Με τα μέτρα συγκράτησης της δημόσιας δαπάνης για τις διαγνωστικές εξετάσεις, τη νοσηλεία και τις φυσικοθεραπείες των ασφαλισμένων του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. από ιδιωτικές επιχειρήσεις, τα οποία θεσπίσθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 100 παρ. 1 έως 5 και 7 του ν. 4172/2013, τέθηκαν νέα κατώτερα «όρια αμοιβών» των εν λόγω επιχειρήσεων κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 18 του Ενιαίου Κανονισμού Παροχών Υπηρεσιών Υγείας του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., όπως συνάγεται από τη γενική διατύπωσή της. Συνεπώς, οι πράξεις του ΕΟ.Π.Υ.Υ., με τις οποίες εφαρμόζονται οι ως άνω διατάξεις του ν. 4172/2013 και των σχετικών υπουργικών αποφάσεων, εκδίδονται στο πλαίσιο εκτέλεσης διοικητικών συμβάσεων και υπόκεινται σε προσφυγή ουσίας ενώπιον του διοικητικού εφετείου κατά το άρθρο 6 παρ. 2 α΄ του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.) που κυρώθηκε με τον ν. 2717/1999 (Α΄ 97). Τούτο ισχύει για τα έτη 2014 και 2015, κατά τα οποία η σχέση μεταξύ του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και της συγκεκριμένης επιχείρησης στηρίζεται είτε σε σύμβαση συναφθείσα μετά τη δημοσίευση του ν. 4172/2013 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (23.7.2013) είτε σε προγενέστερη σύμβαση, την οποία η επιχείρηση δεν κατήγγειλε, όπως είχε δικαίωμα, για να αποφύγει την ανάληψη του επιχειρηματικού κινδύνου που συνεπάγονται τα μέτρα για την εφεξής δράση της. Οι πράξεις, όμως, του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., με τις οποίες η εφαρμογή του ν. 4172/2013 γίνεται αναδρομικώς από 1.1.2103, υπόκεινται σε αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 3564/2015), διότι η νομοθετική αυτή ρύθμιση, καθ’ ό μέρος αφορά παρελθόντα χρόνο, κατά τον οποίο δεν παρέχεται στην επιχείρηση η δυνατότητα και αναδρομικής καταγγελίας της σύμβασης, συνιστά εξωσυμβατική επέμβαση, της οποίας η εφαρμογή προκαλεί, εξ αυτού του λόγου, ακυρωτική και όχι συμβατική διαφορά (με μειοψηφία).