Ε.Δ.Δ.Α., Yaşar κατά Ρουμανίας της 26.11.2019 (αριθ. προσφ. 64863/13), Δήμευση πλοίου για παράνομη αλιεία , Δικαίωμα ιδιοκτησίας και δικαίωμα εκμετάλλευσης φυσικών πόρων

Πηγή www.echrcaselaw.com/

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Δικαίωμα στην περιουσία και δημόσιο συμφέρον προστασίας των φυσικών πόρων. Δήμευση του σκάφους λόγω χρησιμοποίησής  του  για παράνομη αλιεία στη Μαύρη Θάλασσα. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έκρινε ομόφωνα ότι δεν υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος προστασίας της περιουσίας.

Το Στρασβούργο διαπίστωσε, ειδικότερα, ότι πράγματι η δήμευση είχε ως αποτέλεσμα τη στέρηση ιδιοκτησίας του προσφεύγοντος, καθώς το σκάφος είχε τελικά πωληθεί σε έναν ιδιωτικό φορέα και τα χρήματα από την πώληση εισπράχθηκαν από το Κράτος. Ωστόσο, τα δικαστήρια εξισορρόπησαν προσεκτικά τα διακυβευόμενα δικαιώματα και διαπίστωσαν ότι το δημόσιο συμφέρον για την πρόληψη δραστηριοτήτων που συνιστούν σοβαρή απειλή για τους φυσικούς πόρους στον Εύξεινο Πόντο, υπερίσχυε του δικαιωμάτος ιδιοκτησίας του προσφεύγοντος. Μη παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου.

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων Erol Yaşar, είναι Τούρκος υπήκοος, ο οποίος γεννήθηκε το 1971 και ζει στο Τσαγιρί (Τουρκία). Το σκάφος του κατασχέθηκε το 2010, όταν ασκήθηκε ποινική δίωξη εναντίον του κυβερνήτη του πλοίου Kadir Dikmen, ο οποίος χρησιμοποιούσε το πλοίο βάσει μιας προφορικής συμφωνίας μαζί του.

Ο κ. Dikmen καταδικάστηκε το 2012 ύστερα από μια σύντομη διαδικασία, βάση της οποίας αναγνώρισε ο ίδιος, , ότι το 2004 είχε αλιεύσει χωρίς άδεια και είχε χρησιμοποιήσει αλιευτικό εξοπλισμό επίσης χωρίς άδεια. Κατά τη διαδικασία, ο προσφεύγων υπέβαλε αντίγραφο του τίτλου ιδιοκτησίας του σκάφους, ισχυριζόμενος ότι «το πλοίο αλίευε εν αγνοία του στα ρουμανικά χωρικά ύδατα».

Η απόφαση κατέστη αμετάκλητη αναφορικά με τον κ. Dikmen, αλλά έγινε στη συνέχεια επανάληψη της δίκης σε σχέση με τη δήμευση. Τα δικαστήρια έκριναν ότι το μέτρο δήμευσης δεν είχε ληφθεί μετά από διαδικασία κατ’ αντιδικία, δεδομένου ότι ο ιδιοκτήτης του πλοίου δεν κλήθηκε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κατά του κ. Dikmen.

Στο πλαίσιο της δεύτερης διαδικασίας, ο προσφεύγων κλήθηκε και εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο της επιλογής του, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι η δήμευση ήταν δυσανάλογη, δεδομένης της σημαντικής αξίας του σκάφους και της απουσίας οποιασδήποτε αποδεδειγμένης βλάβης. Ωστόσο, το 2013 τα δικαστήρια διαπίστωσαν ότι ο προσφεύγων έπρεπε να γνωρίζει ότι το πλοίο είχε χρησιμοποιηθεί για τα εν λόγω αδικήματα, δεδομένης της παρουσίας επί του σκάφους εξοπλισμού, που χρησιμοποιείται ειδικά για παράνομη αλιεία, τον οποίο είχε διεκδικήσει ως δικό του. Αναφέρθηκαν επίσης στη σοβαρότητα του εγκλήματος που διέπραξε με τη χρήση του κατασχεθέντος σκάφους, το οποίο αφορούσε πιθανές ζημίες στα προστατευόμενα αποθέματα ιχθύων στη Μαύρη Θάλασσα και στους συχνούς  τραυματισμούς των δελφινιών.

Το πλοίο τελικά πωλήθηκε σε ιδιώτη το 2016 για περίπου 1.900 ευρώ, η αξία του οποίου είχε υποτιμηθεί αρκετά. Τα χρήματα εισπράχθηκαν από το δημόσιο ταμείο.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Κανένα μέρος δεν αμφισβήτησε το γεγονός ότι η δήμευση του σκάφους του προσφεύγοντος αποτελούσε προσβολή του δικαιώματός του για ειρηνική απόλαυση της ιδιοκτησίας του. Επιπλέον, το Δικαστήριο εξέτασε ότι η δήμευση είχε ως αποτέλεσμα τη στέρηση της ιδιοκτησίας, καθώς αποτελούσε μόνιμο μέτρο, που συνεπάγεται οριστική μεταβίβαση της κυριότητας το 2016.

Η παρέμβαση αυτή ήταν σύμφωνη με τον νόμο, δηλαδή τον εσωτερικό νόμο περί αλιείας και  της υδατοκαλλιέργειας και είχε επιδιώξει τον θεμιτό σκοπό της πρόληψης δραστηριοτήτων που δημιουργούσαν σοβαρή απειλή για τους βιολογικούς πόρους της Μαύρης Θάλασσας, όπως η παράνομη αλιεία. Η δήμευση λοιπόν είχε ως στόχο το γενικό συμφέρον.

Το Δικαστήριο συνέχισε να εξετάζει εάν η παρέμβαση είχε επιτύχει μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων δημοσίου συμφέροντος και την προστασία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας του προσφεύγοντος.

Πρώτον, το Δικαστήριο σημείωσε ότι ο προσφεύγων είχε την ευκαιρία να παραπέμψει την υπόθεση του στις αρχές. Συγκεκριμένα, η υπόθεση είχε σταλεί για επανάληψη της δίκης, ώστε το μέτρο δήμευσης να μπορεί να αποφασιστεί σε δίκη κατ’ αντιδικία. Στη νέα διαδικασία είχε κληθεί νομίμως, εκπροσωπούμενος από τον δικηγόρο της επιλογής του και του δόθηκε η δυνατότητα να υποβάλει τα αποδεικτικά στοιχεία και τα επιχειρήματα που έκρινε απαραίτητα για την προστασία των συμφερόντων του. Τίποτα, στο αρχείο της υπόθεσης, δεν απεδείκνυε ότι τα ρουμανικά δικαστήρια είχαν ενεργήσει αυθαίρετα στην εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων.

Επιπλέον, τα δικαστήρια εξισορρόπησαν προσεκτικά τα διακυβευόμενα συμφέροντα, αναφέροντας τη σοβαρότητα του εγκλήματος  που διαπράχθηκε με τη χρήση του σκάφους και κρίνοντας ότι η εξαγορά της κατάσχεσης δεν θα ήταν ένα κατάλληλο μέτρο.

Ούτε η δήμευση επέβαλε υπερβολική επιβάρυνση στον προσφεύγοντα, ο οποίος δεν κατάφερε να αποδείξει στα δικαστήρια το ύψος της αξίας του σκάφους ή τον ισχυρισμό του ότι η μίσθωση του ήταν η μοναδική πηγή εισοδήματός του.

Πράγματι, το σκάφος είχε τελικά πωληθεί για περίπου 1.900 ευρώ.

Συνεπώς, δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου.

Total
0
Shares
Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *