ΣτΕ 1123/2015 αγωγή αποζημίωσης, αρχή αναλογικότητας και 932 ΑΚ

3. Επειδή, στο άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα ορίζεται ότι «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος …» και στο άρθρο 106 ότι οι διατάξεις, μεταξύ άλλων, και του προηγούμενου άρθρου εφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία τους. Περαιτέρω, στο άρθρο 932 του ίδιου Κώδικα ορίζεται ότι: «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης … Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική αυτή ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης».

 

 4. Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 105 και 106 του ΕισΝΑΚ, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο της ουσίας, εάν κρίνει ότι επήλθε στον αδικηθέντα ηθική βλάβη, δύναται να επιδικάσει επιπλέον, κατ’ ανάλογη εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 932 του ΑΚ, εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση και να καθορίσει το ποσό αυτής, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής και αφού εκτιμήσει τα πραγματικά περιστατικά που θέτουν υπόψη του οι διάδικοι (όπως τον βαθμό πταίσματος του υποχρέου, το είδος της προσβολής, κ.λπ.). Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ως προς τον καθορισμό του ποσού της πιο πάνω χρηματικής ικανοποίησης, εφόσον σχηματίζεται κατόπιν εκτίμησης πραγματικών περιστατικών και χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, δεν υπόκειται στον αναιρετικό έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας. Ελέγχεται, όμως, κατ’ αναίρεση η ανωτέρω κρίση ως προς το αν, κατά τον προσδιορισμό του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης, ελήφθησαν υπόψη πραγματικά περιστατικά που δεν ήταν επιτρεπτό να συνεκτιμηθούν για το σχηματισμό της κρίσης αυτής ή αν παρελήφθησαν να συνεκτιμηθούν πραγματικά περιστατικά τα οποία είχαν τεθεί υπόψη του δικαστηρίου και επιδρούν στον προσδιορισμό του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης. Εξάλλου, στο πλαίσιο του ανωτέρω αναιρετικού ελέγχου δεν τίθεται ζήτημα άμεσης εφαρμογής του κανόνα που τίθεται με το άρθρο 25 παρ. 1 εδ. τέταρτο του Συντάγματος και ορίζει ότι οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορεί να επιβληθούν στα ατομικά δικαιώματα «πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού, και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας». Και τούτο διότι ο ενλόγω κανόνας απευθύνεται καταρχήν στο νομοθέτη, επίκληση δε της αρχής της αναλογικότητας ενώπιον δικαστηρίου μπορεί να γίνει αν ο κοινός νομοθέτης είτε έχει θεσπίσει με νόμο υπέρμετρους περιορισμούς ατομικών δικαιωμάτων κατά παράβαση της αρχής αυτής, οπότε ο δικαστής μπορεί, ελέγχοντας τη συνταγματικότητα του νόμου, να μην εφαρμόσει αυτόν (άρθρο 93 παρ. 4 του Συντάγματος), είτε έχει παραλείψει να ασκήσει τις συνταγματικές του υποχρεώσεις καταλείποντας κενό, οπότε η αρχή της αναλογικότητας καλείται επικουρικώς σε εφαρμογή. Με τη διάταξη, όμως, του άρθρου 932 του ΑΚ, με την οποία ορίζεται ότι το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση, δηλαδή χρηματική ικανοποίηση ανάλογη με τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης, ο κοινός νομοθέτης λαμβάνει υπόψη του την αρχή της αναλογικότητας και την εξειδικεύει σε ό,τι αφορά το ζήτημα του προσδιορισμού του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης και ως εκ τούτου, η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ως προς το ύψος της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, δεν ελέγχεται για παραβίαση του άρθρου του άρθρου 25 παρ. 1 εδάφιο τέταρτο του Συντάγματος, υπόκειται όμως σε αναιρετικό έλεγχο αν διαπιστωθεί ότι το δικαστήριο αυτό υπερέβη τα άκρα όρια της διαγραφόμενης από τη διάταξη του άρθρου 932 του Α.Κ. εξουσίας του (ΣτΕ 4133/2011 7μ, 424, 1219, 3736/2012, 1810, 3362/2013, 2508, 3793/2014). 

 

Total
0
Shares
Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *