ΣτΕ 561/2018 (Ε΄τμήμα)

Επειδή, στο άρθρο 68 του π.δ. 18/1989, (Α΄ 8), ορίζεται ότι: «1. Αν από παραδρομή κατά τη σύνταξη της απόφασης παρεισέφρησαν λάθη γραφικά ή αριθμητικά ή το διατακτικό της απόφασης διατυπώθηκε ελλιπώς ή ανακριβώς, το Συμβούλιο μπορεί, μετά από αίτηση των διαδίκων ή και αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα με το άρθρο 69 παρ. 2, να προβεί στη διόρθωση με απόφασή του. 2. Αν η διατύπωση της απόφασης γεννά αμφιβολίες ή είναι ασαφής, το Συμβούλιο μπορεί, μετά από αίτηση των διαδίκων, να την ερμηνεύσει. Η ερμηνευτική απόφαση δεν μπορεί ποτέ να μεταβάλει το διατακτικό της απόφασης που ερμηνεύεται». Περαιτέρω, στο άρθρο 69 του ίδιου προεδρικού διατάγματος ορίζεται ότι: «1. Η αίτηση διορθώσεως ή ερμηνείας πρέπει να αναφέρει σαφώς τα λάθη ή τις παραλείψεις ή τις ανακρίβειες των οποίων ζητείται η διόρθωση, ή τα αμφίβολα σημεία ή τις ασάφειες των οποίων ζητείται η ερμηνεία. 2. Αν ο Πρόεδρος θεωρεί αναγκαία τη διόρθωση της απόφασης, ορίζει αυτεπαγγέλτως δικάσιμο προς συζήτηση. 3. Οι διατάξεις του παρόντος που αφορούν την προδικασία, τη συζήτηση και την έκδοση απόφασης για το αντίστοιχο ένδικο μέσο εφαρμόζονται αναλόγως. 4. Η διορθωτική ή ερμηνευτική απόφαση σημειώνεται στο πρωτότυπο της απόφασης που διορθώνεται ή ερμηνεύεται». Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι η μεν διόρθωση αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας γίνεται για να επανορθωθούν φραστικά ή λεκτικά ή αριθμητικά λάθη ή παραδρομές, η δε ερμηνεία αυτής για να αποσαφηνισθούν αμφίβολες ή δυσνόητες διατάξεις της αποφάσεως. Ούτε, πάντως, με τη διόρθωση ούτε με την ερμηνεία επιτρέπεται να προστεθούν νέες διατάξεις στην απόφαση ή να αλλοιωθεί η έννοιά της, ούτε να διευρυνθούν ή αναπτυχθούν οι σκέψεις του Δικαστηρίου (ΣτΕ 3330/2014, 2608/2010, 2425/2010 κ.ά. πρβ ΣτΕ 2262Α/2013 Ολομ).

Total
0
Shares
Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *