Αργά ή γρήγορα θα συνέβαινε – απλά ήρθε στην Ευρώπη ίσως λίγο νωρίτερα από όσο το περίμενα: Στην Γαλλία με νόμο απαγορεύτηκε σε εταιρείες λογισμικού να χρησιμοποιούν τεχνικές τεχνητής νοημοσύνης (Artificial Intelligence), ώστε να προβλέπουν τις αποφάσεις δικαστηρίων.
Πώς γίνεται αυτό; Εύκολα, αρκεί κανείς ν’ αναπτύξει τον κατάλληλο αλγόριθμο: Οι αποφάσεις δικαστηρίων είναι προσβάσιμες σε όλους. Επομένως, μια εταιρεία λογισμικού μπορεί να τις βάλει όλες σε ένα πρόγραμμα υπολογιστή και να ζητήσει μετά διαχωρισμό ανά δικαστή και απόφαση. Έτσι, μετά την επεξεργασία κάμποσων αποφάσεων το πρόγραμμα θα μπορεί να συμπεράνει ότι «ο δικαστής Α συνήθως εκδίδει απορριπτικές αποφάσεις στην Β κατηγορία υποθέσεων» ή ότι «ο δικαστής Χ συνήθως επιδικάζει υψηλές αποζημιώσεις» κοκ. Στη συνέχεια την πληροφορία αυτή μπορούν να τη χειριστούν οι δικηγόροι ανάλογα.
Είναι αυτό πρόβλημα, και μάλιστα τόσο μεγάλο ώστε να απαγορευτεί με νόμο;
Εδώ οι απόψεις διίστανται. Στις ΗΠΑ λέγεται (δεν το γνωρίζω προσωπικά) ότι οι δικαστές έχουν μάθει να ζουν με τέτοιους διαχωρισμούς εδώ και χρόνια. Καθώς η νομική αγορά είναι πολύ πιο εξελιγμένη (εξαιτίας και των χρηματικών ποσών που διακυβεύονται), η ανάλυση της επαγγελματικής συμπεριφοράς κάθε δικαστή είναι αποδεκτό μέρος μιας αντιδικίας. Άλλωστε, σε κορυφαίο επίπεδο αυτό συμβαίνει και με τους ίδιους τους δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου τους (και πάλι αναπόφευκτα, αυτή τη φορά εξαιτίας της εξαιρετικής δύναμης που διαθέτουν).
Στην Ευρώπη ομολογουμένως δεν είμαστε συνηθισμένοι σε τέτοιες πρακτικές. Από την άλλη μεριά όμως δεν είναι ασυνήθιστο το φαινόμενο έμπειροι δικηγόροι να έχουν σχηματίσει άποψη για συγκεκριμένους δικαστές, και αν τυχόν τους δουν στην έδρα να διαμορφώνουν αναλόγως τη στρατηγική τους μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου. Δηλαδή, οι δικηγόροι αυτοί κάνουν σε ατομικό, προσωπικό επίπεδο ό,τι το λογισμικό προσφέρεται να κάνει αυτοματοποιημένα.
Η τεχνολογία, με άλλα λόγια, απλά και μόνο κάνει προσιτό σε όλους ό,τι έτσι ή αλλιώς κάνουν μικρές, κλειστές ομάδες – εκδημοκρατίζει «κλειστές» πρακτικές.
Μπορεί επίσης να παρατηρηθεί ότι κανέναν δεν έβλαψαν ποτέ οι αρχές της διαφάνειας και της λογοδοσίας. Αν λογισμικό αποκαλύψει ότι συγκεκριμένοι δικαστές κρίνουν συστηματικά με τον έναν ή τον άλλον τρόπο (στην Γαλλία φαίνεται ότι το πρόβλημα ανέκυψε όταν το λογισμικό υπέδειξε συγκεκριμένους δικαστές να εκδίδουν συστηματικά αποφάσεις κατά μεταναστών), τότε καλό θα ήταν να γνωρίζουμε γι’ αυτό – και να αναλάβουμε μέτρα αντίστοιχα.
Ένα τέτοιο εργαλείο θα ήταν άλλωστε απαραίτητο συμπλήρωμα της διαδικασίας εσωτερικής αξιολόγησης των δικαστών από τα αρμόδια όργανα. Αν ένας δικαστής συστηματικά κλίνει προς την μια ή την άλλη μεριά, ή αν ενός δικαστή οι αποφάσεις συστηματικά καταπίπτουν στον δεύτερο βαθμό, καλό θα ήταν οι αρμόδιοι να το γνωρίζουν. Μπορεί τα παραπάνω ν’ αποτελούν ακραία παραδείγματα, όμως υποθέτω ότι η γνώση από τους ίδιους τους δικαστές ότι λογισμικό τους «παρακολουθεί» αυτοματοποιημένα θα βοηθούσε και τους ίδιους αλλά και τους πολίτες.
Προσωπικά δεν έχω καταλήξει, εύλογες μου ακούγονται και οι δύο απόψεις. Ο δικαστής είναι βασικό να νιώθει ελεύθερος να κρίνει. Από την άλλη μεριά εύλογο είναι και το αίτημα, οι κρίνοντες να κρίνονται. Ίσως επομένως τη λύση να έδινε η αρχή της ρεαλιστικής ρύθμισης της τεχνολογίας: Από τη στιγμή που κάτι γίνεται τεχνολογικά εφικτό είναι ατελέσφορο να το απαγορεύσει κανείς με νόμο, αφού κάποιοι έτσι ή αλλιώς θα το κάνουν. Είναι επομένως πολύ προτιμότερη, αντί της πλήρους απαγόρευσης, η λεπτομερής ρύθμιση. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, νόμος να ορίζει ότι σε περίπτωση τέτοιου λογισμικού τα ευρήματα θα δημοσιοποιούνται και οι δικαστές που θίγονται από αυτά θα έχουν δικαίωμα προηγούμενης ενημέρωσης και διατύπωσης ενστάσεων. Ή ότι ακραία ευρήματα δεν θα δημοσιοποιούνται καθόλου, αλλά θα ενημερώνονται τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα. Ή κάτι αντίστοιχο τέλος πάντων, που και τον δικαστή θα προστατεύει αλλά και την τεχνολογία θα ρυθμίζει. Άλλωστε, στόχος όλων θα έπρεπε να είναι η κατά το δυνατόν καλύτερη απονομή της δικαιοσύνης – και όσα περισσότερα εργαλεία εισφέρουν προς αυτήν την κατεύθυνση, τόσο το καλύτερο.
Βαγγέλης Παπακωνσταντίνου
Καθηγητής Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Βρυξελλών