Δ.Πρωτ.Θεσσαλονίκης 120/2021, Προεδρική διαδικασία. Μέτρα διασφάλισης συμφερόντων του Δημοσίου αρ. 46 παρ. 5 και 6 Ν. 4174/2013

Προεδρική διαδικασία. Μέτρα διασφάλισης συμφερόντων του Δημοσίου αρ. 46παρ. 5 και 6  Ν. 4174/2013. Κατά τόπον αρμοδιότητα. Αρμοδιότητα του Προέδρου Πρωτοδικών της έδρας της εταιρείας και όχι της αρχής που εξέδωσε την πράξη κατ’ αρ. 13 παρ. 9 Ν. 2523/1997. Αλληλέγγυα ευθύνη ομόρρυθμου εταίρου. Λήψη διασφαλιστικών μέτρων κατά την διάρκεια αναστολής λειτουργίας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Αναστολή λήψης διασφαλιστικών μέτρων αρ. 46 Ν. 4174/2013 δυνάμει του άρθρου  αρ.  6 παρ. 2  Ν. 4684/2020. Μη νόμιμη η έκδοση πράξης διασφαλιστικών μέτρων του Δημοσίου σε χρόνο που ίσχυε η προσωρινή αναστολή λειτουργίας των διοικητικών δικαστηρίων καθώς η ανωτέρω διάταξη παραμένει σε ισχύ. Παραπέμπει ως προς την εταιρεία. Δεκτή ως προς τον ομόρρυθμο εταίρο.

 

Αριθμός απόφασης  120/2021

 

ΤΟ

 

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

 

ΤΜΗΜΑ Ι΄

 

Προεδρική Διαδικασία

 

      σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 26 Μαϊου 2021, με δικαστή τη Βασιλική Κοτσιμπού, Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ. και γραμματέα τη Σουλτάνα Λουλούδη, δικαστική υπάλληλο,

 

      γ ι α να δικάσει την προσφυγή με αριθμό καταχώρησης και χρονολογία ΠΡΠ21/8.1.2021,

 

      τ ω ν 1) ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……………………….. ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ», που εδρεύει..……………………… Αττικής, οδός ……………………… και 2) …………………………….., κατοίκου Θεσσαλονίκης, οδός …………………., ως ομόρρυθμου εταίρου και διαχειριστή της ως άνω ετερόρρυθμης εταιρείας, που παραστάθηκαν με την από 25.5.2021 δήλωση (κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 ΚΔΔ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 29 παρ. 1 του ν. 2915/2001) του πληρεξούσιου δικηγόρου τους, Αριστείδη Ασκητή,

 

      κ α τ ά του Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από το Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και, εν προκειμένω, από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης, που παραστάθηκε με την κατατεθείσα στις 25.5.2021 δήλωση (κατά τις ίδιες ως άνω διατάξεις) της δικαστικής πληρεξουσίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Πανωραίας Χαρμαντζή.

 

      Αφού μελέτησε τη δικογραφία

 

      Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο

 

      1. Ε π ε ι δ ή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (σχ. το με κωδικό πληρωμής 363015991951 0309 0028 ηλεκτρονικό παράβολο, σε συνδυασμό με το οικείο αποδεικτικό πληρωμής), επιδιώκεται η ακύρωση της …./11-12-2020 πράξης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης, με την οποία επιβλήθηκαν σε βάρος της πρώτης προσφεύγουσας ετερόρρυθμης εταιρείας, καθώς και του δεύτερου προσφεύγοντος, υπό την ιδιότητά του ως ομορρύθμου εταίρου και νομίμου διαχειριστή αυτής, μέτρα διασφάλισης του δημοσίου συμφέροντος, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 46 του ν. 4174/2013, λόγω μη απόδοσης από την εν λόγω εταιρεία προς το Δημόσιο, κατά τη χρήση 2009, φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) σε συνολικό ύψος που υπερβαίνει το ποσό των 150.000,00 ευρώ, ήτοι, ποσού 225.710,58 ευρώ.

 

      2. Ε π ε ι δ ή, το άρθρο 6 παρ. 2 περ. δ΄ του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999, Α΄ 97), όπως η παρ. αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 παρ. 1 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213) και όπως το πρώτο εδάφιο της περ. δ΄ της εν λόγω παρ. αντικαταστάθηκε με το άρθρο 18 παρ. 4 του ν. 4446/2016 (Α΄ 240) και το δεύτερο εδάφιο της ίδιας περίπτωσης αντικαταστάθηκε με το άρθρο 65 παρ. 1 του ν. 3994/2011 (Α΄ 165), ορίζει ότι: «Η εκδίκαση: α)… δ) των διαφορών που προκύπτουν από την εφαρμογή των άρθρων 13 και 14 του ν. 2523/1997 (Α΄ 179), των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 46 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170), του άρθρου 153 του ν. 2960/2001 (Α΄ 265) …, ανήκει στον πρόεδρο πρωτοδικών του διοικητικού πρωτοδικείου, ο οποίος αποφαίνεται ανεκκλήτως. Οι διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 13 του ν. 2523/1997 (Α΄ 179), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 51 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213), εφαρμόζονται για την εκδίκαση των προσφυγών αυτών» Συναφώς, το άρθρο 13 παρ. 9 του ν. 2523/1997 (Α΄ 179), όπως η παρ. αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 51 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213), ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι: «Κατά των αποφάσεων που εκδίδονται με βάση το άρθρο αυτό, επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής κατά τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας ενώπιον του προέδρου πρωτοδικών του διοικητικού πρωτοδικείου του τόπου της κατοικίας του φορολογουμένου ή της έδρας της επιχείρησης …». Περαιτέρω, το άρθρο 12 του ίδιου ως άνω Κώδικα ορίζει ότι: «1. Το δικαστήριο εξετάζει και αυτεπαγγέλτως τη δικαιοδοσία και την αρμοδιότητά του. 2. Αν το δικαστήριο διαπιστώσει ότι η υπόθεση υπάγεται στα πολιτικά – ποινικά δικαστήρια, απορρίπτει το σχετικό ένδικο βοήθημα ή μέσο, ενώ, αν διαπιστώσει ότι αυτή υπάγεται στο Συμβούλιο της Επικρατείας, στο Ελεγκτικό Συνέδριο ή σε άλλο τακτικό διοικητικό δικαστήριο, παραπέμπει το ένδικο βοήθημα ή μέσο στο αρμόδιο δικαστήριο. Στην περίπτωση της παραπομπής, η απόφαση είναι υποχρεωτική για το ισόβαθμο ή κατώτερο δικαστήριο. 3…». Τέλος, στο άρθρο μόνο του π.δ/τος 404/19780 (Α΄ 83) διαλαμβάνεται ότι: «1.) Διοικητικόν Πρωτοδικείον Αθηνών: Έδρα αι Αθήναι και περιφέρεια η των διαμερισμάτων Αθηνών, Ανατολικής Αττικής και Δυτικής Αττικής».

 

      3. Ε π ε ι δ ή, ο ν. 4174/2013 «Φορολογικές διαδικασίες και άλλες διατάξεις» (του οποίου το μέρος Α’ αποτελεί τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας), όπως ισχύει στην προκείμενη περίπτωση, ορίζει στο άρθρο 46 (ενταγμένο στην ενότητα 2 του Υποκεφαλαίου Γ’ του ως άνω Κώδικα με τίτλο «ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΤΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ»), ότι: « 1… 5. (όπως η εν λόγω παράγραφος ισχύει μετά την αντικατάστασή της από την παρ. 2 του άρθρου 3 και την παρ. 9 του άρθρου 7 του ν. 4337/2015, ΦΕΚ 129 Α΄, περαιτέρω δε από την παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 4342/2015, ΦΕΚ 143 Α’, το άρθρο 22 παρ. 1 της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου 24/24.12.2015, ΦΕΚ 182 Α’, για την έναρξη ισχύος από 1.2.2016, καθώς και το άρθρο 33 του ν. 4646/2019, ΦΕΚ Α΄ 201/12.12.2019). Εφόσον η Φορολογική Διοίκηση διαπιστώνει μη απόδοση, ανακριβή απόδοση, συμψηφισμό, έκπτωση ή διακράτηση Φ.Π.Α., Φ.Κ.Ε., φόρου ασφαλίστρων, παρακρατούμενων, επιρριπτόμενων φόρων, τελών και εισφορών με σκοπό τη μη πληρωμή συνολικά στο Δημόσιο ποσού πάνω από εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ, καθώς και είσπραξη επιστροφής των παραπάνω φόρων, κατόπιν παραπλάνησης της Φορολογικής Διοίκησης με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή με την αθέμιτη παρασιώπηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων, μπορεί, βάσει ειδικής έκθεσης ελέγχου, να επιβάλλει σε βάρος του υπόχρεου παραβάτη προληπτικά ή διασφαλιστικά του δημοσίου συμφέροντος μέτρα άμεσου και επείγοντος χαρακτήρα. Ειδικότερα η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να μην παραλαμβάνει και να μην χορηγεί έγγραφα που απαιτούνται για τη μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων. Στην περίπτωση αυτή δεσμεύεται το πενήντα τοις εκατό (50%) των καταθέσεων, των πάσης φύσεως λογαριασμών και παρακαταθηκών και του περιεχομένου των θυρίδων του υπόχρεου παραβάτη και κατ` ανώτατο μέχρι του διπλάσιου του ποσού για το οποίο διαπιστώνεται ο σκοπός μη πληρωμής ή η είσπραξη επιστροφής, κατά τα ανωτέρω. 6. Τα μέτρα της παραγράφου 5 επιβάλλονται σωρευτικά σε βάρος των ομορρύθμων εταίρων προσωπικών εταιριών, καθώς και σε βάρος των προσώπων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 50 του παρόντος Κώδικα. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα εξειδικεύονται τα πρόσωπα της προηγούμενης παραγράφου, καθορίζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες τα μέτρα αίρονται εν όλω ή εν μέρει και οι περιπτώσεις μη εφαρμογής τους, προσδιορίζεται ο χρόνος διατήρησης αυτών και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα. Η προθεσμία και η άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής του άρθρου 63 του Κώδικα, δεν αναστέλλουν την εφαρμογή των μέτρων, εφαρμοζομένων αναλογικά των οριζομένων στην παρ. 4 του ιδίου άρθρου. …».

 

      4. Ε π ε ι δ ή, προσέτι, σύμφωνα με τα κριθέντα με την 2816/2020 απόφαση επταμελούς σύνθεσης του ΣτΕ, στο πλαίσιο πρότυπης δίκης για την ερμηνεία των διατάξεων του άρθρου 50 του Κ.Φ.Δ. σχετικά με την αλληλέγγυα ευθύνη των διοικούντων νομικών προσώπων, η αναγνώριση της δυνατότητας ασκήσεως προσφυγής από τους εντεταλμένους στη διοίκηση νομικών προσώπων και οντοτήτων (βλ. ΣτΕ 498/2020,7λές) θα παρέμενε άνευ ουσιαστικού περιεχομένου, εάν δεν παρεχόταν στα πρόσωπα αυτά η δυνατότητα προβολής λόγων, με τους οποίους να αμφισβητείται η συνδρομή των κατά νόμον προϋποθέσεων γένεσης της προσωπικής και αλληλέγγυας ευθύνης τους. Παραδεκτώς, ως εκ τούτου, προβάλλονται τέτοιοι λόγοι με την προσφυγή που τα πρόσωπα αυτά ασκούν κατά της απόρριψης της στρεφόμενης κατά των πράξεων της φορολογικής αρχής ενδικοφανούς προσφυγής τους. Πέραν των λόγων αυτών, με την προσφυγή μπορούν να προβληθούν και λόγοι, αναγόμενοι στη νομιμότητα της οικείας καταλογιστικής πράξης ή της εν γένει φορολογικής οφειλής του κυρίως υπόχρεου νομικού προσώπου. Και τούτο, διότι, άλλως, η παροχή της δυνατότητας ασκήσεως προσφυγής θα είχε ως συνέπεια τον, άνευ λόγου, περιορισμό των αιτιάσεων που, υπό το προγενέστερο του Κ.Φ.Δ. καθεστώς, μπορούσαν να προβληθούν από τους αλληλεγγύως υπόχρεους κατά του νόμιμου τίτλου (πράξης προσδιορισμού φόρου ή επιβολής προστίμου), με την ανακοπή που ασκούσαν κατά των πράξεων διοικητικής εκτέλεσης που εκδίδονταν σε βάρος τους (βλ. άρθρο 224 παρ. 4 του Κ.Δ.Δ., πρβλ. ΣτΕ 1775/2018). Δικονομικού χαρακτήρα περιορισμοί των δυνάμενων να προβληθούν λόγων προσφυγής δεν εισάγονται, εξάλλου, από τις επιμέρους διατάξεις της διοικητικής δικονομίας -με τις οποίες οι προσωπικώς και αλληλεγγύως ευθυνόμενοι δεν διαφοροποιούνται, από δικονομικής απόψεως, από οποιοδήποτε άλλο νομιμοποιούμενο στην άσκηση προσφυγής πρόσωπο-ούτε, άλλωστε, θα μπορούσαν εμμέσως να συναχθούν από τις διατάξεις του άρθρου 64 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ., ν. 2717/1999, Α΄ 97), οι οποίες, ερμηνευόμενες σε συνδυασμό με το άρθρο 79 του ίδιου Κώδικα, έχουν, αντιθέτως, την έννοια ότι με την προσφυγή μπορούν κατ’ αρχήν να προβάλλονται όλοι, ανεξαιρέτως, οι λόγοι που οδηγούν στην εν όλω ή εν μέρει ακύρωση ή τροποποίηση της προσβαλλομένης πράξεως, υπό την αυτονόητη επιφύλαξη της τηρήσεως των γενικώς ή ειδικώς προβλεπόμενων προϋποθέσεων παραδεκτού. Σε αμφότερες, αντιθέτως, τις περιπτώσεις, οι αλληλεγγύως ευθυνόμενοι έχουν προσωπικό και άμεσο έννομο συμφέρον προβολής των συγκεκριμένων κατηγοριών λόγων, δεδομένου ότι τόσο στην περίπτωση αμφισβήτησης της συνδρομής των προϋποθέσεων της αλληλέγγυας ευθύνης, όσο και στην περίπτωση που αμφισβητείται η νομιμότητα του επιβληθέντος στο νομικό πρόσωπο φορολογικού βάρους τυχόν αποδοχή της προσφυγής έχει ως συνέπεια την απαλλαγή του προσωπικώς και αλληλεγγύως κατά νόμον ευθυνόμενου προσώπου από την πρόσθετη εγγυητικού χαρακτήρα ευθύνη του για την πληρωμή των βεβαιωθέντων σε βάρος του νομικού προσώπου φορολογικών οφειλών. Μόνο, εξάλλου, το γεγονός ότι τα αλληλεγγύως ευθυνόμενα πρόσωπα δεν έχουν ίδια φορολογική υποχρέωση για την καταβολή των οφειλόμενων από το νομικό πρόστιμο φόρων και προστίμων, αλλά απλή πρόσθετη ευθύνη προς πληρωμή των βεβαιωθέντων σε βάρος του ποσών δεν αποτελεί, υπό το καθεστώς του Κ.Δ.Δ., επαρκή κατά νόμον λόγο αποκλεισμού του εννόμου συμφέροντός τους προς αμφισβήτηση της νομιμότητας της οικείας καταλογιστικής πράξης και της εν γένει φορολογικής οφειλής του νομικού προσώπου (πρβλ. ΣτΕ 498/2020). Απαράδεκτο προβολής των τελευταίων αυτών λόγων δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ούτε κατ’ επίκληση της ανάγκης αποτροπής του κινδύνου έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, καθόσον ο κίνδυνος αυτός -ο οποίος, άλλωστε, περιορίζεται σημαντικά μέσω της χρήσης του Ολοκληρωμένου Συστήματος Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων για τη Διοικητική Δικαιοσύνη (Ο.Σ.Δ.Δ.Υ. – Δ.Δ.)- αντιμετωπίζεται επαρκώς με την ενεργοποίηση της απορρέουσας εκ του καθήκοντος επιμελούς και καλόπιστης διεξαγωγής της δίκης υποχρέωσης των διαδίκων, και, ιδίως, της φορολογικής διοικήσεως για ενημέρωση του δικάζοντος την υπόθεση δικαστηρίου για τις εκκρεμείς ενώπιον άλλων δικαστηρίων συναφείς υποθέσεις, σε συνδυασμό με την εφαρμογή των περί δεδικασμένου διατάξεων της διοικητικής δικονομίας (άρθρο 197 του Κ.Δ.Δ.), από τις οποίες συνάγεται ότι η ανέκκλητη απόφαση που δημοσιεύεται πρώτη ή η απόφαση που καθίσταται το πρώτον τελεσίδικη δεσμεύει, ως προς το κριθέν ζήτημα της νομιμότητας της φορολογικής οφειλής ή της καταλογιστικής του φόρου πράξης, το διοικητικό δικαστήριο που επιλαμβάνεται, εν συνεχεία, της προσφυγής του νομικού προσώπου. Στην αντίστροφη, εξάλλου, περίπτωση, ο κίνδυνος έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων αποτρέπεται με την εφαρμογή της παραγράφου 3 του άρθρου 197 του Κ.Δ.Δ., στην οποία ορίζεται ότι το, κατά τις λοιπές παραγράφους του αυτού άρθρου, παραχθέν από τελεσίδικες και ανέκκλητες αποφάσεις διοικητικών δικαστηρίων δεδικασμένο «εκτείνεται . . . και σε εκείνους από τους οποίους, σύμφωνα με το νόμο, μπορεί να αξιωθεί η εκπλήρωση της σχετικής υποχρέωσης», κατηγορία στην οποία προδήλως υπάγονται και οι προσωπικώς και αλληλεγγύως κατά νόμον ευθυνόμενοι, με αποτέλεσμα, και στις περιπτώσεις αυτές, το μεταγενεστέρως επιληφθέν διοικητικό δικαστήριο να δεσμεύεται από το ήδη δημιουργηθέν, κατά την εκδίκαση της προσφυγής του νομικού προσώπου, δεδικασμένο ως προς το ζήτημα της νομιμότητας της φορολογικής οφειλής ή της καταλογιστικής του φόρου πράξης. Όπως δε κρίθηκε, περαιτέρω, με την ίδια ως άνω απόφαση, για το παραδεκτό της προβολής λόγων περί ελλείψεως των κατά νόμον προϋποθέσεων αλληλέγγυας ευθύνης δεν απαιτείται να προβάλλονται, σωρευτικώς, και λόγοι, με τους οποίους να αμφισβητείται η νομιμότητα της καταλογιστικής πράξης της φορολογικής αρχής ή της εν γένει φορολογικής υποχρέωσης του κυρίως υπόχρεου νομικού προσώπου. Τούτο ισχύει και αντιστρόφως, υπό την έννοια ότι παραδεκτώς προβάλλονται, αυτοτελώς, λόγοι που στρέφονται κατά της νομιμότητας της πράξης επιβολής φόρου ή που αμφισβητούν την ύπαρξη της εν γένει φορολογικής υποχρέωσης του νομικού προσώπου, χωρίς να συνοδεύονται από λόγους, με τους οποίους να αμφισβητείται η συνδρομή των προϋποθέσεων της αλληλέγγυας ευθύνης. Και ναι μεν η τυχόν αποδοχή της προσφυγής στην πρώτη περίπτωση έχει ως αποτέλεσμα μόνον την απαλλαγή του προσφεύγοντος από την προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη του – με την ακύρωση της προσβαλλομένης πράξεως να περιορίζεται στο αντίστοιχο κεφάλαιο, χωρίς να θίγεται, κατά τα λοιπά, η νομιμότητά της και, κατ’ επέκταση, η φορολογική οφειλή του κυρίως υποχρέου και των λοιπών μετ’ αυτού συνευθυνόμενων προσώπων – ενώ στη δεύτερη περίπτωση μπορεί να οδηγεί, ανάλογα και με το ειδικότερο περιεχόμενο των λόγων προσφυγής, στην εν όλω ακύρωση της προσβαλλομένης πράξεως, με όλες τις εντεύθεν έννομες συνέπειες, η διαφοροποίηση, εν τούτοις, αυτή, η οποία, άλλωστε, είναι εγγενής στο πλαίσιο της εκδίκασης των διοικητικών διαφορών, δεν μπορεί να δικαιολογήσει την επιβολή υποχρέωσης σωρευτικής προβολής αμφοτέρων των κατηγοριών λόγων και, μάλιστα, επί ποινή απαραδέκτου του ενδίκου βοηθήματος.

 

      5. Ε π ε ι δ ή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας και, ιδίως, από την από 10.12.2020 ειδική έκθεση ελέγχου του άρθρου 46 του ν. 4174/2013 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Αμπελοκήπων, προκύπτουν τα ακόλουθα: Η πρώτη των προσφευγόντων εταιρεία, με κύρια δραστηριότητα ‘’υπηρεσίες διανομής διαφημιστικών δειγμάτων’’, η οποία συστάθηκε το έτος 2009, είχε ως αρχική έδρα την οδό …………………… στον Εύοσμο του νομού Θεσσαλονίκης, ακολούθως, δε, στις 30.3.2017, υπέβαλε αρμοδίως δήλωση μεταφοράς της έδρας της επί της οδού ………………………………… στους Αγίους Αναργύρους του νομού Αττικής. Στην εταιρεία αυτή διενεργήθηκε, κατόπιν της υπ’ αριθμ. 1324/17.9.2020 εντολής του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης, έλεγχος φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογικών αντικειμένων, για τη χρήση 2009, επ’ αφορμή του 2743/22.1.2020 εγγράφου της Δ.Ο.Υ. Δ΄ Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με το οποίο από το διεξαχθέντα στην επιχείρηση «…………………………» έλεγχο διαπιστώθηκε ότι, κατά την εν λόγω χρήση, η τελευταία εξέδωσε προς την πρώτη των προσφευγόντων 50 εικονικά φορολογικά στοιχεία, συνολικής αξίας 571.130,00 ευρώ, η οποία – κατά τα ειδικότερα πορίσματα του ελέγχου – δεν απέδωσε στο Δημόσιο Φ.Π.Α. ποσού 108.514,70 ευρώ. Δοθέντος ότι οι συναλλαγές που αποτυπώθηκαν στα παραπάνω κριθέντα ως εικονικά φορολογικά στοιχεία, καταχωρήθηκαν στα βιβλία της επιχείρησης, καθώς και στις φορολογικές δηλώσεις της ως εισροές, ο ΦΠΑ των οποίων εκπίπτει από τον αντίστοιχο των εκροών, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης εξέδωσε, μεταξύ άλλων, τη με αρ. 1761/18.12.2020 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού ΦΠΑ και καταλόγισε σε βάρος της πρώτης προσφεύγουσας συνολικό ποσό κύριου φόρου προστιθέμενης αξίας, ύψους 225.710,58 ευρώ, αναλυόμενο ως ακολούθως: [108.514,70 ευρώ υπόλοιπο φόρου εισροών (ποσό που η τελευταία εξέπεσε ως αναλογούντα φόρο δαπανών επί της αξίας των επίμαχων εικονικών φορολογικών στοιχείων που καταχωρήθηκαν στα βιβλία και στοιχεία της, τα οποία θεωρήθηκαν, για το λόγο αυτό, ως ανακριβή) + 117.195,88 ευρώ διαφορά φόρου εκροών που προέκυψε από τον επανέλεγχο που έλαβε χώρα, ενόψει των επιβαρυντικών ως άνω στοιχείων, κατόπιν του 14797/4.11.2010 σημειώματος περαίωσης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Αμπελοκήπων, δυνάμει των διατάξεων του ν. 3888/2010, για τη χρήση 2009 και την έκδοση σχετικώς του 14797/3/24.7.2020 συμπληρωματικού σημειώματος περαίωσης, μετά από τον εξωλογιστικό προσδιορισμό του καθαρού εισοδήματος, σύμφωνα με το άρθρο 32 του ν. 2238/2004] (βλ. σχετ. και την 1324/17.9.2020 έκθεση μερικού φορολογικού ελέγχου ΦΠΑ της Δ.Ο.Υ. Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης). Δεδομένου, δε, ότι το συνολικό ποσό του μη καταβληθέντος ΦΠΑ υπερέβαινε – κατά τα προεκτεθέντα – το ποσό των 150.000,00 ευρώ, δηλαδή το προβλεπόμενο από την παράγραφο 5 του άρθρου 46 του ν. 4174/2013 όριο, με την …./11.12.2020 πράξη του Προϊστάμενου της Δ.Ο.Υ. Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης, ελήφθησαν σε βάρος της πρώτης των προσφευγόντων εταιρείας και του δευτέρου, ως ομορρύθμου εταίρου και διαχειριστή τούτης, τα μέτρα για τη διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος, που προβλέπονται στην ίδια ως άνω διάταξη και το άρθρο 1 παρ. 2 της ΠΟΛ. 1282/31-12-2013 απόφασης του Γ.Γ.Δ.Ε.. Τα μέτρα αυτά, ειδικότερα, συνίστανται: α) Στην απαγόρευση παραλαβής ή χορήγησης από τη φορολογική αρχή κάθε εγγράφου που απαιτείται, κατά τις κείμενες διατάξεις, για τη μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων, όπως, ιδίως, δηλώσεις, συμφωνητικά, βεβαιώσεις ή πιστοποιητικά, β) στη δέσμευση ποσοστού 50% των καταθέσεων των κάθε φύσης λογαριασμών των ανωτέρω, όπως, ιδίως, κοινών, υφιστάμενων ή νέων, των χρηματικών παρακαταθηκών τους και του χρηματικού περιεχομένου των θυρίδων σε λειτουργούντα στην Ελλάδα πιστωτικά ιδρύματα και στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και γ) στη δέσμευση του συνόλου του μη χρηματικού περιεχομένου των θυρίδων και των μη χρηματικών παρακαταθηκών.

 

      6. Ε π ε ι δ ή, από τις διατάξεις που παρατέθηκαν στη δεύτερη και την τρίτη σκέψη της παρούσας απόφασης προκύπτει ότι στις διαφορές που αναφύονται από ατομικές διοικητικές πράξεις εκδοθείσες κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 46 παρ. 5 και 6 του ν. 4174/2013 και υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του προέδρου πρωτοδικών του διοικητικού πρωτοδικείου, προβλέπεται, σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 9 του ν. 2523/1997 (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 51 του ν. 3900/2010), στο οποίο ρητώς παραπέμπουν οι ως άνω διατάξεις, ότι η κατά τόπον αρμοδιότητα του διοικητικού πρωτοδικείου, ενώπιον του προέδρου του οποίου ασκείται η προσφυγή, καθορίζεται με βάση τον τόπο της κατοικίας του φορολογούμενου- φυσικού προσώπου ή την έδρα της επιχείρησης, εφόσον πρόκειται για νομικό πρόσωπο, σε βάρος των οποίων επιβάλλονται τα εν λόγω διασφαλιστικά μέτρα. Ενόψει τούτου και δεδομένου ότι η πρώτη προσφεύγουσα ετερόρρυθμη εταιρεία εδρεύει, ήδη, από το 2017, όπως προεκτέθηκε, στους Αγίους Αναργύρους Αττικής, το Δικαστήριο κρίνει ότι η υπό κρίση προσφυγή, καθ’ ό μέρος αφορά αυτήν, δεν υπάγεται στην κατά τόπον αρμοδιότητά του, αλλά στην κατά τόπον αρμοδιότητα του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, στην περιφέρεια του οποίου εμπίπτει η ανωτέρω περιοχή, εκδικαζόμενη από τον αρμόδιο Πρόεδρο Πρωτοδικών του Δικαστηρίου τούτου, όπου και πρέπει να παραπεμφθεί κατά το συγκεκριμένο μέρος. Ωστόσο, καθ’ ό μέρος η υπό κρίση προσφυγή ασκείται από το δεύτερο των προσφευγόντων και επιδιώκεται η ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, κατά το κεφάλαιό της με το οποίο επιβλήθηκαν σωρευτικά σε βάρος του ίδιου τα ένδικα διασφαλιστικά μέτρα του άρθρου 46 παρ. 5 και 6 του ν. 4174/2013, λόγω της ιδιότητάς του ως ομορρύθμου εταίρου της ανωτέρω προσωπικής εταιρείας, είναι εκδικαστέα από το παρόν Δικαστήριο, ως κατά τόπον αρμόδιο, δοθέντος ότι η διεύθυνση κατοικίας τούτου ευρίσκεται στη Θεσσαλονίκη (οδός …………………). Περαιτέρω, δε, λαμβανομένων, ιδίως, υπόψη όσων παρατέθηκαν στην τέταρτη σκέψη της παρούσας και δεδομένου ότι δεν υφίσταται στο παρόν στάδιο απόφαση επί της προσφυγής του ως άνω νομικού προσώπου, που να δεσμεύει το παρόν Δικαστήριο ως προς το κρινόμενο ζήτημα της νομιμότητας της προσβαλλόμενης πράξης, η υπό κρίση προσφυγή, που ασκείται και ως προς τα λοιπά ζητήματα, παραδεκτώς, είναι εξεταστέα, κατ’ ουσίαν.

 

      7. Ε π ε ι δ ή, ήδη, με την εν λόγω προσφυγή, ο προσφεύγων αμφισβητεί τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και ζητεί την ακύρωσή της, για τους αναφερόμενους σε αυτή λόγους. Ειδικότερα, καταρχάς, υποστηρίζει ότι τα ένδικα διασφαλιστικά μέτρα επιβλήθηκαν σε χρόνο που ίσχυε η αναστολή λειτουργίας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, δυνάμει της Δ1α/ΓΠ.οικ.78363 κυα (ΦΕΚ Β΄ 5350/5.12.2020) [και όχι της κυα Δ1α/ΓΠ.οικ. 80189, ΦΕΚ Β΄ 5486/12.12.2020, όπως προφανώς από παραδρομή αναφέρεται στο δικόγραφο] και επομένως έχουν ληφθεί κατά παράβαση του εν ισχύ άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 4684/2020 (ΦΕΚ Α΄ 85), σύμφωνα με το οποίο ‘’Η επιβολή των διασφαλιστικών μέτρων των παρ. 5 και 6 του άρθρου 46 του ν. 4174/2013 αναστέλλεται για όσο χρονικό διάστημα διατηρείται σε ισχύ το μέτρο της προσωρινής, μερικής ή ολικής, αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της Χώρας, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 11 της από 11.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 55)’’, καθώς και του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος για αποτελεσματική δικαστική προστασία. Ετέρωθεν, το καθ’ ου αντιτείνει ότι η αναστολή λειτουργίας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων δεν συνεπάγεται την ταυτόχρονη αναστολή επιβολής των διασφαλιστικών μέτρων των παρ. 5 και 6 του άρθρου 46 του ν. 4174/2013, καθόσον η επικαλούμενη ρύθμιση της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 4684/2020 δεν είναι εφαρμοστέα και επί των έκτακτων μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊου covid-19 που επιβλήθηκαν από το Νοέμβριο του 2020 και εφεξής.

 

      8. Ε π ε ι δ ή, το άρθρο 11 της από 11.3.2020 πράξης νομοθετικού περιεχομένου Π.Ν.Π. (Α΄ 55/11.3.2020), η οποία κυρώθηκε από τη δημοσίευσή της με το άρθρο δεύτερο του ν. 4682/2020 (A’ 76/3.4.2020), ορίζει (υπό τον τίτλο «Προσωρινή αναστολή λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών») ότι: «1. Προς τον σκοπό της αποφυγής κινδύνου εμφάνισης ή και διάδοσης κορωνοϊού COVID-19 που ενδέχεται να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, μπορεί να επιβληθεί το μέτρο της προσωρινής, μερικής ή ολικής, αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας … 2. Το μέτρο της παρ. 1 επιβάλλεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας και Δικαιοσύνης, καθώς και του Υπουργού Εθνικής Άμυνας στην περίπτωση των στρατιωτικών δικαστηρίων, μετά από γνώμη της Εθνικής Επιτροπής προστασίας της Δημόσιας Υγείας έναντι του κορωνοϊού COVID-19. Με όμοια απόφαση ορίζεται και κάθε συναφής και αναγκαία πρόβλεψη για τα ζητήματα αναστολής ή παρέκτασης δικονομικών προθεσμιών, αναστολής ή παράτασης παραγραφών, αναστολής διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης και διενέργειας πλειστηριασμών, παροχής προσωρινής δικαστικής προστασίας, καθώς και για όλα τα λοιπά ζητήματα που αφορούν στο καθεστώς προσωρινής αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας.» Κατ’ εξουσιοδότηση, της διάταξης αυτής, εκδόθηκαν οι κυα Δ1α/ΓΠ.οικ.18176 (ΦΕΚ Β’ 864/15.03.2020), Δ1 α/ΓΠ.οικ.24403 (ΦΕΚ Β’ 1301/11.04.2020), Δ1α/ΓΠ.οικ.26804 (ΦΕΚ Β’ 1588/25.04.2020) και Δ1α/ΓΠ.οικ. 30340 (ΦΕΚ Β’ 1857/15.05.2020), με τις οποίες αποφασίσθηκε προσωρινή αναστολή της λειτουργίας – μεταξύ άλλων – των διοικητικών δικαστηρίων, καθώς και των νόμιμων και δικαστικών δικαστικών προθεσμιών για τη διενέργεια διαδικαστικών πράξεων και άλλων ενεργειών, ενώπιον των υπηρεσιών τους, με διαδοχικές παρατάσεις, έως και τις 31.5.2020. Περαιτέρω, κατ’ επίκληση της ίδιας ως άνω εξουσιοδοτικής διάταξης, εκδόθηκαν, μεταξύ άλλων, οι ακόλουθες κυα:(α) Δ1α/Γ.Π.οικ. 67924/23.10.2020 (Β΄4709/23.10.2020) [σε συνδυασμό με την Δ1α/ΓΠ.οικ 67723/22.10.2020 (Β΄4681)] με ισχύ από 24.10.2020 έως 6.11.2020, όπως αντικαταστάθηκε από την έναρξη ισχύος της με την Δ1α/Γ.Π.οικ. 69863 (Β΄4829/2.11.2020) με ισχύ από 3.11.2020 έως 30.11.2020, (β) Δ1α/Γ.Π.οικ. 71342/6.11.2020 (Β΄4899/6.11.2020), όπως αντικαταστάθηκε με την Δ1α/ΓΠ.οικ. 76629/28.11.2020 (Β΄5255/28.11.2020) με ισχύ από 30.11.2020 έως 7.12.2020, καθώς, επίσης, (γ) η επίμαχη κυα Δ1α/ΓΠ.οικ. 78363/5.12.2020 (Β΄5350/5.12.2020) με ισχύ από 7.12.2020 έως 14.12.2020. Με τις παραπάνω κυα, επαναφέρθηκε σε ισχύ το μέτρο της προσωρινής αναστολής λειτουργίας των διοικητικών δικαστηρίων, καθώς και των νόμιμων και δικαστικών προθεσμιών για τη διενέργεια διαδικαστικών πράξεων και άλλων ενεργειών, ενώπιον των υπηρεσιών των δικαστηρίων, γενικά.

 

      9. Ε π ε ι δ ή, με τα δεδομένα αυτά, εφόσον είχε ενεργοποιηθεί εκ νέου, στο πλαίσιο λήψης έκτακτων μέτρων προστασίας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊου covid-19, η εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 11 της από 11.3.2020 ΠΝΠ, με την έκδοση των προπαρατεθέντων κυα, για την προσωρινή αναστολή λειτουργίας των διοικητικών δικαστηρίων, κατά τα αναφερόμενα σε αυτές χρονικά διαστήματα, ανεστάλη, αντιστοίχως, κατά τα ίδια χρονικά διαστήματα και η επιβολή των διασφαλιστικών μέτρων του άρθρου 46 παρ. 5 και 6 του ν. 4174/2013, κατ’ εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 4684/2020, διάταξη που παρέμεινε σε ισχύ, μη καταργηθείσα από νεότερη διάταξη νόμου. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός του προσφεύγοντος περί μη νόμιμης λήψης σε βάρος του των ένδικων μέτρων, με την ελεγχόμενη πράξη διασφάλισης των συμφερόντων του Δημοσίου, που εκδόθηκε στις 11.12.2020, ήτοι σε χρόνο που ίσχυε η προσωρινή αναστολή λειτουργίας των διοικητικών δικαστηρίων (από 7.12 έως 14.12.2020, δυνάμει της κυα Δ1α/ΓΠ.οικ. 78363/5.12.2020), παρίσταται βάσιμος και πρέπει, για το λόγο αυτό, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, κατά το κεφάλαιο που τον αφορά, απορριπτομένων όσων αντίθετα προβάλλονται από το καθ’ ου.

 

      10. Ε π ε ι δ ή, κατ’ ακολουθία, η υπό κρίση προσφυγή πρέπει, κατά το μέρος που αφορά στην πρώτη προσφεύγουσα εταιρεία, να παραπεμφθεί προς εκδίκαση στον κατά τόπον αρμόδιο Πρόεδρο Πρωτοδικών του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, ενώ, περαιτέρω, να γίνει δεκτή, κατά τα λοιπά και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη διασφάλισης των συμφερόντων του Δημοσίου, καθ’ ό μέρος αφορά στο δεύτερο των προσφευγόντων, να επιστραφεί δε σε αυτόν το ποσό του καταβληθέντος παραβόλου, κατ’ άρθρο 277 παρ. 9 ΚΔΔ, κατ’ εκτίμηση, ωστόσο, των περιστάσεων, να απαλλαγεί το καθ’ ου από τα δικαστικά έξοδα του τελευταίου, σύμφωνα με το άρθρο 275 παρ. 1 ΚΔΔ.

 

      ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

 

      -Κηρύσσει εαυτό κατά τόπον αναρμόδιο, όσον αφορά στην εκδίκαση της προσφυγής, ως προς την πρώτη προσφεύγουσα εταιρεία.

 

      -Παραπέμπει την προσφυγή, κατά το μέρος αυτό, στον αρμόδιο Πρόεδρο Πρωτοδικών του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών.

 

      -Δέχεται την προσφυγή, κατά τα λοιπά.

 

      -Ακυρώνει την …../11.12.2020 πράξη του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης, καθ’ ό μέρος επιβλήθηκαν σε βάρος του προσφεύγοντος μέτρα διασφάλισης του δημοσίου συμφέροντος, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 46 του ν. 4174/2013, λόγω της ιδιότητάς του ως ομορρύθμου εταίρου και νομίμου διαχειριστή της ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…………………..».

 

      -Διατάσσει να επιστραφεί στον προσφεύγοντα το ποσό του καταβληθέντος παραβόλου. Και

 

      -Απαλλάσσει το καθ’ ου από τα δικαστικά έξοδα του προσφεύγοντος.

 

      Η απόφαση δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, σε δημόσια συνεδρίαση, στις 29/6/2021.

 

      Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

      ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΚΟΤΣΙΜΠΟΥ   ΣΟΥΛΤΑΝΑ ΛΟΥΛΟΥΔΗ

H απόφαση εστάλη από τον κ. Αριστείδη Γ. Ασκητή, Δικηγόρο Θεσσαλονίκης

Total
0
Shares
Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *