ΣτΕ Β΄ Τμ. 340/2021 επταμ. Αρχές επιβολής κυρώσεων – Ne bis in idem – Πολλαπλό τέλος λαθρεμπορίας και ποινική δίκη για νόθευση εγγράφου μετά χρήσεως, μεταγενέστερη της επίδικης λαθρεμπορικής παράβασης (http://www.humanrightscaselaw.gr)

ΣτΕ Β΄ Τμ. 340/2021 επταμ. 
Αρχές επιβολής κυρώσεων – Ne bis in idem – Πολλαπλό τέλος λαθρεμπορίας και ποινική δίκη για νόθευση εγγράφου μετά χρήσεως, μεταγενέστερη της επίδικης λαθρεμπορικής παράβασης – Δεν πληρούται η προϋπόθεση του idem
Επειδή, προκειμένου να ενεργοποιηθεί η αρχή ne bis in idem στην παρούσα υπόθεση, απαιτείται οι δύο “ποινικές” διαδικασίες κατά του αναιρεσείοντος να αφορούν στην ίδια κατ’ ουσίαν παραβατική συμπεριφορά, ήτοι στο αυτό σύνολο συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών, τα οποία συνδέονται αναπόσπαστα μεταξύ τους, χρονικά και τοπικά, και η συνδρομή των οποίων είναι απαραίτητη για την επιβολή της (ποινικής και της διοικητικής) κυρώσεως. Ωστόσο, λαμβανομένων υπόψη των δεδομένων της υπόθεσης, δεν προκύπτει ότι συντρέχει, εν προκειμένω, η ως άνω προϋπόθεση, διότι (α) η ένδικη καταλογιστική πράξη αφορά σε τελωνειακές παραβάσεις λαθρεμπορίας, οι οποίες έλαβαν χώρα από 13.9.2001 έως 11.2.2002, (β) η σε βάρος του αναιρεσείοντος ποινική διαδικασία αφορούσε σε κατηγορία (όχι για λαθρεμπορία, αλλά) για ηθική αυτουργία σε νόθευση εγγράφου (μετά χρήσεως, με σκοπό την αποκόμιση οικονομικού οφέλους σε βάρος του Δημοσίου), τελεσθείσα από την 1.11.2006 έως την 23.11.2006, (γ) τα στοιχεία/πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του παραπάνω ποινικού αδικήματος διαφοροποιούνται από εκείνα που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση της διοικητικής (τελωνειακής) παράβασης της λαθρεμπορίας, (δ) η ως άνω ποινική κατηγορία σε βάρος του αναιρεσείοντος αναφερόταν σε πραγματικά περιστατικά που έλαβαν χώρα τον Νοέμβριο του 2006, ενώ οι επίμαχες διοικητικές λαθρεμπορικές παραβάσεις τελέσθηκαν από τον Σεπτέμβριο του 2001 έως τον Φεβρουάριο του 2002, δηλαδή σε πολύ προγενέστερο χρόνο, (ε) επομένως, οι δύο “ποινικές” κατηγορίες (τέλεσης τελωνειακών παραβάσεων λαθρεμπορίας, αφενός, και ηθικής αυτουργίας σε νόθευση εγγράφου, μετά χρήσεως, με σκοπό την αποκόμιση περιουσιακού οφέλους σε βάρος του Δημοσίου, αφετέρου) και οι αντίστοιχες “ποινικές” διαδικασίες σε βάρος του αναιρεσείοντος δεν αναφέρονταν στο αυτό σύνολο συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών, αναπόσπαστα συνδεόμενων μεταξύ τους, χρονικά και τοπικά, η συνδρομή των οποίων ήταν απαραίτητη για την επιβολή της (διοικητικής και της ποινικής, αντίστοιχα) κυρώσεως, και (στ) είναι διάφορο και μη κρίσιμο για την εφαρμογή της αρχής ne bis in idem το ζήτημα (і) εάν το ποινικό αδίκημα για το οποίο κατηγορήθηκε και αθωώθηκε ο αναιρεσείων παρουσιάζει συνάφεια με την απόδειξη (και την προβαλλόμενη από το Δημόσιο συγκάλυψη) της διάπραξης (ορισμένων εκ) των διοικητικών παραβάσεων λαθρεμπορίας που του αποδόθηκαν, και (іі) εάν υπάρχει αλληλοκάλυψη στοιχείων της υποκειμενικής υπόστασης του αδικήματος αυτού και (ορισμένων εκ) των επίμαχων διοικητικών παραβάσεων. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, ο λόγος αναίρεσης περί παραβίασης της αρχής ne bis in idem, ανεξαρτήτως εάν έχει προβληθεί παραδεκτώς, είναι, πάντως, απορριπτέος ως αβάσιμος.

Total
0
Shares
Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *