ΣτΕ 197/2020 (Γ΄Τμήμα), δεν επιτρέπεται η παροχή διδακτικού έργου ως μέλους Σ.Ε.Π. του Ε.Α.Π σε δικαστικό πληρεξούσιο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, τούτο δε δεν αντίκειται στο Σύνταγμα


Αριθμός 197/2020

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Γ΄

2. Επειδή, με αίτηση αυτή, ο αιτών, δικαστικός πληρεξούσιος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.), ζητεί την ακύρωση: α. του  […] πρακτικού του Υπηρεσιακού και Πειθαρχικού Συμβουλίου για τους Παρέδρους και Δικαστικούς Πληρεξουσίους του Ν.Σ.Κ., με το οποίο το εν λόγω Συμβούλιο γνωμοδότησε αρνητικά σε αίτησή του, με την οποία, κατ’ επίκληση των άρθρων 2 παρ. 2 και 31 του παρ. 1 και 2 του Υπαλληλικού Κώδικα, ζήτησε να του χορηγηθεί άδεια για την παροχή διδακτικού έργου, ως μέλος του Συνεργαζόμενου Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Σ.Ε.Π.) στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο (Ε.Α.Π.), και β. του […] πρακτικού του ιδίου Συμβουλίου, με το οποίο απορρίφθηκε αίτηση θεραπείας του αιτούντος για την ανάκληση του πιο πάνω πρώτου πρακτικού.

4. Επειδή, με τις προσβαλλόμενες πράξεις απορρίφθηκε, κατά τα ανωτέρω, αίτημα του αιτούντος για τη χορήγηση σε αυτόν άδειας παροχής διδακτικού έργου ως μέλος Σ.Ε.Π. του Ε.Α.Π. για το πρώτο εξάμηνο του ακαδημαϊκού έτους 2018-2019 (έως τον Φεβρουάριο του έτους 2019). Παρότι όμως, μετά την κατάθεση της κρινόμενης αίτησης και κατά το χρόνο της συζήτησης της υπόθεσης, έχει παρέλθει το ως άνω εξάμηνο, η δίκη εξακολουθεί να έχει αντικείμενο και δεν καταργείται (αρθ. 32 παρ. 2 π.δ. 18/1989 Α΄ 8), διότι, όπως υποστήριξε ο αιτών με το δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης και το από 21-10-2019 υπόμνημα, από τις προσβαλλόμενες πράξεις καταλείπονται δυσμενείς γι αυτόν έννομες συνέπειες, δεδομένου ότι έχει περιληφθεί στους πίνακες αξιολόγησης υποψηφίων μελών Σ.Ε.Π. για την τριετία 2017-2020 και εξακολουθεί να ενδιαφέρεται να αναλάβει διδακτικό έργο ως μέλος Σ.Ε.Π., έχοντας ήδη υποβάλει στο Ε.Α.Π. την από 4.6.2019 δήλωση ενδιαφέροντος για το ακαδημαϊκό έτος 2019-2020.

5. Επειδή, το πρώτο προσβαλλόμενο πρακτικό, με το προεκτεθέν περιεχόμενο, επάγεται έννομες συνέπειες στην υπηρεσιακή κατάσταση του αιτούντος και έχει ως εκ τούτου εκτελεστό χαρακτήρα. Συνεπώς, παραδεκτώς από την άποψη αυτή -όπως και κατά τα λοιπά- προσβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση ενώπιον του Δικαστηρίου (πρβλ. ΣτΕ 4340-146664682/2013).

6. Επειδή, όπως έχει κριθεί, η πράξη που εκδίδεται επί αιτήσεως θεραπείας έχει εκτελεστό χαρακτήρα μόνον αν εκδοθεί κατόπιν νέας έρευνας επί του πραγματικού της υπόθεσης, και όχι επί νομικών ζητημάτων, οπότε έχει βεβαιωτικό χαρακτήρα, δηλώνοντας εμμονή της Διοίκησης στην προσβληθείσα με την αίτηση θεραπείας απόφαση (βλ. σχετικώς ΣτΕ 1406/2019148537/20172858-9/2016 7μ., 1097/20153562/20131113/20082632/2006 κ.ά.). Με το δεύτερο προσβαλλόμενο πρακτικό απορρίφθηκε, κατά τα προεκτεθέντα, αίτηση θεραπείας του αιτούντος κατόπιν εξέτασης της υπόθεσης μόνο από νομική άποψη, χωρίς νέα έρευνα του πραγματικού. Συνεπώς, το τελευταίο αυτό πρακτικό στερείται εκτελεστού χαρακτήρα και, ως εκ τούτου, η κρινόμενη αίτηση, κατά το μέρος που στρέφεται κατ’ αυτού, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη.

7. Επειδή, με το ν. 2552/1997 “Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο και άλλες διατάξεις” (Α΄ 266), ρυθμίζεται η αποστολή και η λειτουργική διάρθρωση του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, που ιδρύθηκε με το άρθρο 27 παρ. 1 εδ. α΄ του ν. 2083/1992 (Α΄ 159), και προσφέρει πανεπιστημιακές σπουδές στο πλαίσιο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Ειδικότερα, προβλέπεται στο μεν άρθρο 1 ότι “1. Το Ε.Α.Π., …, είναι αυτοτελές και πλήρως αυτοδιοικούμενο Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα και λειτουργεί με τη μορφή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου” καθώς και ότι “Τελεί υπό την εποπτεία του Κράτους, η οποία ασκείται από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων”, στο δε άρθρο 4 ορίζονται τα εξής “1. Το Διδακτικό Προσωπικό αποτελείται από το Διδακτικό Ερευνητικό Προσωπικό (Δ.Ε.Π.) και το Συνεργαζόμενο Εκπαιδευτικό Προσωπικό (Σ.Ε.Π.). Έργο των μελών Δ.Ε.Π. και Σ.Ε.Π. του Ε.Α.Π. είναι η εξ αποστάσεως διδασκαλία, η επιστημονική έρευνα στο γνωστικό αντικείμενο του Προγράμματος Σπουδών και η ανάπτυξη εκπαιδευτικού και πληροφοριακού υλικού, καθώς και υλικού αξιολόγησης … 2. Το Δ.Ε.Π. του Ε.Α.Π. αποτελείται από Καθηγητές, Αναπληρωτές Καθηγητές, Επίκουρους Καθηγητές και Λέκτορες. Το καθεστώς τους, τα προσόντα τους και οι προϋποθέσεις για την εκλογή τους στην αντίστοιχη βαθμίδα διέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις περί των μελών Δ.Ε.Π. των Α.Ε.Ι. 3…4…5…6…7…8…9…10. Τα μέλη Συνεργαζόμενου Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Σ.Ε.Π.) είναι είτε καθηγητές εξαιρουμένων των Πρυτάνεων, Αντιπρυτάνεων και Κοσμητόρων Α.Ε.Ι. ή υπηρετούντες λέκτορες άλλων Α.Ε.Ι. της ημεδαπής ή της αλλοδαπής είτε διδάκτορες και προσλαμβάνονται με συμβάσεις ανάθεσης έργου ή συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου διάρκειας μέχρι ενός (1) ακαδημαϊκού έτους, για την κάλυψη συγκεκριμένων εκπαιδευτικών αναγκών. …Ο αριθμός των συμβάσεων για κάθε ακαδημαϊκό έτος ορίζεται με απόφαση της Συγκλήτου, που εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών. Η διαδικασία, τα κριτήρια αξιολόγησης και επιλογής, οι όροι της σύμβασης, οι υποχρεώσεις τους, τα καθήκοντα και οι αμοιβές καθορίζονται με απόφαση της Συγκλήτου… Οι θέσεις για τα μέλη Σ.Ε.Π. προκηρύσσονται για συγκεκριμένες Θεματικές Ενότητες με απόφαση της Συγκλήτου, κάθε τρία (3) έτη. Με απόφαση του Πρύτανη συγκροτείται ανά Θεματική Ενότητα τριμελής επιτροπή με ισάριθμο αριθμό αναπληρωματικών μελών που αποτελείται κατά προτεραιότητα από μέλη Δ.Ε.Π. του Ε.Α.Π. και άλλων ελληνικών Α.Ε.Ι. με το ίδιο γνωστικό αντικείμενο ή, αν δεν υπάρχουν, με συγγενές γνωστικό αντικείμενο με το γνωστικό της αντίστοιχης Θεματικής Ενότητας (Θ.Ε.) ή της Εργαστηριακής Θεματικής Ενότητας (Ε.Θ.Ε.). Η επιτροπή εισηγείται στη Σύγκλητο υποβάλλοντας πίνακα αξιολογικής κατάταξης επιλεγέντων μελών Σ.Ε.Π. που θα ισχύουν για τρία (3) έτη. Η ανάθεση έργου του απαιτούμενου αριθμού μελών Σ.Ε.Π. κάθε Θ.Ε. και Ε.Θ.Ε. για κάθε ακαδημαϊκό έτος θα γίνεται με απόφαση της Συγκλήτου και μέχρι τη συγκρότησή της με απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής. Κάθε ακαδημαϊκό έτος, τα επιλεγέντα στους πίνακες μέλη Σ.Ε.Π. θα υποβάλλουν δήλωση ότι επιθυμούν να είναι μέλη Σ.Ε.Π. το επόμενο ακαδημαϊκό έτος και μέχρι τη συμπλήρωση τριετίας από την προκήρυξη. Η αμοιβή των μελών Σ.Ε.Π. του Ε.Α.Π. καλύπτεται από τον προϋπολογισμό του Ιδρύματος ή της Επιτροπής Διαχείρισης Ειδικού Λογαριασμού. Ως έδρα των μελών Σ.Ε.Π. του Ε.Α.Π. θεωρείται ο τόπος της μόνιμης κατοικίας τους. 11. Τα μέλη Δ.Ε.Π. και τα μέλη Σ.Ε.Π. συγκροτούνται σε Ομάδες Διδακτικού Προσωπικού (Ο.Δ.Π.), ανά Θεματική Ενότητα”.

8. Επειδή, στο άρθρο 100 Α του Συντάγματος, που προστέθηκε με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων 
(Α΄ 84), προβλέπεται ότι «Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη συγκρότηση και τη λειτουργία του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, καθώς και τα σχετικά με την υπηρεσιακή κατάσταση των λειτουργών και υπαλλήλων που υπηρετούν σε αυτό. Στην αρμοδιότητα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ανήκουν ιδίως η δικαστική υποστήριξη και εκπροσώπηση του Δημοσίου και η αναγνώριση απαιτήσεων κατά του Δημοσίου ή ο συμβιβασμός σε διαφορές με αυτό. Στο κύριο προσωπικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 88 παράγραφοι 2 και 5 και 90 παράγραφος 5». Ο ν. 3086/2002 «Οργανισμός Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και κατάσταση των Λειτουργών και των Υπαλλήλων του» (Α΄ 324), που εκδόθηκε σε εκτέλεση του ανωτέρω άρθρου του Συντάγματος, προβλέπει στο άρθρο 1 ότι «Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Ν.Σ.Κ.) αποτελεί ενιαία, ανώτατη Αρχή του Κράτους και υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών.» στο άρθρο 2 [όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 16 παρ. 1 του ν. 4110/2013, Α΄ 17] ότι «1. Στην αρμοδιότητα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.) ανήκει η νομική υποστήριξη του Κράτους. 2. … 3. …» στο άρθρο 27 παρ. 1, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 52 του ν. 4170/2013, ότι «Λειτουργοί του Ν.Σ.Κ. είναι: ο Πρόεδρος, οι Αντιπρόεδροι, οι Νομικοί Σύμβουλοι, οι Πάρεδροι, οι Δικαστικοί Πληρεξούσιοι Α΄, οι Δικαστικοί Πληρεξούσιοι και οι Δόκιμοι Δικαστικοί Πληρεξούσιοι.»· στο άρθρο 33 ότι «Τα μέλη του Ν.Σ.Κ. είναι μόνιμοι ανώτατοι δημόσιοι λειτουργοί…»·και στο άρθρο 38 ότι «1. Απαγορεύεται στα μέλη του Ν.Σ.Κ. να παρέχουν κάθε άλλη μισθωτή υπηρεσία, καθώς και να ασκούν οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα. 2. [όπως η παρ. αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 57 του ν. 4170/2013, Α΄ 163]. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται να εκλέγονται μέλη της Ακαδημίας ή μέλη Δ.Ε.Π. Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, καθώς και να μετέχουν σε συμβούλια, επιτροπές ή ομάδες εργασίας. 3. Τα μέλη του Ν.Σ.Κ., που συμμετέχουν σε συμβούλια ή επιτροπές ή ομάδες εργασίας ή σε διοικητικά συμβούλια, όταν επιτρέπεται, προτείνονται από τον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ., ύστερα από ερώτημα της αρμόδιας υπηρεσίας. Ο διορισμός γίνεται κατά τα λοιπά σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τη συγκρότηση και τη λειτουργία του συμβουλίου, της επιτροπής ή της ομάδας εργασίας. 4… 5. Τα μέλη του Ν.Σ.Κ., που μετέχουν, με βάση ειδικές διατάξεις, σε συμβούλια ή επιτροπές ή άλλα συλλογικά όργανα της διοίκησης, προηγούνται από τους λοιπούς υπηρεσιακούς παράγοντες, που συμμετέχουν σε αυτά, εκτός από τους Υπουργούς, Υφυπουργούς, Γενικούς Γραμματείς Υπουργείων και Γενικούς Γραμματείς Περιφέρειας”.

9. Επειδή, σύμφωνα με το ανωτέρω άρθρο 100 Α του Συντάγματος, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Ν.Σ.Κ.) αποτελεί συνταγματικά κατοχυρωμένο σώμα της Διοίκησης με ιδιαίτερο θεσμικό ρόλο και αρμοδιότητες. (βλ. και ΣτΕ 411-413/2011Ολ., 285/2019 παρ. σε 7μ, 3054/2013, 2243-2244/2011 7μ.). Τα μέλη του κυρίου προσωπικού του χαρακτηρίζονται απ΄ ευθείας από το Σύνταγμα ως δημόσιοι λειτουργοί και εφαρμόζονται σε αυτούς αναλόγως διατάξεις που αφορούν τους δικαστές. Η ιδιαίτερη αυτή μεταχείριση που επιφυλάσσεται από το Σύνταγμα στα κύρια μέλη του Ν.Σ.Κ. έχει ως σκοπό να υποστηρίζονται τα συμφέροντα του Δημοσίου από νομικούς απερίσπαστους στα καθήκοντά τους και με αίσθημα αυξημένης ευθύνης, ανάλογης του κύρους της θέσης τους και του θεσμού που υπηρετούν ώστε να εκπληρώνουν αποτελεσματικά τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αποστολή τους. Εν όψει αυτών, η γενική, κατ’αρχήν, απαγόρευση που προβλέπεται από την προαναφερόμενη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 38 του ν. 3086/2002, στους λειτουργούς του Ν.Σ.Κ. να παρέχουν, παράλληλα με την άσκηση των καθηκόντων τους οποιαδήποτε άλλη μισθωτή υπηρεσία ή εργασία, καθώς υπηρετεί τον πιο πάνω σκοπό δημοσίου συμφέροντος, συνιστά θεμιτό περιορισμό της επαγγελματικής τους ελευθερίας συμβατό με το άρθρο 5 παρ. 1,25 παρ. 1 εδ. δ΄ του Συντάγματος και 8 της Ε.Σ.Δ.Α.. Εν όψει δε του σκοπού αυτού πρέπει να ερμηνευθεί και η εξαιρετική -και γι αυτό, άλλωστε, ούτως ή άλλως στενά, ερμηνευτέα- διάταξη της παραγράφου 2 του ιδίου άρθρου, κατά την οποία τα μέλη του Ν.Σ.Κ., κατ’ εξαίρεση, εκτός από την εκλογή τους ως μελών της Ακαδημίας και της συμμετοχής τους (κατόπιν προτάσεως του Προέδρου του Ν.Σ.Κ.) σε επιτροπές κλπ, μπορούν “να εκλέγονται … μέλη Δ.Ε.Π. Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων”. Κατά την έννοια δηλαδή της διάταξης αυτής, η κατ’ εξαίρεση δυνατότητα των μελών του Ν.Σ.Κ. να παρέχουν διδακτικό έργο σε Α.Ε.Ι. προβλέφθηκε περιοριστικά για τις ρητώς αναφερόμενες και μόνο θέσεις Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού, λόγω ακριβώς, των ιδιαίτερων προσόντων, κύρους και εγγυήσεων που διαθέτει κατά το Σύνταγμα και το νόμο το προσωπικό αυτό (βλ. άρθρο 16 παρ. 6 του Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο στα μέλη Δ.Ε.Π. αναγνωρίζεται η ιδιότητα του δημοσίου λειτουργού, καθώς και τις διατάξεις για την εκλογή των μελών Δ.Ε.Π., άρθρ.16 παρ. 1 και 19 ν. 4009/2011, Α΄ 195, άρθρο τέταρτο παρ. 9,10 και 13 του ν. 4405/2016, Α΄ 129, άρθρο 9 παρ. 3 του ν. 4521/2018, Α΄ 38 και υ.α Φ.122.1/6/14241/Ζ2/2017, Β΄ 225, όπου προβλέπονται τα αυξημένα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα εκλογής των μελών Δ.Ε.Π.). Η εξαίρεση δε αυτή δεν μπορεί να επεκταθεί σε θέσεις άλλης κατηγορίας διδακτικού προσωπικού, όπως τα μέλη του Σ. Ε. Π. του Ε.Α.Π., τα οποία αν και επιλέγονται με ακαδημαϊκά κριτήρια και ασκούν διδακτικό έργο σε Α.Ε.Ι., αποτελούν διαφορετική κατηγορία έναντι των μελών Δ.Ε.Π. (ΣτΕ 2897/2006), καθόσον για την επιλογή τους δεν απαιτούνται τα αυξημένα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα που απαιτούνται για την εκλογή μέλους Δ.Ε.Π. και δεν απολαύουν όλων των συνταγματικών εγγυήσεων του άρθρου 16 παρ. 6 του Συντάγματος, όπως τα μέλη Δ.Ε.Π. (βλ. ΣτΕ 3200-3205/2010). Εν όψει των ανωτέρω, άλλωστε, η πρόβλεψη από το άρθρο 38 παρ. 2 του ν. 3086/2002 εξαίρεσης από τη γενική απαγόρευση της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου μόνο για τα μέλη Δ.Ε.Π. και όχι για τα μέλη Σ.Ε.Π. του Ε.Α.Π. δεν αντίκειται στις κατ’ άρθρ. 4 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος αρχές της ισότητας και της ίσης πρόσβασης στις δημόσιες θέσεις, αφού οι δύο αυτές κατηγορίες προσωπικού συνιστούν, ως προς τον συγκεκριμένο ως άνω σκοπό δημοσίου συμφέροντος, ανόμοιες περιπτώσεις [πρβλ. τα ισχύοντα και για τους δικαστικούς λειτουργούς, για τους οποίους θεσπίζεται από το Σύνταγμα (89 παρ. 1) γενική απαγόρευση παροχής κάθε άλλης μισθωτής υπηρεσίας και άσκησης οποιουδήποτε επαγγέλματος, προβλέπεται,ως εξαίρεση (89 παρ. 2) μόνο η εκλογή τους ως μελών Δ.Ε.Π. των Α.Ε.Ι. και όχι η επιλογή ως μελών άλλων κατηγοριών προσωπικού των Α.Ε.Ι., όπως μελών Σ.Ε.Π. του Ε.Α.Π. (ΑΔΣΔΔ 8, 11, 12/1917 και ΣτΕ 4258/1987, 3019/2011)]. Εξάλλου, τα ασυμβίβαστα των μελών του Ν.Σ.Κ. και οι εξαιρέσεις από αυτά ρυθμίζονται από τις ανωτέρω, ειδικές διατάξεις του άρθρου 38 του ν. 3086/2002 και δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 31 του Υπαλληλικού Κώδικα, με τις οποίες επιτρέπεται, υπό προϋποθέσεις και όρους, η άσκηση ιδιωτικού έργου ή εργασίας με αμοιβή στους μόνιμους δημοσίους υπαλλήλους (πρβλ. ΣτΕ 846/20131517/2003).

10. Επειδή, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η παροχή εκ μέρους του αιτούντος διδακτικού έργου ως μέλους Σ.Ε.Π. του Ε.Α.Π, μη εμπίπτουσα στις εξαιρέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του ν. 3086/2002, απαγορεύεται βάσει της παραγράφου 1 της ίδιας διάταξης, η απαγόρευση δε αυτή, σύμφωνα με τα γενόμενα ερμηνευτικώς δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, δεν αντίκειται στο Σύνταγμα και, συνεπώς, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Εξάλλου, από καμία συνταγματική διάταξη ή αρχή δεν υποχρεώνεται η Διοίκηση να προωθεί για τα μέλη του Ν.Σ.Κ., πέραν της καλής εκτέλεσης των καθηκόντων της θέσης τους για την οποία έχουν προσληφθεί και η οποία αποτελεί υπηρεσιακή τους υποχρέωση, και την εκ παραλλήλου επιδίωξη ακαδημαϊκής σταδιοδρομίας. Συνεπώς, τα υποστηριζόμενα από τον αιτούντα ότι με το να μην του παρέχεται η δυνατότητα υπηρεσίας σε θέση Σ.Ε.Π., παρεμποδίζεται στην απόκτηση προσόντων για την εξέλιξή του σε θέσεις Δ.Ε.Π. είναι αβάσιμα και απορριπτέα.

11. Επειδή, τέλος, τα προβαλλόμενα από τον αιτούντα, ότι με την προσβαλλόμενη πράξη παραβιάσθηκε η αρχή της ισότητας διότι στο παρελθόν είχε επιτραπεί σε συναδέλφους του να παρέχουν διδακτικό έργο ως μέλη Σ.Ε.Π. του Ε.Α.Π., είναι απορριπτέα, διότι τυχόν εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου από τη Διοίκηση σε όμοιες περιπτώσεις δεν επιτρέπει την επανάληψη της παρανομίας, αφού δεν νοείται ισότητα στην παρανομία (πρβλ. ΣτΕ 14101596-7/2018 κ.ά.). Εξάλλου, ενόψει των προβλέψεων του άρθρου 38 του ν. 3086/2002, δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί η προσδοκία του αιτούντος για διατήρηση και στο μέλλον της ως άνω πρακτικής της Διοίκησης και πρέπει, ως εκ τούτου, να απορριφθούν όσα προβάλονται περί παραβάσεως της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

12. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.


Total
0
Shares
Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *