Αριθμός 1287/2022
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 5 Μαρτίου 2021, με την εξής σύνθεση: Ε. Σάρπ, Πρόεδρος, Ι. Γράβαρης, Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Μ. Γκορτζολίδου, Π. Καρλή, Δ. Κυριλλόπουλος, Ο. Ζύγουρα, Κ. Φιλοπούλου, Δ. Μακρής, Ηλ. Μάζος, Β. Πλαπούτα, Ο. Παπαδοπούλου, Μ. Σωτηροπούλου, Ι. Σπερελάκης, Μ. Τριπολιτσιώτη, Β. Ανδρουλάκης, Φρ. Γιαννακού, Ε. Σκούρα, Κ. Λαζαράκη, Κ. Μαρίνου, Σύμβουλοι, Ι. Δημητρακόπουλος, Ι. Παπαγιάννης, Ν. Μαρκόπουλος, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Β. Πλαπούτα και Φρ. Γιαννακού, καθώς και ο Πάρεδρος Ι. Παπαγιάννης μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Ελ. Γκίκα.
Για να δικάσει την από 16 Ιουλίου 2020 αίτηση:
του Δήμου Ωρωπού Αττικής, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Απόστολο Παπακωνσταντίνου, που τον διόρισε με απόφασή του ο Δήμαρχος και ο οποίος κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς του,
κατά των Υπουργών: 1. Περιβάλλοντος και Ενέργειας, 2. Εσωτερικών, 3. Μετανάστευσης και Ασύλου και 4. Οικονομικών, οι οποίοι παρέστησαν με την Ελένη Πασαμιχάλη, Νομική Σύμβουλο του Κράτους, η οποία κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς της.
Η πιο πάνω αίτηση εισάγεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, λόγω της σπουδαιότητάς της κατόπιν της από 28ης Ιουλίου 2020 πράξεως της Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με τα άρθρα 14 παρ. 2, εδ. α΄ και γ΄, 20 και 21 του Π.Δ. 18/1989.
Με την αίτηση αυτή ο αιτών Δήμος επιδιώκει να ακυρωθούν: 1. η υπ’ αριθμ. 4714/22.5.2020 (ΦΕΚ Β΄ 1986/23.5.2020) κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Εσωτερικών και Μετανάστευσης και Ασύλου, 2. η υπ’ αριθμ. 2945/23.3.2020 (ΦΕΚ Β΄ 1016/24.3.2020) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μετανάστευσης και Ασύλου, 3. η υπ’ αριθμ. 9/10.4.2020 απόφαση του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Συμβούλου Μ. Σωτηροπούλου.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διασκέψεις εξ αποστάσεως, με τη χρήση υπηρεσιακών τεχνολογικών μέσων, κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο
1. Επειδή, η κρινόμενη αίτηση, η οποία ασκείται κατά νόμον χωρίς την καταβολή παραβόλου, εισάγεται, λόγω σπουδαιότητας, στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, με πράξη της Προέδρου του Δικαστηρίου.
2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση: α) της απόφασης 2945/23.3.2020 του Υφυπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου (Β΄ 1016/24.3.2020), κατά το μέρος με το οποίο συνεστήθη, μεταξύ άλλων δομών προσωρινής υποδοχής πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που έχουν αιτηθεί διεθνούς προστασίας, η “Δομή Μαλακάσας”, στο Στρατόπεδο Γερακίνη του Δήμου Ωρωπού (Π.Ε. Ανατολικής Αττικής), β) της απόφασης 9/10.4.2020 του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου, με την οποία εγκρίθηκε το από 10.4.2020 πρακτικό της Επιτροπής του Διαγωνισμού για την κατακύρωση του αποτελέσματος του διαγωνισμού με αντικείμενο τη “Διαμόρφωση και βασική συντήρηση δομών του άρθρου 8 του ν. 4375/2016 στη Μαλακάσα” και ανατέθηκε η εκτέλεση του εν λόγω έργου σε ανάδοχο εταιρεία, και γ) της απόφασης 4714/22.5.2020 του Υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και των Υπουργών Εσωτερικών και Μετανάστευσης και Ασύλου (Β΄ 1986/23.5.2020), με την οποία χορηγήθηκε άδεια χωροθέτησης και κατασκευής δομής προσωρινής υποδοχής του άρθρου 8 του ν. 4375/2016, δυναμικότητας 1.500 ατόμων, σε γεωτεμάχιο εμβαδού 60.008,01 τ.μ., στη θέση “Στρατόπεδο Γερακίνη” Μαλακάσας Ωρωπού.
3. Επειδή, η προσβαλλόμενη πράξη υπό στοιχείο α΄ (βλ. προηγούμενη σκέψη) αποτελεί κανονιστική πράξη, η οποία υπάγεται στην ακυρωτική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας. Περαιτέρω, ο αιτών, ως τρίτος μη μετασχών στη διαδικασία του διαγωνισμού ανάδειξης αναδόχου κατασκευής Δομών και Υπηρεσιών του άρθρου 8 του ν. 4375/2016 στη Μαλακάσα, παραδεκτώς προσβάλλει με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας την πράξη κατακύρωσης του αποτελέσματος του διαγωνισμού υπέρ αναδόχου εταιρείας [προσβαλλόμενη πράξη υπό στοιχείο β΄]. Εξάλλου, με την προσβαλλόμενη πράξη υπό στοιχείο γ΄, αφενός, καθορίζεται οριστικά η θέση στην οποία θα εγκατασταθεί η επίμαχη νέα δομή και, αφετέρου, χορηγείται άδεια κατασκευής των απαραίτητων για τη λειτουργία της εγκαταστάσεων, καθώς και άδεια εκτέλεσης των συναφών εργασιών, ενόψει της διάταξης του άρθρου 16 παρ. 3 του ν. 4375/2016, στην οποία ορίζεται ότι για την αλλαγή χρήσης, την κατασκευή και τις συναφείς εργασίες “δεν απαιτείται έκδοση έγκρισης ή άδειας δόμησης ή εργασιών μικρής κλίμακας” [βλ. κατωτέρω σκέψη 7]. Η πράξη αυτή, με την οποία δεν καθορίζονται κανονιστικώς όροι δόμησης ή χρήσεις γης, αλλά επιτρέπεται η εγκατάσταση δομής υποδοχής και προσωρινής φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών σε συγκεκριμένο ακίνητο και η εκτέλεση των αναγκαίων εργασιών, αποτελεί ατομική διοικητική πράξη (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 415/2011, σκ. 16). Αρμόδιο δε για την εκδίκαση της αιτήσεως ακυρώσεως είναι το Συμβούλιο της Επικρατείας, και ως προς το κεφάλαιο της πράξης που επιτρέπει την εκτέλεση των προμνησθεισών εργασιών, για την ενότητα της δικαστικής κρίσης, αλλά και για λόγους οικονομίας της δίκης.
4. Επειδή, ο αιτών Δήμος Ωρωπού ασκεί την κρινόμενη αίτηση με έννομο συμφέρον, ισχυριζόμενος ότι η επίδικη δομή Μαλακάσας, η οποία χωροθετείται εντός των διοικητικών του ορίων, καταλαμβάνει αναδασωτέα έκταση, που έχει χαρακτηρισθεί και ως τόπος ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους, και θα προκαλέσει βλάβη του φυσικού και οικιστικού περιβάλλοντος της περιοχής και υποβάθμιση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της. Περαιτέρω, λόγω της αναστολής των νόμιμων προθεσμιών για τη διενέργεια διαδικαστικών πράξεων ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας από 16.3.2020 έως 31.5.2020 για προληπτικούς λόγους δημόσιας υγείας, δυνάμει των κοινών υπουργικών αποφάσεων Δ1α/ ΓΠ.οικ.18176/15.3.2020, Δ1α/ΓΠ.οικ.21159/27.3.2020, Δ1α/ ΓΠ.οικ.24403/ 10.4.2020, Δ1α/ΓΠ.οικ.26804/25.4.2020 και Δ1α/ΓΠ.οικ.30340/15.5.2020 (Β΄ 864, 1074, 1301, 1588, 1857, αντιστοίχως), η κρινόμενη αίτηση ασκείται εμπροθέσμως στις 17.7.2020 κατά της κανονιστικής απόφασης σύστασης της δομής [ΚΥΑ 2945/2020, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Β΄ 1016/24.3.2020], της ατομικής, κατά τα γενόμενα δεκτά προηγουμένως, πράξης χωροθέτησης και κατασκευής της [ΚΥΑ 4714/22.5.2020], η οποία δεν έχρηζε κατά νόμον δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, και της κατακύρωσης του αποτελέσματος του διαγωνισμού για την κατασκευή της [απόφασης 9/10.4.2020 του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου].
5. Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, με την εισήγηση 48/5.3.2020 του Γενικού Γραμματέα Υποδοχής Αιτούντων Άσυλο προς τον Υπουργό Μετανάστευσης και Ασύλου προτάθηκε η κατεπείγουσα κατασκευή δύο νέων δομών [“κλειστών κέντρων παραμονής”] στην ενδοχώρα, λόγω της αθρόας εισόδου χιλιάδων μεταναστών στο ελληνικό έδαφος από τα χερσαία και θαλάσσια σύνορα, μετά το άνοιγμα των συνόρων από την Τουρκία στις 28.2.2020, και λόγω της εκδήλωσης της πανδημίας του κορονοϊού (covid – 19). Στο έγγραφο αυτό επισημάνθηκε ότι περισσότερα από 1.800 άτομα αφίχθησαν στα νησιά του Βορείου και Νοτίου Αιγαίου από 28.2.2020, ότι ο αριθμός αυτός πιθανώς να αυξηθεί, παρά την απόφαση αναστολής υποβολής αιτήσεων ασύλου (π.ν.π. από 2.3.2020, Α΄ 45, που κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4681/2020, Α΄ 74), και ότι τα ανωτέρω, “σε συνδυασμό με τον υπερπληθυσμό που ήδη φιλοξενείται στα ΚΥΤ [Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης] και κυρίως με την παγκόσμια επιδημία του κορονοϊού και τα συνεχόμενα κρούσματα, καθιστ[ούν] ιδιαιτέρως επικίνδυνη για τη δημόσια υγεία την παραμονή των ως άνω παράνομων μεταναστών στα νησιά και επιτακτική ανάγκη την άμεση μετακίνησή τους στην ενδοχώρα”. Η κατασκευή της μίας εκ των δύο νέων δομών προτάθηκε να γίνει στο Στρατόπεδο Γερακίνη στη Μαλακάσα Ωρωπού Αττικής, δεδομένου ότι είχε γίνει “προεργασία εκ μέρους του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου σε συνεργασία με το ΥΠΕΘΑ για την προέκταση της ήδη υφισταμένης (δομής)”. Στη συνέχεια, με το έγγραφο 377/11.3.2020 του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου ζητήθηκε από την Τεχνική Υπηρεσία του Υπουργείου να προχωρήσει στη διενέργεια κατεπείγοντος διαγωνισμού, με τη διαδικασία διαπραγμάτευσης και χωρίς δημοσίευση προκήρυξης, για τη δημιουργία νέων δομών φιλοξενίας, μεταξύ άλλων, στο προαναφερθέν Στρατόπεδο, κατ’ επίκληση των έκτακτων μεταναστευτικών ροών στον Έβρο και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και του γεγονότος ότι οι αφιχθέντες αλλοδαποί παραμένουν μαζικά στους λιμένες άφιξης, υπό απαράδεκτες συνθήκες. Με έγγραφο του Ταμείου Εθνικής Άμυνας από 17.3.2020 γνωστοποιήθηκε στο Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου η έγκριση της παραχώρησης τμήματος του Στρατοπέδου Γερακίνη και με την απόφαση 2945/23.3.2020 του Υφυπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου (Β΄ 1016/24.3.2020) συνεστήθη, μεταξύ άλλων δομών προσωρινής υποδοχής πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που έχουν αιτηθεί διεθνούς προστασίας, η δομή Μαλακάσας στο Στρατόπεδο Γερακίνη του Δήμου Ωρωπού [πρώτη προσβαλλόμενη με την κρινόμενη αίτηση πράξη]. Με το έγγραφο 73/2.4.2020 του Γενικού Γραμματέα Υποδοχής Αιτούντων Άσυλο τονίσθηκε η αναγκαιότητα κατασκευής μίας προσωρινής δομής, δυναμικότητας 500 ατόμων, για να χρησιμοποιηθεί ως χώρος καραντίνας, και μίας δομής του άρθρου 8 του ν. 4375/2016, δυναμικότητας 1.000 ατόμων, στο εν λόγω Στρατόπεδο Γερακίνη, “όπου ήδη λειτουργεί παραπλεύρως υφιστάμενη δομή φιλοξενίας αιτούντων άσυλο”. Με την πράξη 6/7.4.2020 του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου προκηρύχθηκε η διενέργεια διαγωνισμού για την υλοποίηση του έργου “Διαμόρφωση και βασική συντήρηση δομών του άρθρου 8 του ν. 4375/2016 στη Μαλακάσα”, με διαδικασία διαπραγμάτευσης, και, με την απόφαση 9/10.4.2020 του ίδιου Υπουργού, ανατέθηκε η εκτέλεση του προπεριγραφέντος έργου στην ανακηρυχθείσα ανάδοχο εταιρεία [δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη]. Με το έγγραφο 105/30.4.2020 του Γενικού Γραμματέα Υποδοχής Αιτούντων Άσυλο γνωστοποιήθηκε εκ νέου προς τον Υπουργό Μετανάστευσης και Ασύλου ότι οι υπάρχουσες δομές φιλοξενίας λειτουργούν υπό συνθήκες υπερπληθυσμού, ότι απαιτείται, προς διασφάλιση της δημόσιας τάξης και υγείας και της αξιοπρεπούς και ασφαλούς διαμονής των πολιτών τρίτων χωρών, η χωροθέτηση και κατασκευή δομής φιλοξενίας του άρθρου 8 παρ. 4 περ. δ) του ν. 4375/2016, σε έκταση εμβαδού 60 περίπου στρεμμάτων, στο Στρατόπεδο Γερακίνη, η οποία παραχωρήθηκε κατά χρήση από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας (βλ. και το έγγραφο Φ.914.2/4/13/2230/ Σ.472/15.4.2020 του Ταμείου Εθνικής Άμυνας, με το οποίο παρεσχέθη άδεια χρήσης “του προς παραχώρηση χώρου, με την προϋπόθεση της εκτέλεσης εργασιών απομόνωσης από το υπόλοιπο Στρατόπεδο, με την κατασκευή … περίφραξης”), και ότι πρέπει να γίνει άμεση έναρξη των απαραίτητων χωματουργικών εργασιών και εργασιών περίφραξης, προκειμένου οι εν λόγω χώροι να διαμορφωθούν κατάλληλα. Με το ίδιο έγγραφο συνυποβλήθηκαν τοπογραφικό σχέδιο της έκτασης, σχέδιο χωροθέτησης / γενικής διάταξης και τεχνική έκθεση. Ακολούθως, κατ’ επίκληση του άρθρου 16 παρ. 3 του ν. 4375/2016 και προκειμένου να επιτευχθεί η “αποσυμφόρηση των υφιστάμενων δομών υποδοχής και φιλοξενίας, λαμβανομένης υπόψη και της ανάγκης λήψης μέτρων περιορισμού εξάπλωσης του κορονοϊού Covid-19”, εκδόθηκε η κοινή απόφαση 4714/22.5.2020 του Υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και των Υπουργών Εσωτερικών και Μετανάστευσης και Ασύλου (Β΄ 1986/23.5.2020), με το άρθρο 1 της οποίας χορηγήθηκε άδεια χωροθέτησης και κατασκευής για την εγκατάσταση δομής προσωρινής υποδοχής του άρθρου 8 του ν. 4375/2016, δυναμικότητας 1.500 ατόμων, σε έκταση εμβαδού 60.008,01 τ.μ., εντός του Στρατοπέδου Γερακίνη (τρίτη προσβαλλόμενη πράξη).
6. Επειδή, ο νομοθέτης, λαμβάνοντας υπόψη την σταδιακή αύξηση των μεταναστευτικών ροών προς την Ελλάδα, με τον ν. 3907/2011 (Α΄ 7) προέβλεψε την ίδρυση Υπηρεσιών Ασύλου και Πρώτης Υποδοχής, ορίζοντας ότι τα Κέντρα Πρώτης Υποδοχής [ΚΕΠΥ] και οι έκτακτες ή κινητές Μονάδες Πρώτης Υποδοχής αποτελούν περιφερειακές υπηρεσίες της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής. Ο ίδιος νόμος όρισε ότι για την εγκατάσταση των ΚΕΠΥ επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται στρατόπεδα, που δεν χρησιμοποιούνται πλέον από τη στρατιωτική υπηρεσία, κατά παρέκκλιση των διατάξεων περί πολεοδομικού σχεδιασμού, με τις αναγκαίες επισκευές, βελτιώσεις και πρόσθετες εγκαταστάσεις, ότι επιτρέπεται η χρήση και άλλων δημοσίων εγκαταστάσεων για τον σκοπό αυτό, “μετά από κατάλληλη διαρρύθμιση, καθώς και η μίσθωση ακινήτων με κατάλληλη υποδομή ή, σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, η μίσθωση τουριστικών εγκαταστάσεων”, επίσης κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, ότι η Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής δύναται να ιδρύει Δομές Φιλοξενίας για τις ευάλωτες ομάδες, ότι “κατ’ εξαίρεση για τις ανάγκες εγκατάστασης των Κέντρων ή Μονάδων Πρώτης Υποδοχής, καθώς και των Υπηρεσιών Ασύλου επιτρέπεται η αλλαγή χρήσης υφιστάμενων κτιρίων σε εκτός σχεδίου περιοχές, κατά παρέκκλιση των υφιστάμενων χρήσεων γης”, και ότι “σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λόγω επείγουσας και επιτακτικής ανάγκης και εθνικού συμφέροντος”, επιτρέπεται “η τοποθέτηση ή ανέγερση προκατασκευασμένων εγκαταστάσεων”, είτε σε γήπεδα του Δημοσίου είτε σε γήπεδα ιδιωτικών ακινήτων εφόσον διαθέτουν επαρκή έκταση. Ορίσθηκε, επίσης, ότι με κοινή απόφαση “των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται, για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ανέγερσης νέων εγκαταστάσεων, οι όροι και περιορισμοί δόμησης και τυχόν ειδικότεροι όροι για τις εγκαταστάσεις”, ότι η απόφαση αυτή επέχει θέση έγκρισης εργασιών μικρής κλίμακας, καθώς και “θέση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για τη λειτουργία των εγκαταστάσεων στις περιπτώσεις που οι εγκαταστάσεις εξυπηρετούνται από υφιστάμενα δίκτυα υποδομών”, και ότι με όμοια απόφαση “εγκρίνονται οι περιβαλλοντικοί όροι όταν οι εγκαταστάσεις δεν εξυπηρετούνται από υφιστάμενα δίκτυα υποδομών” [βλ. άρθρο 8 του ν. 3907/2011, άρθρο 8Α του ιδίου νόμου, που προστέθηκε με το άρθρο 110 παρ. 3 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167), άρθρο 14 του αυτού νόμου, όπως η παρ. 3 προστέθηκε με το άρθρο 25 του ν. 3922/2011 (Α΄ 35), καθώς και το ν. 4249/2014 (Α΄ 73), που τροποποίησε τα ως άνω άρθρα 8 και 8Α]. Συναφώς, ο ν. 4249/2014 προέβλεψε ότι “Ακίνητα του Δημοσίου ή ΝΠΔΔ ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα μπορούν να παραχωρούνται … κατά χρήση … κατά παρέκκλιση των διατάξεων πολεοδομικού σχεδιασμού κάθε επιπέδου, για τις ανάγκες στέγασης των Υπηρεσιών Πρώτης Υποδοχής …” [βλ. άρθρο 122].
7. Επειδή, οι προσβαλλόμενες πράξεις σύστασης της δομής Μαλακάσας και χωροθέτησης και κατασκευής της εκδόθηκαν δυνάμει διατάξεων του επακολουθήσαντος ν. 4375/2016 (Α΄ 51), όπως ίσχυαν, αντιστοίχως, κατά τον χρόνο δημοσίευσης της πρώτης, ως κανονιστικής, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (24.3.2020) και έκδοσης της δεύτερης (22.5.2020). Ειδικότερα, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 4375/2016 (Α΄ 51), όπως αναδιατυπώθηκε με το άρθρο 116 παρ. 3 του ν. 4636/2019 (Α΄ 169), “Στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη συνιστάται αυτοτελής Υπηρεσία με τίτλο «Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης» (ΥΠ.Υ.Τ.), η οποία υπάγεται στην Ειδική Γραμματεία Υποδοχής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 111 του ν. 4622/2019 (Α΄ 133)”, σύμφωνα δε με την παρ. 2 του αυτού άρθρου 8 ν. 4375/2016, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 18 παρ. 1 του ν. 4587/2018 (Α΄ 218), η εν λόγω Υπηρεσία έχει ως σκοπό “την αποτελεσματική διενέργεια των διαδικασιών υποδοχής, ταυτοποίησης και προσωρινής διαμονής των πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που εισέρχονται στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις. Για τον σκοπό αυτόν η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης είναι αρμόδια: α) Για την πραγματοποίηση των διαδικασιών καταγραφής, ταυτοποίησης και εξακρίβωσης των στοιχείων, τον ιατρικό έλεγχο, τον εντοπισμό ευάλωτων προσώπων, την παροχή ενημέρωσης, ιδίως για τις διαδικασίες διεθνούς ή άλλης μορφής προστασίας και για τις διαδικασίες επιστροφής, καθώς και για την προσωρινή διαμονή των πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που εισέρχονται στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις, και την περαιτέρω παραπομπή και μετακίνησή τους σε κατάλληλες δομές για την προσωρινή υποδοχή ή φιλοξενία τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και του άρθρου 18 του ν. 4540/2018 (Α΄ 91) [κατά το χρόνο έκδοσης των προσβαλλόμενων ΚΥΑ ίσχυε ήδη το άρθρο 56 του ν. 4636/2019 (Α΄ 169), σύμφωνα με το οποίο “[ε]φόσον η στέγαση των αιτούντων παρέχεται σε είδος, λαμβάνει μία από τις κατωτέρω μορφές ή αποτελεί συνδυασμό τους: α) χώρος που χρησιμοποιείται προς τον σκοπό της στέγασης των αιτούντων κατά τη διάρκεια της εξέτασης αίτησης διεθνούς προστασίας που ασκείται στα σύνορα ή σε ζώνες διέλευσης, β) κέντρα φιλοξενίας, τα οποία μπορεί να λειτουργούν σε δημόσια ή ιδιωτικά κτίρια κατάλληλα διαμορφωμένα … και εξασφαλίζουν κατάλληλο βιοτικό επίπεδο, γ) ιδιωτικές κατοικίες, διαμερίσματα, ξενοδοχεία που μισθώνονται στο πλαίσιο στεγαστικών προγραμμάτων για αιτούντες …” (παρ. 1)], που τελούν υπό την ευθύνη ή εποπτεία της, καθώς και των Τοπικών Συντονιστικών Κέντρων Διαχείρισης Προσφυγικής Κρίσης (ΤΟΣΚΕΔΠ) του άρθρου 96 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21). β) για την ίδρυση, λειτουργία και εποπτεία Κέντρων και Δομών για την πραγματοποίηση των ως άνω διαδικασιών, γ) για την ίδρυση, λειτουργία και εποπτεία ανοικτών Δομών Προσωρινής Υποδοχής πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών, οι οποίοι έχουν αιτηθεί διεθνή προστασία, δ) για την ίδρυση, λειτουργία και εποπτεία ανοικτών Δομών Προσωρινής Φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών οι οποίοι είτε βρίσκονται σε διαδικασία επιστροφής, απέλασης ή επανεισδοχής, σύμφωνα με το άρθρο 22 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) ή σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου αυτού σε συνδυασμό με το άρθρο 30 του ν. 3907/2011 είτε τελούν υπό καθεστώς αναβολής απομάκρυνσης, σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν. 3907/2011 είτε υπάγονται στις διατάξεις των άρθρων 76 παρ. 5 ή 78 ή 78Α του ν. 3386/2005 (Α΄ 212)”. Περαιτέρω, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 8 του ανωτέρω νόμου “Η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης συγκροτείται από την Κεντρική Υπηρεσία και τις Περιφερειακές της Υπηρεσίες…” και, σύμφωνα με την παρ. 4 του αυτού άρθρου 8, “Οι Περιφερειακές Υπηρεσίες της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης είναι: α) τα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Υ.Τ.), β) οι Κινητές Μονάδες Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Μ.Υ.Τ.), γ) οι ανοικτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών, οι οποίοι έχουν αιτηθεί διεθνή προστασία, δ) οι ανοικτές Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που βρίσκονται σε διαδικασία επιστροφής σύμφωνα με το άρθρο 22 του ν. 3907/2011 ή σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου αυτού σε συνδυασμό με το άρθρο 30 του ν. 3907/2011, ή των οποίων η απομάκρυνση έχει αναβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν. 3907/2011 ή που υπάγονται στις διατάξεις των άρθρων 76 παρ. 5 ή 78 ή 78Α του ν. 3386/2005 εφόσον σε βάρος τους έχουν επιβληθεί περιοριστικοί όροι” (όπως η περ. δ τροποποιήθηκε αρχικώς με το άρθρο 116 παρ. 4 του ν. 4636/2019 και η ρύθμιση επαναλήφθηκε στο άρθρο 30 παρ. 2 του ν. 4686/2020, Α΄ 96/12.5.2020), “ε) οι κλειστές Δομές Προσωρινής Υποδοχής υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών, οι οποίοι έχουν αιτηθεί διεθνή προστασία και σε βάρος των οποίων εκδίδεται απόφαση κράτησης” (όπως η περ. ε της παρ. 4 του άρθρου 8 του ν. 4375/2016 προσετέθη με το άρθρο 116 παρ. 5 του ν. 4636/2019 και η ρύθμιση επαναλήφθηκε στο άρθρο 30 παρ. 4 του ν. 4686/2020, Α΄ 96/12.5.2020). Στο άρθρο 9 (“Διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης”) του ν. 4375/2016 ορίζεται ότι: “1. Σε διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης υποβάλλονται όλοι οι πολίτες τρίτων χωρών και οι ανιθαγενείς που εισέρχονται χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις στη χώρα. Οι διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης περιλαμβάνουν: α) την καταγραφή των προσωπικών στοιχείων τους και τη λήψη και καταχώριση των δακτυλικών αποτυπωμάτων όσων έχουν συμπληρώσει το 14ο έτος της ηλικίας τους, β) την εξακρίβωση της ταυτότητας και της ιθαγένειάς τους, γ) τον ιατρικό τους έλεγχο και την παροχή της τυχόν αναγκαίας περίθαλψης και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, δ) την ενημέρωσή τους για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, ιδίως για τη διαδικασία υπαγωγής σε καθεστώς διεθνούς προστασίας και για τη διαδικασία υπαγωγής σε πρόγραμμα εθελούσιας επιστροφής, ε) τη μέριμνα για όσους ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, ώστε να υπαχθούν στην κατά περίπτωση προβλεπόμενη διαδικασία και να τους παρασχεθεί εξειδικευμένη φροντίδα και προστασία, στ) την παραπομπή για την εκκίνηση της διαδικασίας υπαγωγής σε καθεστώς διεθνούς προστασίας για όσους επιθυμούν να υποβάλλουν σχετική αίτηση, ζ) την παραπομπή στις αρμόδιες υπηρεσίες για την υπαγωγή σε διαδικασίες επανεισδοχής ή επιστροφής ή απέλασης για όσους δεν υποβάλλουν ή για αυτούς των οποίων η αίτηση διεθνούς προστασίας απορρίπτεται κατά τη διάρκεια παραμονής τους στο Κ.Υ.Τ., η) [η οποία προστέθηκε με το άρθρο 18 παρ. 3 του ν. 4587/2018, Α΄ 218] την περαιτέρω παραπομπή και μετακίνησή τους σε κατάλληλες δομές για την προσωρινή υποδοχή ή φιλοξενία τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και του άρθρου 18 του ν. 4540/2018 (Α΄ 91) που τελούν υπό την ευθύνη ή εποπτεία της, καθώς και των Τοπικών Συντονιστικών Κέντρων Διαχείρισης Προσφυγικής Κρίσης (ΤΟΣΚΕΔΠ) του άρθρου 96 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21). 2. Στις διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης υπάγονται και οι πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς οι οποίοι διαμένουν χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις στην Ελλάδα και δεν αποδεικνύουν την ιθαγένεια και την ταυτότητά τους με έγγραφο δημόσιας αρχής”. Με το άρθρο 10 του αυτού ν. 4375/2016 ορίσθηκε ότι “[μ]ε κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ιδρύονται Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης σε συνοριακές περιοχές της Ελλάδας, στις οποίες αυτό κρίνεται αναγκαίο, λαμβανομένου υπόψη του αριθμού των εισερχομένων χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις” (παρ. 1), ότι με όμοια απόφαση επιτρέπεται η ίδρυση τέτοιων Κέντρων “και σε περιοχές της ενδοχώρας, για τις ανάγκες των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης” (παρ. 2), ότι “[μ]ε κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ιδρύονται ανοικτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής Αιτούντων Διεθνή Προστασία” (παρ. 4), ότι “[μ]ε κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ιδρύονται ανοικτές Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών οι οποίοι εισέρχονται ή διαμένουν στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις, οι οποίοι: α) βρίσκονται σε διαδικασία επιστροφής σύμφωνα με το άρθρο 22 του ν. 3907/2011 ή σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου αυτού σε συνδυασμό με το άρθρο 30 του ν. 3907/2011 ή β) τελούν υπό καθεστώς αναβολής απομάκρυνσης, σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν. 3907/2011 ή γ) υπάγονται στις διατάξεις των άρθρων 76 παρ. 5 ή 78 ή 78Α του ν. 3386/2005 εφόσον σε βάρος τους έχουν επιβληθεί περιοριστικοί όροι” (παρ. 5, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 116 παρ. 7 του ν. 4636/2019, Α΄ 169), και ότι “Στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, στις ανοικτές και κλειστές Δομές Προσωρινής Υποδοχής και στις ανοικτές Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας ιδρύονται διακριτοί χώροι με τις κατάλληλες προδιαγραφές για την παραμονή υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες της παραγράφου 8 του άρθρου 14 του ν. 4375/2016” (παρ. 7, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 116 παρ. 8 του προμνησθέντος ν. 4636/2019). Εξάλλου, το άρθρο 14 του ν. 4375/2016 περιέχει ρυθμίσεις για το καθεστώς παραμονής στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Μεταξύ άλλων, ορίζεται ότι οι πολίτες τρίτων χωρών και οι ανιθαγενείς που εισέρχονται στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις οδηγούνται άμεσα σε Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης [παρ. 1], ότι καθ’ όλη τη διάρκεια των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης λαμβάνεται μέριμνα ώστε οι ανωτέρω, μεταξύ άλλων, να έχουν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, να διατηρούν την οικογενειακή τους ενότητα, να έχουν πρόσβαση σε επείγουσα υγειονομική περίθαλψη και σε κάθε απαραίτητη θεραπευτική αγωγή και ψυχοκοινωνική στήριξη, εφόσον ανήκουν δε σε ευάλωτες ομάδες, να τυγχάνουν της κατάλληλης μεταχείρισης [παρ. 5], ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν όσους έχουν υποβάλει αίτηση υπαγωγής σε καθεστώς διεθνούς προστασίας [παρ. 7], καθώς και τις ευάλωτες ομάδες [: ασυνόδευτοι ανήλικοι, άτομα με αναπηρία ή ανίατη / σοβαρή ασθένεια, υπερήλικες, γυναίκες σε κύηση ή λοχεία, μονογονεϊκές οικογένειες με ανήλικα τέκνα, θύματα βασανιστηρίων, βιασμού ή άλλης σοβαρής μορφής ψυχολογικής, σωματικής, σεξουαλικής βίας ή εκμετάλλευσης, πρόσωπα με σύνδρομο μετατραυματικής διαταραχής, ιδίως επιζήσαντες και συγγενείς θυμάτων ναυαγίων, θύματα εμπορίας ανθρώπων]· ορίζεται, ειδικότερα, ότι “Τα πρόσωπα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες μπορεί να παραμένουν στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης σε ιδιαίτερους χώρους, μέχρι την ολοκλήρωση των διαδικασιών του άρθρου 9 … Οι υπηρεσίες Υποδοχής και Ταυτοποίησης λαμβάνουν ιδιαίτερη μέριμνα για την κάλυψη των ιδιαίτερων αναγκών και την παραπομπή οικογενειών με παιδιά κάτω των 14 ετών και ιδίως νηπιακής και βρεφικής ηλικίας” [παρ. 8] και ότι “Με την ολοκλήρωση των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης, οι πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς, οι οποίοι δεν εμπίπτουν στις διατάξεις περί χορήγησης διεθνούς προστασίας ή άλλης μορφής προστασίας, και οι οποίοι δεν έχουν τίτλο νόμιμης διαμονής στην Ελλάδα, με απόφαση του Διοικητή του Κέντρου παραπέμπονται στην αρμόδια αστυνομική αρχή για την υπαγωγή τους σε διαδικασίες απέλασης, επιστροφής ή επανεισδοχής, κατά τις κείμενες διατάξεις” [παρ. 10 του άρθρου 14]. Τέλος, στο άρθρο 16 του αυτού ν. 4375/2016 ορίζονται τα εξής: “1. Την ευθύνη της φύλαξης των εγκαταστάσεων των Περιφερειακών Υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης έχει η Ελληνική Αστυνομία … 2. Εάν δεν υπάρχουν οι κατάλληλες εγκαταστάσεις για τη διεξαγωγή των κατά περίπτωση προβλεπόμενων διαδικασιών ή οι υφιστάμενες δεν επαρκούν, επιτρέπεται η κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων χρήση άλλων δημόσιων εγκαταστάσεων, μετά από κατάλληλη διαρρύθμιση, καθώς και η μίσθωση ακινήτων με κατάλληλη υποδομή ή, σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, η μίσθωση τουριστικών εγκαταστάσεων. Η χρήση των εγκαταστάσεων αυτών γίνεται με απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης. 3. [όπως η παρ. 3 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 96 του ν. 4485/2017 (Α΄ 114), που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 50 παρ. 2 του ν. 4495/2017 (Α΄ 167)] Σε εξαιρετικές περιπτώσεις επείγουσας και επιτακτικής ανάγκης και για λόγους εθνικού συμφέροντος, για τις ανάγκες εγκατάστασης των δομών του άρθρου 10 σε ακίνητα του Δημοσίου, ν.π.δ.δ. ή ΟΤΑ, σε κοινόχρηστους χώρους, χερσαίες ζώνες λιμένων ή σε ιδιωτικά ακίνητα, επιτρέπεται η αλλαγή χρήσης των ήδη υφιστάμενων σε αυτά κτιρίων, καθώς και η εκτέλεση των αναγκαίων μετασκευών, η τοποθέτηση ή ανέγερση προκατασκευασμένων κτιρίων, εγκαταστάσεων και υποδομών, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής πολεοδομικής ή άλλης διάταξης. Η παρέκκλιση ισχύει όσο διαρκεί η ως άνω νέα χρήση. Οι εγκαταστάσεις έχουν προσωρινό χαρακτήρα, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για άλλο σκοπό και απομακρύνονται, όταν εκλείψει η ανάγκη εγκατάστασης, κατόπιν απόφασης του Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής. Ειδικά για την εγκατάσταση των παραπάνω προσωρινών εγκαταστάσεων σε εκτός σχεδίου περιοχές απαιτείται το ελάχιστο εμβαδόν γηπέδου να είναι 4.000 τετραγωνικά μέτρα και να διασφαλίζεται η ύπαρξη υπαίθριων χώρων και δικτύου εσωτερικών μετακινήσεων οχημάτων και πεζών με επιφάνεια τουλάχιστον 20% της συνολικής έκτασης του γηπέδου. Για την αλλαγή χρήσης και τις κατασκευές δεν απαιτείται έκδοση έγκρισης ή άδειας δόμησης ή εργασιών μικρής κλίμακας. Η περιβαλλοντική αδειοδότηση, όπου απαιτείται, γίνεται σύμφωνα με τον ν. 4014/2011. Η άδεια χωροθέτησης και κατασκευής χορηγείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Μεταναστευτικής Πολιτικής, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Εσωτερικών, η οποία μπορεί να εξειδικεύει τους όρους και τις λεπτομέρειες για την εφαρμογή των ως άνω ρυθμίσεων και να αφορά ήδη υφιστάμενες δομές και εκτελεσθείσες εργασίες. Για την έκδοση της ως άνω απόφασης, η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης υποβάλλει προς το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής αίτηση που περιλαμβάνει: α) τοπογραφικό διάγραμμα της έκτασης, β) γενικό σχέδιο διάταξης των εγκαταστάσεων και γ) τεχνική έκθεση. Το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής τηρεί το φάκελο στο αρχείο του και τον ενημερώνει με κάθε άλλη ειδική μελέτη ή στοιχείο που απαιτείται ανά περίπτωση, προς διασφάλιση της τήρησης των κανόνων ασφαλείας, πυροπροστασίας και υγιεινής, σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης. 4. Για τις ανάγκες εγκατάστασης των υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται στρατόπεδα που παραχωρούνται κατά χρήση από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και τους εποπτευόμενους φορείς του στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, με αντάλλαγμα (μίσθωμα), στο πλαίσιο συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων, ή άνευ ανταλλάγματος και κατά παρέκκλιση των διατάξεων πολεοδομικού σχεδιασμού κάθε επιπέδου. Για τυχόν επισκευές, βελτιώσεις και αναγκαίες πρόσθετες εγκαταστάσεις σε αυτά, εφαρμόζονται αναλογικά από το Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης οι διατάξεις που διέπουν την εκτέλεση στρατιωτικών έργων και εγκαταστάσεων εντός στρατοπέδων … Ακίνητα του Δημοσίου μπορεί επίσης να παραχωρούνται, κατά χρήση δωρεάν, από την Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, για την αντιμετώπιση των στεγαστικών αναγκών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης. 5. …”. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας που αποτέλεσε στη συνέχεια το προαναφερθέν άρθρο 96 του ν. 4485/2017: “τροποποιείται η παρ. 3 του άρθρου 16 του ν. 4375/2016 και καθορίζεται επακριβώς η διαδικασία περιβαλλοντικής και πολεοδομικής αδειοδότησης των [ΚΥΤ κλπ]. Οι διατάξεις εξασφαλίζουν τη δυνατότητα αποτελεσματικής αντιμετώπισης των αναγκών προσωρινής φιλοξενίας των προσφύγων και μεταναστών που βρίσκονται στη χώρα ενώ δίνουν ταυτόχρονα έμφαση στην περιβαλλοντική προστασία. Έτσι, διασφαλίζεται η συνταγματική αρχή της προστασίας της αξίας του ανθρώπου αλλά και η επίσης συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος … επιδιώκεται η σαφήνεια και η απλούστευση των αναγκαίων διοικητικών διαδικασιών. Επιπρόσθετα, εισάγεται η δυνατότητα παρέκκλισης από πολεοδομικές ή άλλες διατάξεις για τις ανάγκες εγκατάστασης κάθε είδους δομής ταυτοποίησης, υποδοχής ή φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών, αυστηρά και μόνον υπό την προϋπόθεση συνδρομής εξαιρετικών περιπτώσεων, επείγουσας και επιτακτικής ανάγκης και λόγων εθνικού συμφέροντος και υπό την αίρεση του συγκεκριμένου και αποκλειστικού σκοπού και του προσωρινού χαρακτήρα αυτών. Επισημαίνεται ότι, καθώς οι εγκαταστάσεις αυτές έχουν αποκλειστικά προσωρινό χαρακτήρα, θεσμοθετείται διαδικασία απομάκρυνσής τους, κατ’ αναλογία με παλαιότερες ρυθμίσεις, όπως στην περίπτωση των Ολυμπιακών Εγκαταστάσεων ή κατασκευών σε κοινόχρηστους χώρους. Η παρέκκλιση που εισάγεται δεν αφορά την περιβαλλοντική νομοθεσία, καθώς προβλέπεται ρητά ότι ακολουθούνται οι διατάξεις του ν. 4014/2011 … Ακόμη και για τις εγκαταστάσεις δομών που εγκαθίστανται σε περιοχές όπου ισχύουν οι περιορισμοί της εκτός σχεδίου δόμησης, με τις νέες διατάξεις επιβάλλονται ειδικοί περιορισμοί, όπως η απαγόρευση εγκατάστασης σε γήπεδο μικρότερο των 4.000 τ.μ. και η υποχρέωση εξασφάλισης επαρκών υπαίθριων χώρων και δικτύων. Ειδικά για την Κοινή Υπουργική Απόφαση, για την έκδοση της οποίας εξουσιοδοτούνται οι Υπουργοί, και η οποία επέχει θέση αδείας σημειώνεται ότι επιβάλλεται η έκδοσή της για κάθε περίπτωση εγκατάστασης δομής για την οποία προβλέπεται κατασκευή ή αλλαγή χρήσης. Με την εξουσιοδοτική διάταξη καθορίζεται το πλαίσιο και οι διαδικασίες που διέπουν την έκδοσή της ενώ προβλέπεται η δημιουργία σχετικού φακέλου, ο οποίος τηρείται στο αρχείο του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής. Με τον τρόπο αυτό τίθενται οι προϋποθέσεις ανάπτυξης της απαραίτητης θεσμικής μνήμης και επιτυγχάνεται η ανά πάσα στιγμή αποτύπωση της πραγματικής κατάστασης των κάθε είδους δομών, προκειμένου να διευκολυνθεί η χάραξη στρατηγικής, η λήψη και η εκτέλεση αποφάσεων και η συγκέντρωση δεδομένων. Επίσης, με την ίδια κοινή Υπουργική Απόφαση καθορίζονται τα στοιχεία που απαιτείται να υποβληθούν και παρέχεται η δυνατότητα, εφόσον κάτι τέτοιο κριθεί αναγκαίο, προσκόμισης επιπλέον στοιχείων ή μελετών που πρέπει να εκπονηθούν, προς διασφάλιση της τήρησης των κανόνων ασφαλείας, πυροπροστασίας και υγιεινής σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης …”.
8. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η πρώτη προσβαλλόμενη πράξη [ΚΥΑ 2945/23.3.2020, Β΄ 1016], περί σύστασης δομής στο Στρατόπεδο Γερακίνη Μαλακάσας, εκδόθηκε από αναρμόδιο όργανο, δεδομένου ότι κατά την έκδοσή της δεν συνέπραξε ο Υπουργός Εσωτερικών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 10 παρ. 4 του ν. 4375/2016, αλλά ο Υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου. Υποστηρίζεται, συναφώς, ότι δεν υπάρχει διάταξη αναθέτουσα την αρμοδιότητα αυτή στον Υπουργό Μετανάστευσης και Ασύλου και ότι δεν θεσπίζει τέτοια μεταφορά αρμοδιότητας ούτε μεταβάλλει τη ρύθμιση του νόμου το π.δ. 4/2020 [“Σύσταση Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, καθορισμός των αρμοδιοτήτων του και ανακατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ Υπουργείων” (Α΄ 4)].
9. Επειδή, όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως (βλ. σκέψη 7), με το άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 4375/2016 (Α΄ 51) ιδρύθηκε στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης αυτοτελής Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΥΠ.Υ.Τ.), η οποία υπήχθη στη Γενική Γραμματεία Υποδοχής του εν λόγω Υπουργείου, συσταθείσα με το άρθρο 26 του ίδιου ν. 4375/2016. Σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του άρθρου 8 του ν. 4375/2016, ως ίσχυε αρχικώς, η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης αποτελείται από την Κεντρική και τις Περιφερειακές Υπηρεσίες (παρ. 3) και μεταξύ των τελευταίων περιλαμβάνονται οι ανοικτές δομές προσωρινής υποδοχής πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που έχουν αιτηθεί διεθνούς προστασίας (παρ. 4 περ. γ) και οι ανοιχτές δομές φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που τελούν υπό καθεστώς που περιγράφεται στην παρ. 4 περ. δ) του αυτού άρθρου 8 του εν λόγω νόμου. Στο δε άρθρο 10 [παρ. 4 και 5] του ίδιου νόμου 4375/2016 ορίσθηκε ότι με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ιδρύονται “ανοικτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής αιτούντων Διεθνή Προστασία” (παρ. 4) και “ανοιχτές δομές Προσωρινής Φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών οι οποίοι εισέρχονται ή διαμένουν στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις”, οι οποίοι βρίσκονται σε διαδικασία που περιγράφεται στην παρ. 5 του άρθρου 10. Με το άρθρο 3 του π.δ. 123/2016 (Α΄ 208) συνεστήθη Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, στο οποίο προβλέφθηκε ότι μεταφέρεται, πλην άλλων, ως σύνολο αρμοδιοτήτων, η Γενική Γραμματεία Υποδοχής του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης του άρθρου 26 του ν. 4375/2016 (παρ. 1β), ορίσθηκε δε ότι “όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ο Υπουργός Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης … αρμόδιος για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής, νοείται εφεξής ο Υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής” (παρ. 3). Επιπλέον, σύμφωνα με τον Οργανισμό του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής (π.δ. 122/2017, Α΄ 149), “Η Γενική (Τομεακή) Γραμματεία Υποδοχής συγκροτείται από: Την υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης και συντονίζει την δράση της με τις διοικητικές δράσεις των Υπηρεσιών Ασύλου, της Αρχής Προσφυγών και των λοιπών κατά περίπτωση συναρμοδίων υπηρεσιών του Υπουργείου” (άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ΄) και “Στο Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής λειτουργεί σε επίπεδο Διεύθυνσης η «Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης», όπως έχει συσταθεί με το άρθρο 8 του ν. 4375/2016 (Α΄ 51), η οποία υπάγεται στον Γενικό/Τομεακό Γραμματέα Υποδοχής” (άρ. 25). Ακολούθως, με το άρθρο 2 του π.δ 81/2019 (Α΄ 119) το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής συγχωνεύθηκε με το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη (παρ. 1) και προβλέφθηκε ότι οι υφιστάμενες Γενικές Γραμματείες των συγχωνευόμενων Υπουργείων αποτελούν αντίστοιχες Γραμματείες του νέου Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη (παρ. 3), ότι σε αυτό περιέρχονται οι αρμοδιότητες των συγχωνευόμενων Υπουργείων και των υπαγόμενων σε αυτά υπηρεσιακών μονάδων (παρ. 4) και ότι “όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρονται ο Υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής … σε θέματα των μεταφερομένων στο νέο Υπουργείο υπηρεσιών, φορέων, νομικών προσώπων και αρμοδιοτήτων της προηγούμενης παραγράφου νοείται εφεξής ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη” (παρ. 6). Εξάλλου, στο άρθρο 4 παρ. 1 περ. στ΄ του π.δ. 84/2019 “Σύσταση και κατάργηση Γενικών Γραμματειών και Ειδικών Γραμματειών/ Ενιαίων Διοικητικών Τομέων Υπουργείων” (Α΄ 123) ορίσθηκε ότι στο νέο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη συνιστάται Γενική Γραμματεία Μεταναστευτικής Πολιτικής, Υποδοχής και Ασύλου, στην οποία μεταφέρεται, ως σύνολο αρμοδιοτήτων, η “Γενική Γραμματεία Υποδοχής του πρώην Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής που συστάθηκε με το άρθρο 26 του ν. 4375/2016”. Στη συνέχεια, με το άρθρο 111 παρ. 4 του ν. 4622/2019 (Α΄ 133) συνεστήθη στη Γενική Γραμματεία Μεταναστευτικής Πολιτικής, Υποδοχής και Ασύλου, Ειδική Γραμματεία Υποδοχής, όπου υπάγονται οι υπηρεσίες της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης του άρθρου 8 του ν. 4375/2016, ενώ με το άρθρο 119 παρ. 7 του ίδιου νόμου καταργήθηκε το άρθρο 26 του ν. 4375/2016 (με το οποίο είχε, κατά τα ανωτέρω, συσταθεί η Γενική Γραμματεία Υποδοχής στο – τότε – Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης). Τέλος, με το π.δ. 4/2020 [“Σύσταση Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, καθορισμός των αρμοδιοτήτων του και ανακατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ Υπουργείων” (Α΄ 4/15.1.2020)] συνεστήθη Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, το οποίο συγκροτούν, μεταφερόμενες σε αυτό ως σύνολο αρμοδιοτήτων, οι εξής “υπηρεσίες του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη: α) η Γενική Γραμματεία Μεταναστευτικής Πολιτικής, Υποδοχής και Ασύλου που συνεστήθη με το άρθρο 4 του π.δ. 84/2019 και β) η Ειδική Γραμματεία Υποδοχής που υπάγεται στην ως άνω Γενική Γραμματεία και συνεστήθη δυνάμει της παρ. 4 του άρθρου 111 του ν. 4622/2019”, προβλέφθηκε δε ότι “όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη σε θέματα των μεταφερόμενων υπηρεσιών, φορέων, νομικών προσώπων και αρμοδιοτήτων, νοείται εφεξής ο Υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου” (βλ. άρθρο 1 παρ. 1 και 2 του εν λόγω π.δ.).
10. Επειδή, όπως συνάγεται από τις προαναφερθείσες διατάξεις, οι αρμοδιότητες που ανήκαν στον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, ως συναρμόδιο για την ίδρυση δομών προσωρινής υποδοχής ή φιλοξενίας αλλοδαπών που αιτούνται διεθνούς προστασίας ή τελούν υπό καθεστώς που μνημονεύεται στο νόμο (άρ. 10 παρ. 4 και 5 του ν. 4375/2016) μεταφέρθηκαν διαδοχικώς: α/ με τα π.δ. 123/2016 και 122/2017 στον Υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής, β/ με τα π.δ. 81/2019 (άρθρο 2) και 84/2019 (άρθρο 4) στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη και γ/ με το π.δ. 4/2020 (άρθρο 1) στον Υπουργό Μετανάστευσης και Ασύλου. Ως εκ τούτου, συναρμόδιος για τη σύσταση της επίδικης νέας δομής Μαλακάσας, ως περιφερειακής υπηρεσίας του Υπουργείου, ήταν, κατά τον κρίσιμο χρόνο δημοσίευσης της σχετικής κανονιστικής απόφασης, ο Υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου και ο περί του αντιθέτου λόγος πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
11. Επειδή, με άλλο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η αδειοδότηση της κατασκευής δομής προσφύγων δεν υπάγεται στη Γενική Γραμματεία Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος, η άσκηση των αρμοδιοτήτων της οποίας ανετέθη στον Υφυπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας με την κοινή απόφαση ΥΠΕΝ/ΥΠΡΓ/67414/8290/23.07.2019 του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β΄ 3107), και ότι, επομένως, η τρίτη προσβαλλόμενη πράξη [ΚΥΑ 4714/22.5.2020], με την οποία χορηγήθηκε άδεια χωροθέτησης και κατασκευής της επίμαχης δομής Μαλακάσας, είναι ακυρωτέα διότι κατά την έκδοσή της συνέπραξε αναρμοδίως ο ως άνω Υφυπουργός, αντί του Υπουργού.
12. Επειδή, δυνάμει του άρθρου 39 παρ. 3 περ. δ) υποπερ. (ββ) του π.δ. 132/2017 “Οργανισμός του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Υ.Π.ΕΝ.)” (Α΄ 160), μεταξύ των αρμοδιοτήτων του Τμήματος Αδειοδοτήσεων της Διεύθυνσης Αρχιτεκτονικής, Οικοδομικών Κανονισμών και Αδειοδοτήσεων, η οποία υπάγεται, μέσω της Γενικής Διεύθυνσης Πολεοδομίας, στη Γενική Γραμματεία Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος του εν λόγω Υπουργείου, περιλαμβάνονται “η έκδοση και προώθηση διοικητικών πράξεων για την εκτέλεση οικοδομικών εργασιών ειδικών κατηγοριών έργων”. Περαιτέρω, βάσει του άρθρου 16 παρ. 3 του ν. 4375/2016, με την απόφαση χωροθέτησης και κατασκευής των δομών επιτρέπεται, κατά παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική πολεοδομική ή άλλη διάταξη, η αλλαγή χρήσης υφιστάμενων κτηρίων και η εκτέλεση αναγκαίων μετασκευών, η τοποθέτηση προκατασκευασμένων οικίσκων, εγκαταστάσεων και υποδομών, καθώς και η εκτέλεση των αναγκαίων υποστηρικτικών εργασιών, για τις οποίες δεν απαιτείται, κατά ρητή πρόβλεψη του νόμου, η έκδοση έγκρισης ή άδειας δόμησης ή εργασιών μικρής κλίμακας, ενώ, με την παρ. 4 του ιδίου άρθρου ορίζεται ότι, για τις ανάγκες εγκατάστασης των υπηρεσιών υποδοχής και ταυτοποίησης, επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται στρατόπεδα που παραχωρούνται κατά χρήση από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και τους εποπτευόμενους από αυτό φορείς, “κατά παρέκκλιση των διατάξεων πολεοδομικού σχεδιασμού κάθε επιπέδου” (βλ. αναλυτικότερα, σκέψη 7). Ως εκ τούτου, οι δομές του ν. 4375/2016 αποτελούν έργα ειδικής κατηγορίας και σκοπού και, καθ΄ όσον αφορά τις προαναφερθείσες διατάξεις περί κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ των υπηρεσιών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η απόφαση χωροθέτησης και κατασκευής τους εξομοιώνεται προς χορήγηση άδειας επέμβασης στον καθοριζόμενο χώρο και εκτέλεσης συγκεκριμένων εργασιών, βάσει τεχνικής έκθεσης και σχεδιαγραμμάτων που υποβάλλονται κατά νόμον. Επομένως, η πράξη αυτή εμπίπτει στις προεκτεθείσες αρμοδιότητες οργανικής μονάδας που υπάγεται στη Γενική Γραμματεία Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος και, ενόψει τούτου, αρμοδίως η δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη εξεδόθη (και) από τον Υφυπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, στον οποίον έχουν ανατεθεί οι αρμοδιότητες της εν λόγω Γενικής Γραμματείας, βάσει της προαναφερθείσης κοινής απόφασης ΥΠΕΝ/ΥΠΡΓ/67414/8290/23.7.2019 του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β΄ 3107). Κατόπιν αυτών ο προεκτεθείς λόγος πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
13. Επειδή, στο άρθρο 24 του Συντάγματος ορίζονται τα εξής: “1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων. Η σύνταξη δασολογίου συνιστά υποχρέωση του Κράτους. Απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού των δασών και των δασικών εκτάσεων, εκτός αν προέχει για την Εθνική Οικονομία η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη τους χρήση, που την επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον. 2. …”. Όπως έχει κριθεί (ΣτΕ Ολομ. 175/2021 κ.ά.), με τις διατάξεις του Συντάγματος, το φυσικό περιβάλλον έχει αναχθεί σε αυτοτελώς προστατευόμενο αγαθό. Τα αρμόδια όργανα του Κράτους οφείλουν να προβαίνουν σε θετικές ενέργειες για την αποτελεσματική διαφύλαξη του αγαθού αυτού και, ειδικότερα, να λαμβάνουν τα απαιτούμενα νομοθετικά και διοικητικά, προληπτικά και κατασταλτικά, μέτρα, παρεμβαίνοντας στον αναγκαίο βαθμό στην οικονομική ή άλλη ατομική ή συλλογική δραστηριότητα. Κατά τη λήψη των ανωτέρω μέτρων, τα όργανα της νομοθετικής και εκτελεστικής λειτουργίας οφείλουν να σταθμίζουν και άλλους παράγοντες, αναγόμενους στο γενικότερο εθνικό και δημόσιο συμφέρον, η επιδίωξη, όμως, των σκοπών αυτών και η στάθμιση των προστατευόμενων αντίστοιχων εννόμων αγαθών πρέπει να συμπορεύεται προς την υποχρέωση της Πολιτείας να μεριμνά για την προστασία του περιβάλλοντος κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται βιώσιμη ανάπτυξη.
14. Επειδή, για την εκτίμηση των επιπτώσεων δημόσιων και ιδιωτικών έργων που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον εκδόθηκε η οδηγία 2011/92/ΕΕ (L 26/2012) [βλ. άρθρο 1 παρ. 1 της οδηγίας αυτής], η οποία ακολούθως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2014/52/ΕΕ (L 124). Στο άρθρο 1 παρ. 2 της οδηγίας ορίζεται ως έργο “η υλοποίηση κατασκευαστικών εργασιών ή άλλων εγκαταστάσεων ή τεχνικών κατασκευών” [περ. (α)], ως άδεια η “απόφαση της ή των αρμόδιων αρχών που δίνει το δικαίωμα στον κύριο του έργου να πραγματοποιήσει το έργο” [περ. (γ)] και ως εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων “η διαδικασία που συνίσταται: i) στην εκπόνηση μελέτης εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων εκ μέρους του κυρίου του έργου, κατά το άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 2· ii) στη διενέργεια διαβουλεύσεων, κατά το άρθρο 6 και, κατά περίπτωση, το άρθρο 7· iii) στην αξιολόγηση από την αρμόδια αρχή των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στη μελέτη εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και κάθε συμπληρωματική[ς] πληροφορία[ς] που παρέχεται, όπου απαιτείται, από τον κύριο του έργου, κατά το άρθρο 5 παράγραφος 3, καθώς και κάθε σχετική[ς] πληροφορία[ς] που λαμβάνεται μέσω διαβουλεύσεων κατά τα άρθρα 6 και 7· iv) στο αιτιολογημένο συμπέρασμα της αρμόδιας αρχής σχετικά με τις σημαντικές επιπτώσεις του έργου στο περιβάλλον, λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα της κατά το σημείο iii) αξιολόγησης και, όπου ενδείκνυται, τη δική της συμπληρωματική αξιολόγηση· και v) στην ενσωμάτωση του αιτιολογημένου συμπεράσματος της αρμόδιας αρχής σε οιαδήποτε από τις αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 8α”. Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 3 της αυτής οδηγίας, “Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν, κατά περίπτωση εάν αυτό προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, να μην εφαρμόζουν την παρούσα οδηγία για έργα ή τμήματα έργων, που εξυπηρετούν αποκλειστικά σκοπούς άμυνας ή έργα που εξυπηρετούν αποκλειστικά σκοπούς αντιμετώπισης έκτακτων περιστατικών πολιτικής προστασίας, εφόσον κρίνουν ότι η εφαρμογή της οδηγίας θα έχει δυσμενή επίπτωση στους σκοπούς αυτούς”. Περαιτέρω, στο άρθρο 2 της οδηγίας ορίζονται τα ακόλουθα: “1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλισθεί ότι πριν χορηγηθεί η άδεια, τα έργα τα οποία ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον λόγω, μεταξύ άλλων, της φύσεως, του μεγέθους ή τη θέσεώς τους, υπόκεινται σε υποχρέωση αδειοδότησης και εκτίμησης των επιπτώσεών τους. Αυτά τα έργα ορίζονται στο άρθρο 4. 2. Η εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων μπορεί να εντάσσεται από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο υφιστάμενων διαδικασιών αδειοδότησης για έργα … 4. Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7, τα κράτη μέλη δύνανται, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να εξαιρούν συγκεκριμένο έργο από τις διατάξεις που θεσπίζει η παρούσα οδηγία, εφόσον η εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων θα επηρέαζε αρνητικά τον σκοπό του έργου, υπό τον όρο ότι πληρούνται οι στόχοι της παρούσας οδηγίας. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη: α) εξετάζουν αν ενδείκνυται άλλη μορφή εκτίμησης. β) θέτουν στη διάθεση του ενδιαφερομένου κοινού τις πληροφορίες που έχουν αποκτηθεί στο πλαίσιο άλλων μορφών εκτίμησης … γ) ενημερώνουν την Επιτροπή, πριν από την παροχή της άδειας, για τους λόγους οι οποίοι δικαιολογούν την παρεχόμενη εξαίρεση και της δίνουν τις πληροφορίες τις οποίες, εφόσον απαιτείται, θέτουν στη διάθεση των δικών τους υπηκόων”. Κατά το άρθρο 3 παρ. 1, “Στην εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων εντοπίζονται, περιγράφονται και αξιολογούνται δεόντως, με βάση κάθε μεμονωμένη περίπτωση, οι άμεσες και έμμεσες σημαντικές επιπτώσεις ενός έργου: α) στον πληθυσμό και την ανθρώπινη υγεία· β) στη βιοποικιλότητα … γ) στο έδαφος, τα ύδατα, τον αέρα και το κλίμα· δ) στα υλικά αγαθά, την πολιτιστική κληρονομιά και το φυσικό τοπίο· ε) στην αλληλεπίδραση μεταξύ των [ανωτέρω] παραγόντων”. Στο δε άρθρο 4 ορίζεται ότι: “1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 2 παράγραφος 4, τα έργα που απαριθμούνται στο παράρτημα I υποβάλλονται σε εκτίμηση σύμφωνα με τα άρθρα 5 έως 10. 2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 2 παράγραφος 4, για τα έργα που απαριθμούνται στο παράρτημα II, τα κράτη μέλη αποφασίζουν κατά πόσο το έργο θα υποβληθεί σε εκτίμηση σύμφωνα με τα άρθρα 5 έως 10. Τα κράτη μέλη αποφασίζουν βάσει: α) κατά περίπτωση εξέτασης· ή β) κατωτάτων ορίων ή κριτηρίων που καθορίζει το κράτος μέλος. Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόσουν και τις δύο διαδικασίες που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β). 3. Όταν διενεργείται κατά περίπτωση εξέταση ή καθορίζονται κατώτατα όρια ή κριτήρια για τους σκοπούς της παραγράφου 2, λαμβάνονται υπόψη τα σχετικά κριτήρια επιλογής που ορίζονται στο παράρτημα III. Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν κατώτατα όρια ή κριτήρια που καθορίζουν πότε τα έργα δεν οφείλουν να υπόκεινται στην απόφαση με βάση τις παραγράφους 4 και 5 ή σε εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, και/ή κατώτατα όρια ή κριτήρια που καθορίζουν πότε τα έργα πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να υπόκεινται σε εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων χωρίς να υπόκεινται στην απόφαση που ορίζεται στις παραγράφους 4 και 5. 4. Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη αποφασίσουν να απαιτήσουν απόφαση για έργα αναφερόμενα στο παράρτημα II, ο κύριος του έργου παρέχει πληροφορίες για τα χαρακτηριστικά του έργου και τον δυνητικό σημαντικό αντίκτυπό του στο περιβάλλον. Λεπτομερής κατάλογος των πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται καθορίζεται στο παράρτημα IIA. Ο κύριος του έργου λαμβάνει υπόψη, κατά περίπτωση, τα διαθέσιμα αποτελέσματα άλλων σχετικών εκτιμήσεων των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που διενεργήθηκαν με βάση ενωσιακό νομοθέτημα πλην της παρούσης οδηγίας. Ο κύριος του έργου δύναται επίσης να παράσχει περιγραφή τυχόν χαρακτηριστικών του έργου και/ή μέτρων που προβλέπονται για να αποτραπούν ή να προληφθούν επιπτώσεις που σε άλλη περίπτωση θα ήταν σημαντικές και δυσμενείς για το περιβάλλον. 5. Η αρμόδια αρχή λαμβάνει την απόφασή της με βάση τις πληροφορίες που παρείχε ο κύριος του έργου κατά την παράγραφο 4, συνεκτιμώντας τα τυχόν αποτελέσματα προκαταρκτικών ελέγχων ή εκτιμήσεων των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που διενεργήθηκαν σύμφωνα με ενωσιακό νομοθέτημα πλην της παρούσης οδηγίας. Η απόφαση διατίθεται στο κοινό και: α) εφόσον αποφασιστεί ότι απαιτείται εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, παραθέτει τους βασικούς λόγους για τους οποίους απαιτείται τέτοιου είδους εκτίμηση, με αναφορά στα σχετικά κριτήρια που καταγράφονται στο παράρτημα III· ή β) εφόσον αποφασιστεί ότι δεν απαιτείται εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, παραθέτει τους βασικούς λόγους για τους οποίους δεν απαιτείται τέτοιου είδους εκτίμηση, με αναφορά στα σχετικά κριτήρια που καταγράφονται στο παράρτημα III και, εφόσον προτείνεται από τον κύριο του έργου, παραθέτει τα χαρακτηριστικά του έργου και/ή τα μέτρα που προβλέπονται για να αποτραπ[ούν] ή να προληφθ[ούν] επιπτώσεις που σε άλλη περίπτωση θα ήταν σημαντικές και δυσμενείς στο περιβάλλον”. Τα επόμενα άρθρα 5-10 περιέχουν ρυθμίσεις για την εκτίμηση στην οποία υποβάλλονται τα έργα του Παραρτήματος Ι [περιεχόμενο της μελέτης εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, γνωμοδότηση των αρχών τις οποίες ενδέχεται να αφορά το έργο και ενημέρωση του ενδιαφερομένου κοινού για να διασφαλισθεί η αποτελεσματική συμμετοχή του στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, ειδικές ρυθμίσεις για τις περιπτώσεις όπου ένα έργο ενδέχεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον άλλου κράτους μέλους, δέουσα λήψη υπόψη των αποτελεσμάτων των διαβουλεύσεων και των πληροφοριών που συλλέγονται, κατά τη διαδικασία αδειοδότησης, ελάχιστο περιεχόμενο της χορηγούμενης άδειας, ενημέρωση του κοινού και των αρχών για την χορηγηθείσα άδεια, θέματα σχετικά με το εμπορικό και βιομηχανικό απόρρητο]. Εξάλλου, στο Παράρτημα Ι της οδηγίας μνημονεύονται τα έργα που υποβάλλονται οπωσδήποτε σε εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, σύμφωνα με τα άρθρα 5 – 10, διότι, κατά την αξιολόγηση του κοινοτικού νομοθέτη, αυτά έχουν, ως εκ της φύσεώς τους, επιπτώσεις στο περιβάλλον, ενώ στο Παράρτημα ΙΙ αναφέρονται τα έργα που υποβάλλονται στην ανωτέρω εκτίμηση μόνον εφόσον τα κράτη μέλη κρίνουν ότι το απαιτούν τα χαρακτηριστικά τους, όπως η φύση, το μέγεθος ή η θέση τους, διότι, κατά την αξιολόγηση του κοινοτικού νομοθέτη, δεν έχουν, άνευ ετέρου, τέτοιες επιπτώσεις. Ειδικότερα, για τα έργα που εμπίπτουν στο Παράρτημα ΙΙ, στα οποία περιλαμβάνονται τα “έργα αστικής ανάπτυξης, …” (βλ. περ. β της Ομάδας Έργων υπ’ αριθμ. 10, “Έργα Υποδομής”), τα κράτη μέλη μπορούν, κατά το προαναφερθέν άρθρο 4 της οδηγίας, να αποφασίζουν αν θα τα υποβάλουν σε εκτίμηση των επιπτώσεών τους, είτε κατά περίπτωση είτε με τον καθορισμό κατωτάτων ορίων ή κριτηρίων ή και με συνδυασμό των δύο αυτών τρόπων επιλογής, βάσει των κριτηρίων που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας και ανάγονται στα χαρακτηριστικά του έργου (όπως είναι το μέγεθος και ο σχεδιασμός του όλου έργου, η συσσώρευση με άλλα έργα, η χρήση φυσικών πόρων, η παραγωγή αποβλήτων, η ρύπανση και οι οχλήσεις, ο κίνδυνος σοβαρών ατυχημάτων ή ο κίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία), στη χωροθέτησή του (όπως είναι η περιβαλλοντική ευαισθησία των περιοχών που ενδέχεται να θιγούν από το έργο, οι εγκεκριμένες χρήσεις γης, ο πλούτος, η διαθεσιμότητα, ποιότητα και αναγεννητική ικανότητα των φυσικών πόρων, η ικανότητα απορρόφησης, με έμφαση σε περιοχές υγροτόπων, παρακτίων περιοχών και θαλασσίου περιβάλλοντος, ορεινές και δασικές, προστατευόμενες, διατηρητέες ή περιοχές Natura 2000 κ.λπ., πυκνοκατοικημένες περιοχές, τοποθεσίες ιστορικής, πολιτιστικής ή αρχαιολογικής σημασίας) και στον τύπο και τα χαρακτηριστικά των ενδεχομένων επιπτώσεων (έκταση, ένταση και πολυπλοκότητα, πιθανότητα των επιπτώσεων, αναμενόμενη χρονική διάρκεια και αναστρεψιμότητα αυτών). Στο δε Παράρτημα II.A της οδηγίας, υπό τον τίτλο “Πληροφορίες που μνημονεύονται στο άρθρο 4 παράγραφος 4 …”, αναφέρονται τα ακόλουθα: “1. Περιγραφή του έργου όπου περιλαμβάνεται ειδικότερα: α) περιγραφή των φυσικών χαρακτηριστικών του όλου έργου και, εφόσον χρειάζεται, των εργασιών κατεδάφισής του· β) περιγραφή της χωροθέτησης του έργου, με ιδιαίτερη έμφαση στην περιβαλλοντική ευαισθησία των γεωγραφικών περιοχών που ενδέχεται να θιγούν. 2. Περιγραφή των περιβαλλοντικών πτυχών που ενδέχεται να θιγούν σοβαρά από το έργο. 3. Περιγραφή, στο μέτρο του δυνατού, πιθανών σημαντικών επιπτώσεων που το έργο ενδέχεται να προκαλέσει στο περιβάλλον από: α) τα αναμενόμενα κατάλοιπα και εκπομπές και την παραγωγή αποβλήτων, κατά περίπτωση· β) τη χρήση φυσικών πόρων, και ιδίως του εδάφους, της γης, των υδάτων και της βιοποικιλότητας. 4. Κατά τη συγκέντρωση των πληροφοριών κατά τα σημεία 1 έως 3, λαμβάνονται υπόψη, κατά περίπτωση, τα κριτήρια του παραρτήματος III”.
15. Επειδή, όπως έχει κριθεί, η ευχέρεια που διαθέτουν τα κράτη μέλη να αποφασίζουν αν τα έργα του Παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 2011/92/ΕΕ (ή της, αντιστοίχου περιεχομένου, προϊσχύσασας οδηγίας 85/337/ΕΟΚ “για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον”, L. 175) θα υποβληθούν σε διαδικασία εκτίμησης των επιπτώσεών τους δεν περιλαμβάνει την εκ προοιμίου εξαίρεση ενός συνόλου σχεδίων έργων ορισμένου είδους από την υποχρέωση περιβαλλοντικής εκτίμησης, εκτός εάν το σύνολο των εξαιρούμενων σχεδίων έργων μπορεί να θεωρηθεί, βάσει συνολικής εκτίμησης, ότι δεν είναι ικανό να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον (βλ. ΔΕK/ΔΕΕ αποφάσεις της 24.10.1996, υπόθεση C-72/95, Aannemersbedrijf Ρ. Κ. Kraaijeveld BV κ.λπ., σκ. 53/της 16.9.1999, υπόθεση C-435/97, World Wildlife Fund (WWF) κ.λπ., σκ. 37-38/της 16.7.2009, υπόθεση C-427/07, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας, σκ. 42/της 21.3.2013, υπόθεση C-244/12, Salzburger Flughafen GmbH, σκ. 30-31/της 28.2.2018, υπόθεση C-117/17, Comune di Castelbellino, σκ. 39, βλ. επίσης ΣτΕ Ολομ. 376/2014, σκ. 20). Περαιτέρω, το άρθρο 4 παρ. 2 και 3 της οδηγίας παρέχει μεν στα κράτη μέλη περιθώριο εκτιμήσεως για να προσδιορίσουν, βάσει των κριτηρίων που προβλέπει το παράρτημα III αυτής (βλ. ΔΕΕ αποφάσεις της 16.3.2006, Επιτροπή κατά Ισπανίας, C-332/04, σκ. 79/της 23.11.2006, C-486/04, Επιτροπή κατά Ιταλίας, σκ. 54, βλ. και προαναφερθείσες αποφάσεις Salzburger Flughafen, σκ. 32, και Comune di Castelbellino, σκ. 38), ορισμένα είδη σχεδίων που πρέπει να υποβάλλονται σε εκτίμηση ή για να καθορίσουν κριτήρια ή/και κατώτατα όρια που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, το περιθώριο, όμως, αυτό περιορίζεται από την υποχρέωση να υποβάλλονται σε μελέτη επιπτώσεων τα σχέδια που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, ιδίως λόγω της φύσης, του μεγέθους ή του τόπου εγκατάστασής τους, όπως προβλέπει το προμνησθέν άρθρο 2 παρ. 1 της οδηγίας (βλ. ΔΕΕ αποφάσεις της 11.2.2015, C-531/13, Marktgemeinde Strasswalchen κ.λπ., σκ. 40/της 14.1.2016, C-141/14, Επιτροπή κατά Βουλγαρίας, σκ. 92, καθώς και προμνησθείσες αποφάσεις Kraaijeveld σκ. 50, WWF σκ. 36, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας σκ. 41, Επιτροπή κατά Ισπανίας, σκ. 76, Επιτροπή κατά Ιταλίας, σκ. 53, Salzburger Flughafen σκ. 29, Comune di Castelbellino σκ. 37). Επιπλέον, η κρίση επί του ζητήματος αν, κατά τον καθορισμό των κριτηρίων αυτών, το κράτος μέλος υπερέβη το προαναφερθέν περιθώριο εκτιμήσεως εξαρτάται από τη συνολική εκτίμηση των χαρακτηριστικών των σχεδίων αυτής της φύσης, η εκτέλεση των οποίων μελετάται στο έδαφος του συγκεκριμένου κράτους μέλους, και όχι από τα χαρακτηριστικά ενός μόνο σχεδίου (ΔΕΚ Kraaijeveld σκ. 52).
16. Επειδή, τα σχετικά με την “Περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων …” ρυθμίζονται από τον ν. 4014/2011 (Α΄ 209), στον οποίο παραπέμπει και το άρθρο 16 του ν. 4375/2016, δυνάμει του οποίου εκδόθηκε η τρίτη προσβαλλόμενη ΚΥΑ [βλ. ανωτέρω σκέψη 7]. Στο άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 4014/2011 ορίζεται ότι “[τ]α έργα και οι δραστηριότητες του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, των οποίων η κατασκευή ή λειτουργία δύναται να έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον, κατατάσσονται σε δύο κατηγορίες (Α και Β) ανάλογα με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον”, βάσει των κριτηρίων του άρθρου αυτού και του Παραρτήματος Ι του νόμου. Ειδικότερα, τα έργα και οι δραστηριότητες της κατηγορίας Α υπόκεινται σε διεξαγωγή και αξιολόγηση Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) και κατατάσσονται α) σε αυτά που ενδέχεται να προκαλέσουν πολύ σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και αποτελούν την υποκατηγορία Α1 και β) σε αυτά που ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και αποτελούν την υποκατηγορία Α2, ενώ η κατηγορία Β περιλαμβάνει έργα και δραστηριότητες τα οποία χαρακτηρίζονται από τοπικές μόνο και μη σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και υπόκεινται σε γενικές προδιαγραφές, όρους και περιορισμούς που τίθενται για την προστασία του περιβάλλοντος σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 8. Με την παράγραφο 4 του αυτού άρθρου 1 του ν. 4014/2011 χορηγείται εξουσιοδότηση στον αρμόδιο Υπουργό να προβεί σε κατάταξη των έργων και δραστηριοτήτων στις κατηγορίες και υποκατηγορίες του άρθρου 1, καθώς και σε ομάδες κοινές για όλες τις κατηγορίες. Στο άρθρο 2 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: “1. Για την πραγματοποίηση νέων έργων ή δραστηριοτήτων κατηγορίας Α ή τη μετεγκατάσταση ήδη υφισταμένων απαιτείται διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης με τη διεξαγωγή ΜΠΕ και έκδοση Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ)” και στο άρθρο 8 ότι: “1. Τα έργα ή δραστηριότητες κατηγορίας Β δεν ακολουθούν τη διαδικασία εκπόνησης ΜΠΕ αλλά υπόκεινται σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (ΠΠΔ). 2. Τα ανωτέρω έργα ή δραστηριότητες, αναλόγως του είδους τους, υπάγονται αυτοδικαίως σε ΠΠΔ, με ευθύνη της αρμόδιας υπηρεσίας που χορηγεί την άδεια λειτουργίας και κατόπιν σχετικής δήλωσης του μελετητή ή του φορέα του έργου ή της δραστηριότητας. Αν το έργο ή η δραστηριότητα δεν λαμβάνει άδεια λειτουργίας, τότε υπάγεται σε ΠΠΔ με ευθύνη της αρμόδιας υπηρεσίας περιβάλλοντος της Περιφέρειας. 3. Με αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, … καθορίζονται οι προβλεπόμενες ΠΠΔ, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού. 4. Οι ΠΠΔ αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα των απαιτούμενων, κατά περίπτωση, αδειών που προβλέπονται για την κατασκευή, εγκατάσταση ή λειτουργία του εν λόγω έργου ή δραστηριότητας”. Στο Παράρτημα Ι του ν. 4014/2011 [όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παρ. 1 της κοινής απόφασης οικ. 5688/2018 του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β΄ 988), εκδoθείσης σε συμμόρφωση με την οδηγία 2014/52/ΕΕ (L. 124)] καθορίζονται τα κριτήρια κατάταξης έργων σε περιβαλλοντική κατηγορία ως εξής: “1. Χαρακτηριστικά των έργων ή δραστηριοτήτων (εφεξής “έργων”) Τα χαρακτηριστικά των έργων πρέπει να εξετάζονται, ιδίως, ως προς τα εξής: α) το μέγεθος και [τ]ο σχεδιασμ[ό] του όλου έργου· β) τη σωρευτική δράση με άλλα υφιστάμενα και/ή εγκεκριμένα έργα· γ) τη χρήση φυσικών πόρων, και ιδίως του εδάφους, της γης, των υδάτων και της βιοποικιλότητας· δ) την παραγωγή αποβλήτων· ε) τη ρύπανση και τις οχλήσεις· στ) τον κίνδυνο σοβαρών ατυχημάτων και/ή καταστροφών που σχετίζονται με το έργο, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων που προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή, … · ζ) τους κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία (για παράδειγμα λόγω μόλυνσης των υδάτων ή ατμοσφαιρικής ρύπανσης). 2. Θέση (Τοποθεσία) των έργων Εξετάζεται η περιβαλλοντική ευαισθησία των γεωγραφικών περιοχών που ενδέχεται να θιγούν από τα έργα, ιδίως ως προς: α) την υπάρχουσα [με έμφαση στα θεσμοθετημένα σχέδια χωροταξικής οργάνωσης (όπως Ρυθμιστικά Σχέδια, ΓΠΣ, ΣΧΟΟΑΠ, όρια οικισμών)] και την εγκεκριμένη χρήση γης· β) τον αντίστοιχο πλούτο, διαθεσιμότητα, ποιότητα και αναγεννητική ικανότητα των φυσικών πόρων της περιοχής και του υπεδάφους της (συμπεριλαμβανομένων του εδάφους, της γης, των υδάτων και της βιοποικιλότητας)· γ) την ικανότητα απορρόφησης του φυσικού περιβάλλοντος, με ιδιαίτερη έμφαση στις ακόλουθες περιοχές: αα) υγροτόπους, παραποτάμιες περιοχές, εκβολές ποταμών· ββ) παράκτιες περιοχές και το θαλάσσιο περιβάλλον· γγ) ορεινές και δασικές περιοχές· δδ) προστατευόμενες φυσικές περιοχές και φυσικά πάρκα· εε) διατηρητέες ή προστατευόμενες περιοχές βάσει της εθνικής νομοθεσίας· περιοχές Natura 2000 στστ) περιοχές στις οποίες έχει ήδη υπάρξει αστοχία στην τήρηση των προτύπων περιβαλλοντικής ποιότητας που καθορίζονται από τη νομοθεσία και σχετίζονται με το έργο, ή στις οποίες θεωρείται ότι υπήρξε τέτοια αστοχία· ζζ) πυκνοκατοικημένες περιοχές· ηη) τοπία και τοποθεσίες ιστορικής, πολιτιστικής ή αρχαιολογικής σημασίας. 3. Τύπος και χαρακτηριστικά των ενδεχόμενων επιπτώσεων Οι ενδεχόμενες σημαντικές επιπτώσεις έργων στο περιβάλλον πρέπει να εξετάζονται σε συνάρτηση με τα κριτήρια που καθορίζονται στα σημεία 1 και 2 του παρόντος παραρτήματος, … λαμβάνοντας υπόψη: α) το μέγεθος και τη χωρική έκταση των επιπτώσεων (για παράδειγμα τη γεωγραφική περιοχή και το μέγεθος του πληθυσμού που ενδέχεται να θιγούν)· β) τη φύση των επιπτώσεων· γ) τον διασυνοριακό χαρακτήρα των επιπτώσεων· δ) την ένταση και την πολυπλοκότητα των επιπτώσεων· ε) την πιθανότητα των επιπτώσεων· στ) την αναμενόμενη έναρξη, τη χρονική διάρκεια, τη συχνότητα και την αναστρεψιμότητα των επιπτώσεων· ζ) τη σώρευση των επιπτώσεων με τις επιπτώσεις άλλων υφιστάμενων ή εγκεκριμένων έργων· η) τη δυνατότητα αποτελεσματικής μείωσης των επιπτώσεων”. Τέλος, στο Παράρτημα ΙΙ του ίδιου ν. 4014/2011, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παρ. 2 της ως άνω ΚΥΑ οικ. 5688/2018, ορίζεται ότι η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων πρέπει να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα κεφάλαια και στοιχεία: “Β. Ειδικά χαρακτηριστικά του έργου ή της δραστηριότητας 1. Περιγραφή του έργου που περιλαμβάνεται ειδικότερα: α) … β) περιγραφή των φυσικών χαρακτηριστικών του όλου έργου, καθώς και, εφόσον χρειάζεται, … των απαιτήσεων για τη χρήση γης κατά τα στάδια κατασκευής και λειτουργίας του· γ) περιγραφή των κυριότερων χαρακτηριστικών της επιχειρησιακής φάσης του έργου (ιδίως της μεθόδου κατασκευής), όπως ενεργειακή ζήτηση και χρησιμοποιούμενη ενέργεια, φύση και ποσότητα των χρησιμοποιούμενων υλικών, ενέργειας και φυσικών πόρων (συμπεριλαμβανομένων των υδάτων, της γης, του εδάφους και της βιοποικιλότητας)· δ) εκτίμηση, ανά τύπο και ποσότητα, καταλοίπων και εκπομπών (όπως ρύπανση του νερού, του ατμοσφαιρικού αέρα, του εδάφους και του υπεδάφους, θόρυβος, δονήσεις, φως, θερμότητα, ακτινοβολία κ.λπ.) και ποσότητες και τύποι των παραγόμενων αποβλήτων κατά τις φάσεις κατασκευής και λειτουργίας. 2. Περιγραφή εύλογων εναλλακτικών επιλογών (για παράδειγμα ως προς τη μελέτη του έργου, την τεχνολογία, τη χωροθέτηση, το μέγεθος και την κλίμακά του) που έχει μελετήσει ο κύριος του έργου, που σχετίζονται με το προτεινόμενο έργο και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, και επισήμανση των κυρίων λόγων για την επιλογή που έγινε, όπου περιλαμβάνεται και σύγκριση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. 3. Περιγραφή των σχετικών με το έργο πτυχών της τρέχουσας κατάστασης του περιβάλλοντος (βασικό σενάριο) και περίγραμμα της πιθανής εξέλιξής της εάν δεν υλοποιηθεί το έργο στον βαθμό που, με εύλογη προσπάθεια, είναι δυνατόν να εκτιμηθούν οι φυσικές αλλαγές από το βασικό σενάριο, με βάση τις διαθέσιμες περιβαλλοντικές πληροφορίες και επιστημονική γνώση. 4. Περιγραφή των στοιχείων του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος που ενδέχεται να θιγούν σημαντικά από το προτεινόμενο έργο ή δραστηριότητα και ειδικότερα: α) ο πληθυσμός και η ανθρώπινη υγεία, β) η βιοποικιλότητα (χλωρίδα, πανίδα και ιδίως τα προστατευόμενα είδη και οικότοποι (ενδιαιτήματα), γ) η γη (όπως κατάληψη εδαφών), το έδαφος (όπως οργανική ύλη, διάβρωση, συμπύκνωση και σφράγιση), τα ύδατα (όπως υδρομορφολογικές αλλαγές, ποσότητα και ποιότητα), ο αέρας και οι κλιματικοί παράγοντες (όπως εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, οποιαδήποτε επίπτωση σχετική με την προσαρμογή), δ) τα υλικά αγαθά, η πολιτιστική κληρονομιά, συμπεριλαμβανομένης της αρχιτεκτονικής και αρχαιολογικής κληρονομιάς, το φυσικό τοπίο και ε) η αλληλεπίδραση μεταξύ των παραγόντων που αναφέρονται στα ανωτέρω στοιχεία (α) έως (δ). 6. … 7. Περιγραφή των μέτρων που προτείνονται για την αποτροπή, την πρόληψη, τη μείωση και, ει δυνατόν, την αντιστάθμιση τυχόν εντοπισμένων σημαντικών αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον και τυχόν αντίστοιχων προτεινόμενων ρυθμίσεων παρακολούθησης (για παράδειγμα εκπόνηση εκ των υστέρων ανάλυσης του έργου). Στην εν λόγω περιγραφή θα πρέπει … να καλύπτεται τόσο το στάδιο κατασκευής όσο και το στάδιο λειτουργίας του έργου. 8. Περιγραφή των αναμενόμενων σημαντικών αρνητικών επιπτώσεων του έργου στο περιβάλλον, που απορρέουν από την ευαισθησία του έργου σε κινδύνους σοβαρών ατυχημάτων ή καταστροφών που σχετίζονται με το εν λόγω έργο. … Αναλόγως, η περιγραφή αυτή πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα ετοιμότητας και αντιμετώπισης ή μετριασμού των σημαντικών αρνητικών επιπτώσεων των συμβάντων αυτών στο περιβάλλον και λεπτομερή στοιχεία σχετικά με την ετοιμότητα και την προτεινόμενη αντιμετώπιση τέτοιου είδους έκτακτων καταστάσεων. 9. …”.
17. Επειδή, κατά το χρόνο έκδοσης (22.5.2020) της ΚΥΑ χωροθέτησης και κατασκευής της επίδικης δομής και της κατακύρωσης του διαγωνισμού για την εκτέλεση του έργου, ίσχυε ήδη η, εκδοθείσα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1 παρ. 4 του ν. 4014/2011 (βλ. προηγούμενη σκέψη), απόφαση ΥΠΕΝ/ΔΔΥ/24593/2902/5.3.2020 του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β΄ 1482/21.4.2020), βάσει της οποίας οι “Δομές του άρθρου 10 και 16 του Ν. 4375/2016 όπως ισχύει, του άρθρου 31 του Ν. 3907/2011 όπως ισχύει, Υπηρεσιών Ασύλου καθώς και Προαναχωρησιακών Κέντρων Κράτησης Αλλοδαπών …” κατατάσσονται, ως προς την περιβαλλοντική αδειοδότηση, στις κατηγορίες Α2 ή Β, αναλόγως της χωρητικότητάς τους. Ειδικότερα, αν η χωρητικότητά τους είναι ίση ή μικρότερη των 5.000 “φιλοξενουμένων ατόμων”, οι δομές κατατάσσονται στην Β κατηγορία, αν δε αυτή υπερβαίνει τα 5.000 άτομα, κατατάσσονται στην κατηγορία Α2, ορίζονται δε, περαιτέρω, τα εξής: “α) Η χωρητικότητα αφορά τον δυνητικό μέγιστο αριθμό φιλοξενουμένων ατόμων. β) Δομές του άρθρου 10 και του άρθρου 16 του ν. 4375/2016 … του άρθρου 31 του ν. 3907/2011 … Υπηρεσιών Ασύλου καθώς και Προαναχωρησιακών Κέντρων Κράτησης Αλλοδαπών … οι οποίες εξυπηρετούνται άμεσα από υφιστάμενα δίκτυα υποδομής (πρόσβασης, ηλεκτροδότησης, ύδρευσης και εγκαταστάσεις συλλογής και διάθεσης ακαθάρτων) ανεξαρτήτ[ως] χωρητικότητας, δεν περιλαμβάνονται στα έργα και δραστηριότητες της παρούσας απόφασης, και συνακόλουθα δεν απαιτείται περιβαλλοντική αδειοδότησή τους” (βλ. τον πίνακα Γ του Παραρτήματος της ανωτέρω υπουργικής απόφασης). Στην προϊσχύσασα απόφαση οικ. 2307/2018 του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β΄ 439) η αντίστοιχη ρύθμιση προβλέπει επίσης ότι η κατάταξη στις κατηγορίες Α2 ή Β γίνεται αναλόγως της χωρητικότητας και, αν αυτή είναι μικρότερη των 3.000 ατόμων, οι δομές κατατάσσονται στην κατηγορία Β, αν δε είναι ίση ή μεγαλύτερη των 3.000 κατατάσσονται στην κατηγορία Α2 και ορίζεται, με διάταξη όμοια προς αυτήν της μεταγενέστερης ΥΑ ΥΠΕΝ/ΔΔΥ/24593/2902/5.3.2020, ότι για δομές “οι οποίες εξυπηρετούνται άμεσα από υφιστάμενα δίκτυα υποδομής … ανεξαρτήτ[ως] χωρητικότητας”, δεν απαιτείται περιβαλλοντική αδειοδότηση.
18. Επειδή, περαιτέρω, με την κοινή υπουργική απόφαση οικ. 169905/2013 (Β΄ 2035), η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του ανωτέρω άρθρου 8 του ν. 4014/2011, καθορίσθηκαν Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (ΠΠΔ), με σκοπό την “προστασία του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος”, για τα έργα και τις δραστηριότητες της κατηγορίας Β της 12ης Ομάδας “Ειδικά Έργα και δραστηριότητες” του παραρτήματος XII της ΥΑ 1958/2012 (Β΄ 21), στα οποία περιλαμβάνονται “Κέντρα και Μονάδες Πρώτης Υποδοχής” της κατηγορίας αυτής, ορίσθηκε δε ότι “Δεν περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας έργα που υλοποιούνται για λόγους ασφαλείας σε υφιστάμενες εγκαταστάσεις, τα οποία και εξαιρούνται από περιβαλλοντική αδειοδότηση” [άρθρο 1 παρ. 1 και 3· βλ. και άρθρο 8 του ισχύοντος κατά τον χρόνο έκδοσης της ΚΥΑ 169905/2013 ν. 3907/2011 (Α΄ 7), το οποίο, πριν από την κατάργησή του με το άρθρο 81 του ν. 4375/2016, προέβλεπε ότι με κοινή απόφαση των συναρμοδίων Υπουργών συνιστώνται Κέντρα Πρώτης Υποδοχής “σε επιλεγμένα σημεία της χώρας όπου παρατηρείται σταθερή ροή παρανόμως εισερχομένων υπηκόων τρίτων χωρών και καθορίζεται η τοπική αρμοδιότητα τους” (παρ. 4) και ότι με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη μπορεί να συνιστάται έκτακτη ή κινητή μονάδα Πρώτης Υποδοχής υπό τις προβλεπόμενες στη διάταξη αυτή προϋποθέσεις (παρ. 5)]. Σύμφωνα με το άρθρο 2 της ως άνω ΚΥΑ “1. Για τα έργα και δραστηριότητες του πεδίου εφαρμογής της παρούσας, πλην αυτών της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, αρμόδια για την υπαγωγή σε ΠΠΔ είναι: (α) … (β) η αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, η οποία είναι υπεύθυνη για την έγκριση των μελετών, για Κέντρα και Μονάδες Πρώτης Υποδοχής (ΚΕΠΥ) και Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης (ΠΚΕΚ) … 2. Για τα έργα και τις δραστηριότητες του πεδίου εφαρμογής της παρούσας που η υλοποίηση και λειτουργί[α] τους δεν απαιτεί την έκδοση άδειας, αρμόδια για την υπαγωγή σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις είναι η Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού (ΔΙΠΕΧΩΣ) της οικείας Περιφέρειας. 3. Η ως άνω αρμοδιότητα υπαγωγής σε ΠΠΔ αφορά τόσο σε νέα έργα και δραστηριότητες όσο και σε υφιστάμενα/νες που εκσυγχρονίζονται, τροποποιούνται ή βελτιώνονται ή των οποίων η άδεια ανανεώνεται, επανεκδίδεται ή εκδίδεται για πρώτη φορά”. Στο άρθρο 3 της ΚΥΑ περιγράφεται η διαδικασία υπαγωγής σε ΠΠΔ. Η διαδικασία ξεκινά με την υποβολή δήλωσης υπαγωγής από τον φορέα του έργου, το περιεχόμενο της οποίας καθορίζεται στο Παράρτημα Α και η οποία συνοδεύεται από την τεκμηρίωση του επόμενου άρθρου 4 [παρ. 1]. Στο ίδιο άρθρο ορίζονται, επίσης, τα εξής: “2. Στην περίπτωση έργων και δραστηριοτήτων [του άρθρου 2 παρ.1] … η δήλωση υπαγωγής σε ΠΠΔ και η κατά το άρθρο 4 … τεκμηρίωση υποβάλλονται μαζί με τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για τη χορήγηση της πρώτη[ς] χρονικά απαιτούμενης κατά περίπτωση αντίστοιχης άδειας, αναπόσπαστο τμήμα της οποίας αποτελούν [οι] ΠΠΔ. 3. Μετά την εξέταση των υποβληθέντων στοιχείων και εφόσον δεν συντρέχουν λόγοι εφαρμογής των οριζόμενων στις παραγράφους 7 ή 8 του παρόντος άρθρου [δηλαδή, αν η δήλωση υπαγωγής δεν είναι συμπληρωμένη σε όλα τα πεδία ή αν δεν έχουν προσκομισθεί όλα τα απαιτούμενα κατά το άρθρο 4 στοιχεία τεκμηρίωσης (παρ. 7), καθώς και όταν προκύπτει ότι το έργο “δεν είναι συμβατό με τις απαιτήσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας ή με τα στοιχεία περιβαλλοντικής ευαισθησίας της περιοχής (π.χ. σε περίπτωση αρνητικού πορίσματος της Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης), ή εάν διαπιστωθεί ασυμβατότητα με τις θεσμοθετημένες χρήσεις γης” (παρ. 8)], πραγματοποιείται η αυτοδίκαιη υπαγωγή του έργου ή της δραστηριότητας σε ΠΠΔ, ως εξής: (α) Στις περιπτώσεις της παρ. 1 του άρθρου 2, εκδίδεται πράξη υπαγωγής του έργου ή της δραστηριότητας σε ΠΠΔ, με ευθύνη της αρμόδιας κατά περίπτωση Υπηρεσίας της παρ. 1 του άρθρου 2 της παρούσας. Στην περίπτωση αυτή χρησιμοποιείται ως βάση το υπόδειγμα 1 του Παραρτήματος Β. (β) … 6. Σε περίπτωση έργων ή δραστηριοτήτων που χωροθετούνται εντός περιοχών που εμπίπτουν στις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, η υπαγωγή σε ΠΠΔ αποτελεί και έγκριση επέμβασης σύμφωνα με [το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 4014/2011] … 9. Για έργο ή δραστηριότητα του πεδίου εφαρμογής της παρούσας το οποίο δεν έχει υπαχθεί σε ΠΠΔ κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου, δεν είναι επιτρεπτή η έκδοση οποιασδήποτε άλλης μετέπειτα άδειας. 10. Η κατά τα ανωτέρω δήλωση υπαγωγής επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του φορέα του έργου ή του μελετητή … Σε περίπτωση που ο φορέας του έργου ή ο μελετητής εν γνώσει του υποβάλει ψευδή ή ανακριβή στοιχεία στη δήλωση υπαγωγής … η υπαγωγή του έργου σε ΠΠΔ καθίσταται αυτοδικαίως άκυρη ως μη νόμιμη. Ως εκ τούτου το έργο ή η δραστηριότητα δεν είναι πλέον περιβαλλοντικά αδειοδοτημένο και εάν η υλοποίηση ή η λειτουργία του έχει ξεκινήσει, επιβάλλονται οι κυρώσεις του άρθρου 28 του ν. 1650/1986 (Α΄ 160) όπως εκάστοτε ισχύει”. Στη συνέχεια, το άρθρο 4 της ΚΥΑ προβλέπει ότι, για την τεκμηρίωσης της δήλωσης υπαγωγής σε ΠΠΔ, υποβάλλονται “1.1. Συνοπτική τεχνική έκθεση (προαιρετικά) του έργου ή της δραστηριότητας και τυχόν συνοδών έργων (δεν περιλαμβάνονται έργα που σχετίζονται με θέματα ασφαλείας). 1.2. Χαρτογραφική απεικόνιση του έργου ή της δραστηριότητας και της περιοχής του, ως εξής: 1.2.1. Χάρτης προσανατολισμού … 1.2.2. Τοπογραφικό διάγραμμα γενικής διάταξης του έργου (οριζοντιογραφία, κάτοψη ή διάγραμμα κάλυψης), … 1.2.3. Χάρτης χρήσεων γης της περιοχής του έργου, σε κατάλληλη κλίμακα, σύμφωνα με τον θεσμοθετημένο χωρικό και περιβαλλοντικό σχεδιασμό, όπως Περιφερειακά Χωροταξικά ή Ρυθμιστικά Σχέδια, Γ.Π.Σ., Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π., Ζ.Ο.Ε., κανονιστικές πράξεις προστασίας της φύσης κ.ά., από τον οποίο να προκύπτει το επιτρεπτό υλοποίησης του έργου. 1.3. Επιτρεπόμενες χρήσεις γης επί κατάλληλου τοπογραφικού διαγράμματος, όπως προκύπτει από βεβαίωση της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας ή από άλλη κανονιστική διάταξη. 1.4. Γνωμοδότηση της αρμόδιας αρχαιολογικής υπηρεσίας σχετικά με το εάν η περιοχή όπου χωροθετείται το έργο ή η δραστηριότητα είναι αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, με τις εξαιρέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 2 του Ν. 4014/2011 (Α΄ 209) όπως ισχύει, ή σύμφωνη γνώμη εφόσον το έργο ή η δραστηριότητα χωροθετείται εν όλω ή εν μέρει εντός κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου, ζωνών προστασίας Α΄ και Β΄ ή πλησίον αρχαίου κατά την έννοια των άρθρων 12, 13 και 10 παρ. 3, αντίστοιχα, του Ν. 3028/2002 (Α΄ 153). Στη γνωμοδότηση είναι δυνατόν να προσδιορίζονται πρόσθετες ειδικές περιβαλλοντικές δεσμεύσεις, οι οποίες θα συμπεριληφθούν από την κατά το άρθρο 2 αρμόδια Υπηρεσία στην απόφαση ή πράξη υπαγωγής. Η ανωτέρω γνωμοδότηση δεν απαιτείται σε περίπτωση υφιστάμενων εγκαταστάσεων που αλλάζουν χρήση ή ανακατασκευάζονται, όπως παραχωρούμενα κατά χρήση στρατόπεδα. 1.5. Στην περίπτωση που το έργο ή η δραστηριότητα ή μέρος αυτών χωροθετείται εκτός σχεδίων πόλεων και εκτός ορίων οικισμών, υποβάλλονται επιπλέον: 1.5.1. Πράξη χαρακτηρισμού της έκτασης, όπου απαιτείται, με βάση τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας. 1.5.2. Σε περίπτωση έργων που εγκαθίσταται σε δημόσιες δασικές εκτάσεις, βεβαίωση από την Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου καθώς και από την οικεία Διεύθυνση Αγροτικής Ανάπτυξης, … για τη μη ύπαρξη άλλων διαθέσιμων εκτάσεων σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 45 του Ν. 998/1979 (Α΄ 289), όπως εκάστοτε ισχύει. 1.5.3. Σε περίπτωση έργων που υλοποιούνται σε εκτάσεις που διέπονται από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, γνωμοδότηση του οικείου Δασαρχείου για τα σχετικά θέματα αρμοδιότητάς του, με τυχόν απαιτούμενα για δασικούς λόγους πρόσθετα περιβαλλοντικά μέτρα, όρους και περιορισμούς, τα οποία θα συμπεριληφθούν από την κατά το άρθρο 2 υπηρεσία στην απόφαση ή πράξη υπαγωγής. Η γνωμοδότηση αυτή ζητείται με βάση το υπόδειγμα του Παραρτήματος Γ και εκδίδεται με βάση το υπόδειγμα του Παραρτήματος Δ. Οι ανωτέρω πράξεις, βεβαιώσεις, γνωμοδοτήσεις δεν απαιτούνται σε περίπτωση υφιστάμενων εγκαταστάσεων που αλλάζουν χρήση ή ανακατασκευάζονται, όπως παραχωρούμενα κατά χρήση στρατόπεδα. 1.6. Στις περιπτώσεις εκείνες που χρειάζεται η εφαρμογή της παραγράφου Ια του άρθρου 10 του Ν. 4014/2011 [κατά το άρθρο 10 του ν. 4014/2011: “1. Στην περίπτωση έργων και δραστηριοτήτων που λαμβάνουν χώρα σε προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Natura, η περιβαλλοντική αδειοδότηση διενεργείται με βάση τις σχετικές πρόνοιες των ειδικότερων προεδρικών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων προστασίας. Σε περίπτωση ελλείψεως σχετικών προβλέψεων: α) για έργα κατηγορίας Β υποβάλλεται ειδική οικολογική αξιολόγηση στην αρμόδια υπηρεσία Περιβάλλοντος της Περιφέρειας, σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 11 και β) για έργα κατηγορίας Α υποβάλλεται, ως τμήμα της ΜΠΕ, ειδική οικολογική αξιολόγηση … 2. Η ειδική οικολογική αξιολόγηση και η ΜΠΕ, όπου αυτή απαιτείται, εστιάζει στις συνέπειες για την περιοχή βάσει των στόχων διατήρησης της. Η σημασία των επιπτώσεων προσδιορίζεται σε σχέση με τα ειδικά χαρακτηριστικά και τις ειδικές περιβαλλοντικές συνθήκες που επικρατούν στην προστατευόμενη περιοχή την οποία αφορά το έργο ή η δραστηριότητα, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τους στόχους διατήρησης της περιοχής”] … η σχετική απόφαση του Περιφερειάρχη με τυχόν πρόσθετους όρους στις ΠΠΔ για την υπαγωγή σε ΠΠΔ και την έκδοση των ενδεχομένως απαιτούμενων σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 4014/2011. 1.7. … 2. Σε περίπτωση που κάποια από τα παραπάνω στοιχεία τεκμηρίωσης περιλαμβάνονται στον φάκελο έκδοσης των κατά περίπτωση αδειών ή εγκρίσεων, τις οποίες θα συνοδεύει η υπαγωγή σε ΠΠΔ, δεν απαιτείται να συνυποβληθούν με τη δήλωση υπαγωγής του έργου σε ΠΠΔ”. Εξάλλου, το άρθρο 5 της ΚΥΑ ορίζει ότι “1. Η υπαγωγή σε ΠΠΔ για τα έργα και δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης, παραμένει σε ισχύ εφόσον δεν επέρχεται μεταβολή στα στοιχεία της δήλωσης υπαγωγής του έργου σε ΠΠΔ. Δεν θεωρείται μεταβολή η αύξηση της δυναμικότητας / μεγέθους (σύμφωνα με το αντίστοιχο κριτήριο κατάταξης στην κατηγορία Β) του έργου μικρότερη του 10%, εκτός εάν η αύξηση αυτή έχει σαν αποτέλεσμα την κατάταξη του έργου στην υποκατηγορία Α2”. Τέλος, κατά το άρθρο 6 της ΚΥΑ: “1. Οι Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις … καθορίζονται στο παράρτημα Ε. 2. Πρόσθετες ή ειδικές περιβαλλοντικές δεσμεύσεις που ενσωματώνονται στην απόφαση ή πράξη υπαγωγής κατ’ εφαρμογή των παραγράφων 1.4, 153 και 1.6 του άρθρου 4 … κατισχύουν ως ειδικότερες … 3. Η τήρηση των ΠΠΔ αποτελεί ευθύνη του φορέα του έργου ή της δραστηριότητας και είναι υποχρεωτική τόσο κατά τη φάση κατασκευής όσο και κατά τη φάση λειτουργίας …”. Στην ΚΥΑ προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της τα παραρτήματα Α [Δήλωση υπαγωγής σε ΠΠΔ], Β [Υποδείγματα απόφασης και πράξεων υπαγωγής σε ΠΠΔ], Γ [“Αίτηση προς τις αρμόδιες υπηρεσίες για έκδοση γνωμοδότησης έργων και δραστηριοτήτων κατηγορίας Β …”], Δ [“Έντυπο τυποποιημένης γνωμοδότησης δασικών υπηρεσιών για τη διαδικασία υπαγωγής σε ΠΠΔ έργων και δραστηριοτήτων κατηγορίας Β …”] και Ε [“Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις για τα έργα της υποομάδας με α/α 13 της ομάδας «Ειδικά έργα και δραστηριότητες»”] [βλ. άρθρο 8]. Στο τελευταίο αυτό Παράρτημα Ε ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι “ΙΙ.1.3 Ο φορέας του Έργου, δεκαπέντε (15) ημέρες πριν την έναρξη των εργασιών κατασκευής, ειδοποιεί τις αρμόδιες Αρχαιολογικές Υπηρεσίες, ώστε να μεριμνήσουν για την επίβλεψη των εργασιών ή όπως άλλως ορίζεται στη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. … ΙΙ.1.13 Οι κτιριακές και λοιπές εγκαταστάσεις να είναι μορφολογικά, αισθητικά και λειτουργικά ενταγμένες στο φυσικό περιβάλλον της περιοχής. ΙΙ.1.14 Η αποψίλωση βλάστησης, να περιοριστεί στον ελάχιστο απαιτούμενο βαθμό και αποκλειστικά για τις ανάγκες κατασκευής του έργου. ΙΙ.1.15 Να διατηρηθούν ανέπαφα από τις κατασκευαστικές εργασίες, τμήματα της υπάρχουσας βλάστησης και των φυσικών πρανών, σε περιοχές που προορίζονται να αποτελέσουν χώρους πρασίνου. ΙΙ.1.16 Η αφαιρούμενη φυτική γη να διαφυλαχτεί κατάλληλα ώστε να χρησιμοποιηθεί στις φυτοτεχνικές εργασίες. …”. Επίσης, στο αυτό Παράρτημα Ε της ΚΥΑ λαμβάνεται πρόνοια για τις αέριες εκπομπές, το θόρυβο ή τις δονήσεις και τα απόβλητα κατά τη φάση κατασκευής του έργου και προβλέπονται μέτρα κατά τη φάση της λειτουργίας του (μέτρα πυροπροστασίας, απρόσκοπτη ροή των επιφανειακών υδάτων της περιοχής με την κατασκευή όλων των απαιτούμενων τεχνικών έργων, ώστε να αποτρέπονται φαινόμενα πλημμυρών, ρυθμίσεις για τις δεξαμενές υγρών καυσίμων, τους μετασχηματιστές τάσης, τις εγκαταστάσεις θέρμανσης, τους λέβητες θέρμανσης νερού ή θέρμανσης κτηριακών εγκαταστάσεων, τις εγκαταστάσεις σταθερού εξοπλισμού ψύξης ή κλιματισμού, μέτρα για την αποτροπή της επιβάρυνσης της ποιότητας της ατμόσφαιρας, εφαρμογή ενδεικτικών πρακτικών για την βελτίωση των εσωτερικών περιβαλλοντικών συνθηκών στο κτήριο, μέτρα για τη χρήση νερού και ενέργειας, το θόρυβο και τις δονήσεις, την επεξεργασία και διαχείριση των υγρών και στερεών αποβλήτων, καθώς και ειδικές δεσμεύσεις για την περίπτωση δομών εντός εκτάσεων που εμπίπτουν στις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας).
19. Επειδή, οι προβλεπόμενες στο ανωτέρω άρθρο 10 του ν. 4375/2016 δομές δεν περιλαμβάνονται μεταξύ των έργων που μνημονεύονται στο Παράρτημα Ι της οδηγίας 2011/92/ΕΕ, των έργων δηλαδή για την πραγματοποίηση των οποίων απαιτείται υποχρεωτικώς εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεών τους, με την έκδοση απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, κατόπιν υποβολής και αξιολόγησης μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Ωστόσο, οι δομές αυτές ενδέχεται, αφενός, να προορίζονται για την διαβίωση, έστω και προσωρινή, μεγάλου αριθμού προσώπων, λόγω της παρατηρούμενης σημαντικής αύξησης των μεταναστευτικών ροών, και, αφετέρου, να μην είναι δυνατόν να εγκατασταθούν σε ήδη υφιστάμενες μονάδες, όπως στρατόπεδα ή ξενοδοχεία, με απλή αλλαγή χρήσης ή ήσσονος σημασίας εσωτερικές μετασκευές, αλλά να απαιτείται για τον σκοπό αυτό η εκτέλεση εργασιών για την “τοποθέτηση ή ανέγερση προκατασκευασμένων κτιρίων, εγκαταστάσεων και υποδομών” [βλ. το προπαρατεθέν άρθρο 16 παρ. 3 του ν. 4375/2016], όπως π.χ. εκσκαφές και λοιπές χωματουργικές εργασίες. Ενόψει τούτου, καθώς και των οριζομένων στο άρθρο 4 παρ. 2 της οδηγίας 2011/92/ΕΕ σε συνδυασμό με το Παράρτημα ΙΙ αυτής, ο εθνικός νομοθέτης, αναγνωρίζοντας ότι η κατασκευή και η λειτουργία των προαναφερθεισών δομών είναι δυνατόν να προκαλέσουν επιπτώσεις στο περιβάλλον, τις κατατάσσει σε δύο κατηγορίες, με κριτήριο την χωρητικότητά τους. Όπως ήδη εκτέθηκε (σκέψη 17), σύμφωνα με την προϊσχύσασα ΥΑ 2307/2018 οι εν λόγω δομές, εάν μεν η χωρητικότητά τους είναι μικρότερη των 3.000 ατόμων, κατατάσσονται στην κατηγορία Β, ήτοι στην κατηγορία έργων και δραστηριοτήτων που “χαρακτηρίζονται από τοπικές και μη σημαντικές μόνο επιπτώσεις στο περιβάλλον”, και υπάγονται στις ρυθμίσεις της ΚΥΑ 169905/2013, με την οποία καθορίσθηκαν οι σχετικές Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις. Εάν, όμως, η χωρητικότητά τους είναι ίση ή μεγαλύτερη των 3.000 ατόμων, κατατάσσονται στην κατηγορία Α2, ήτοι στην κατηγορία έργων και δραστηριοτήτων που ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, και υπάγονται, ως εκ τούτου, στην προβλεπόμενη στον ν. 4014/2011 διαδικασία έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Με την επακολουθήσασα ΥΑ ΥΠΕΝ/ΔΔΥ/24593/2902/2020, που ίσχυε κατά το χρόνο έκδοσης των προσβαλλόμενων πράξεων χωροθέτησης και κατασκευής της δομής και κατακύρωσης του διαγωνισμού για την εκτέλεση του έργου, ορίσθηκε ότι, εάν η χωρητικότητα των δομών είναι ίση ή μικρότερη των 5.000 “φιλοξενουμένων ατόμων”, αυτές κατατάσσονται στην Β κατηγορία, εάν δε αυτή υπερβαίνει τα 5.000 άτομα, κατατάσσονται στην κατηγορία Α2. Η νέα αυτή κατάταξη διατηρεί μεν την χωρητικότητα ως κριτήριο κατάταξης, αυξάνει όμως το όριο για την υπαγωγή στην κατηγορία Α2 από 3.000 σε 5.000 άτομα, με συνέπεια την εφαρμογή των ρυθμίσεων περί ΠΠΔ όχι μόνο στις δομές με χωρητικότητα 3.000 ατόμων, αλλά και στις δομές με δυνητικό μέγιστο αριθμό φιλοξενουμένων τα 5.000 άτομα, για τις οποίες δεν απαιτείται πλέον υποβολή και αξιολόγηση μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και έκδοση απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων [εφόσον δεν ανήκουν στην κατηγορία Α2]. Η νεώτερη αυτή κατάταξη συνιστά μεταβολή επί το δυσμενέστερον, εν σχέσει προς την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των εν λόγω δομών, που δεν βρίσκει έρεισμα στην εξουσιοδοτική διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του ν. 4014/2011, ερμηνευόμενη κατά τρόπο σύμφωνο με το άρθρο 24 του Συντάγματος, την οδηγία 2011/92/ΕΕ και τον ν. 4014/2011, και εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση του περιθωρίου εκτίμησης που αναγνωρίζει στα κράτη μέλη η νομοθεσία της ΕΕ ως προς τον καθορισμό των κριτηρίων και των κατώτατων ορίων που πρέπει να λαμβάνονται σχετικώς υπόψη [βλ. την προαναφερθείσα νομολογία του ΔΕΕ]. Και τούτο διότι η κατασκευή δομών με τα ανωτέρω χαρακτηριστικά, δηλαδή δομών που προορίζονται για την υποδοχή και φιλοξενία 3.000 έως 5.000 ατόμων, δεν αφορά, κατά κοινή πείρα, μονάδες μικρού ή μεσαίου μεγέθους που προκαλούν κατά τεκμήριο μόνο τοπικές και μη σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Κατά συνέπεια, η κανονιστική απόφαση ΥΠΕΝ/ΔΔΥ/24593/2902/2020, καθ’ ο μέρος αφορά τις ανωτέρω δομές, είναι ανίσχυρη και μη εφαρμοστέα, ως εκδοθείσα καθ’ υπέρβαση της σχετικής εξουσιοδοτικής διάταξης. Αν και, κατά την άποψη των Συμβούλων Μ. Γκορτζολίδου, Δ. Κυριλλόπουλου, Ό. Ζύγουρα και Β. Ανδρουλάκη, η ανωτέρω ρύθμιση της απόφασης ΥΠΕΝ/ΔΔΥ/24593/2902/ 2020 δεν κείται εκτός εξουσιοδοτήσεως, δοθέντος ότι δεν παρίσταται αυθαίρετη η ουσιαστική εκτίμηση του κανονιστικού νομοθέτη, μη υποκείμενη σε περαιτέρω ακυρωτικό έλεγχο, ότι οι πρόχειρες αυτές, προσωρινού χαρακτήρα, κατασκευές, που απομακρύνονται μόλις εκλείψει η ανάγκη την οποία εξυπηρετούν, δεν προκαλούν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, όταν πρόκειται να στεγάσουν πληθυσμό μικρότερο των 5.000 ατόμων, και ότι πρέπει, ενόψει τούτου, να καταταγούν στη Β κατηγορία. Κατά την άποψη, τέλος, της Συμβούλου Ε. Σκούρα, η ρύθμιση της ΥΑ ΥΠΕΝ/ΔΔΥ/24593/2902/2020 δεν κείται, άνευ ετέρου, εκτός εξουσιοδοτήσεως, άποψη που έχει ως συνέπεια την αυτόματη κατάταξη των δομών χωρητικότητας 3000 – 5000 ατόμων στην κατηγορία Α2, εφόσον διασφαλίζεται η κατά περίπτωση εξέταση του έργου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 4 παρ. 2 της οδηγίας 2011/92/ΕΕ, με βάση το σύνολο των κριτηρίων επιλογής του Παραρτήματος ΙΙΙ αυτής, με συνέπεια την κατάταξη, κατόπιν εξατομικευμένης κρίσης, των ως άνω δομών στην κατάλληλη περιβαλλοντική κατηγορία.
20. Επειδή, εφόσον, κατά τα ανωτέρω, η YA ΥΠΕΝ/ΔΔΥ/24593/ 2902/2020 δεν τυγχάνει εφαρμογής, ως ανίσχυρη, για την κατάταξη των δομών στις κατηγορίες Α2 και Β εξακολουθεί να ισχύει η προγενέστερη YA 2307/2018 και το κριτήριο που θεσπίζεται σε αυτήν, με αποτέλεσμα, αν η χωρητικότητά τους είναι μικρότερη των 3.000 ατόμων, οι δομές να κατατάσσονται στην κατηγορία Β, αν δε είναι ίση ή μεγαλύτερη των 3.000, να κατατάσσονται στην κατηγορία Α2. Κατά την εκτίμηση του κανονιστικού νομοθέτη, οι δομές με χωρητικότητα έως 3.000 φιλοξενούμενους αποτελούν εγκαταστάσεις μεσαίου μεγέθους, οι οποίες δεν προκαλούν μη αναστρέψιμη βλάβη στο περιβάλλον, ενόψει του ότι, αφενός, προορίζονται για την τοποθέτηση προκατασκευασμένων, ευχερώς αποξηλούμενων, οικίσκων, επί μικρού σχετικώς υποβάθρου, και για την εκτέλεση μόνο των αναγκαίων προς τούτο εργασιών (εκσκαφών, διαμόρφωσης του εδάφους, περιφράξεων κλπ), και, αφετέρου, απομακρύνονται όταν εκλείψει η συγκεκριμένη επείγουσα και προσωρινή ανάγκη προς εξυπηρέτηση της οποίας και μόνο εγκαθίστανται, μη δυνάμενες να χρησιμοποιηθούν για άλλο σκοπό (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 672/2021, σκ. 26). Βάσει της ανωτέρω εκτίμησης, οι δομές με χωρητικότητα μικρότερη των 3.000 ατόμων υπόκεινται, ως έργα της Β κατηγορίας, σε περιβαλλοντική αδειοδότηση κατ’ εφαρμογή της KYA 169905/2013 και, εφόσον χορηγηθεί η άδεια αυτή, σε υπαγωγή στις πρότυπες περιβαλλοντικές δεσμεύσεις που προβλέπει η εν λόγω KYA [βλ. ανωτέρω σκέψη 18]. Η αυτή KYA προβλέπει ότι αρμόδια για την έκδοση της πράξης υπαγωγής σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις, η οποία συνιστά την περιβαλλοντική αδειοδότηση του άρθρου 8 του ν. 4014/2011 προκειμένου περί δομών υποδοχής και φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών της Β κατηγορίας, είναι η οικεία υπηρεσία του “Υπουργείου Δημοσίας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη”, ήδη δε, μετά το π.δ. 4/2020 (Α΄ 4), του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου. Η αρμόδια αρχή αποφαίνεται για την χορήγηση ή μη της ανωτέρω άδειας αφού λάβει υπόψη τα στοιχεία της τεκμηρίωσης, που συνοδεύουν την υποβαλλόμενη από τον φορέα του έργου δήλωση υπαγωγής στο ειδικό κανονιστικό καθεστώς, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται οι γνωμοδοτήσεις της δασικής και της αρχαιολογικής υπηρεσίας, και κατ’ εκτίμηση των επιπτώσεων του έργου. Εξάλλου, στο Παράρτημα Ε της αυτής ως άνω KYA 169905/2013 περιέχονται τα θεσπιζόμενα από τον κανονιστικό νομοθέτη μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων κατά την κατασκευή και τη λειτουργία των υπαγομένων σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις δομών, σε σχέση ειδικότερα με τις εκπομπές αερίων ρύπων, τον θόρυβο ή τις δονήσεις, τα απόβλητα, την πυροπροστασία, την απρόσκοπτη ροή των επιφανειακών υδάτων, τη χρήση νερού και ενέργειας κλπ. Τα μέτρα αυτά είναι δεσμευτικά για τον κύριο του έργου και συνιστούν τους όρους για τη νόμιμη και συμβατή με την προστασία του περιβάλλοντος κατασκευή και λειτουργία των δομών της Β κατηγορίας, προβλέπεται δε υποχρεωτική ενσωμάτωση, στην διοικητική πράξη υπαγωγής του έργου σε ΠΠΔ, των όρων που θέτουν οι ως άνω γνωμοδοτήσεις της δασικής και της αρχαιολογικής υπηρεσίας, προς αποτροπή βλάβης ή υποβάθμισης του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος [βλ. άρθρο 4 της εν λόγω ΚΥΑ.]. Επομένως, όπως προκύπτει από τις ρυθμίσεις της KYA 169905/2013, και για τις δομές που κατατάσσονται στην Β κατηγορία, εκτιμώνται όχι μόνον το μέγεθος του έργου, αλλά και οι συνέπειες που αυτό δύναται να επιφέρει στον τόπο εγκατάστασής του, σε δασικό οικοσύστημα, σε αρχαιολογικό χώρο ή σε αρχαία ή άλλα μνημεία, πλησίον των οποίων τυχόν χωροθετείται. Όπως δε ήδη εκτέθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 3 του ν. 4375/2016, “η περιβαλλοντική αδειοδότηση [των δομών], όπου απαιτείται, γίνεται σύμφωνα με τον ν. 4014/2011” και η διάταξη αυτή, ερμηνευόμενη υπό το φως των άρθρων 24 του Συντάγματος και 2 παρ. 1 της οδηγίας 2011/92/ΕΕ, αλλά και σε αντιστοιχία με τα άρθρα 2 παρ. 10 και 8 παρ. 4 του ν. 4014/2011, έχει την έννοια ότι η περιβαλλοντική αδειοδότηση της KYA 169905/2013 πρέπει να προηγείται κάθε διοικητικής πράξης η οποία αποτελεί προϋπόθεση για την πραγματοποίηση του έργου (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 37/1993, 1038/1993, 526/2003, 2175/2004, 2639/2009)· άρα, πρέπει να προηγείται της πράξης σύστασης της δομής, όταν με αυτήν καθορίζεται το συγκεκριμένο ακίνητο όπου πρόκειται να εγκατασταθεί η δομή, της KYA χωροθέτησης και κατασκευής της, κατά το άρθρο 16 του ν. 4375/2016, καθώς και των πράξεων της διαδικασίας για την ανάθεση εκτέλεσης του σχετικού έργου. Περαιτέρω, η εφαρμοζόμενη εν προκειμένω ΥΑ 2307/2018 προβλέπει ότι οι δομές του ν. 4375/2016 εξαιρούνται από την περιβαλλοντική αδειοδότηση, όταν “εξυπηρετούνται άμεσα από υφιστάμενα δίκτυα υποδομής (πρόσβασης, ηλεκτροδότησης, ύδρευσης και εγκαταστάσεις συλλογής και διάθεσης ακαθάρτων)”. Η διάταξη αυτή, ως εισάγουσα εξαίρεση από τον κανόνα σύμφωνα με τον οποίο δομές με χωρητικότητα μικρότερη των 3.000 ατόμων κατατάσσονται στην κατηγορία Β, όπως η επίδικη, είναι στενώς ερμηνευτέα, αφορά δε μόνο είτε δομές που εγκαθίστανται σε υφιστάμενα κτήρια, ήδη εξυπηρετούμενα από τα δίκτυα υποδομής, χωρίς να απαιτούνται πρόσθετες εργασίες σύνδεσης με τα δίκτυα αυτά, δυνάμενες να επιφέρουν επεμβάσεις στο περιβάλλον, είτε και δομές για την εγκατάσταση και λειτουργία των οποίων προβλέπεται η τοποθέτηση σκηνών ή άλλων οικίσκων, δυναμένων πάντως να συνδεθούν “άμεσα” με υφιστάμενα δίκτυα υποδομών, χωρίς επεμβάσεις στο έδαφος ή με όλως επουσιώδεις επεμβάσεις. Σε διαφορετική περίπτωση, αν δηλαδή, προκειμένου η δομή να καταστεί κατάλληλη να υποδεχθεί και να φιλοξενήσει συγκεκριμένο αριθμό ατόμων, απαιτείται η εκτέλεση επεμβάσεων στο έδαφος και στο περιβάλλον εν γένει, όπως εκσκαφές, διάνοιξη οδών, δημιουργία πρόσθετης υποδομής για σύνδεση με δίκτυα ύδρευσης κ.ο.κ., δεν συντρέχει η, κατά το γράμμα της διάταξης και τη σύμφωνη με την εξουσιοδοτική διάταξη του ν. 4014/2011 ερμηνεία της, “άμεση” εξυπηρέτηση της εγκατάστασης από “υφιστάμενα” δίκτυα υποδομών. Συνεπώς, στην περίπτωση αυτή το έργο δεν απαλλάσσεται της περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Με το προεκτεθέν περιεχόμενο, η ΥΑ 2307/2018 δεν αντίκειται προς την εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 1 παρ. 4 του ν. 4014/2011, ερμηνευόμενη σύμφωνα με το άρθρο 24 του Συντάγματος και την οδηγία 2011/92/ΕΕ.
21. Επειδή, στην κρινόμενη υπόθεση, η έκταση επί της οποίας πρόκειται να εγκατασταθεί η επίμαχη δομή ευρίσκεται στη Μαλακάσα, σε εκτός σχεδίου περιοχή, η οποία α/ έχει χαρακτηριστεί ως τόπος ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, με την απόφαση Γ/1576/8404/9.2.1980 του Υπουργού Πολιτισμού και Επιστημών (Β΄ 300), εκδοθείσα κατ’ επίκληση των διατάξεων των άρθρων 1 του ν. 1469/1950 και 52 του ν. 5351/1932, διότι “πρόκειται για μια περιοχή αξιόλογη, λόγω της πλούσιας βλαστήσεως και της μορφολογίας του εδάφους”, και β/ περιλαμβάνεται εντός μείζονος έκτασης που: i. κηρύχθηκε αναδασωτέα, με την απόφαση 3789/92/19.1.1993 του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής (Δ΄ 125), και ii. επανακηρύχθηκε αναδασωτέα, λόγω πυρκαγιάς στις 17.7.2015, με την απόφαση 3913/20.10.2015 (Δ΄ 38) της ασκούσης καθήκοντα Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής (βλ. έγγραφα 2891/25.9.2020 του Δασαρχείου Καπανδριτίου και 988/10.7.2020 της Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Ωρωπού προς το Δικαστήριο). Ήδη, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η ΚΥΑ χωροθέτησης και κατασκευής της δομής είναι μη νόμιμη και πρέπει να ακυρωθεί, διότι πριν από την έκδοσή της δεν τηρήθηκε διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Ειδικότερα, κατά τα προβαλλόμενα από τον αιτούντα, έπρεπε να προηγηθεί η υποβολή και αξιολόγηση μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και η έκδοση απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, προκειμένου να εξετασθούν εναλλακτικές λύσεις και να εκτιμηθούν ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της περιοχής ως αναδασωτέας και ως τόπου ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, το μέγεθος των επεμβάσεων που απαιτούνται για την κατασκευή της νέας δομής, η φέρουσα ικανότητα της περιοχής, λαμβανομένης υπόψη της λειτουργίας, από το 2016, έτερης δομής υποδοχής προσφύγων και μεταναστών σε γειτονική έκταση, όπου διαμένουν 2.500 αλλοδαποί, οι σωρευτικές συνέπειες για το περιβάλλον από την ταυτόχρονη λειτουργία των δύο δομών, δυναμικότητας 4.000 αλλοδαπών, σε μικρή απόσταση μεταξύ τους, η γειτνίαση με τους οικισμούς της Μαλακάσας (514 κατοίκων) και της Σφενδάλης (110 κατοίκων), η πληθυσμιακή αναλογία της νέας και της υπάρχουσας δομής με τους ανωτέρω οικισμούς, η επάρκεια των υποδομών και των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, η δυνατότητα του οδικού δικτύου να εξυπηρετήσει τη νέα δομή υπό συνθήκες οδικής ασφάλειας και οι κοινωνικές συνέπειες για τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής. Συναφώς προβάλλεται ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις, με τις οποίες επιχειρείται η κατασκευή δομής μεταναστών σε αναδασωτέα έκταση, αντίκεινται στο άρθρο 117 παρ. 3 του Συντάγματος και στο άρθρο 46 του ν. 998/1979.
22. Επειδή, όπως προκύπτει από το έγγραφο 30/23.4.2020 του Διευθυντή της Τεχνικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, η νέα δομή περιλαμβάνει τη δημιουργία, αφενός, εγκατάστασης δυναμικότητας 500 ατόμων, η οποία θα χρησιμοποιηθεί ως χώρος καραντίνας για νέες αφίξεις, και, αφετέρου, δομής φιλοξενίας, δυναμικότητας 1.000 ατόμων, που θα συνεισφέρει στην άμεση αποσυμφόρηση των νησιών και στην αντιμετώπιση των αυξανόμενων εισροών προσφύγων και μεταναστών. Για τη λειτουργία της εν λόγω νέας δομής απαιτούνται, σύμφωνα με το αυτό έγγραφο: α) χωματουργικές εργασίες για την κατάλληλη διαμόρφωση του εδάφους, διενέργεια εξυγίανσης με σκύρα και διάστρωση με αδρανή υλικά 3Α, β) τοποθέτηση 150 σκηνών διαμονής πολιτών τρίτων χωρών [50 στο χώρο καραντίνας για τις νέες αφίξεις και 100 στη άλλη δομή], 2 οικίσκων (γραφείων διοίκησης), 9 σκοπιών για τη φύλαξη του χώρου, ενός φυλακίου πύλης και ενός εμπορευματοκιβωτίου, εντός της παραχωρηθείσης από το ΥΕΘΑ έκτασης του Στρατοπέδου Γερακίνη, γ) εκσκαφές για τη δημιουργία σηπτικών δεξαμενών και τάφρων και την εγκατάσταση ηλεκτρολογικών και υδραυλικών σωληνώσεων, δ) τοποθέτηση περιφράξεων, ε) τοποθέτηση χημικών τουαλετών και ντους, στ) εγκαταστάσεις ύδρευσης για την προσωρινή δομή (σωληνώσεις, δεξαμενές, δίδυμο πιεστικό συγκρότημα ονομαστικής παροχής 12m³/h), ζ) αγωγοί υδροδότησης, δίκτυο σωληνώσεων, δικλείδες κλπ εξοπλισμός για την επαρκή παροχή ύδατος στην άλλη δομή (των 1.000 φιλοξενουμένων), η) εγκατάσταση δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, θ) εγκατάσταση δικτύου αποχέτευσης ακαθάρτων και ομβρίων υδάτων (σωληνώσεις, τάπες καθαρισμού, φρέατα) και ι) εγκατάσταση συστήματος πυρασφάλειας. Τέλος, σύμφωνα με την, εκπονηθείσα μετά την άσκηση της κρινόμενης αίτησης, έκθεση υπ’ αρ. 584/21.9.2020 της Τεχνικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, προωθούνται η επικαιροποίηση της κυκλοφοριακής σύνδεσης της δομής μεταναστών με την επαρχιακή οδό Μαλακάσας – Σκάλας Ωρωπού, η κατασκευή κατάλληλου κυκλοφοριακού ισόπεδου κόμβου, για την ασφαλή είσοδο και έξοδο επιβατικών, βαρέων και κρατικών οχημάτων, η διαπλάτυνση του υφιστάμενου οδοστρώματος και η διαμόρφωση νέων λωρίδων επιβράδυνσης και στα δύο ρεύματα.
23. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η Διοίκηση δεν κίνησε τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης της δομής Μαλακάσας, υπό την αντίληψη ότι δεν υφίστατο τέτοια υποχρέωση, λόγω του ότι η δομή επρόκειτο να εγκατασταθεί στο Στρατόπεδο Γερακίνη, εντός του οποίου υπάρχουν δίκτυα υπηρεσιών κοινής ωφέλειας (βλ. έγγραφο 604/25.9.2020 του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου προς το Δικαστήριο). Όπως, όμως, έγινε δεκτό ανωτέρω, η εξαιρετική αυτή διάταξη, που προβλέπεται στην ισχύουσα, σύμφωνα με τα κριθέντα στη σκέψη 20, ΥΑ οικ. 2307/2018 (Β΄ 439), αφορά την κατασκευή δομών για την υποδοχή και προσωρινή φιλοξενία αλλοδαπών σε εκτάσεις που διαθέτουν υποδομές για την εξυπηρέτηση ανάλογου πληθυσμού, κατά τρόπον ώστε να μην απαιτούνται πρόσθετες επεμβάσεις στο περιβάλλον, ενώ, αντιθέτως, στην κρινόμενη περίπτωση, η διάταξη αυτή δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής. Και τούτο διότι για την προσαρμογή του διατεθέντος από το Ταμείο Εθνικής Άμυνας τμήματος του Στρατοπέδου στις ανάγκες στέγασης 1.500 ατόμων απαιτούνται εκτεταμένες επεμβάσεις στο περιβάλλον, όπως χωματουργικές εργασίες, εγκατάσταση (προσθέτων) δικτύων διανομής ύδατος, ηλεκτρικής ενέργειας και αποχέτευσης ακαθάρτων και ομβρίων υδάτων, εκσκαφές για τη δημιουργία σηπτικών δεξαμενών και τάφρων και την εγκατάσταση ηλεκτρολογικών και υδραυλικών σωληνώσεων, καθώς και προσαρμογή της κυκλοφοριακής σύνδεσης στις ανάγκες της κυκλοφορίας 1.500 φιλοξενουμένων αλλοδαπών και εργαζομένων της δομής. Ενόψει τούτου, βάσει της ΥΑ οικ. 2307/2018 και της χωρητικότητας της δομής (κάτω των 3.000 αλλοδαπών), το επίδικο έργο δεν ανήκει μεν στην Α2 περιβαλλοντική κατηγορία, ώστε να απαιτείται η υποβολή και αξιολόγηση μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, αλλά κατατάσσεται στη Β κατηγορία και απαιτείτο η προηγούμενη έκδοση πράξης υπαγωγής του σε πρότυπες περιβαλλοντικές δεσμεύσεις, όπως έγινε δεκτό στη σκέψη 20. Κατά συνέπεια, οι προσβαλλόμενες πράξεις παρίστανται μη νόμιμες και θα ήταν, κατ’ αρχήν, ακυρωτέες. Αν και, κατά την άποψη των Συμβούλων Δ. Κυριλλόπουλου και Β. Ανδρουλάκη, η αναγκαία προσαρμογή της εγκατάστασης στις νέες ανάγκες λειτουργίας της ένδικης δομής και η βελτίωση των υπαρχουσών υποδομών του Στρατοπέδου Γερακίνη δεν αναιρεί την άμεση εξυπηρέτηση της δομής από υφιστάμενα δίκτυα, εφόσον το Στρατόπεδο προϋφίστατο, εξυπηρετείτο από οδό πρόσβασης και υπήρχαν εντός αυτού δίκτυα [διανομής ύδατος, ηλεκτρικής ενέργειας κ.λπ.]. Επομένως, κατά την άποψη αυτή, δεν απαιτείτο περιβαλλοντική αδειοδότηση της δομής και ο περί του αντιθέτου λόγου θα έπρεπε να απορριφθεί ως αβάσιμος.
24. Επειδή, στην παρ. 3α του άρθρου 50 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), η οποία προσετέθη με το άρθρο 22 του ν. 4274/2014 (Α΄ 147), ορίζονται τα ακόλουθα: “Το δικαστήριο, αν άγεται σε ακύρωση της διοικητικής πράξης που προσβλήθηκε με αίτηση ακυρώσεως λόγω πλημμέλειας που μπορεί να καλυφθεί εκ των υστέρων και εφόσον κρίνει, ενόψει της φύσης της πλημμέλειας, και της επίδρασής της στο περιεχόμενο της προσβαλλόμενης πράξης, ότι η ακύρωση της πράξης δεν είναι αναγκαία για την αποκατάσταση της νομιμότητας και για τη διασφάλιση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας, καθώς και σε περίπτωση παράλειψης οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας του αιτούντος, μπορεί, κατ’ εκτίμηση και των εννόμων συμφερόντων των διαδίκων, να εκδώσει προδικαστική απόφαση, η οποία κοινοποιείται σε όλους τους διαδίκους, και να ζητήσει από την αρμόδια υπηρεσία είτε να προβεί σε συγκεκριμένη ενέργεια ώστε να αρθεί η πλημμέλεια είτε να εκπληρώσει την οφειλόμενη νόμιμη ενέργεια τάσσοντας προς τούτο αποκλειστική εύλογη προθεσμία, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα μήνα ούτε μεγαλύτερη από τρεις μήνες. Κανένα στοιχείο δεν λαμβάνεται υπόψη αν προσκομισθεί μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτής. Μετά την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας και εντός δεκαπενθημέρου, οι λοιποί διάδικοι δύνανται να καταθέσουν υπόμνημα με τους ισχυρισμούς τους επί των ενεργειών της Διοίκησης και των στοιχείων που αυτή προσκόμισε. Σε περίπτωση εφαρμογής των οριζόμενων στα προηγούμενα εδάφια, η δημοσίευση της προδικαστικής απόφασης συνεπάγεται την αναστολή της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης, κατά το μέρος που δεν έχει εκτελεστεί έως τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης”. Όπως έχει κριθεί, με την παράγραφο 3α του άρθρου 50 του π.δ. 18/1989 παρέχεται η δυνατότητα εκ των υστέρων καλύψεως πλημμελειών της προσβαλλόμενης πράξης ή εκπλήρωσης της οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, η ρύθμιση δε αυτή αποδίδει, σε επίπεδο νόμου, δυνατότητες που έχει το Δικαστήριο, κατ’ ορθή ερμηνεία, απευθείας από το Σύνταγμα. Κατ’ ακολουθίαν τούτου, η ρύθμιση της περίπτωσης της παράλειψης οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας στην παράγραφο 3α, ερμηνευόμενη ενόψει της ένταξής της στην παράγραφο αυτή και της διαδικασίας που διαγράφει (έκδοση προδικαστικής απόφασης, προθεσμία ενέργειας για τη Διοίκηση, υποβολή υπομνήματος των λοιπών διαδίκων μετά την πάροδο της προθεσμίας, νέα συζήτηση της υπόθεσης προς έκδοση της εν τέλει οριστικής απόφασης), παρέχει τη δυνατότητα στο Δικαστήριο, αφού εκτιμήσει τις συνθήκες της υπόθεσης και σταθμίσει αφενός τα έννομα συμφέροντα των λοιπών πλην της Διοίκησης διαδίκων και αφετέρου το δημόσιο συμφέρον, να διαπιστώσει, με οριστική κατά τούτο κρίση, την παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, να εκδώσει προδικαστική απόφαση και να τάξει εύλογη προθεσμία στη Διοίκηση, προκειμένου αυτή να προβεί στην οφειλόμενη ενέργεια. Στην περίπτωση αυτή, η συμμόρφωση της Διοίκησης μέσα στην ταχθείσα προθεσμία δεν απαιτείται, σύμφωνα πάντα με ειδική κρίση του Δικαστηρίου, να αναδράμει στο χρόνο συντέλεσης της παράλειψης, αλλά μπορεί να αφορά μόνο το μέλλον. Εξάλλου, το Δικαστήριο μπορεί να τάξει μεγαλύτερη εύλογη προθεσμία στη Διοίκηση στην εξαιρετική περίπτωση που, εκτιμώντας τις συνθήκες, κρίνει ότι το τρίμηνο δεν αποτελεί επαρκές χρονικό διάστημα για την εκπλήρωση της οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας (βλ. ΣτΕ Ολομ. 4003/2014, 4446/2015).
25. Επειδή, εν προκειμένω, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα: α/ ότι η λειτουργία των δομών υπαγορεύεται από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, που συνδέονται με την επείγουσα ανάγκη υποδοχής, ταυτοποίησης και προσωρινής στέγασης και φιλοξενίας αλλοδαπών, που εισέρχονται στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις, για τον αναγκαίο προς τούτο χρόνο, την εκπλήρωση των διεθνών υποχρεώσεων της χώρας στον τομέα της μεταναστευτικής πολιτικής και της πολιτικής διεθνούς προστασίας και της υποχρέωσης της Πολιτείας για την προστασία της ανθρώπινης ζωής, υγείας και αξιοπρέπειας όλων των ευρισκομένων στην ελληνική επικράτεια, καθώς και τη διασφάλιση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 1579/2021, σκέψη 6), β/ ότι, μετά την εκδήλωση της πανδημίας του κορονοϊού [covid-19], παρατηρήθηκε “υπερπληθυσμός” των υφιστάμενων Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης αλλοδαπών ανά τη χώρα και ανέκυψε επείγουσα ανάγκη ίδρυσης νέων δομών, προς αποτροπή του κινδύνου “υπερμετάδοσης” της νόσου, γ/ ότι η λειτουργία της δομής Μαλακάσας αποσκοπεί, επιπλέον, στην αποσυμφόρηση των νήσων του Αιγαίου που επωμίζονταν στο παρελθόν τη φιλοξενία των, εισερχομένων χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις, πολιτών τρίτων χωρών και δ/ ότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου (βλ. έγγραφα 413/6.8.2020 και 647/ 6.10.2020 του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου προς το Δικαστήριο), η επίδικη δομή Μαλακάσας ετέθη σε πλήρη λειτουργία τον Αύγουστο του 2020 και, τον Οκτώβριο του 2020, φιλοξενούσε ήδη στις εγκαταστάσεις της εννιακόσιους τριάντα πέντε (935) πολίτες τρίτων χωρών. Υπό τα δεδομένα αυτά και κατόπιν στάθμισης του επιτακτικού, κατά τα προδιαληφθέντα, δημοσίου συμφέροντος και των εννόμων συμφερόντων του αιτούντος, το Δικαστήριο κρίνει ότι, δυνάμει του προεκτεθέντος άρθρου 50 παρ. 3α του π.δ. 18/1989, πρέπει να αναβληθεί η έκδοση οριστικής απόφασης και να χορηγηθεί στη Διοίκηση προθεσμία έξι μηνών από την κοινοποίηση της παρούσης, προκειμένου να τηρήσει την οφειλόμενη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης της δομής Μαλακάσας, ως έργου της Β περιβαλλοντικής κατηγορίας, και να εκδώσει είτε πράξη υπαγωγής του έργου σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις, είτε πράξη απορριπτική του αιτήματος χωροθέτησης και λειτουργίας δομής στην επίμαχη έκταση, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των επιπτώσεων που έχουν προκληθεί από την έναρξη υλοποίησης του έργου και μετά (πρβλ. ΔΕΕ αποφάσεις της 26.7.2017, C-196 και 197/16, Comune di Corridonia κ.λπ., σκ. 37 επ. / της 29.7.2019, C- 411/17, Inter-Environement Wallonie ASBL κ.λπ., σκ. 175 επ.). Στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής θα ερευνηθούν από τη Διοίκηση, αδεσμεύτως προς τη δημιουργηθείσα πραγματική κατάσταση, τα ζητήματα του επιτρεπτού της εγκατάστασης δομής εντός έκτασης που έχει κηρυχθεί αναδασωτέα (πρβλ. ΣτΕ 666/2021 σκ. 8), θα διαπιστωθεί η ύπαρξη ή μη άλλων διαθέσιμων και κατάλληλων για το σκοπό αυτό εκτάσεων, θα ζητηθεί η γνωμοδότηση της δασικής αρχής και θα προταθούν από το Δασαρχείο, σε περίπτωση θετικής γνωμοδότησης, πρόσθετοι όροι και περιορισμοί που θα συμπεριληφθούν στην πράξη υπαγωγής του έργου σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις. Εξάλλου, το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1.5.2 του άρθρου 4 της ΚΥΑ οικ. 169905/2013, που ορίζει ότι “Οι ανωτέρω πράξεις, βεβαιώσεις, γνωμοδοτήσεις [του Δασαρχείου] δεν απαιτούνται σε περίπτωση υφιστάμενων εγκαταστάσεων που αλλάζουν χρήση ή ανακατασκευάζονται, όπως παραχωρούμενα κατά χρήση στρατόπεδα”, αφορά την κατασκευή δομών υποδοχής και προσωρινής φιλοξενίας αλλοδαπών σε στρατόπεδα που διαθέτουν τις αναγκαίες υποδομές για την εξυπηρέτηση ανάλογου πληθυσμού, κατά τρόπον ώστε να μην απαιτούνται πρόσθετες επεμβάσεις στο περιβάλλον, επομένως, η ρύθμιση αυτή δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής στην κρινόμενη υπόθεση, βάσει όσων έγιναν δεκτά και προηγουμένως (βλ. σκέψη 23). Αν και, κατά την άποψη των Συμβούλων Π. Καρλή και Ό. Παπαδοπούλου, στην κρινόμενη περίπτωση δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 50 παρ. 3α του π.δ. 18/1989, διότι η έκδοση ή μη των προσβαλλόμενων πράξεων αλλά και το περιεχόμενο αυτών εξαρτώνται από τα συμπεράσματα των αξιολογήσεων, ως προς τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του έργου, στα οποία θα καταλήξει η περιβαλλοντική αδειοδότηση, η οποία δεν μπορεί να έπεται των πράξεων που τείνουν στην εκτέλεση του έργου (σύσταση δομών, χωροθέτηση και κατασκευή, ανάθεση στον ανάδοχο της εκτέλεσης του έργου), ούτε και να ρυμουλκείται από τις πράξεις αυτές. Συνεπώς, η παράλειψη της περιβαλλοντικής αδειοδότησης καθιστά αναγκαία την ακύρωση των προσβαλλόμενων πράξεων.
26. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, το Δικαστήριο αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης και επιφυλάσσεται να αποφασίσει οριστικά επί της υπό κρίση αιτήσεως κατά τη νέα συζήτηση της υπόθεσης.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Απορρίπτει την αίτηση, ως προς τα οριστικώς κριθέντα στις σκέψεις 10 και 12 ζητήματα.
Αναβάλλει, κατά τα λοιπά, την έκδοση οριστικής απόφασης, σύμφωνα με το σκεπτικό.
Τάσσει στη Διοίκηση εξάμηνη προθεσμία από την κοινοποίηση της παρούσης αποφάσεως, προκειμένου να προβεί στις οφειλόμενες, κατά το σκεπτικό, νόμιμες ενέργειες.
Διατάσσει την κοινοποίηση της παρούσης αποφάσεως στους διαδίκους, με επιμέλεια της Γραμματείας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Η διάσκεψη έγινε στις 28 Απριλίου και 7 Μαΐου 2021
Η ΠρόεδροςΗ Γραμματέας
Ε. Σάρπ Ελ. Γκίκα
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 8ης Ιουνίου 2022.
Ο ΠρόεδροςΗ Γραμματέας
Δ. ΣκαλτσούνηςΕλ. Γκίκα
./.
Η απόφαση μας εστάλη από τη ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΠ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ – Ν.-Κ. ΧΛΕΠΑΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ