ΣτΕ Ολομ 746-9/2023
Πρόεδρος: Δ. Σκαλτσούνης, Πρόεδρος ΣτΕ
Εισηγητής: Η. Μάζος, Σύμβουλος Επικρατείας
Προσβάλλεται εθνικός κατάλογος στον οποίο περιλαμβάνεται η Τουρκία ως ασφαλής τρίτη χώρα για ορισμένες κατηγορίες αιτούντων διεθνή προστασία, με συνέπεια οι αιτήσεις αυτών να απορρίπτονται κατ’ αρχήν ως απαράδεκτες. Προσβάλλονται επίσης ατομικές πράξεις απόρριψης ως απαραδέκτων αιτημάτων διεθνούς προστασίας. Το Δικαστήριο, εν αναμονή απόφασης από το ΔΕΕ επί προδικαστικών ερωτημάτων που υπέβαλε με τη ΣτΕ Ολομ 177/2023, συναφών με τα κρίσιμα εν προκειμένω νομικά ζητήματα, αναβάλλει
Το ενωσιακό δίκαιο (άρθρο 38 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ) επιτρέπει την απόκλιση από τον κανόνα της κατ’ αρχήν εξέτασης των αιτήσεων διεθνούς προστασίας επί της ουσίας, μεταξύ άλλων και στην περίπτωση των ασφαλών τρίτων χωρών, όταν δηλαδή ο αιτών, ως εκ της επαρκούς σύνδεσής του με τρίτη χώρα, όπως ορίζεται από την εθνική νομοθεσία, αναμένεται ευλόγως να αναζητήσει προστασία στην τρίτη αυτή χώρα και υφίστανται λόγοι για να θεωρηθεί ότι ο αιτών θα τύχει εισδοχής ή επανεισδοχής στην εν λόγω χώρα.
Το εθνικό δίκαιο (άρθρο 86 ν. 4636/2019) υιοθέτησε την έννοια της ασφαλούς τρίτης χώρας και προέβλεψε, εκτός από την εφαρμογή της σε ατομικές περιπτώσεις αιτούντων διεθνή προστασία, την κατάρτιση εθνικού καταλόγου ασφαλών τρίτων χωρών στον οποίο περιλαμβάνονται οι χώρες που χαρακτηρίζονται ως γενικά ασφαλείς για ορισμένες κατηγορίες αιτούντων. Όταν μία τρίτη χώρα έχει χαρακτηρισθεί ως γενικά ασφαλής, ο αιτών διεθνή προστασία φέρει το βάρος της προβολής και της απόδειξης των ισχυρισμών ότι η εν λόγω χώρα δεν είναι ασφαλής για την περίπτωσή του, ενόψει των συγκεκριμένων συνθηκών υπό τις οποίες τελεί.
Με την κοινή υπουργική απόφαση 42799/3.6.2021 του Αναπληρωτή Υπουργού Εξωτερικών και του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου καταρτίσθηκε εθνικός κατάλογος ασφαλών τρίτων χωρών που περιλαμβάνει την Τουρκία ως ασφαλή τρίτη χώρα για ορισμένες κατηγορίες αιτούντων διεθνή προστασία. Δυνάμει της εν λόγω απόφασης απερρίφθησαν (σε β΄ βαθμό ενώπιον Ανεξάρτητων Επιτροπών Προσφυγών του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου), ως απαράδεκτα, αιτήματα των ήδη αιτούντων αλλοδαπών, οι οποίοι φέρονται να ανήκουν στις ως άνω κατηγορίες, για χορήγηση διεθνούς προστασίας. Κατά των πράξεων αυτών (από 3.6.2021 εθνικού καταλόγου και ατομικών πράξεων απόρριψης αιτημάτων) οι ως άνω αλλοδαποί άσκησαν αιτήσεις ακυρώσεως, οι οποίες ήχθησαν ενώπιον της Ολομέλειας του Δικαστηρίου. Μετά την άσκηση των αιτήσεων ακυρώσεως εκδόθηκε νεότερη κοινή υπουργική απόφαση 458568/15.12.2021 των ιδίων Υπουργών, με την οποία, κατόπιν «επανεξέτασης και επικαιροποίησης» των στοιχείων στα οποία είχε στηριχθεί η αρχική πράξη, χαρακτηρίσθηκε εκ νέου η Τουρκία ως ασφαλής τρίτη χώρα για τις ίδιες κατηγορίες αιτούντων διεθνή προστασία. Οι αιτούντες, κατ’ επίκληση του άρθρου 32 παρ. 3 του π.δ. 18/1989, ζήτησαν με υπόμνημα την ακύρωση και της νεότερης αυτής πράξης.
Με τη ΣτΕ Ολομ 748/2023 κρίθηκε ότι, εκ των δύο δικηγόρων που προσκόμισαν συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, μόνον η μία παρέστη νομίμως. Και τούτο, διότι, η έτερη δικηγόρος που κατέθεσε την προτεραία της συζήτησης δήλωση του άρθρου 33 παρ 6 του π.δ. 18/1989 και δεν παρέστη κατά τη συζήτηση ζητώντας προθεσμία για νομιμοποίηση, εφόσον δεν νομιμοποιήθηκε με έναν από τους προβλεπόμενους στο άρθρο 27 παρ 1 του ίδιου πδ τρόπους, δεν λογίζεται ότι παρέστη νομίμως. Η προβαλλόμενη δε μετά τη συζήτηση της υπόθεσης αδυναμία αυτοπρόσωπης παρουσίας στο ακροατήριο για λόγους υγείας, είναι άμοιρη επιρροής, εφόσον το ζήτημα της δικονομικής αντιμετώπισης του κωλύματος της νομιμοποίησης του πληρεξουσίου δικηγόρου για λόγους ανωτέρας βίας ρυθμίζεται ειδικώς από την διάταξη του άρθρου 27 παρ. 5 του π.δ. 18/1989, διάταξη την οποία δεν επικαλείται η ανωτέρω και η οποία, πάντως, δεν τυγχάνει εφαρμογής σε περιπτώσεις, όπως η επίδικη, που, παρά την αδυναμία νομιμοποίησης του υπογράφοντος το δικόγραφο δικηγόρου, ο αιτών παρέστη νομίμως κατά την συζήτηση με άλλο δικηγόρο.
Οι πράξεις χαρακτηρισμού τρίτης χώρας ως ασφαλούς έχουν κανονιστικό χαρακτήρα και η ένδικη αμφισβήτησή τους ανήκει στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας. Οι πράξεις απόρριψης των αιτημάτων για χορήγηση διεθνούς προστασίας είναι ατομικές, αρμοδιότητας κατ’ αρχήν, εν προκειμένω, του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, πλην το Δικαστήριο έκρινε ότι συντρέχει, εν προκειμένω, περίπτωση να κρατηθούν και να δικασθούν οι υποθέσεις και κατά τα ως άνω μέρη.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η νεότερη από 15.12.2021 κανονιστική πράξη/εθνικός κατάλογος αντικατέστησε την προηγούμενη από 3.6.2021. Κρίθηκε, ωστόσο, ότι η νεότερη αυτή πράξη δεν εξακολουθεί να είναι δυσμενής για τους αιτούντες, σύμφωνα με την παρ 3 του άρθρου 32 του πδ 18/1989, ως εκ τούτου προσβάλλεται απαραδέκτως. Εξάλλου, κρίθηκε ότι η δίκη πρέπει να καταργηθεί κατά το σκέλος ευθείας προσβολής της από 3.6.2021 κανονιστικής πράξης/εθνικού καταλόγου, δοθέντος ότι οι αιτούντες δεν προέβαλαν συγκεκριμένους ισχυρισμούς που θα στοιχειοθετούσαν το απαιτούμενο κατά την παρ 2 του άρθρου 32 του πδ 18/1989 ιδιαίτερο έννομο συμφέρον συνέχισης της δίκης. Ως έρεισμα, ωστόσο, των συμπροσβαλλόμενων ατομικών πράξεων, η ως άνω από 3.6.2021 κανονιστική πράξη/εθνικός κατάλογος ελέγχεται παρεμπιπτόντως από το Δικαστήριο.
Απορρίπτεται λόγος ακυρώσεως περί αναρμοδιότητας του Αναπληρωτή Υπουργού Εξωτερικών για την έκδοση της από 3.6.2021 κανονιστικής πράξης.
Κρίνεται ότι λόγος ακυρώσεως ότι το άρθρο 38 παρ. 2 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ έχει μεταφερθεί πλημμελώς με το άρθρο 86 του ν. 4636/2019 είναι αβάσιμος.
Περαιτέρω, το Δικαστήριο, κατ’ επίκληση προηγούμενης νομολογίας του (ΣτΕ Ολομ. 2347-8/2017), έκρινε ότι τρίτη χώρα, η οποία έχει επικυρώσει την Σύμβαση της Γενεύης με γεωγραφικό περιορισμό, μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ασφαλής, κατά την έννοια των άρθρων 86 του ν. 4636/2019 και 38 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ, εφόσον τηρεί την αρχή της μη επαναπροώθησης και παρέχει επαρκή προστασία ορισμένων θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως, μεταξύ άλλων, του δικαιώματος πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη και την αγορά εργασίας.
Οι αιτούντες προέβαλαν περαιτέρω με τα δικόγραφά τους ότι ο επίδικος χαρακτηρισμός της Τουρκίας ως ασφαλούς τρίτης χώρας για τις στον κατάλογο οριζόμενες κατηγορίες αλλοδαπών αντίκειται στα άρθρα 86 (ιδίως παρ 5) του ν. 4369/2019 και 38 (ιδίως παρ 4) της οδηγίας 2013/32/ΕΕ, εφόσον αφενός δεν εξασφαλίζεται «μέσω διεθνών συμφωνιών» η δυνατότητα επανεισδοχής των ως άνω αλλοδαπών στην εν λόγω τρίτη χώρα, και αφετέρου, ενόψει της τηρούμενης (κατά τους ισχυρισμούς και τα στοιχεία που επικαλούνται) από την Τουρκία σχετικής πρακτικής, δεν υπάρχει εύλογη προοπτική επανεισδοχής των ανωτέρω αιτούντων διεθνή προστασία στη χώρα αυτή.
Ενόψει των κριθέντων με την απόφαση της Ολομέλειας του Δικαστηρίου 177/2023, με την οποία υπεβλήθησαν στο ΔΕΕ προδικαστικά ερωτήματα σχετικά με την έννοια της «ασφαλούς τρίτης χώρας», το Δικαστήριο έκρινε ότι, από την απάντηση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί των ανωτέρω προδικαστικών ερωτημάτων, εξαρτάται η κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας όχι μόνον επί της νομιμότητας της από 15.12.2021 κανονιστικής πράξης, η οποία αφορά την αίτηση ακυρώσεως επί της οποίας εκδόθηκε ήδη η προμνησθείσα απόφαση 177/2023, αλλά και επί της νομιμότητας της αρχικής από 3.6.2021 κανονιστικής πράξης, η οποία εκδόθηκε επίσης σε χρόνο κατά τον οποίο η Τουρκία δεν επέτρεπε την επανεισδοχή αιτούντων διεθνή προστασία στο έδαφός της. Δοθέντος δε ότι η από 3.6.2021 κοινή υπουργική απόφαση αποτέλεσε το έρεισμα των μόνων παραδεκτώς προσβαλλόμενων πράξεων στις προκείμενες ένδικες διαφορές, το Δικαστήριο έκρινε ότι συντρέχει νόμιμος λόγος να αναβληθεί η εκδίκαση των παρουσών υποθέσεων έως την έκδοση απόφασης του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί των ως άνω προδικαστικών ερωτημάτων.