Ε.Δ.Δ.Α., Παπαγεωργίου κ.α. κατά Ελλάδας της 31.10.2019 (αριθμ. 4762/18 και 6140/18), Καταδίκη της Ελλάδας για την υποχρέωση υπογραφής υπεύθυνης δήλωσης των γονιών που δεν επιθυμούν τα παιδιά τους να παρακολουθήσουν το μάθημα των θρησκευτικών

Πηγή: www.echrcaselaw.com

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Yποχρεωτική θρησκευτική εκπαίδευση στα ελληνικά σχολεία και ΕΣΔΑ. Απαγόρευση του κράτους να παρεμβαίνει στη σφαίρα της ατομικής συνείδησης και να δημιουργεί υποχρέωση αποκάλυψης της θρησκευτικής πίστης.

 

Σύμφωνα με το Ελληνικό σύστημα, για να απαλλαγεί ένας μαθητής από το μάθημα των θρησκευτικών θα έπρεπε να υποβάλλουν οι γονείς του υπεύθυνη δήλωση στην οποία ανέγραφαν ότι τα παιδιά τους δεν ήταν Ορθόδοξοι Χριστιανοί.

 

Το Δικαστήριο τόνισε ότι οι αρχές δεν είχαν το δικαίωμα να υποχρεώσουν το άτομο να αποκαλύψει τη θρησκευτική του πίστη.  Σύμφωνα με το ΕΔΔΑ, η απαίτηση μίας τέτοιας υπεύθυνης δήλωσης επιβάρυνε αδικαιολόγητα τους γονείς να αποκαλύπτουν πληροφορίες σχετικά με τη θρησκευτική πίστη των ιδίων και των παιδιών τους.

 

Επιπλέον, ένα τέτοιο σύστημα θα μπορούσε ακόμη και να αποθαρρύνει τους γονείς να υποβάλλουν αίτηση απαλλαγής, ιδίως στο πλαίσιο μιας υπόθεσης όπως αυτή των προσφευγόντων, οι οποίοι ζούσαν σε μικρά νησιά, όπου η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού πιστεύει σε μια συγκεκριμένη θρησκεία και ο κίνδυνος στιγματισμού ήταν πολύ μεγαλύτερος.

 

Ομόφωνη παραβίαση του άρθρου 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου (δικαίωμα στην εκπαίδευση), ερμηνευμένο υπό το πρίσμα του άρθρου 9 (ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας).

 

ΣΧΟΛΙΟ

 

Η απόφαση αποτελεί συνέχιση μια σειράς αποφάσεων για την απαγόρευση αποκάλυψης των θρησκευτικών πεποιθήσεων των πολιτών. Για το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είναι εξίσου σημαντικό τόσο η μη παρεμπόδιση της θρησκευτικής ελευθερίας και της ακώλυτης άσκησης των θρησκευτικών καθηκόντων όσο και η δημιουργία πλαισίου ώστε να μην αποκαλύπτεται η θρησκευτική πεποίθηση του πολίτη είτε θετικά είτε αρνητικά.

 

Εν προκειμένω, μετά την σημαντική αυτή απόφαση, θα πρέπει να θεσμοθετηθεί νομοθετικό πλαίσιο ώστε η διαδικασία εξαίρεσης από το μάθημα των θρησκευτικών να μην γίνεται κατά τρόπο που θα αποκαλύπτονται τα θρησκευτικά πιστεύω ή μη των γονέων και των μαθητών.

 

Μια απλή λύση θα ήταν να υποβάλλεται μια απλή αίτηση για εξαίρεση από το μάθημα των θρησκευτικών χωρίς καμία αιτιολογία με μόνη την έκφραση της  μη επιθυμίας παρακολούθησης του μαθήματος .

 

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

Άρθρο 2 του ΠΠ

 

Άρθρο 9

 

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

 

Οι προσφεύγοντες είναι πέντε Έλληνες υπήκοοι, γονείς και παιδιά, που ζουν στα ελληνικά νησιά, στη Μήλο και στη Σίφνο. Οι τρεις πρώτοι προσφεύγοντες είναι ο Πέτρος Παπαγεωργίου και η Κατερίνη Βερδόλογλου, και η κόρη τους η Μαρία Ραφαέλλα Παπαγεωργίου. Η τέταρτη και  πέμπτη προσφεύγουσα είναι η Ροδόπη Αναστασιάδου και την κόρη της Σμαράγδα Ραβιόλου.

 

Σύμφωνα με το ελληνικό Σύνταγμα και άλλα νομοθετικά κείμενα, όπως ο νόμος για την εκπαίδευση και διάφορες υπουργικές αποφάσεις, η θρησκευτική εκπαίδευση είναι υποχρεωτική για όλους τους μαθητές της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

 

Τον Ιούλιο του 2017 οι προσφεύγοντες ζήτησαν από το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο να ακυρώσει δύο πρόσφατες υπουργικές αποφάσεις σχετικά με τη θέσπιση του προγράμματος θρησκευτικής εκπαίδευσης για το σχολικό έτος 2017/18. Την εποχή εκείνη η Μαρία Ραφαήλ Παπαγεωργίου ήταν στην τρίτη και τελική τάξη του Γενικού Γυμνασίου Μήλου, ενώ η Σμαράγδα Ραβιόλου ήταν στην τέταρτη τάξη του δημοτικού σχολείου της Σίφνου.

 

Οι προσφεύγοντες ζήτησαν την εξέταση της υπόθεσής τους σύμφωνα με την επείγουσα διαδικασία πριν την έναρξη του νέου σχολικού έτους, αλλά το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο απέρριψε τα αιτήματά τους.

 

Ομοίως, το δικαστήριο αυτό δεν αποφάνθηκε επί της υποθέσεώς τους, διότι η αρχική ακρόαση συνέχεια αναβάλλονταν μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2018, οπότε το σχολικό έτος είχε ήδη τελειώσει.

 

Στις προσφυγές τους, οι προσφεύγοντες υποστήριξαν εκτενώς ότι η διαδικασία απαλλαγής από το μάθημα θρησκευτικών ήταν αντίθετη με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση.

 

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

 

Το Δικαστήριο αποφάσισε να εξετάσει την καταγγελία των προσφευγόντων από την άποψη του άρθρου 2 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης, το οποίο δίνει στους γονείς το δικαίωμα να ζητούν σεβασμό από το κράτος σχετικά με τις θρησκευτικές και φιλοσοφικές πεποιθήσεις κατά τη διδασκαλία των θρησκευτικών. Εξέτασε επίσης αυτή τη διάταξη υπό το πλαίσιο του άρθρου 9 της Σύμβασης, το οποίο εγγυάται στους μαθητές το δικαίωμα στην εκπαίδευση σεβόμενο το δικαίωμά τους να πιστεύουν ή να μην πιστεύουν.

 

Πρώτον, το Δικαστήριο έκρινε ότι το κύριο ζήτημα στην υπόθεση ήταν ότι αν οι προσφεύγοντες γονείς οι οποίοι ήθελαν τα παιδιά τους να εξαιρεθούν από τα μαθήματα θρησκευτικών, υποχρεούνται να υποβάλουν υπεύθυνη δήλωση λέγοντας ότι τα παιδιά τους δεν ήταν ορθόδοξοι χριστιανοί.

 

Ένας τέτοιος μηχανισμός απαλλαγής – ή η επιλογή να παρακολουθήσει ένα μάθημα με άλλο αντικείμενο – προσφέρονταν εξάλλου από όλα σχεδόν τα κράτη μέλη. Ωστόσο, κατά την άποψη του Δικαστηρίου, αυτό που έχει σημασία ήταν κατά πόσον οι προϋποθέσεις για απαλλαγή ή εξαίρεση ήταν πιθανό να προκαλέσουν υπερβολική επιβάρυνση στους γονείς, για παράδειγμα ζητώντας τους να αποκαλύψουν τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις τους.

 

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι τέτοια ήταν η κατάσταση των προσφευγόντων γονέων που θα ήταν αναγκασμένοι να υποβάλουν δήλωση από την οποία θα μπορούσε να συναχθεί ότι οι ίδιοι και τα παιδιά τους πίστευαν ή όχι σε μια συγκεκριμένη θρησκεία.

 

Πράγματι, το σημερινό σύστημα στην Ελλάδα για την απαλλαγή παιδιών από τάξεις θρησκευτικής διδασκαλίας κινδύνευε να εκθέσει ευαίσθητες πτυχές της ιδιωτικής ζωής των προσφευγόντων. Το σύστημα θα μπορούσε εξάλλου να τους αποτρέψει από την υποβολή ενός τέτοιου αιτήματος, δεδομένου ότι περιλάμβανε τον διευθυντή του σχολείου να επαληθεύει τις πληροφορίες της δήλωσης και την ειδοποίηση του εισαγγελέα σε περίπτωση ασυμφωνίας. Οι πιθανότητες για σύγκρουση ήταν πιο έντονες στην περίπτωση των προσφευγόντων καθώς ζούσαν στα μικρά νησιά όπου η πλειοψηφία του πληθυσμού πιστεύει σε συγκεκριμένη θρησκεία και ο κίνδυνος στιγματισμού ήταν πολύ υψηλότερος από ό,τι στις μεγάλες πόλεις. Επιπλέον, όπως επισήμαναν οι προσφεύγοντες, τα παιδιά δεν παρακολουθούσαν άλλο μάθημα την ώρα των θρησκευτικών και εκ των πραγμάτων έχαναν ώρες σχολικής παρακολούθησης εξαιτίας των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων.

 

Τονίζοντας ότι οι αρχές δεν είχαν το δικαίωμα να παρεμβαίνουν στη σφαίρα της ατομικής συνείδησης,  ή να υποχρεώνουν να αποκαλύπτουν τις θρησκευτική τους πίστη, το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 1, όπως ερμηνεύεται υπό το πρίσμα του Άρθρου 9 της Σύμβασης.

 

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)

 

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ελλάδα πρέπει να καταβάλει 8.000 ευρώ για ηθική βλάβη από κοινού, στους τρεις πρώτους προσφεύγοντες και το ίδιο ποσό, από κοινού, στον τέταρτο και στον πέμπτο προσφεύγοντα.

 

Επίσης επιδικάστηκε ποσό 6.566,52 ευρώ στους τρεις πρώτους προσφεύγοντες για δαπάνες και έξοδα.

 

Total
0
Shares
Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *