Στην έννοια των «ατομικών καταδιωκτικών μέτρων των πιστωτών κατά του οφειλέτη προς ικανοποίηση ή εκπλήρωση πτωχευτικών απαιτήσεων», τα οποία κατά νόμο αναστέλλονται (απαγορεύονται), περιλαμβάνονται και τα προβλεπόμενα στο άρθρο 14 παρ. 1 του ν. 2523/1997 μέτρα, έστω και αν τα τελευταία αυτά, σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στην οικεία εισηγητική έκθεση επί του σχεδίου νόμου, αποσκοπούν απλώς στη διατήρηση των περιουσιακών στοιχείων του παραβάτη προτού ο ίδιος προλάβει να μεταβιβάσει τα περιουσιακά του στοιχεία και να αποσύρει τις καταθέσεις του πριν από το στάδιο οριστικοποιήσεως των φορολογικών εγγραφών (και τα οποία συνεπώς δεν έχουν κυρωτικό χαρακτήρα, ούτε προσλαμβάνουν τέτοιο λόγω του ότι ενδέχεται να κατατείνουν και στη συμμόρφωση των παραβατών προς τις σχετικές καταλογιστικές πράξεις που εκδίδονται σε βάρος τους, ΣτΕ 2024/2010). Τούτο διότι, μετά την κήρυξη του οφειλέτη σε πτώχευση, η (παράλληλη) λήψη σε βάρος του των εν λόγω μέτρων προς «εξασφάλιση» ειδικώς της είσπραξης από το Δημόσιο των (κύριων) φορολογικών οφειλών και λοιπών κυρώσεων για φορολογικές παραβάσεις του οφειλέτη δεν συμβιβάζεται με το θεσμό της πτώχευσης ως συλλογικής διαδικασίας, που επιτάσσει αφενός μεν την οργάνωση των πιστωτών σε κοινωνία ζημίας προς το σκοπό της σύμμετρης ικανοποίησής τους με τη ρευστοποίηση της περιουσίας του οφειλέτη (ή, αν κριθεί, μέσω της οικονομικής του επιβίωσης) αφετέρου δε την ύπαρξη πτωχευτικής αυτοδιοίκησης (ή αυτορρύθμισης), στα πλαίσια της οποίας η διοίκηση της πτωχευτικής περιουσίας, η οποία αφαιρείται αυτοδικαίως από τον οφειλέτη (πτωχευτική απαλλοτρίωση), όπως άλλωστε και κάθε άλλη σχετική ενέργεια επ’ αυτής (συγκέντρωση, διαχείριση, αξιοποίηση και διανομή) ανατίθεται σε ειδικό όργανο, τον σύνδικο, ενεργούντος άλλοτε κατά την κρίση του και άλλοτε σύμφωνα προς όσα αποφασίσει η ομάδα των πιστωτών ή η δικαστική αρχή (βλ. πχ τη διάταξη του άρθρου 66 παρ. 1 του Πτωχευτικού Κώδικα, κατά την οποία ο σύνδικος της πτώχευσης υποχρεούται να ζητεί από το πτωχευτικό δικαστήριο τη λήψη κάθε αναγκαίου μέτρου προς εξασφάλιση της πτωχευτικής περιουσίας). Τούτο δε ισχύει τόσον προκειμένου για το μέτρο της (μετά την άρση του απορρήτου) δέσμευσης των τραπεζικών καταθέσεων, περιεχομένου θυρίδων κλπ, στον βαθμό που τα ανωτέρω (καταθέσεις, λογαριασμοί κλπ) αποτελούν στοιχεία της πτωχευτικής περιουσίας, καθόσον η λήψη των εν λόγω μέτρων παρεμποδίζει ευθέως την κατά τα ανωτέρω λειτουργία της πτωχεύσεως όσο και προκειμένου για το μέτρο της απαγόρευσης παραλαβής δηλώσεων και χορήγησης πιστοποιητικών κλπ από τις αρμόδιες Δ.Ο.Υ., του οποίου, άλλωστε, η λήψη, ενόψει της ως άνω περιουσιακής φύσεως συνέπειας για τον οφειλέτη (πτωχευτική απαλλοτρίωση), καθίσταται κενό ουσιαστικού περιεχομένου. Παραπέμπει στην 7μελή.