Με το άρθρο 1 του ν.4329/2015 (ΦΕΚ Α 53/2-6-15), το οποίο άρχισε να ισχύει στις 16-9-2015, προβλέφθηκε η δυνατότητα έκδοσης διαταγής πληρωμής για αξιώσεις από διοικητικές συμβάσεις, στο πλαίσιο της διοικητικής δίκης, με την προσθήκη τρίτου τμήματος στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας με τίτλο: «ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ» (άρθρα 272Α έως και 272Ι). Η ανάγκη πρόβλεψης μιας τέτοιας διαδικασίας ανέκυψε μετά την προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2011/7/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 2011 «για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές» (ΕΕ L 48), με την παρ.Ζ του άρθρου πρώτου του ν.4152/2013 (Α 107). Η διαδικασία αυτή μέχρι τώρα προβλεπόταν μόνο για τα πολιτικά δικαστήρια, τα οποία άλλωστε εξέδιδαν διαταγή πληρωμής (εφόσον συνέτρεχαν οι σχετικές προϋποθέσεις) σε βάρος του Δημοσίου, ΟΤΑ και ν.π.δ.δ., και αν ακόμη η υποκείμενη σχέση, από την οποία απέρρεε η χρηματική απαίτηση προς πληρωμή, της οποίας εζητείτο η έκδοση διαταγής πληρωμής, υπαγόταν στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων, όπως επί διαφοράς από σύμβαση δημόσιου έργου (Α.Π. 369/2014, 431/2015, πρβλ. ΑΕΔ 18/2005).
Ειδικότερα, με τη διάταξη του νέου άρθρου 272Α καθορίζονται οι προϋποθέσεις έκδοσης διαταγής πληρωμής. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, διαταγή πληρωμής επιτρέπεται να εκδοθεί μόνο για «μη αμφισβητούμενες» χρηματικές αξιώσεις. Για τον προσδιορισμό της έννοιας «μη αμφισβητούμενες» η ίδια διάταξη παραπέμπει στο άρθρο 3 παρ. 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 805/2004 (EE L 143). Όπως ορίζεται δε στο άρθρο αυτό: «Αξίωση θεωρείται “μη αμφισβητούμενη”, εάν: α) την έχει αναγνωρίσει ρητά ο οφειλέτης, μέσω αποδοχής της αξίωσης ή μέσω συμβιβασμού που επικυρώθηκε από δικαστήριο ή καταρτίσθηκε ενώπιον δικαστηρίου κατά τη διάρκεια διαδικασίας, ή β) ο οφειλέτης ουδέποτε αντιτάχθηκε προς αυτήν σύμφωνα με τις σχετικές δικονομικές απαιτήσεις του δικαίου του κράτους μέλους προέλευσης κατά τη διάρκεια διαδικασίας ενώπιον δικαστηρίου, ή γ) ο οφειλέτης δεν παρέστη ή δεν εκπροσωπήθηκε στη σχετική με την εν λόγω αξίωση ακροαματική διαδικασία αφού είχε αντιταχθεί αρχικά στην αξίωση κατά τη διάρκεια διαδικασίας ενώπιον δικαστηρίου, εφόσον η συμπεριφορά αυτή ισοδυναμεί με σιωπηρή αποδοχή της αξίωσης ή των πραγματικών περιστατικών τα οποία επικαλέσθηκε ο πιστωτής σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους προέλευσης, ή δ) την έχει αναγνωρίσει ρητά ο οφειλέτης σε δημόσιο έγγραφο». Περαιτέρω, η, κατά τα πιο πάνω «μη αμφισβητούμενη αξίωση» πρέπει να πηγάζει από διοικητική σύμβαση, που έχει συνομολογηθεί στο πλαίσιο εμπορικής συναλλαγής, που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρ. Ζ του άρθρου πρώτου του ν.4152/2013 (Α 107), όπως αυτή οριοθετείται εννοιολογικά από την υποπαράγραφο Ζ3. Κατά τη διάταξη αυτή «Εμπορική συναλλαγή» είναι «κάθε συναλλαγή μεταξύ επιχειρήσεων ή μεταξύ επιχειρήσεων και δημόσιων αρχών, η οποία συνεπάγεται την παράδοση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής». Επόμενη προϋπόθεση, η οποία πρέπει να συντρέχει για την έκδοση διαταγής πληρωμής, είναι να έχει ολοκληρωθεί ο προληπτικός έλεγχος της σχετικής δαπάνης και να έχει αποβεί θετικός για την πληρωμή της. Ως προληπτικός έλεγχος νοείται ο έλεγχος που διενεργείται πριν από την πληρωμή της σχετικής δαπάνης από το Ελεγκτικό Συνέδριο, εφόσον αυτή εμπίπτει στον έλεγχό του, καθώς και από τις Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγχου ή τις κατά περίπτωση αρμόδιες υπηρεσίες για την εκκαθάριση της δαπάνης και την έκδοση της σχετικής εντολής πληρωμής. Απαιτείται δηλαδή, να έχει ολοκληρωθεί η σύνθετη δημοσιολογιστική διαδικασία, η οποία καταλήγει στην υλική πράξη της εκταμίευσης του αντίστοιχου χρηματικού ποσού (βλ.σχ. οικείο μέρος εισηγητικής έκθεσης ν.4329/2015). Βέβαια, στο άρθρο 272Γ τάσσεται προθεσμία στη δημόσια αρχή (30 ημέρες από την κοινοποίηση της αίτησης) προκειμένου να προσκομίσει τη σχετική υπηρεσιακή βεβαίωση, που θα έχει το αποτέλεσμα του ελέγχου, ενώ προβλέπεται τεκμήριο θετικού ελέγχου, εφόσον παρέλθει άπρακτη η σχετική προθεσμία ή αν, εντός της προθεσμίας αυτής, αναφέρεται ότι ο προληπτικός έλεγχος συνεχίζεται. Σε περίπτωση εφαρμογής του τεκμηρίου, η συνδρομή της συγκεκριμένης προϋπόθεσης μπορεί να αμφισβητηθεί μόνο με την ανακοπή του άρθρου 272Η.
Αρμόδιος να εκδώσει διαταγή πληρωμής, κατά το νέο άρθρο 272Β του Κ.Δ.Δ., είναι ο δικαστής του Μονομελούς Διοικητικού Εφετείου της έδρας του αντισυμβαλλόμενου φορέα, κατά του οποίου ζητείται η έκδοσή της και προκειμένου για το Δημόσιο, της έδρας της υπηρεσίας που συμβλήθηκε για λογαριασμό του. Το αρχικό σχέδιο προέβλεπε ως αρμόδιο, το δικαστή του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου. Τελικά όμως προκρίθηκε η αρμοδιότητα του Διοικητικού Εφετείου, αφού ελήφθησαν υπόψη – κυρίως – η αποκλειστική αρμοδιότητά του στις διαφορές από διοικητικές συμβάσεις, η ανάγκη εκδίκασης της ανακοπής από το ίδιο Δικαστήριο που εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής, η εν γένει εμπειρία των δικαστών του Διοικητικού Εφετείου και ο τεράστιος φόρτος εργασίας των Μονομελών Διοικητικών Πρωτοδικείων. Εξάλλου, κατά το άρθρο 272Γ παρ.1, η κατάθεση της αίτησης μπορεί να γίνει και στη γραμματεία οποιουδήποτε από τα διοικητικά πρωτοδικεία που υπάγονται στην περιφέρεια του αρμόδιου Διοικητικού Εφετείου.
Οι επόμενες διατάξεις (άρθρα 272Γ έως 272Ζ) καθορίζουν τη διαδικασία για την έκδοση διαταγής πληρωμής, το περιεχόμενο αυτής (272Ε), την επίδοση (272ΣΤ) και την εκτελεστότητά της (272Ζ). Παρατηρείται ότι η νέα διαδικασία προσομοιάζει αρκετά με αυτή που ήδη ακολουθείται στην πολιτική δικαιοσύνη, με αρκετές όμως αποκλίσεις. Η διαταγή πληρωμής αποτελεί εκτελεστό τίτλο. Η εκτελεστότητά της δεν θίγεται από την άσκηση της ανακοπής, αλλά η διαταγή πληρωμής δεν μπορεί να εκτελεσθεί πριν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία άσκησης ανακοπής ή πριν τη μέσα στη σχετική προθεσμία άσκηση αυτής.
Με το άρθρο 272Η ρυθμίζονται τα ζητήματα της άσκησης ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής και αίτησης αναστολής της εκτέλεσης αυτής, οι εφαρμοστέες διατάξεις κατά την προδικασία και την κύρια διαδικασία, τα της επίδοσης της ανακοπής και της αίτησης αναστολής και τα όρια ελέγχου του Δικαστηρίου. Η ανακοπή ασκείται μέσα σε προθεσμία 30 ημερών από την επίδοση της διαταγής πληρωμής, ενώ αρμόδιο Δικαστήριο για την εκδίκασή της είναι το κατά τις γενικές διατάξεις αρμόδιο Δικαστήριο για την αξίωση που αποτελεί τη νόμιμη αιτία έκδοσης της διαταγής πληρωμής (Τριμελές Διοικητικό Εφετείο). Το άρθρο 272Θ ορίζει πότε γίνεται δεκτή και πότε απορρίπτεται η ανακοπή και τα αποτελέσματα της παράλειψης άσκησης ανακοπής ή της παραίτησης από ασκηθείσα. Τέλος, με το άρθρο 272Ι προβλέπεται ως λόγος διακοπής της παραγραφής της σχετικής αξίωσης η επίδοση της διαταγής πληρωμής, ενώ σε περίπτωση ακύρωσής της η παραγραφή θεωρείται ότι έχει ανασταλεί από την επίδοσή της μέχρι τη δημοσίευση οριστικής απόφασης επί της ανακοπής.
Γενικά οι νέες διατάξεις κρίνονται θετικές, εφόσον καλύπτουν την ανάγκη επιτάχυνσης της έκδοσης εκτελεστού τίτλου επί αγωγών ή αιτήσεων για μη αμφισβητούμενες απαιτήσεις, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογή τους (βλ.σχ. εισηγητική έκθεση ν.4329/2015 και πρακτικά σχετικών συνεδριάσεων στη Βουλή). Κάποιοι προβληματισμοί γεννώνται σε σχέση με το πεδίο εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων. Ήδη κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου στη Βουλή (βλ.σχ. πρακτικά) επισημάνθηκε ότι ο προσδιορισμός της έννοιας των «μη αμφισβητούμενων» χρηματικών αξιώσεων με βάση τα οριζόμενα στο άρθρο 3 παρ. 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 805/2004, αποτελεί άκρως περιοριστική προϋπόθεση, που περιστέλλει σημαντικά τις υπαγόμενες στη σχετική διαδικασία αξιώσεις. Πολλώ μάλλον, αν ληφθεί υπόψη ότι το Δημόσιο και τα ν.π.δ.δ. σπάνια συνομολογούν πλήρως την ύπαρξη των σχετικών αξιώσεων, ενώ συχνά προβάλλουν αντιρρήσεις ιδίως ως προς το ακριβές ύψος αυτών, την έναρξη της τοκογονίας κλπ. Προϋπόθεση άλλωστε για την επίτευξη της σκοπούμενης επιτάχυνσης αποτελεί η μη εξάντληση των ενδίκων μέσων εκ μέρους του Δημοσίου, των ΟΤΑ και των ν.π.δ.δ. Σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε αποτίμηση του νέου αυτού θεσμού, θα πρέπει να γίνει μετά την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων, οπότε ενδεχομένως θα ανακύψουν και τα όποια ερμηνευτικά ζητήματα.