ΕΔΔΑ 9.6.2016, Σισμανίδης & Σιταρίδης κατά Ελλάδας (66602/09 & 71879/12) (καταδίκη της Ελλάδας, κατόπιν των αποφάσεων ΣτΕ 1734/2009 & 735/2012)

Αρχές επιβολής κυρώσεων – Σχέση ποινικής με διοικητική δίκη σε υποθέσεις πολλαπλού τέλους λαθρεμπορίας – Ne bis in idem (άρ. 4 7ου Πρωτ. ΕΣΔΑ) – Τεκμήριο αθωότητας (άρ. 6 παρ. 2 ΕΣΔΑ)  

(Α) Ne bis in idem – Το επίδικο πολλαπλό τέλος λαθρεμπορίας (διπλάσιο των διαφυγόντων δασμών, και φόρων, που μπορούσε να φθάσει στο δεκαπλάσιο και ανερχόταν σε κάποιες δεκάδες χιλιάδες ευρώ), που επιβλήθηκε στον πρώτο προσφεύγοντα το έτος 1996, κρίνεται ότι έχει «ποινική» φύση, κατ’ εφαρμογή των κριτηρίων Engel,  (λαμβανομένης υπόψη και της ανάλογης κρίσης στην υπόθεση Μαμιδάκης του 2007), ενόψει της βαρύτητάς του και του αποτρεπτικού χαρακτήρα του – Στην απόφασή του 1734/2009, το ΣτΕ εξέτασε τον ισχυρισμό του προσφεύγοντος σχετικά με την επιρροή στην υπόθεση της οικείας αθωωτικής (αμετάκλητης) ποινικής απόφασης του Εφετείου Ναυπλίου, του έτους 1997, από την άποψη της παραβίασης του ne bis in idem και, κατά πλειοψηφία, δέχθηκε ότι οι σχετικές ρυθμίσεις του Τελωνειακού Κώδικα δεν αντίκεινται στο άρ. 4 του 7ου Πρωτ. ΕΣΔΑ και δεν ετίθετο, εν προκειμένω, ζήτημα παραβίασης της εν λόγω διάταξης, λόγω του τρόπου που είχε συνεκτιμήσει (το 2003) το Διοικητικό Εφετείο την ανωτέρω ποινική απόφαση – Έστω κι αν στην αρχή της διοικητικής διαδικασίας θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι αυτή είχε κάποια χρονική σχέση με την ποινική, πάντως, όπως εξελίχθηκαν οι δύο διαδικασίες, δεν μπορεί ευλόγως να υποστηριχθεί ότι αυτές συνδέονταν κατ’ ουσίαν μεταξύ τους – Εξάλλου, η ποινική κατηγορία εναντίον του προσφεύγοντος αφορούσε στην ίδια κατ’ ουσίαν παραβατική συμπεριφορά – Δεδομένου ότι η ως άνω αθωωτική ποινική απόφαση κατέστη αμετάκλητη το 1997 και δεν σταμάτησε η σε βάρος του «ποινική» διαδικασία για το πολλαπλό τέλος, αλλά αντίθετα αυτή συνεχίσθηκε και ολοκληρώθηκε με τη ΣτΕ 1734/2009, διαπιστώνεται παραβίαση του άρθρου 4 του 7ου Πρωτοκόλλου ΕΣΔΑ
(Β) Τεκμήριο αθωότητας – Η επίμαχη διοικητική διαδικασία και δίκη για την επιβολή σε βάρος του δεύτερου προσφεύγοντος πολλαπλού τέλους λαθρεμπορίας είχε «ποινική» φύση, όπως και η εναντίον του κατηγορία ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων, που αφορούσε στα ίδια πραγματικά περιστατικά, τα δε στοιχεία που συγκροτούσαν την υπόσταση της ποινικής και της διοικητικής παράβασης ήταν τα ίδια – Συνεπώς, η περίπτωση δεν είναι η ίδια με εκείνη πειθαρχικών διοικητικών διαδικασιών, που παρουσιάζουν αυτονομία έναντι της ποινικής διαδικασίας, ιδίως όσον αφορά τους όρους διενέργειάς τους και το (μη τιμωρητικό) σκοπό τους – Εν προκειμένω, τα διοικητικά δικαστήρια, αφού εκτίμησαν τα στοιχεία του φακέλου διαφορετικά από ό,τι το Εφετείο Θεσσαλονίκης (με απόφασή του έτους 1999, που είχε καταστεί αμετάκλητη), έκριναν ότι ο δεύτερος προσφεύγων είχε διαπράξει την ίδια παράβαση λαθρεμπορίας, για την οποία προηγουμένως είχε αθωωθεί αμετάκλητα στην ποινική δίκη, κρίση η οποία επιβεβαιώθηκε με τη ΣτΕ 735/2012 (δια παραπομπής στη ΣτΕ 2067/2011 επταμ.) – Ενόψει της ταυτότητας της φύσης των δύο διαδικασιών, των επίμαχων πραγματικών περιστατικών και των στοιχείων συγκρότησης των σχετικών παραβάσεων, διαπιστώνεται ότι η παραπάνω κρίση των διοικητικών δικαστηρίων εξηνέχθη κατά παραγνώριση του τεκμηρίου αθωότητας που απέρρεε από την προαναφερόμενη αθωωτική απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης – Συνεπώς παραβιάσθηκε το άρ. 6 παρ. 2 ΕΣΔΑ   

http://www.humanrightscaselaw.gr

 

 

Total
0
Shares
Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *