικτυακή πύλη http://www.aade.gr της Α.Α.Δ.Ε. στο περιβάλλον TAXISnet, ποσό ίσο με το εξήντα τοις εκατό (60%) του συνολικού μισθώματος του μήνα αυτού σε βάρος των πιστώσεων … του Υπουργείου Οικονομικών. β. Το ποσό της περ. α΄ που καταβάλλεται στους λογαριασμούς των δικαιούχων, δεν εμπίπτει σε καμία κατηγορία εισοδήματος, δεν υπόκειται σε οποιονδήποτε φόρο, τέλος, εισφορά ή άλλη κράτηση υπέρ του Δημοσίου, συμπεριλαμβανομένης και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου 43A του ν. 4172/2013 κατά περίπτωση, είναι ανεκχώρητο και ακατάσχετο στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης αντίθετης γενικής ή ειδικής διάταξης, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τα νομικά πρόσωπα των τελευταίων, τα ασφαλιστικά ταμεία και τα πιστωτικά ιδρύματα, μη εφαρμοζομένης της παρ. 1 του άρθρου 47 του ν. 4172/2013 σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησης του ποσού της περ. Α΄ στην περίπτωση δικαιούχου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας. γ. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., δύναται να καθορίζονται οι ειδικότερες διαδικαστικές προϋποθέσεις, η διασταύρωση των στοιχείων, η διαδικασία καταβολής και κάθε άλλο θέμα για την εφαρμογή του παρόντος. δ. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να παρατείνονται τα μέτρα της παρούσας και να προσδιορίζεται κάθε άλλο αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή της παράτασης». Ο ν. 4778/2021 (Α΄ 26) ορίζει στο άρθρο 31 ότι: «Επέκταση της απαλλαγής μισθώματος επαγγελματικών μισθώσεων – Τροποποίηση της παρ. 10 του άρθρου δεύτερου της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020. Η παρ. 10 του δεύτερου άρθρου της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 68), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020 (Α΄ 83) αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής: “10. Ειδικά για τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο 2021, ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης προς εγκατάσταση επιχείρησης, για την οποία έχουν ληφθεί ειδικά και έκτακτα μέτρα περί αναστολής ή προσωρινής απαγόρευσης λειτουργίας για προληπτικούς ή κατασταλτικούς λόγους που σχετίζονται με τον κορωνοϊό COVID-19 ή η οποία πλήττεται οικονομικά λόγω της διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19, και ανήκει σε συγκεκριμένους κλάδους επιχειρήσεων πέραν των αναφερόμενων στις αποφάσεις που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότηση της παρ. 8α, απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του συνολικού μισθώματος, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων περί μισθώσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο δεύτερο και το τρίτο εδάφιο της παρ. 1. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), προσδιορίζονται οι πληγείσες επιχειρήσεις του προηγούμενου εδαφίου ανά κλάδο και ανά μήνα, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος. Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου αφορά σε επιχειρήσεις οι οποίες δεν εντάσσονται στις αποφάσεις που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότηση της παρ. 8α.”».
10. Επειδή, με την κρινόμενη αγωγή ζητείται κατ’ αρχάς να αναγνωριστεί ότι το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο οφείλει να καταβάλει σε καθεμία από τις ενάγουσες εταιρείες, ως ιδιοκτήτριες ακινήτων τα οποία εκμισθώνουν με συμφωνίες επαγγελματικής μίσθωσης σε τρίτους, τα ποσά των μισθωμάτων που απώλεσαν λόγω εφαρμογής του μέτρου της υποχρεωτικής μείωσης μισθωμάτων σε ποσοστό 40% (από τον Μάρτιο έως τον Δεκέμβριο του 2020) και 100% (από τον Ιανουάριο έως τον Μάρτιο του 2021), δυνάμει των ανωτέρω διατάξεων των ν. 4683/2020, 4690/2020, 4722/2020, 4753/2020, 4772/2021 και 4778/2021, οι οποίες είναι, κατά τους ισχυρισμούς των εναγουσών, ανίσχυρες ως αντικείμενες στα άρθρα 2 παρ. 1, 4 παρ. 1 και 5, 5 παρ. 1, 17 και 25 του Συντάγματος καθώς και του άρθρου 1 του Π.Π.Π. της Ε.Σ.Δ.Α. Ειδικότερα, προβάλλεται ότι με τις διατάξεις αυτές επιβάλλεται περιορισμός στην οικονομική ελευθερία και συγκεκριμένα στην ελευθερία των συμβάσεων, διότι το μέτρο της μείωσης του μισθώματος συνιστά ευθεία επέμβαση σε συνεστημένη συμβατική σχέση, χωρίς να δικαιολογείται από αποχρώντα λόγο δημοσίου συμφέροντος και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη κριτήρια, όπως η οικονομική κατάσταση ειδικά ενόψει της πανδημίας και των δύο συμβαλλόμενων μερών της μισθωτικής σχέσης. Προβάλλεται επίσης, ότι δεν προηγήθηκε ειδική τεχνικο – οικονομική μελέτη, από την οποία να προκύπτει η αναγκαιότητα του μέτρου για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, ιδίως δεν αναζητήθηκαν έτερα ηπιότερα μέτρα, όπως η κρατική επιδότηση του ενοικίου για τις πληττόμενες επιχειρήσεις. Ενόψει τούτων, της διάρκειας του επίμαχου μέτρου καθώς και της μερικής μόνο αποζημίωσης των εκμισθωτών – νομικών προσώπων, όπως οι ενάγουσες (καθόσον προβλέφθηκαν μεν αντισταθμιστικά μέτρα για τη στήριξη των εκμισθωτών αλλά, κατά κύριο λόγο, για τους εκμισθωτές – φυσικά πρόσωπα και όχι και για τα νομικά πρόσωπα), προβάλλεται ότι το επίδικο μέτρο είναι απρόσφορο, μη αναγκαίο και δυσανάλογο σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Ταυτόχρονα, προβάλλεται ότι το μέτρο αυτό αντίκειται και στο άρθρο 1 του Π.Π.Π. της Ε.Σ.Δ.Α., αφού ανατρέπει τη δίκαιη ισορροπία που πρέπει, κατά το άρθρο αυτό, να υπάρχει μεταξύ του επιδιωκόμενου σκοπού γενικού συμφέροντος και του δικαιώματος στην περιουσία. Περαιτέρω, με την κρινόμενη αγωγή προβάλλεται ότι οι ανωτέρω διατάξεις είναι ανίσχυρες ως αντικείμενες στην αρχή της ισότητας και, ειδικότερα, της ισότητας στα δημόσια βάρη, διότι εισάγεται αδικαιολόγητη δυσμενής διάκριση σε βάρος των εκμισθωτών – νομικών προσώπων, σε σχέση αφενός με τους μισθωτές που απαλλάσσονται του μισθώματος και μετακυλίεται, κατ’ αυτόν τον τρόπο, το οικονομικό βάρος στους εκμισθωτές και αφετέρου με τους εκμισθωτές – φυσικά πρόσωπα, υπέρ των οποίων ο νομοθέτης προέβλεψε περισσότερα μέτρα στήριξης και συγκεκριμένα την καταβολή του ημίσεος της μείωσης του μισθώματος για τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο του 2020 (άρθρο 34 του ν. 4753/2020) καθώς και την καταβολή 80%, αντί 60%, του συνολικού μισθώματος από το οποίο απαλλάσσονται σε ποσοστό 100% οι μισθωτές για τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2021 (άρθρα 27 του ν. 4772/2021 και 31 του ν. 4778/2021), δοθέντος ότι, κατά τις ενάγουσες, η ιδιότητα του εκμισθωτή ως φυσικού ή ως νομικού προσώπου είναι κριτήριο τυχαίο, όλως συμπτωματικό και δεν συνάπτεται με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Για τον λόγο αυτό, ζητείται με την κρινόμενη αγωγή, κατ’ επίκληση της αρχής της επεκτατικής ισότητας, να αναγνωριστεί ότι το εναγόμενο Δημόσιο οφείλει να καταβάλει στις ενάγουσες τα ποσά που αντιστοιχούν στο 20% της μείωσης του ενοικίου για τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο του 2020 (ήτοι, την καταβολή του ημίσεος της μείωσης σε ποσοστό 40% του μισθώματος) και στο 20% του συνολικού μισθώματος (ήτοι, της διαφοράς μεταξύ 80% και 60%) για τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2021, ποσά, δηλαδή, που καταβάλλονται κατά τις ανωτέρω διατάξεις στους εκμισθωτές – φυσικά πρόσωπα. Τέλος, οι ενάγουσες με την κρινόμενη αγωγή ζητούν επικουρικώς τα ποσά που δικαιούνται σύμφωνα με το άρθρο 27 του ν. 4772/2021 ως μέτρο στήριξης των εκμισθωτών (νομικών προσώπων) και αντιστοιχούν στο 60% του συνολικού μηνιαίου μισθώματος για τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2021 και τα οποία, όπως ισχυρίζονται, ουδέποτε έλαβαν.
11. Επειδή, δυνάμει των αναφερόμενων στην προηγούμενη σκέψη ειδικών προστατευτικών νομοθετικών διατάξεων (άρθρο δεύτερο της από 20.03.2020 πράξης νομοθετικού περιεχομένου, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020, όπως οι διατάξεις του άρθρου αυτού τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν ακολούθως με τα άρθρα 15 παρ. 1 του ν. 4690/2020, 3 και 4 του ν. 4722/2020, 33 παράγραφοι 1 και 2 του ν. 4753/2020, 26 του ν. 4772/2021 και 31 ν. 4778/2021) επιβλήθηκε για συγκεκριμένους μήνες υπέρ των μισθωτών επαγγελματικής μίσθωσης ακινήτων, ως το ασθενέστερο μέρος, το μέτρο της μερικής (σε ποσοστό 40% του συνολικού μηνιαίου μισθώματος) και της πλήρους (σε ποσοστό 100%) απαλλαγής τους από την υποχρέωση καταβολής του συμφωνημένου μισθώματος στους εκμισθωτές, το οποίο αποτελεί όρο των διαρκών συμβάσεων επαγγελματικής μίσθωσης που έχουν ήδη συναφθεί. Οι νομοθετικές αυτές ρυθμίσεις αποτελούν μεν παρέμβαση σε καταρτισθείσες μεταξύ ιδιωτών συμβάσεις επαγγελματικής μίσθωσης ακινήτων, εισάγοντας βλαπτική μεταβολή για τον εκμισθωτή με σκοπό την αντιμετώπιση των δυσμενών συνεπειών του κορωνοϊού COVID-19 για τις αντίστοιχες επαγγελματικές ή επιχειρηματικές δραστηριότητες (βλ. Α.Π. 1281/2015), όμως μόνη η θέσπιση των διατάξεων αυτών δεν αρκεί αυτή καθεαυτήν να επιφέρει τη ζημία (περιουσιακή και μη – ηθική βλάβη) που επικαλούνται οι ενάγουσες εταιρείες – εκμισθώτριες με την ένδικη αγωγή τους κατά του Ελληνικού Δημοσίου. Και τούτο διότι οι επιζήμιες συνέπειες για τους εκμισθωτές επαγγελματικών ακινήτων δεν επέρχονται απευθείας και αμέσως από την πρόβλεψη με τους προαναφερόμενους νόμους του επίμαχου μέτρου της (μερικής ή/και πλήρους) απαλλαγής, αλλά από τη διαφοροποιημένη, σε σχέση με τα συμβατικώς προβλεπόμενα, εκτέλεση των οικείων συμβάσεων από τους μισθωτές συνεπεία του ότι οι τελευταίοι διαμόρφωσαν τη συμβατική συμπεριφορά τους με βάση τις προβλέψεις των ανωτέρω νομοθετικών ρυθμίσεων (βλ. ΣτΕ 2423/2023 7μ.) και έτσι δεν κατέβαλαν μέρος ή το σύνολο των οφειλόμενων μισθωμάτων. Κατ’ ακολουθίαν, σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στη σκέψη 8, η αξίωση κατά του Ελληνικού Δημοσίου για την αποκατάσταση της ζημίας (περιουσιακής και μη περιουσιακής- ηθικής βλάβης) την οποία οι ενάγουσες εταιρείες έχουν υποστεί, κατά τους ισχυρισμούς τους, από νομοθέτηση κατά παράβαση διατάξεων υπέρτερης τυπικής ισχύος δεν μπορεί να θεμελιωθεί στο άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ. Ως εκ τούτου, η ένδικη αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμη. Κατά τη μειοψηφούσα, όμως, γνώμη του Συμβούλου Χ. Λιάκουρα., η ένδικη αγωγή στηριζόμενη στο άρθρο 105 Εισ.Ν.Α.Κ. είναι νόμω βάσιμη. Και τούτο, διότι οι επίμαχες ρυθμίσεις συνιστούν επέμβαση του νομοθέτη σε ισχύουσες ήδη συμβατικές σχέσεις, η οποία συνεπάγεται περιορισμό της ελευθερίας των συμβάσεων για λόγους δημοσίου συμφέροντος. Ειδικότερα, με τις ρυθμίσεις αυτές ο νομοθέτης στο πλαίσιο της κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής χάριν της προστασίας των μισθωτών κατά τη διάρκεια της πανδημίας, χορήγησε στους μισθωτές των εναγουσών εταιρειών το ενοχικό δικαίωμα να καταβάλουν μειωμένο -αντί του αρχικώς συμφωνηθέντος- μίσθωμα, ή και καθόλου, διά της άμεσης παροχής μέρους του μισθώματος εκ μέρους του Δημοσίου, σε περίπτωση δε που οι μισθωτές δεν αποποιήθηκαν το εν λόγω δικαίωμα επήλθε τροποποίηση της μισθωτικής τους σχέσης ως προς το ύψος του οφειλόμενου μισθώματος, χωρίς αυτό να έχει αποτελέσει αντικείμενο ελεύθερης διαπραγμάτευσης μεταξύ των συμβαλλομένων μερών. Κατ’ ακολουθίαν, η ζημία που προκλήθηκε στις ενάγουσες προκλήθηκε απευθείας από τις προαναφερθείσες διατάξεις.
12. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμη. Ακολούθως, πρέπει να απορριφθεί η ασκηθείσα παρέμβαση, για την οποία δεν καταλογίζεται δικαστική δαπάνη σύμφωνα με το ένατο (τελευταίο) εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3900/2010.
13. Επειδή, τέλος, το Δικαστήριο, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, κρίνει ότι οι ενάγουσες πρέπει να απαλλαγούν από τα δικαστικά έξοδα ενώπιον του Δικαστηρίου για τη δίκη επί της αγωγής, κατ’ εφαρμογή του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 275 του Κ.Δ.Δ.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Απορρίπτει την αγωγή.
Απορρίπτει την παρέμβαση.
Απαλλάσσει τις ενάγουσες εταιρείες από τα δικαστικά έξοδα για τη δίκη επί της αγωγής.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 19 Μαΐου 2022 και στις 26 Απριλίου 2024
Η Πρόεδρος του Α´ Τμήματος Η Γραμματέας του Α´ Τμήματος
και μετά την αποχώρησή της
Η Γραμματέας
Σπυριδούλα ΧρυσικοπούλουΒασιλική Κατσιώνη
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 21ης Μαΐου 2024.
Η Πρόεδρος του Α´ ΤμήματοςΟ Γραμματέας
Μαρίνα-Ελένη ΚωνσταντινίδουΝικόλαος Αθανασίου
./.
Η απόφαση εστάλη από τη Δικ. εταιρεία ΑΠ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ – Ν.-Κ. ΧΛΕΠΑΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ