ΑΠΟΦΑΣΗ
SCI Le Chateau du Francport κατά Γαλλίας της 07.07.2022 (αρ. προσφ. 3269/18)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Κατάσχεση περιουσίας. Υποχρέωση του θεματοφύλακα για διατήρηση και συντήρηση του κατασχεθέντος .
Η υπόθεση αφορούσε την κατάσχεση περιουσιακού στοιχείου της προσφεύγουσας εταιρείας και συγκεκριμένα ενός κάστρου στο πλαίσιο ποινικής έρευνας για διάφορα αδικήματα μεταξύ των οποίων ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, αθέμιτη πρακτική, προσκόμιση ψευδών λογιστικών στοιχειών. Η κατάσχεση άρθηκε μετά από 4 χρόνια αλλά το κάστρο παραδόθηκε στην ιδιοκτήτρια εταιρεία ερειπωμένο. Το αίτημα της εταιρείας για αποζημίωση, απορρίφθηκε επειδή δεν αποδείχθηκε ότι η ζημία ήταν συνέπεια βαριάς αμέλειας εκ μέρους της Πολιτείας.
Επικαλούμενη το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου (προστασία περιουσίας), η προσφεύγουσα εταιρεία κατήγγειλε ότι οι εγχώριες αρχές που ήταν αρμόδιες για τη συντήρηση και διατήρηση του Κάστρου δεν είχαν λάβει κανένα αποτελεσματικό μέτρο για την προστασία και τη διατήρησή του καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου που είχε κατασχεθεί.
Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν έπρεπε να είναι εύλογα και ανάλογα με τον επιδιωκόμενο στόχο. Το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι οι αρχές είχαν καθήκον να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την προστασία και διατήρηση της περιουσίας σε καλή κατάσταση και να προβούν σε απογραφή κατά την κατάσχεση και επιστροφή του ακινήτου. Επίσης διαπίστωσε ότι το άρθρο 706-143 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, σύμφωνα με το οποίο ο ιδιοκτήτης του κατασχεθέντος ακινήτου έπρεπε να αναλάβει τα έξοδα συντήρησης και διατήρησής του μέχρι να αρθεί η κατάσχεση, δεν είχε τεθεί σε ισχύ μέχρι την επιστροφή του κάστρου στην προσφεύγουσα εταιρεία.
Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι τα εθνικά δικαστήρια που είχαν εξετάσει την αξίωση της προσφεύγουσας εταιρείας δεν είχαν λάβει υπόψη την ευθύνη των δημόσιων αρχών που ήταν επιφορτισμένες με την απονομή της δικαιοσύνης ή να χορηγήσουν αποζημίωση ως αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε ως συνέπεια της ανεπαρκούς φύλαξης της περιουσίας που κατασχέθηκε.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου και επιδίκασε ποσό 19.000 ευρώ για δικαστικά έξοδα, επιφυλασσόμενο σε μεταγενέστερη απόφαση για να καθορίσει το ύψος της αποζημίωσης και ηθικής βλάβης.