http://www.humanrightscaselaw.gr
ΣτΕ Γ΄ Τμ. 311/2018 επταμ.
Επαγγελματική ελευθερία – Αρχή της ισότητας – Φαρμακεία – Ίδρυση υποκαταστημάτων Στρατιωτικού Φαρμακείου στην Αθήνα
(Α) Με το άρθρο 5 παράγραφος 1 του Συντάγματος κατοχυρώνεται η προσωπική και οικονομική ελευθερία ως ατομικό δικαίωμα. Ειδικότερη εκδήλωση αυτής της ελευθερίας αποτελεί η επαγγελματική ελευθερία, δηλαδή η ελευθερία επιλογής και ασκήσεως ορισμένου επαγγέλματος, ως αναγκαίου στοιχείου της προσωπικότητας, καθώς και η ελευθερία ασκήσεως εμπορίου. Η συνταγματική προστασία της ελευθερίας της οικονομικής δραστηριότητας (άρθρο 5 παράγραφος 1 και 106 παράγραφοι 1 και 2 του Συντάγματος) αποβλέπει στην διασφάλιση της ελεύθερης οικονομικής λειτουργίας των επιχειρήσεων, ώστε να μπορούν οι τελευταίες να λειτουργούν κερδοσκοπικώς εντός της ανταγωνιστικής αγοράς. Στην ελευθερία αυτή μπορεί ο νόμος να επιβάλει περιορισμούς, οι οποίοι πρέπει να ορίζονται γενικώς κατά τρόπο αντικειμενικό και να δικαιολογούνται από αποχρώντες λόγους δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος, οι οποίοι σε κάθε περίπτωση πρέπει να τελούν σε συνάφεια προς το αντικείμενο και τον χαρακτήρα της ρυθμιζόμενης δραστηριότητας. Οι περιορισμοί αυτοί δεν επιτρέπεται να φθάνουν μέχρι του σημείου να καθίσταται αδύνατη ή υπερμέτρως δυσχερής η πραγματοποίηση των θεμιτών σκοπών της επιχειρηματικής δραστηριότητας, από τους οποίους εξαρτάται η επιβίωση της επιχειρήσεως ως οικονομικής μονάδας (ΣτΕ 3013, 3016/2014 Ολομ., 1210/2010 Ολομ., 669/2016 7μελής, 4568, 4569/2015 7μελής). Περαιτέρω, σύμφωνα με την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, οι επιβαλλόμενοι από τον νόμο περιορισμοί πρέπει να είναι πρόσφοροι και αναγκαίοι για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νομοθέτη σκοπού και να μην είναι δυσανάλογοι σε σχέση προς αυτόν. Όσον αφορά τον έλεγχο της προσφορότητας και αναγκαιότητας ενός μέτρου, ο νομοθέτης διαθέτει ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως, για τον καθορισμό των ρυθμίσεων που αυτός κρίνει πρόσφορες και αναγκαίες και συνεπώς, ο δικαστικός έλεγχος της τηρήσεως της αρχής της αναλογικότητας περιορίζεται στην κρίση αν η θεσπιζόμενη ρύθμιση είτε είναι προδήλως απρόσφορη, είτε υπερβαίνει προδήλως το απαραίτητο για την πραγματοποίηση του επιδιωκόμενου σκοπού μέτρο (ΣτΕ Ολομ. 3013, 3016/2014, 3802-3804/2014, 3962/2014, 1210/2010, 3031/2008). Προκειμένου ο δικαστής να είναι σε θέση να ελέγξει αν οι επιβαλλόμενοι στην οικονομική ελευθερία περιορισμοί αποβλέπουν στην ικανοποίηση συνταγματικώς θεμιτού σκοπού, πρέπει να προκύπτει ή να συνάγεται από την ίδια την ρύθμιση, ερμηνευόμενη σύμφωνα με τους κανόνες της λογικής και τα διδάγματα της κοινής πείρας και σε συνδυασμό με την διέπουσα την άσκηση του συγκεκριμένου επαγγέλματος λοιπή νομοθεσία ή από τις προπαρασκευαστικές εργασίες για την ψήφιση του σχετικού νόμου ή από στοιχεία, στα οποία οι εργασίες αυτές αναφέρονται, ο σκοπός που επιδιώκεται με τους περιορισμούς αυτούς (ΣτΕ Ολομ. 1664 – 1666/2011, 1731/2011 7μελής, 3536/2009 7μελής, πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 2204 – 2224/2010).
(Β) Τα φαρμακεία δεν αποτελούν αμιγώς εμπορικές επιχειρήσεις, αλλά ιδιότυπα καταστήματα, στα οποία συνδυάζεται η υπεύθυνη επιστημονική δραστηριότητα και η κοινωνική αποστολή με την εμπορική εκμετάλλευση. Περαιτέρω, εκ του λόγου ότι τα διατιθέμενα στα φαρμακεία αγαθά, αναγκαία για την διαφύλαξη και την αποκατάσταση της ανθρώπινης υγείας, είναι ζωτικής σπουδαιότητας για το κοινωνικό σύνολο, υφίσταται έντονο κρατικό ενδιαφέρον για την ρύθμιση τόσο της ασκήσεως όσο και της προσβάσεως στο επάγγελμα του φαρμακοποιού, το οποίο συνδέεται αρρήκτως με την προστασία της δημόσιας υγείας. Συνεπώς, η εξασφάλιση της βιωσιμότητας των φαρμακείων, και μάλιστα υπό συνθήκες λειτουργίας τους εκτός όρων ελεύθερου ανταγωνισμού, καθώς και η ορθολογική και ισόρροπη κατανομή τους σε ολόκληρη την Χώρα, προκειμένου να εξασφαλίζεται ο άμεσος και με ποιοτικά εχέγγυα εφοδιασμός του συνόλου του πληθυσμού με τα αναγκαία φάρμακα, αποτελούν επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος (ΣτΕ 420/2014 Ολομ., 674/2014). Ειδικά η ίδρυση και λειτουργία του στρατιωτικού φαρμακείου και των υποκαταστημάτων του αποβλέπει, όπως προκύπτει από το γράμμα του άρθρου 6 παρ. 2 εδάφιο πρώτο του ν.δ. 107/1969, όπως η διάταξη αυτή ισχύει ύστερα από την αντικατάστασή της από το άρθρο 17 παρ. 1 του ν. 2743/1999, στην διάθεση φαρμάκων σε μειωμένες τιμές στους δικαιούχους παροχής, όπως αυτοί καθορίζονται με την ΚΥΑ που προβλέπεται στο εδάφιο δεύτερο του άρθρου 6 παράγραφος 2 του ίδιου ν.δ., όπως το εδάφιο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 115 παράγραφος 1 του ν. 3978/2011. Με τις διατάξεις περί του στρατιωτικού φαρμακείου σκοπείται η χορήγηση πρόσθετης παροχής στο πεδίο της ιατροφαρμακευτικής περιθάλψεως προς τους εν ενεργεία και συνταξιούχους στρατιωτικούς των ενόπλων δυνάμεων, τους εν ενεργεία και συνταξιούχους πολιτικούς υπαλλήλους του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, τα μέλη των οικογενειών τους που είναι ασφαλισμένα από αυτούς, καθώς και στις λοιπές κατηγορίες δικαιούχων που καθορίζονται με την κατ’ άρθρο 6 παράγραφος 2 εδάφιο δεύτερο του ν.δ. 107/1969 ΚΥΑ. Η παροχή αυτή, εκτός του ότι διασφαλίζει τον ομαλό εφοδιασμό του χώρου του στρατεύματος με τα αναγκαία φάρμακα, συμβάλλει στα προσφερόμενα από την Πολιτεία ανταλλάγματα για τις παρεχόμενες υπηρεσίες από το εν γένει προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων και εν τέλει εξυπηρετεί την διατήρηση της λειτουργικότητας και του αξιόμαχού τους. Επιπροσθέτως, σύμφωνα με τα προβαλλόμενα από τη Διοίκηση, οι όροι λειτουργίας του στρατιωτικού φαρμακείου και ειδικότερα οι μειωμένες τιμές πωλήσεως φαρμάκων και λοιπών φαρμακευτικών προϊόντων προς τους δικαιούχους πρέπει να αξιολογηθούν και σε σχέση με: α. την ωφέλεια των ασφαλιστικών φορέων/Ε.Ο.Π.Υ.Υ. στην περίπτωση των δικαιούχων εξυπηρετήσεως, που απαλλάσσονται από την συμμετοχή τους στην δαπάνη της ιατροφαρμακευτικής τους περιθάλψεως ή συμμετέχουν σε ποσοστό χαμηλότερο από το ποσοστό της παρεχόμενης έκπτωσης, δεδομένου ότι στις περιπτώσεις αυτές το σύνολο της εκπτώσεως ή το μέρος της εκπτώσεως, που απομένει για την συμπλήρωση του συνόλου της παρεχόμενης εκπτώσεως, παρέχεται υπέρ των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης ή τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ., β. την χρησιμοποίηση των διαθέσιμων μετρητών του Στρατιωτικού Φαρμακείου «αποκλειστικώς διά την ανέγερσιν κτηριακών εγκαταστάσεων Ανεφοδιαστικών Οργάνων υγειονομικού υλικού και την επίπλωσιν τούτων», σύμφωνα με την σαφή πρόβλεψη του άρθρου 6 παράγραφος 4 του ν.δ. 107/1969, γ. την ανάγκη εξυπηρετήσεως των εν ενεργεία στρατιωτικών και των μελών των οικογενειών τους στις περιοχές, όπου οι τοπικοί φαρμακευτικοί σύλλογοι έχουν καταγγείλει τις συμβάσεις που είχαν συνάψει με το Δημόσιο για την επί πιστώσει εξυπηρέτηση ασφαλισμένων του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και δ. την μη επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού από την λειτουργία του στρατιωτικού φαρμακείου. Με την προβλεπόμενη στο άρθρο 6 του ν.δ. 107/1969 ίδρυση και λειτουργία του στρατιωτικού φαρμακείου και των υποκαταστημάτων του, από τα οποία επιτρέπεται, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, η διάθεση φαρμάκων και λοιπών φαρμακευτικών προϊόντων σε μειωμένες τιμές προς ορισμένες κατηγορίες προσώπων, δεν τάσσονται πρόσθετοι όροι ή περιορισμοί στην άσκηση του επαγγέλματος του φαρμακοποιού. Με τα δεδομένα αυτά, η ίδρυση και λειτουργία του στρατιωτικού φαρμακείου δεν περιορίζει την επαγγελματική ελευθερία των φαρμακοποιών, και ειδικότερα, το δικαίωμά τους να ασκούν το επάγγελμά τους ιδρύοντας ή διατηρώντας ιδιωτικά φαρμακεία στις περιοχές, όπου λειτουργούν το στρατιωτικό φαρμακείο και τα υποκαταστήματά του (πρβλ. ΣτΕ 1790, 1791/2015). Η ίδρυση και λειτουργία του στρατιωτικού φαρμακείου και των υποκαταστημάτων του συνιστά έμμεση επέμβαση στην άσκηση της επαγγελματικής-οικονομικής δραστηριότητας των φαρμακοποιών που διατηρούν φαρμακείο στις περιοχές, όπου λειτουργούν το κεντρικό κατάστημα και τα υποκαταστήματα του στρατιωτικού φαρμακείου, δεδομένου ότι από το στρατιωτικό φαρμακείο χορηγούνται φάρμακα και συναφή φαρμακευτικά προϊόντα με μειωμένες τιμές σε ορισμένες κατηγορίες του καταναλωτικού κοινού, οι οποίες για τον λόγο αυτό θα προτιμούν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, να εξυπηρετούνται από τα εν λόγω φαρμακεία σε βάρος των ιδιωτικών φαρμακείων. Η έμμεση αυτή επέμβαση δικαιολογείται από την μέριμνα του νομοθέτη για την χορήγηση πρόσθετης παροχής φαρμακευτικής περιθάλψεως σε συγκεκριμένες κατηγορίες προσώπων για τον προεκτεθέντα σκοπό, δεν συνεπάγεται δε ως εκ της φύσεώς της αλλά και του περιορισμένου καταναλωτικού κοινού που αφορά (πρβλ. ΣτΕ 2677/2016 7μελής, 1014/2011 7μελής), δυσανάλογο περιορισμό της οικονομικής ελευθερίας των φαρμακοποιών, που διατηρούν ιδιωτικά φαρμακεία στις περιοχές, όπου λειτουργούν το κεντρικό κατάστημα και τα υποκαταστήματα του στρατιωτικού φαρμακείου, ούτε άλλωστε αναιρεί τον πυρήνα του δικαιώματός τους, δεδομένου, άλλωστε, ότι, πέραν του ότι ο αιτών Φαρμακευτικός Σύλλογος αορίστως και αναποδείκτως θέτει ζήτημα διακινδυνεύσεως της βιωσιμότητας των ιδιωτικών φαρμακείων (πρβλ. ΣτΕ 2677/2016 7μελής), μόνη η μείωση των αποκομιζόμενων κερδών των ιδιωτικών φαρμακείων δεν επιφέρει ως αναγκαίο επακόλουθο την διακινδύνευση της βιωσιμότητάς τους (πρβλ. ΣτΕ 2978/2014 7μελής). Επομένως, είναι απορριπτέα ως αβάσιμα τα προβαλλόμενα ότι η επίδικη ίδρυση υποκαταστημάτων του στρατιωτικού φαρμακείου αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας.
(Γ) Προβάλλεται ότι η ίδρυση και λειτουργία του στρατιωτικού φαρμακείου και των υποκαταστημάτων του συνιστούν, κατά παράβαση της αρχής της ισότητας, αδικαιολόγητη διακριτική μεταχείριση σε βάρος των ιδιωτικών φαρμακείων, δεδομένου ότι τα ιδιωτικά φαρμακεία διέπονται από κανόνες δημοσίου δικαίου και η λειτουργία τους υπάγεται σε αυστηρούς διοικητικούς ελέγχους που αποσκοπούν στην διασφάλιση της δημόσιας υγείας, πωλούν δε τα φάρμακα στην οριζόμενη λιανική τιμή, ενώ για το στρατιωτικό φαρμακείο προβλέπεται η ίδρυση και λειτουργία του κατά παρέκκλιση των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων και χωρίς κτηριοδομικές προϋποθέσεις και επιθεωρήσεις από υγειονομικές, πολεοδομικές κ.λπ. υπηρεσίες. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι το στρατιωτικό φαρμακείο και τα υποκαταστήματά του, που συνιστούν υγειονομική μονάδα του Στρατεύματος και παρέχουν υπηρεσίες σε συγκεκριμένες κατηγορίες δικαιούχων για την εξυπηρέτηση των αναφερθέντων σκοπών, δεν τελούν υπό όμοιες συνθήκες σε σχέση με τα ιδιωτικά φαρμακεία και άρα δικαιολογείται η διαφορετική σχετική μεταχείρισή τους. Η υγειονομική αυτή μονάδα διέπεται από ειδικές διατάξεις που προσιδιάζουν στην οργανωτική και λειτουργική δομή του Στρατεύματος και στον σκοπό του και ιδίως όσον αφορά την διαδικασία ιδρύσεως και το καθεστώς λειτουργίας του και την μειωμένη τιμή πωλήσεως φαρμάκων, σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν.δ. 106/1969 και τις κατ’ εξουσιοδότησή του εκδιδόμενες υπουργικές αποφάσεις.
(Δ) Είναι απορριπτέα τα προβαλλόμενα απαραδέκτως εκ συμφέροντος τρίτου σχετικά περί άνισης μεταχείρισης σε βάρος των υπαλλήλων των άλλων Υπουργείων και ΝΠΔΔ ή των ευπαθών κοινωνικών ομάδων
(Ε) Τα προβαλλόμενα ότι η λειτουργία του στρατιωτικού φαρμακείου αντίκειται στο άρθρο 106 της ΣΛΕΕ είναι απορριπτέα, προεχόντως διότι ο αιτών Σύλλογος δεν εξειδικεύει πώς επηρεάζεται το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών από την λειτουργία του στρατιωτικού φαρμακείου, ενώ η κρινόμενη υπόθεση δεν παρουσιάζει συνδετικό στοιχείο με το δίκαιο της ΕΕ. Περαιτέρω, ο αιτών δεν επικαλείται στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι το στρατιωτικό φαρμακείο και τα υποκαταστήματά του διαθέτουν δεσπόζουσα θέση σε ορισμένη αγορά, από της οποίας την καταχρηστική εκμετάλλευση μπορεί να επηρεαστεί το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών.