ΑΠΟΦΑΣΗ
Anželika Šimaitienė κατά Λιθουανίας της 21.04.2020 (αριθ. προσφ. 36093/13)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στέρηση μισθών δικαστή κατά την διάρκεια της ποινικής διαδικασίας. Έλλειψη προβλεψιμότητας νόμου αφού δεν προβλεπόταν από την νομοθεσία αναστολή των δικαστικών καθηκόντων. Η θέση σε αργία δικαστή προβλέφθηκε σε μεταγενέστερο νόμο.
Η προσφεύγουσα είναι Δικαστής. Εναντίον της ασκήθηκε ποινική δίωξη για κατάχρηση εξουσίας και πλαστογραφία. Κινήθηκε και πειθαρχική διαδικασία για παλαιότερα παραπτώματα της με σκοπό την οριστική παύση της. Τέθηκε σε προσωρινή αργία και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα της ποινικής διαδικασίας στερήθηκε τους μισθούς της. Η ποινική δίωξη εναντίον της έπαυσε λόγω παραγραφής. Με απόφαση του Προέδρου της Δημοκρατίας απολύθηκε οριστικά από το Δικαστικό σώμα κατόπιν εισηγήσεως του πειθαρχικού συμβουλίου λόγω προγενέστερων κακοδικιών. Άσκησε αγωγή αποζημίωσης στα πολιτικά Δικαστήρια, ζητώντας τους μη καταβληθέντες μισθούς και την επαναφορά της στο δικαστικό σώμα. Η αγωγή της απορρίφθηκε αμετάκλητα. Άσκησε προσφυγή ενώπιον του ΕΔΔΑ για παραβίαση του δικαιώματος της στην περιουσία, για έλλειψη αμεροληψίας δικαστών και για παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας αφού παρά την παύση της ποινικής δίωξης για παραγραφή υπήρξαν διατυπώσεις στην εφετειακή απόφαση ότι διέπραξε τα παραγραφέντα αδικήματα.
Όσον αφορά τους μη καταβληθέντες μισθούς κατά το χρονικό διάστημα της αργίας και απαλλαγής της προσφεύγουσας από τα καθήκοντά της, το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι δεν μπορούσε να επιβληθεί στέρηση του μισθού γιατί κατά το χρόνο της αργίας της το 2006 λόγω της ποινικής δίωξης αλλά ακόμα και κατά τον χρόνο της οριστικής απόλυσης της δεν υπήρχε νομική βάση για αναστολή των καθηκόντων ενός δικαστή. Ένα τέτοιο μέτρο κατέστη δυνατό σε μεταγενέστερο χρόνο με νεότερη νομοθετική ρύθμιση. Όσον αφορά την ποινική δίωξη, η στέρηση του μισθού της θα επιβάλλονταν μόνο αν κρίνονταν ένοχη από το ποινικό Δικαστήριο. Συνεπώς έκρινε, κατά πλειοψηφία, ότι η προσφεύγουσα στερήθηκε την ειρηνική απόλαυση της περιουσίας της και διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου.
Δεχόμενο αυτή την παραβίαση, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι παρέλκει η εξέταση της καταγγελίας σχετικά με το τεκμήριο αθωότητας.
Τέλος όσον αφορά την καταγγελία για έλλειψη αμεροληψίας το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι οι Δικαστές του αστικού δικαστηρίου δεν είχαν υποβληθεί σε οποιαδήποτε μορφή επιρροής, αλλά ούτε και η προσφεύγουσα προσκόμισε κάποιο στοιχείο για να αποδείξει το αντίθετο. Έκρινε ομόφωνα ότι δεν υπήρχε παραβίαση του άρθρου 6§1.
Το ΕΔΔΑ καταδίκασε τη Λιθουανία να καταβάλει τους μη καταβληθέντες μισθούς ως αποζημίωση, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης και τα έξοδα.
Δείτε περισσότερα σε: