ΣτΕ 1485/2016 (συνέχεια) Αντίθετη στο ενωσιακό δίκαιο διάταξη η οποία δεν επιτρέπει τη χορήγηση επιδόματος τρίτου τέκνου σε αλλοδαπούς πολίτες κράτους μέλους.

Σας παραθέτω απόσπασμα της απόφασης 1485/2016 της επταμελούς σύνθεσης του Α’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας. Στην απόφαση αυτή κρίθηκε η νομιμότητας της απόρριψης αιτημάτων μητέρας μονίμου κατοίκου Ελλάδα για :

 

  1. χορήγηση πολυτεκνικού επιδόματος και επιδόματος τρίτου τέκνου του αρ. 63 παρ. 1 του ν. 1892/1990 και του άρθρου 6 του ν. 3631/2008
  2. χορήγηση εφάπαξ παροχής για τη γέννηση τρίτου τέκνου του άρθρου 1 του ν. 3454/2006

 

 

Από το πλέγμα των σχετικών διατάξεων προκύπτει ότι οι ανωτέρω παροχές χορηγούνται: α) στους έλληνες πολίτες, β) στους πολίτες κρατών μελών και γ) στους πολίτες άλλων κρατών που όμως είναι γονείς τέκνων με ελληνική υπηκοότητα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το αίτημα απορίφθηκε με την αιτιολογία ότι η μητέρα είχε τη μολδαβική ιθαγένεια και τα τέκνα της τη ρουμανική ιθαγένεια. Επισημαίνεται ότι ο πατέρας των τέκνων και σύζυγος της μητέρας είχε τη ρουμανική ιθαγένεια, η δε μητέρα αρχικώς ζήτησε επίδομα τρίτου τέκνου και μετά τη γέννηση του τέταρτου τέκνου της, πολυτεκνικό επίδομα.  

 

Το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του:

  1. τις διατάξεις της ΣΛΕΕ για την απαγόρευση διακρίσεων λόγω ιθαγένεια, τη θέσπιση της ευρωπαϊκής ιθαγένειας και για την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων (άρθρα 12, 20 και 45)
  2. τον Κανονισμό (ΕΚ) 1408/1971 του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1971 «περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (EE L 149). Επισημαίνεται ότι από το έτος 2010 ισχύει ο κανονισμός 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας (EE L 166) με αντίστοιχες ρυθμίσεις. Στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού αυτού ανήκουν οι οικογενεικές παροχές, ενώ εισάγεται η έννοια των ειδικών μη ανταποδοτικού τύπου παροχών σε χρήμα.
  3. τον Κανονισμό (ΕΟΚ) 1612/1968 του Συμβουλίου της 15ης Οκτωβρίου 1968 περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας (ΕΕ L 257). Επισημαίνεται ότι ο κανονισμός αυτός αντικαταστάθηκε από τον Κανονισμό (ΕΕ) 492/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5.4.2011 (ΕΕ L 141), με αντίστοιχες ρυθμίσεις. Στον κανονισμό αυτό εισάγεται η γενική αρχή της ίσης μεταχείρισης των μετακινούμενων εργαζομένων και των μελών της οικογένειάς τους και η ειδικότερη αρχή της απολαυής των ίδιων κοινωνικών πλεονεκτημάτων με τους ημεδαπούς εργαζόμενους.
  4. την Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 «σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του Κανονισμού ΕΟΚ αριθμ. 1612/1968 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ» (ΕΕ L 158). Στην οδηγία αυτή επαναλαμβάνεται και εξειδικεύεται η ανωτέρω αρχή της ίσης μεταχείρισης των μετακινούμενων εργαζομένων και των μελών της οικογένειάς τους.
  5.  το π.δ. 106/2007 (A΄ 135) με το οποίο μεταφέρθηκε η ανωτέρω οδηγία στο ελληνικό δίκαιο.
  6. το άρθρο 8 της Ε.Σ.Δ.Α. σχετικά με την προστασία της οικογενειακής ζωής

και έκρινε ότι:

  • Το επίδομα  της παρ. 1 του άρθρου 63 του ν. 1892/1990 και του άρθρου 6 του ν. 3631/2008 και η εφάπαξ παροχή του άρθρου 1 του ν. 3454/2006  αποτελούν, ταυτόχρονα, κοινωνικό πλεονέκτημα και παροχή κοινωνικής ασφάλισης κατά την έννοια των Κανονισμών 1612/1968 και 1408/1971
  • Οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου, ερμηνευόμενες υπό το φως της διάταξης του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ και του άρθρου 7 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει την έννοια ότι κοινωνικά πλεονεκτήματα και οικογενειακές παροχές δικαιούται και η υπήκοος τρίτου κράτους που είναι σύζυγος πολίτη Ευρωπαϊκής Ένωσης νομίμως διαμένοντος και εργαζόμενου στην Ελλάδα και μητέρα παιδιών υπηκόων της Ε.Ε.

 

 

ΣΤΕ 1485/2016 (Α’ επτ.)

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση: α) της 272/18.9.2009 απόφασης της Επιτροπής Εκδίκασης Ενστάσεων του ΟΓΑ, με την οποία απορρίφθηκε ένσταση της αιτούσας κατά της 201170/4.5.2009 απόφασης του Προϊσταμένου του Κλάδου Οικογενειακών Επιδομάτων του ίδιου Οργανισμού και το από 9.7.2008 αίτημα αυτής να της χορηγηθεί το προβλεπόμενο στην παρ. 1 του άρθρου 63 του ν. 1892/1990 και στο άρθρο 6 παρ. 1 του ν. 3631/2008 μηνιαίο επίδομα τρίτου τέκνου καθώς και η προβλεπόμενη στο άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3454/2006 εφάπαξ παροχή για τη γέννηση του τρίτου της τέκνου A, στις 31.5.2008, β) της πιο πάνω 201170/4.5.2009 απόφασης του Προϊσταμένου του Κλάδου Οικογενειακών Επιδομάτων του ΟΓΑ, γ) της 168/24.5.2013 απόφασης της Επιτροπής Εκδίκασης Ενστάσεων του ΟΓΑ, με την οποία απορρίφθηκε ένσταση της αιτούσας κατά της 200108/ 18.3.2011 απόφασης της Προϊσταμένης του Κλάδου Οικογενειακών Επιδομάτων του ΟΓΑ και το από 9.12.2010 αίτημά της να της χορηγηθεί το επίδομα πολύτεκνης μητέρας, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 63 του ν. 1892/1990 και το άρθρο 6 του ν. 3631/2008, καθώς και η εφάπαξ παροχή του άρθρου 1 του ν. 3454/2006, μετά τη γέννηση του τέταρτου τέκνου της, B, στις 7.7.2010 και δ) της πιο πάνω 200108/18.3.2011 απόφασης του Προϊσταμένου του Κλάδου Οικογενειακών Επιδομάτων του ΟΓΑ. 


3. Επειδή, η υπό κρίση αίτηση εισάγεται προς εκδίκαση στην επταμελή σύνθεση του Α΄ Τμήματος, κατόπιν της 873/2016 παραπεμπτικής απόφασής του, λόγω σπουδαιότητας. 

9. Επειδή, στο άρθρο 12 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΣΕΚ), όπως αυτό ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο της έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης (18.9.2009), ήδη άρθρο 18 της τεθείσας σε ισχύ την 1η.12.2009 Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), ορίζεται ότι: «Εντός του πεδίου εφαρμογής των Συνθηκών και με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεών τους, απαγορεύεται κάθε διάκριση λόγω ιθαγένειας». Περαιτέρω, στο άρθρο 17 της ΣΕΚ, ήδη άρθρο 20 της ΣΛΕΕ, ορίζεται ότι «1. Θεσπίζεται ιθαγένεια της Ένωσης. Πολίτης της Ένωσης είναι κάθε πρόσωπο που έχει την υπηκοότητα ενός κράτους μέλους…». Ακολούθως, στο άρθρο 39 της ΣΕΚ, ήδη άρθρο 45 της ΣΛΕΕ, ορίζεται ότι: «1. Εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων εντός της Ένωσης. 2. Η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων συνεπάγεται την κατάργηση κάθε διακρίσεως λόγω ιθαγένειας μεταξύ των εργαζομένων των κρατών μελών, όσον αφορά την απασχόληση, την αμοιβή και τους άλλους όρους εργασίας». 

10. Επειδή, περαιτέρω, στον Κανονισμό (ΕΚ) 1408/1971 του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1971 «περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (EE L 149), όπως ο Κανονισμός αυτός ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο της έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης, κατόπιν τροποποίησής του από τον Κανονισμό (ΕΚ) 1290/1997 του Συμβουλίου της 27.6.1997 (ΕΕ L 176), τον Κανονισμό (ΕΚ) 1223/1998 του Συμβουλίου της 4.6.1998 (ΕΕ L 168), τον Κανονισμό (ΕΚ) 1606/1998 του Συμβουλίου της 29.6.1998 (ΕΕ L 209), τον Κανονισμό (ΕΚ) 307/1999 του Συμβουλίου της 8.2.1999 (ΕΕ L 38), τον Κανονισμό (ΕΚ) 1399/1999 του Συμβουλίου της 29.4.1999 (ΕΕ L 164), τον Κανονισμό (ΕΚ) 1386/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5.6.2001 (ΕΕ L 187), τον Κανονισμό (ΕΚ) 631/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 31.3.2004 (ΕΕ L 100), τον Κανονισμό (ΕΚ) 647/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13.4.2005 (ΕΕ L 117), τον Κανονισμό (ΕΚ) 629/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5.4.2006 (ΕΕ L 114) και τον Κανονισμό (ΕΚ) 592/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17.6.2008 (ΕΕ L 177) και συγκεκριμένα στο άρθρο 1 αυτού, με τίτλο ‘’Ορισμοί’’ ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής : «α)…. κα) i)) ως ‘’οικογενειακή παροχή’’ νοείται κάθε παροχή σε είδος ή σε χρήμα προοριζόμενη να αντισταθμίσει τα οικογενειακά βάρη στο πλαίσιο των διατάξεων του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο η), με εξαίρεση τα ειδικά επιδόματα τοκετού ή υιοθεσίας που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ. ii)) ως ‘’οικογενειακό επίδομα’’ νοείται η περιοδική παροχή εις χρήμα που χορηγείται αποκλειστικά ανάλογα με τον αριθμό και, ενδεχομένως, την ηλικία των μελών της οικογένειας. κβ)….». Ακολούθως, στο άρθρο 2 του ίδιου Κανονισμού 1408/1971 με τίτλο «Προσωπικό πεδίο εφαρμογής» ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι: «1. Ο παρών κανονισμός ισχύει για εργαζόμενους που υπάγονται ή υπήχθησαν στη νομοθεσία ενός ή περισσοτέρων από τα κράτη μέλη και είναι υπήκοοι ενός από τα κράτη μέλη ή απάτριδες ή πρόσφυγες που κατοικούν στο έδαφος ενός κράτους μέλους, καθώς και για τα μέλη της οικογένειάς τους….». Περαιτέρω, στο άρθρο 3 του ίδιου Κανονισμού ορίζεται ότι τα πρόσωπα για τα οποία ισχύουν οι διατάξεις του Κανονισμού αυτού: «υπόκεινται στις υποχρεώσεις και απολαύουν των δικαιωμάτων που απορρέουν από τη νομοθεσία κάθε κράτους μέλους υπό τους ίδιους όρους με τους υπηκόους του, υπό την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων του παρόντος Κανονισμού». Ακολούθως στο άρθρο 4 του ως άνω Κανονισμού με τίτλο ‘’Πεδίο Εφαρμογής καθ΄ ύλη’’ ορίζεται ότι: «1. Ο παρών κανονισμός ισχύει για όλες τις νομοθεσίες που αφορούν τους ακόλουθους κλάδους κοινωνικής ασφαλίσεως: α) παροχές ασθενείας και μητρότητας β) παροχές αναπηρίας …. β) παροχές γήρατος δ) …. η) οικογενειακές παροχές. 2…… 2 α. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στις ειδικές μη ανταποδοτικού τύπου παροχές σε χρήμα, οι οποίες προβλέπονται δυνάμει νομοθεσίας, η οποία λόγω του προσωπικού πεδίου εφαρμογής της, των στόχων ή/και των προϋποθέσεων για τη θεμελίωση δικαιώματος, έχει τα χαρακτηριστικά τόσο της νομοθεσίας κοινωνικής ασφάλειας, η οποία αναφέρεται στην παρ. 1, όσο και της κοινωνικής πρόνοιας. Ως ‘’ειδικές μη ανταποδοτικού τύπου παροχές σε χρήμα’’ νοούνται οι παροχές οι οποίες: α) προορίζονται να παρέχουν ii) συμπληρωματική, αναπληρωματική ή επικουρική κάλυψη έναντι των κινδύνων οι οποίοι αντιστοιχούν στους αναφερόμενους στην παράγραφο 1 κλάδους κοινωνικής ασφάλειας και να εξασφαλίζουν στους ενδιαφερόμενους ένα ελάχιστο εισόδημα διαβίωσης, σε σχέση με το οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, ή ii) …. β) στις περιπτώσεις που η χρηματοδότηση προέρχεται αποκλειστικά από την υποχρεωτική φορολογία που προορίζεται να καλύψει τις γενικές δημόσιες δαπάνες και οι όροι για τη χορήγηση και τον υπολογισμό των παροχών δεν εξαρτώνται από τυχόν εισφορές εκ μέρους του δικαιούχου. Ωστόσο, οι παροχές που χορηγούνται για να καλύψουν συμπληρωματικά ανταποδοτικού τύπου παροχή, δεν θεωρούνται ως ανταποδοτικού τύπου παροχές για αυτό και μόνο το λόγο και γ) περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙα». Εξάλλου, αντίστοιχες ρυθμίσεις υπάρχουν στον Κανονισμό (ΕΚ) 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας (EE L 166), ο οποίος άρχισε να εφαρμόζεται από την 1η Μαΐου 2010, δηλαδή μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης και με τον οποίο αντικαταστάθηκε ο Κανονισμός (ΕΚ) 1408/1971. Περαιτέρω, στο άρθρο 7 του Κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/1968 του Συμβουλίου της 15ης Οκτωβρίου 1968 περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας (ΕΕ L 257), όπως αυτός ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, κατόπιν τροποποίησής του από τον Κανονισμό (ΕΟΚ) 312/1976 του Συμβουλίου (ΕΕ L 39) και τον Κανονισμό 2434/1992 του Συμβουλίου (ΕΕ L 245) και πριν καταργηθεί από τον Κανονισμό (ΕΕ) 492/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5.4.2011 (ΕΕ L 141) ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «1. Ο εργαζόμενος υπήκοος ενός κράτους μέλους δεν δύναται στην επικράτεια των άλλων κρατών μελών, να έχει, λόγω της ιθαγένειάς του, διαφορετική μεταχείριση από τους ημεδαπούς εργαζόμενους, ως προς τους όρους απασχολήσεως και εργασίας, ιδίως όσον αφορά την αμοιβή, την απόλυση, …… 2. Απολαύει των ιδίων κοινωνικών και φορολογικών πλεονεκτημάτων με τους ημεδαπούς εργαζομένους. 3…». Αντίστοιχη δε ρύθμιση έχει θεσπιστεί στο άρθρο 7 παρ. 1 και 2 του μη ισχύοντος κατά τον χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης Κανονισμού 492/2011, με τον οποίο αντικαταστάθηκε ο Κανονισμός 1612/1968. Ακολούθως, στην Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 «σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του Κανονισμού ΕΟΚ αριθμ. 1612/1968 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ» (ΕΕ L 158) ορίστηκαν, μεταξύ άλλων, τα εξής: Άρθρο 1: «Σκοπός. Η παρούσα οδηγία καθορίζει: α) τους όρους που διέπουν την άσκηση του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής στην επικράτεια των κρατών μελών από τους πολίτες της Ένωσης και τα μέλη των οικογενειών τους…». Άρθρο 2 «Ορισμοί. Για τους σκοπούς της παρούσας Οδηγίας νοούνται ως 1. ‘’πολίτης της Ένωσης’’: κάθε πρόσωπο το οποίο έχει την ιθαγένεια κράτους μέλους. 2. ‘’μέλος της οικογένειας’’: α) ο (η) σύζυγος… γ) οι απευθείας κατιόντες οι οποίοι είναι κάτω της ηλικίας των 21 ετών ή είναι συντηρούμενοι …..». Άρθρο 3 «Δικαιούχοι. 1. Η παρούσα οδηγία ισχύει για όλους τους πολίτες της Ένωσης, οι οποίοι μεταβαίνουν ή διαμένουν σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο του οποίου είναι υπήκοοι καθώς και τα μέλη των οικογενειών τους κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 σημείο 2 που τους συνοδεύουν….». Άρθρο 24 : «Ίση μεταχείριση. 1. Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων που προβλέπονται ρητώς στη συνθήκη και στο παράγωγο δίκαιο, όλοι οι πολίτες της Ένωσης που διαμένουν στην επικράτεια του κράτους μέλους υποδοχής βάσει της παρούσας οδηγίας, απολαύουν ίσης μεταχείρισης σε σύγκριση με τους ημεδαπούς του εν λόγω κράτους μέλους εντός του πεδίου εφαρμογής της συνθήκης. Το ευεργέτημα του δικαιώματος αυτού εκτείνεται στα μέλη της οικογένειας που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους, εφόσον έχουν δικαίωμα διαμονής ή μόνιμης διαμονής». Εξάλλου, στο π.δ. 106/2007 (A΄ 135) με τίτλο «Ελεύθερη κυκλοφορία και διαμονή στην ελληνική επικράτεια των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους», ενσωματώθηκαν στην ελληνική έννομη τάξη οι διατάξεις της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ, ορίστηκαν δε, μεταξύ άλλων, τα εξής: Άρθρο 2 : «Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος προεδρικού διατάγματος νοούνται ως: 1.’’Πολίτης της Ένωσης’’: κάθε πρόσωπο το οποίο έχει την ιθαγένεια κράτους μέλους της Ένωσης. 2.’’Μέλος της οικογένειας’’: (α) ο [η] σύζυγος ανεξαρτήτως ιθαγένειας…. 3. Υπήκοος τρίτης χώρας, είναι το φυσικό πρόσωπο που δεν έχει την ελληνική ιθαγένεια ούτε την ιθαγένεια άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 17 παρ. 1 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (άρθρο 1, στοιχείο (β), Ν. 3386 ΦΕΚ 212/Α/23.8.2005)». Άρθρο 3: «1. Το παρόν προεδρικό διάταγμα ισχύει για τους πολίτες της Ένωσης, οι οποίοι εισέρχονται ή διαμένουν στην Ελλάδα, καθώς και για τα μέλη των οικογενειών τους, ανεξαρτήτως ιθαγένειας…». Άρθρο 20 «1. Ανεξαρτήτως ιθαγένειας, τα μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης, τα οποία έχουν το δικαίωμα διαμονής ή το δικαίωμα μόνιμης διαμονής στην Ελλάδα, δικαιούνται να εργάζονται ως μισθωτοί ή να ασκούν ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα. 2. Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων που προβλέπονται ρητώς στη Συνθήκη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στο παράγωγο δίκαιο, όλοι οι πολίτες της Ένωσης που διαμένουν στην Ελλάδα βάσει του παρόντος προεδρικού διατάγματος, απολαύουν ίσης μεταχείρισης με τους ημεδαπούς εντός του πεδίου εφαρμογής της Συνθήκης των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Το ευεργέτημα αυτό απονέμεται στα μέλη της οικογένειας που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών, εφόσον έχουν το δικαίωμα διαμονής ή μόνιμης διαμονής…».

11. Επειδή, μετά την προσχώρηση της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση από την 1η.1.2007, οι προπαρατεθείσες διατάξεις του δικαίου της Ε.Ε. εφαρμόζονται και στους ρουμάνους πολίτες εργαζόμενους σε κράτη μέλη της Ε.Ε. , υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπουν οι μεταβατικές διατάξεις της σχετικής Σύμβασης Προσχώρησης (βλ. σχετικώς το Παράρτημα VII της Σύμβασης Προσχώρησης). Με τις τελευταίες αυτές διατάξεις θεσπίζεται, μεταξύ άλλων, μεταβατική περίοδος κατ’ αρχήν διετής, όσον αφορά την πρόσβαση των εργαζομένων στην αγορά εργασίας. Κατά τη μεταβατική αυτή περίοδο, η οποία ίσχυσε και στην Ελλάδα, η πρόσβαση των ρουμάνων στην αγορά εργασίας υπέκειτο στους κατά περίπτωση εθνικούς κανόνες. Προβλέφθηκε, ωστόσο, ότι ρουμάνοι πολίτες που εργάζονται νομίμως σε κράτος μέλος την ημερομηνία της προσχώρησης και μετέχουν στην αγορά εργασίας του εν λόγω κράτους για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 12 μηνών, έχουν άμεση πρόσβαση στην αγορά εργασίας του κράτους αυτού. Ως εκ τούτου ο Κανονισμός 1612/1968, υπό προϋποθέσεις, ισχύει για τους ρουμάνους πολίτες που εργάζονται στην Ελλάδα από την 1η.1.2007. Εξάλλου, σε όλους τους άλλους τομείς, συμπεριλαμβανομένων των τομέων που αφορά ο Κανονισμός 1408/1971, οι ανωτέρω (ρουμάνοι πολίτες) θεωρούνται άμεσα ως πολίτες της Ε.Ε., οι δε σύζυγοι και τέκνα αυτών, αν μεν είναι υπήκοοι τρίτων κρατών, αντιμετωπίζονται ως αλλοδαπά μέλη οικογένειας πολίτη Ε.Ε., ενώ αν είναι ρουμάνοι αντιμετωπίζονται άμεσα ως πολίτες της Ε.Ε. 

12. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ, ν.δ. 53/1974, Α΄ 256) ορίζεται ότι: «1. Παν πρόσωπον δικαιούται εις τον σεβασμόν της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του…». Όπως δε έχει κριθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, άρνηση χορήγησης των ως άνω οικογενειακών παροχών στηριζόμενη αποκλειστικώς στο κριτήριο της υπηκοότητας δεν είναι κατ’ αρχήν συμβατή προς την ανωτέρω διάταξη (βλ. σχετικώς αποφάσεις της 28.10.2010, Saidoun κατά Ελλάδος και Fawsie κατά Ελλάδος). 


13. Επειδή, εξάλλου, με τις διατάξεις του άρθρου 63 παρ. 1 του ν. 1892/1990 (Α΄ 101), όπως αυτές ίσχυαν, κατά τον κρίσιμο χρόνο της έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης, πριν τροποποιηθούν με το άρθρο 42 παρ. 1 του ν. 3918/2011 (Α΄ 31/2.3.2011) ορίστηκε ότι : «Στη μητέρα που αποκτά τρίτο παιδί καταβάλλεται επί τριετία μηνιαίο επίδομα ύψους 34.000 δραχμών». Ακολούθως, με τις διατάξεις του άρθρου 39 παρ. 1 του ν. 2459/1997 (Α΄ 17) ορίστηκε ότι : «Το επίδομα τρίτου παιδιού της παρ. 1 του άρθρου 63 του ν. 1892/1990 αυξάνεται σε 40.000 δραχμές από 1.1.1997 και καταβάλλεται μέχρι και τη συμπλήρωση του έκτου (6ου) έτους της ηλικίας του….». Περαιτέρω, στην Γ1α//440/1991 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Κοινωνικής Ασφάλισης (Β΄ 90), η οποία εκδόθηκε κατ΄ εξουσιοδότηση του άρθρου 63 παρ. 7 του ν. 1892/1990 και απέκτησε ισχύ νόμου μετά την κύρωσή της με το άρθρο 18 παρ. 9 του ν. 2008/1992 (Α΄ 16), ορίστηκαν, μεταξύ άλλων, τα εξής: Άρθρο 2 «1. Δικαιούχοι των επιδομάτων … που προβλέπονται από το άρθρο 63 του Ν. 1892/1990 είναι: α) Του επιδόματος της παρ. 1 … η μητέρα που έχει ή αποκτά τρίτο παιδί υπό την προϋπόθεση όμως, ότι για τη λήψη του επιδόματος πρέπει όλα τα παιδιά να έχουν ή να αποκτήσουν την ελληνική υπηκοότητα. Σε περίπτωση τέκνου που αποκτήθηκε χωρίς νόμιμο γάμο, η μητέρα του να έχει την Ελληνική υπηκοότητα ή να είναι ελληνίδα το γένος…..2. Οι κατά τις περιπτώσεις α΄ …της ανωτέρω παραγράφου 1 δικαιούχοι καθώς και τα παιδιά για τα οποία χορηγείται το επίδομα θα πρέπει να διαμένουν νόμιμα και μόνιμα στην Ελλάδα». Άρθρο 6 «1.Στην αίτηση – δήλωση… πρέπει να αναγράφονται: α)… β) η υπηκοότητα του πατέρα και της μητέρας…». Ακολούθως, στο άρθρο 1 της Π3δ/οικ1078/1997 κοινής απόφασης των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Β΄ 241), με τίτλο «Καθορισμός των δικαιολογητικών και των λεπτομερειών της διαδικασίας χορήγησης και συνέχισης καταβολής των επιδομάτων και της ισόβιας σύνταξης στην πολύτεκνη μητέρα που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 1892/1990, όπως συμπληρώθηκαν με τις διατάξεις των άρθρων 2 και 3 του ν. 2163/1993, μετά και την τροποποίησή τους με τις διατάξεις του άρθρου 39 του ν. 2459/1997 και του ν. 2470/1997», ορίστηκε ότι: «1. Δικαιούχοι …α) Του επιδόματος των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 63 του Ν. 1892/1990, όπως ισχύουν σήμερα, η μητέρα που έχει ή αποκτά τρίτο παιδί και μέχρι τη συμπλήρωση του έκτου (6) έτους της ηλικίας του, εφόσον …. όλα τα παιδιά έχουν ή αποκτούν την Ελληνική υπηκοότητα ή την υπηκοότητα κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε περίπτωση παιδιού που αποκτήθηκε χωρίς νόμιμο γάμο, η μητέρα του να έχει την ελληνική υπηκοότητα ή την υπηκοότητα κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή να είναι Ελληνίδα το γένος….». Περαιτέρω, στο άρθρο 8 της ίδιας κοινής υπουργικής απόφασης ορίστηκε ότι: «Οι διατάξεις της κοινής απόφασης με αριθμ. Γ1α/440/7.2.1991 των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικής Ασφάλισης … εξακολουθούν να ισχύουν για όλες τις περιπτώσεις που δεν ρυθμίζονται ούτε έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης και με τις διατάξεις του άρθρου 39 του ν. 2459/1997 και του ν. 2470/1997». Ακολούθως, στην παρ. 6 του ίδιου άρθρου 39 του ν. 2459/1997, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 3631/2008 (Α΄ 6/29.1.2008) ορίστηκε ότι: «Τα επιδόματα και η σύνταξη που προβλέπονται από τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 63 του ν. 1892/1990 … χορηγούνται στους αναγνωριζόμενους ως πολύτεκνους, κατά την παράγραφο 5 του παρόντος, όπως ισχύει, μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 5 του ν. 3454/2006….», στις δε περ. α΄, γ΄ και στ΄ του άρθρου 5 του ν. 3454/2006 (Α΄ 75) ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι η ιδιότητα του πολυτέκνου αναγνωρίζεται στους Έλληνες πολίτες, τους πολίτες κράτους – μέλους της Ε.Ε. και τους πολίτες άλλων κρατών που διαμένουν νόμιμα και μόνιμα στην Ελλάδα και είναι γονείς τέκνων ελληνικής υπηκοότητας . Εξάλλου, στο άρθρο 1 του ν. 3454/2006 ορίστηκε ότι: «1. Στη μητέρα που αποκτά τρίτο τέκνο από την 1η Ιανουαρίου 2006 και μετά, καθώς και για κάθε τέκνο μετά από το τρίτο, καταβάλλεται από το Δημόσιο εφάπαξ παροχή ύψους 2.000 ευρώ, …» και στο άρθρο 4 του ίδιου νόμου 3454/2006, πριν αυτό τροποποιηθεί με το άρθρο 42 παρ. 6 του ν. 3918/2011, ορίστηκε ότι : «Οι παροχές της παρ. 1 του άρθρου 1 του παρόντος χορηγούνται στις ακόλουθες κατηγορίες προσώπων: α) Έλληνες πολίτες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα β) … γ) πολίτες Κρατών – Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα δ) … ε) … στ) πολίτες άλλων Κρατών που διαμένουν νόμιμα και μόνιμα στην Ελλάδα και είναι γονείς τέκνων ελληνικής υπηκοότητας». Περαιτέρω, στο άρθρο 2 της Π1α/ ΓΠοικ60227/2006 κοινής απόφασης των Υφυπουργών Οικονομίας Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β΄ 645) ορίστηκε ότι: «1. Δικαιούχος της εφάπαξ παροχής που θεσπίζεται με τις διατάξεις των άρθρων 1 …του νόμου 3454/2006 είναι: α) Η μητέρα που έχει δύο ζώντα τέκνα και αποκτά τρίτο β) Η μητέρα για κάθε ένα αποκτώμενο τέκνο πέραν του τρίτου 2. Η θεσπιζόμενη ως άνω εφάπαξ παροχή καταβάλλεται στις ακόλουθες κατηγορίες προσώπων: α) Έλληνες πολίτες, β) … γ) Πολίτες κρατών – Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης δ) … ε) … στ) … η) Πολίτες άλλων κρατών που διαμένουν νόμιμα και μόνιμα στην Ελλάδα και είναι γονείς τέκνων Ελληνικής υπηκοότητας. 3. Οι δικαιούχοι της εφάπαξ παροχής πρέπει να διαμένουν νόμιμα και μόνιμα στην Ελλάδα». Περαιτέρω, στο άρθρο 4 της ίδιας κοινής υπουργικής απόφασης (Π1α/ΓΠοικ60227/2006) ορίστηκε ότι: «1. Για την αναγνώριση του δικαιώματος καταβολής της εφάπαξ παροχής υποβάλλεται αίτηση – δήλωση… Η αίτηση – δήλωση υποβάλλεται από τη δικαιούχο μητέρα των παιδιών… 3… 4….. Στην αίτηση – δήλωση πρέπει να αναγράφονται: Α. Τα πλήρη στοιχεία της ταυτότητας των γονέων και των παιδιών καθώς και ο τόπος μονίμου κατοικίας τους. Β. Η υπηκοότητα του πατέρα και της μητέρας …». Περαιτέρω, όσον αφορά το μηνιαίο επίδομα τρίτου παιδιού, στο άρθρο 6 του πιο πάνω ν. 3631/2008 ορίστηκε ότι: «1. Στη μητέρα που έχει ή αποκτά τρία ζώντα τέκνα χορηγείται από την 1η Ιανουαρίου 2006 μηνιαίο επίδομα για κάθε άγαμο παιδί της κάτω των 23 ετών το οποίο ισούται, για κάθε παιδί, με το επίδομα που καταβάλλεται κάθε φορά για κάθε παιδί πολύτεκνης οικογένειας. Εάν για ένα παιδί συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση και του επιδόματος της παραγράφου 1 του άρθρου 63 του ν. 1892/1990 …, όπως ισχύει, καταβάλλεται για το παιδί αυτό το μεγαλύτερο επίδομα εκ των δύο. … 3. Το επίδομα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου χορηγείται στις ακόλουθες κατηγορίες προσώπων: α) Έλληνες πολίτες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα, β) … γ) πολίτες Κρατών – Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα δ) … ε)… στ) πολίτες άλλων Κρατών που διαμένουν νόμιμα και μόνιμα στην Ελλάδα και είναι γονείς τέκνων ελληνικής υπηκοότητας. 4. Για τους όρους και τη διαδικασία καταβολής του ως άνω επιδόματος ισχύουν τα οριζόμενα με τις υπ’ αριθμ. Γ1α440/7.2.1991… και Π3δ/οικ.1078/19.3.1997… κοινές αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και με τα άρθρο 2 έως 9 της υπ’ αριθμ. Γ1α/ΓΠοικ60227/19.5.2006 κοινής απόφασης των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης».


14. Επειδή, το προβλεπόμενο με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 63 του ν. 1892/1990 επίδομα τρίτου παιδιού αποτελεί, ταυτόχρονα, κοινωνικό πλεονέκτημα και παροχή κοινωνικής ασφάλισης κατά την έννοια των Κανονισμών 1612/1968 και 1408/1971, αντίστοιχα, όπως οι σχετικές διατάξεις των Κανονισμών αυτών ερμηνεύθηκαν από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με την απόφαση της 29ης Οκτωβρίου 1998 (C-185/1996). Ειδικότερα, η έννοια του κοινωνικού πλεονεκτήματος του Κανονισμού 1612/1968 καλύπτει όλα τα ευεργετήματα τα οποία, ανεξαρτήτως του αν συνδέονται με σύμβαση εργασίας, παρέχονται γενικά στους ημεδαπούς εργαζόμενους, λόγω κυρίως της αντικειμενικής ιδιότητάς τους ως εργαζομένων ή λόγω του ότι έχουν απλώς την κατοικία τους ή τη συνήθη διαμονή τους στο εθνικό έδαφος και των οποίων η επέκταση στους εργαζόμενους υπηκόους άλλων κρατών μελών εμφανίζεται, επομένως, ικανή να διευκολύνει την κινητικότητά τους στο εσωτερικό της Κοινότητας, η δε έννοια των παροχών κοινωνικής ασφάλισης του Κανονισμού 1408/1971 καλύπτει κάθε παροχή που χορηγείται στους δικαιούχους βάσει μίας κατάστασης που καθορίζεται από τον νόμο χωρίς να γίνεται εξατομικευμένη και κατά διακριτική ευχέρεια στάθμιση των ατομικών τους αναγκών και εφόσον έχει σχέση με κάποιον από τους κινδύνους που ρητώς απαριθμούνται στο άρθρο 4 παρ. 1 του ως άνω Κανονισμού. Περαιτέρω, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, πρέπει, ομοίως, να θεωρηθούν ως κοινωνικά πλεονεκτήματα και παροχές κοινωνικής ασφάλισης των Κανονισμών 1612/1968 και 1408/1971 (ήδη Κανονισμοί 492/2011 και 883/2004, αντιστοίχως), η εφάπαξ παροχή του άρθρου 1 του ν. 3454/2006 και το επίδομα του άρθρου 6 του ν. 3631/2008. 

15. Επειδή, περαιτέρω, κατά την έννοια των προπαρατεθεισών διατάξεων της ΣΕΚ, ήδη ΣΛΕΕ, των Κανονισμών 1612/1968 και 1408/1971 και της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ, οι εργαζόμενοι υπήκοοι άλλων κρατών μελών απολαμβάνουν τα ως άνω κοινωνικά πλεονεκτήματα και τις οικογενειακές παροχές υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με τους ημεδαπούς εργαζόμενους, η ισότητα δε στη μεταχείριση πρέπει να ισχύει και για τα συντηρούμενα μέλη της οικογένειάς τους, ανεξαρτήτως της υπηκοότητάς τους. Τα δε δικαιώματα που απονέμονται στους υπηκόους τρίτων κρατών που αποτελούν μέρος της οικογένειας υπηκόου κράτους μέλους της ΕΕ αποτελούν δευτερογενή δικαιώματα, ήτοι δικαιώματα παρεπόμενα της άσκησης του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας που απολαμβάνει ο πολίτης της Ένωσης και έχουν ως δικαιολογητικό λόγο τη διαπίστωση ότι η άρνηση αναγνώρισής τους μπορεί να θίξει την πιο πάνω ελευθερία του πολίτη της Ε.Ε. (βλ. σχετικώς την απόφαση της 12.5.1998 του ΔΕΚ, Επιτροπή κατά Ελλάδας, C-185/1996, την απόφαση της 30.4.1996 του ΔΕΚ, Cabanis – Issarte, C-308/1993, την απόφαση της 19.10. 2004 του ΔΕΚ, Kunqian Catherine – Man Lavette Chen, C-200/2002 και την απόφαση της 8.11.2012 του ΔΕΕ, Yoshikazu Iida – Stadt Ulm, C- 40/2011). Περαιτέρω, οι ανωτέρω διατάξεις του ενωσιακού δικαίου, πρέπει να ερμηνεύονται με γνώμονα τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως αυτά κατοχυρώνονται στην ΕΣΔΑ και όπως απορρέουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών, ως γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου και αντανακλώνται στον μνημονευόμενο και στο στοιχείο 31 του προοιμίου της πιο πάνω Οδηγίας Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕL C 364/18.2.2000), ο οποίος έχει καταστεί νομικώς δεσμευτικός, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6 της ΣΛΕΕ, από την 1η .12.2009 (βλ. σχετικώς την απόφαση της 9.11.2010 του ΔΕΕ, υπόθεση Volker, C- 92/09, τις αποφάσεις του ΔΕΚ της 29.4.2004, υποθέσεις Ορφανόπουλος και Oliveri, C-482/01 και C-493/01, την απόφαση της 27.6.2006 του ΔΕΚ , Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου, C-540/03, την απόφαση της 18.6.1991 του ΔΕΚ, υπόθεση ΕΡΤ Α.Ε., C-260/89). Εν προκειμένω δε, από τις ως άνω διατάξεις, ερμηνευόμενες εν όψει και του άρθρου 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) περί σεβασμού της οικογενειακής ζωής, το οποίο έχει ταυτόσημο περιεχόμενο με το άρθρο 7 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνάγεται ότι τα αναφερόμενα στην προηγούμενη σκέψη κοινωνικά πλεονεκτήματα και οικογενειακές παροχές δικαιούται και η υπήκοος τρίτου κράτους που είναι σύζυγος πολίτη Ευρωπαϊκής Ένωσης νομίμως διαμένοντος και εργαζόμενου στην Ελλάδα και μητέρα παιδιών υπηκόων της Ε.Ε.


16. Επειδή, εξάλλου, στις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 63 παρ. 1 του ν. 1892/1990, με τις οποίες ορίζεται η μητέρα ως η κατ΄αρχήν δικαιούχος της παροχής του τρίτου παιδιού (βλ. σχετικώς ΣτΕ 2087/2013, 753/2011), δεν γίνεται μνεία στο κριτήριο της ιθαγένειας ως προϋπόθεσης λήψης της εν λόγω παροχής. Τέτοια προϋπόθεση θεσπίστηκε με τις διατάξεις του άρθρου 2 της Γ1α//440/1991 κοινής υπουργικής απόφασης, με τις οποίες απαιτείται η ελληνική ιθαγένεια των τέκνων και σε ορισμένες περιπτώσεις η ελληνική ιθαγένεια της μητέρας προκειμένου να χορηγηθεί η σχετική παροχή. Εξάλλου, σύμφωνα με την Π3δ/οικ1078/1997 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Β΄ 241), η οποία αναφέρεται σε πολύτεκνους, το επίδομα του άρθρου 63 παρ. 1 του ν. 1892/1990 χορηγείται εφόσον τα παιδιά έχουν την ελληνική υπηκοότητα ή την υπηκοότητα κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συντρεχούσης και της επιπρόσθετης προϋπόθεσης της διάταξης της παρ. 6 του άρθρου 39 του ν. 2459/1997, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο. Με την τελευταία δε αυτή διάταξη ορίστηκε ότι το επίδομα αυτό χορηγείται στους πολύτεκνους, όπως αυτοί καθορίζονται στο άρθρο 5 του ν. 3454/2006, δηλαδή, μεταξύ άλλων, στους πολύτεκνους Έλληνες πολίτες, τους πολύτεκνους πολίτες κράτους – μέλους της Ε.Ε. και τους πολύτεκνους πολίτες άλλων κρατών που διαμένουν νόμιμα και μόνιμα στην Ελλάδα και είναι γονείς τέκνων ελληνικής υπηκοότητας. Ακολούθως δε, μετά τον εκ νέου καθορισμό των δικαιούχων του επιδόματος τρίτου παιδιού με τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 3 του ν. 3631/2008, ορίστηκε ότι το εν λόγω επίδομα χορηγείται, μεταξύ άλλων, σε Έλληνες πολίτες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα, σε πολίτες κρατών – μελών της Ε.Ε. που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα και σε πολίτες άλλων κρατών που διαμένουν νόμιμα και μόνιμα στην Ελλάδα και είναι γονείς τέκνων ελληνικής υπηκοότητας. Από τις διατάξεις δε αυτές των περ. α΄, γ΄ και στ΄ της παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 3631/2008, καθώς και των ταυτοσήμου περιεχομένου διατάξεων των παρ. α΄, γ΄ και στ΄ του άρθρου 4 του ν. 3454/2006 περί καθορισμού δικαιούχων της χορηγούμενης μετά τη γέννηση του τρίτου παιδιού εφάπαξ παροχής, συνάγεται ότι κατ’ αρχήν δικαιούχος των ως άνω επιδομάτων είναι η μητέρα, η οποία είναι Ελληνίδα ή πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άλλως πολίτης τρίτου κράτους με παιδιά ελληνικής υπηκοότητας. 

17. Επειδή, οι ως άνω διατάξεις των ν. 1892/1990, ν. 3454/2006 και ν. 3631/2008 και των κανονιστικών πράξεων που εκδόθηκαν κατ΄ εξουσιοδότηση των νόμων αυτών, καθ΄ ο μέρος δεν προβλέπουν χορήγηση των ένδικων παροχών και σε υπήκοο τρίτου κράτους που είναι σύζυγος και μητέρα υπηκόων Ε.Ε. που διαμένουν στην Ελλάδα λόγω εργασίας του συζύγου αντίκεινται στις παρατεθείσες στην 9η και 10η σκέψη διατάξεις του δικαίου της Ε.Ε. και είναι ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες για το λόγο αυτό, δεδομένου ότι άρνηση χορήγησης των παροχών αυτών στην περίπτωση αυτή θέτει σε δυσμενέστερη θέση τα πιο πάνω μέλη της οικογένειας που έχουν ιθαγένεια της Ένωσης σε σχέση με τα μέλη οικογένειας που έχουν ελληνική υπηκοότητα , κατά την άσκηση του δικαιώματός τους να διακινούνται ελεύθερα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να διαμένουν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους. 

 

Total
0
Shares
Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *