ΑΠΟΦΑΣΗ
Galan κατά Ιταλίας της 17.06.2021 (αριθ. προσφ. 63772/16)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Δικαίωμα εκλέγεσθαι, προϋποθέσεις, πάταξη της διαφθοράς
Σε ένα πλαίσιο κάθαρσης των δημοσίων αρχών από το οργανωμένο έγκλημα και πάταξης της διαφθοράς από εκπροσώπους του Κοινοβουλίου οι οποίοι είχαν εκλεγεί από το λαό, το καθ΄ού κράτος ψήφισε νόμο όπου οι βουλευτές που καταδικάστηκαν αμετάκλητα για αδικήματα διαφθοράς κηρύσσονταν έκπτωτοι του αξίωμά τους. Ο προσφεύγων λόγω της αμετάκλητης καταδίκης του για διαφθορά, έχασε τη βουλευτική του ιδιότητα και του επιβλήθηκε η περαιτέρω διοικητική κύρωσης της απώλειας του δικαιώματος του εκλέγεσθαι για 6 χρόνια. Άσκησε προσφυγή στο ΕΔΔΑ για παραβίαση του δικαιώματος για ελεύθερες εκλογές και του άρθρου 13 για έλλειψη πραγματικής προσφυγής.
Κατά το ΕΔΔΑ ο τομέας των πολιτικών και εκλογικών δικαιωμάτων δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 6 § 1 και 7 της ΕΣΔΑ.
Το Δικαστήριο έδωσε έμφαση στην προσέγγιση που ακολούθησε το Ιταλικό Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο έκρινε ότι ο αποκλεισμός υποψηφιότητας ή η έκπτωση από το αξίωμα δεν αποτελούσαν ούτε κυρώσεις ούτε ποινική καταδίκη. Εκλεγμένοι αντιπρόσωποι οι οποίοι απομακρύνθηκαν από το αξίωμά τους, αποκλείστηκαν από το εκλεγμένο σώμα στο οποίο ανήκαν επειδή είχαν χάσει την ηθική τους ικανότητα, απαραίτητη προϋπόθεση για να συνεχίσουν να εκπροσωπούν τους εκλογείς.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι αποκλεισμός της υποψηφιότητας του προσφεύγοντα στις επερχόμενες εκλογές και η έκπτωση από το αξίωμα δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως ισοδύναμο ποινικής τιμωρίας εντός της έννοιας του άρθρου 7 της Σύμβασης. Απέρριψε την καταγγελία δυνάμει του άρθρου 7 της ΕΣΔΑ ως απαράδεκτη.
Όσον αφορά την καταγγελία για παραβίαση του δικαιώματος για ελεύθερες εκλογές, το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι ο αποκλεισμός υποψηφιότητας όπως και η έκπτωση από το αξίωμα, αντιστοιχούσε στην επείγουσα ανάγκη διασφάλισης, και γενικά, της ορθής λειτουργίας των δημόσιων αρχών, και κυρίως ότι η έκπτωση από την υποψηφιότητα περιβαλλόταν από διασφαλίσεις.
Το Δικαστήριο θεώρησε ότι η άμεση εφαρμογή του αποκλεισμού ήταν σύμφωνη με τον δηλωμένο στόχο του νομοθέτη, για προστασία της ακεραιότητας του δημοκρατικού πολιτεύματος και δεν μπορούσε να θεωρηθεί αυθαίρετη ή δυσανάλογη. Το ΕΔΔΑ δεν διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 3 του Πρώτου Πρωτοκόλλου.
Τέλος, το ΕΔΔΑ λαμβάνοντας υπόψη τις εγγυήσεις που προβλέπονταν από τη κοινοβουλευτική διαδικασία για κάθε απόφαση έκπτωσης από το βουλευτικό αξίωμα, έκρινε ότι η Σύμβαση δεν απαιτούσε το δικαστικό έλεγχο μιας απόφασης που θα εξέδιδε το Κοινοβούλιο στο πλαίσιο συνταγματικών εξουσιών, κατά συνέπεια δεν διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 13.