Από την απόφαση της 9ης Ιουλίου 1997, De Agostini και TVShop (C‑34/95 έως C‑36/95, EU:C:1997:344), συνάγεται ότι ένα εθνικό μέτρο το επιδιώκει σκοπό δημοσίου συμφέροντος που διέπει ορισμένες πτυχές της μετάδοσης ή της διανομής υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 2010/13, εκτός αν καθιερώνει δεύτερο έλεγχο των τηλεοπτικών εκπομπών, επιπλέον εκείνου τον οποίο οφείλει να πραγματοποιεί το κράτος μέλος εκπομπής.
75 Το Δικαστήριο έκρινε με τη σκέψη 50 της αποφάσεως της 22ας Σεπτεμβρίου 2011, Mesopotamia Broadcast και Roj TV (C‑244/10 και C‑245/10, EU:C:2011:607), ότι δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 89/552, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/36, οι εθνικές ρυθμίσεις κράτους μέλους οι οποίες δεν αφορούν ειδικώς τη μετάδοση και τη διανομή προγραμμάτων και επιδιώκουν, γενικώς, σκοπό δημοσίου συμφέροντος, χωρίς όμως να εμποδίζουν την καθ’ εαυτήν αναμετάδοση, στην επικράτειά του, των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη.
76 Εντούτοις, η σκέψη 50 της αποφάσεως της 22ας Σεπτεμβρίου 2011, Mesopotamia Broadcast και Roj TV (C‑244/10 και C‑245/10, EU:C:2011:607), δεν πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ένα εθνικό μέτρο αποτελεί εμπόδιο, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2010/13, σε περίπτωση που η ρύθμιση βάσει της οποίας έχει ληφθεί διέπει ορισμένες πτυχές της μετάδοσης ή της διανομής υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων, όπως τις πρακτικές λεπτομέρειες της μετάδοσης ή της διανομής των υπηρεσιών αυτών.
77 Δεν συνιστά τέτοιο εμπόδιο ένα εθνικό μέτρο το οποίο επιδιώκει, γενικώς, σκοπό δημόσιας τάξης και ρυθμίζει τις πρακτικές λεπτομέρειες διανομής του τηλεοπτικού προγράμματος ενός καναλιού στο κράτος μέλος λήψης, υπό την προϋπόθεση ότι οι πρακτικές αυτές λεπτομέρειες δεν εμποδίζουν την καθ’ εαυτήν αναμετάδοση του προγράμματος του εν λόγω καναλιού. Τούτο διότι ένα τέτοιο μέτρο δεν καθιερώνει δεύτερο έλεγχο επί του προγράμματος του τηλεοπτικού καναλιού, επιπλέον εκείνου τον οποίο οφείλει να πραγματοποιεί το κράτος μέλος εκπομπής.
78 Όσον αφορά το επίμαχο στην κύρια δίκη μέτρο, πρώτον, από τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν η LRTK και η Λιθουανική Κυβέρνηση προκύπτει ότι, με τη θέσπιση του άρθρου 33, παράγραφοι 11 και 12, σημείο 1, του νόμου για την πληροφόρηση του κοινού, βάσει του οποίου εκδόθηκε η απόφαση της 18ης Μαΐου 2016, ο εθνικός νομοθέτης θέλησε να καταπολεμήσει την ενεργή διάδοση πληροφοριών που απαξιώνουν το λιθουανικό κράτος και απειλούν την υπόστασή του ως κράτους, και επιδίωξε, λαμβανομένης υπόψη της ιδιαίτερα σημαντικής επιρροής της τηλεόρασης στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης, να προστατεύσει την ασφαλή ροή των πληροφοριών στη Λιθουανία, αλλά και να διασφαλίσει και να διαφυλάξει το συμφέρον του κοινού για ορθή ενημέρωση. Οι πληροφορίες στις οποίες αναφέρεται η συγκεκριμένη διάταξη είναι εκείνες που καλύπτονται από την απαγόρευση του άρθρου 19 του ίδιου νόμου, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται κάθε υλικό που παρακινεί σε διά της βίας ανατροπή της λιθουανικής συνταγματικής τάξης και σε προσβολή της κυριαρχικής εξουσίας, της εδαφικής ακεραιότητας και της πολιτικής ανεξαρτησίας της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, μέσω πολεμικής προπαγάνδας, υποκίνησης σε πόλεμο, μίσος, γελοιοποίηση ή ευτελισμό και ενθάρρυνσης των διακρίσεων, της χρήσης βίας ή των αντιποίνων εις βάρος ομάδας προσώπων ή μέλους αντίστοιχης ομάδας λόγω, μεταξύ άλλων, της εθνικότητάς τους.
79 Με τις παρατηρήσεις της ενώπιον του Δικαστηρίου, η LRTK διευκρίνισε ότι η απόφαση της 18ης Μαΐου 2016 ελήφθη επειδή ένα από τα προγράμματα τα οποία μεταδόθηκαν από το κανάλι NTV Mir Lithuania περιείχε ψευδείς πληροφορίες που υποκινούσαν σε εχθρότητα και εθνικό μίσος εις βάρος των βαλτικών χωρών, αναφορικά με τη φερόμενη συνέργεια Λιθουανών και Λετονών στο Ολοκαύτωμα και με τη φερόμενη ως εθνικιστική και νεοναζιστική εσωτερική πολιτική των βαλτικών χωρών, η οποία συνιστά, κατά το ίδιο πάντοτε τηλεοπτικό πρόγραμμα, απειλή για τη ρωσική εθνική μειονότητα που ζει στις χώρες αυτές. Η LRTK υποστηρίζει ότι το πρόγραμμα αυτό απευθυνόταν στοχευμένα στη ρωσόφωνη μειονότητα της Λιθουανίας και είχε ως σκοπό, μέσω διαφόρων τεχνικών προπαγάνδας, να επηρεάσει με αρνητικό και υπαινικτικό τρόπο τις απόψεις της κοινωνικής αυτής ομάδας σχετικά με την εσωτερική και εξωτερική πολιτική την οποία ακολουθούν η Δημοκρατία της Λιθουανίας, η Δημοκρατία της Εσθονίας και η Δημοκρατία της Λετονίας, να επιτείνει το χάσμα και την πόλωση στην κοινωνία και να αναδείξει την ένταση που έχουν δημιουργήσει στην Ανατολική Ευρώπη οι δυτικές χώρες και τον ρόλο της Ρωσικής Ομοσπονδίας ως θύματος.
80 Από τη δικογραφία ενώπιον του Δικαστηρίου δεν προκύπτει να έχουν αμφισβητηθεί οι ως άνω διαπιστώσεις, πρόκειται ωστόσο για ζήτημα το οποίο πρέπει να ελεγχθεί από το αιτούν δικαστήριο. Επί τη βάσει αυτή, πρέπει να γίνει δεκτό ότι ένα μέτρο όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη επιδιώκει, γενικώς, σκοπό δημόσιας τάξης.
81 Δεύτερον, η LRTK και η Λιθουανική Κυβέρνηση εξήγησαν, με τις γραπτές παρατηρήσεις τους, ότι η απόφαση της 18ης Μαΐου 2016, περί επιβολής στους παρόχους υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων των οποίων οι εκπομπές προορίζονταν για τη Λιθουανία, και στα λοιπά πρόσωπα που παρείχαν, μέσω διαδικτύου, στους Λιθουανούς καταναλωτές υπηρεσία μετάδοσης προγράμματος τηλεοπτικών καναλιών ή τηλεοπτικών εκπομπών, να μη μεταδίδουν ή να μην αναμεταδίδουν εντός της Λιθουανίας, για περίοδο δώδεκα μηνών, το πρόγραμμα του καναλιού NTV Mir Lithuania παρά μόνο στο πλαίσιο πακέτων με πρόσθετη χρέωση, ρύθμιζε αποκλειστικώς τις πρακτικές λεπτομέρειες της διανομής του προγράμματος του καναλιού αυτού στους Λιθουανούς καταναλωτές. Παράλληλα, δεν αμφισβητείται ότι, στην υπόθεση της κύριας δίκης, η απόφαση της 18ης Μαΐου 2016 δεν ανέστειλε ούτε απαγόρευσε την αναμετάδοση του προγράμματος του ίδιου αυτού καναλιού στη λιθουανική επικράτεια, δεδομένου ότι το πρόγραμμά του μπορούσε, παρά την ως άνω απόφαση, να συνεχίσει να μεταδίδεται νομίμως στη Λιθουανία και ότι οι Λιθουανοί καταναλωτές μπορούσαν πάντοτε να το παρακολουθούν, υπό την προϋπόθεση ότι γίνονταν συνδρομητές σε πακέτο με πρόσθετη χρέωση.
82 Κατά συνέπεια, ένα μέτρο όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη δεν εμποδίζει την καθ’ εαυτήν αναμετάδοση, εντός του κράτους μέλους λήψης, των προερχόμενων από άλλο κράτος μέλος τηλεοπτικών εκπομπών του τηλεοπτικού καναλιού εις βάρος του οποίου ελήφθη το μέτρο αυτό.
83 Ως εκ τούτου, ένα τέτοιο μέτρο δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 2010/13.
84 Κατόπιν όλων των ανωτέρω σκέψεων, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 2010/13 έχει την έννοια ότι δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης αυτής ένα μέτρο δημόσιας τάξης που έχει ληφθεί από κράτος μέλος και συνίσταται στην επιβολή υποχρέωσης, στους παρόχους υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων των οποίων οι εκπομπές προορίζονται για το συγκεκριμένο κράτος μέλος, καθώς και στα λοιπά πρόσωπα που παρέχουν, μέσω διαδικτύου, στους καταναλωτές του εν λόγω κράτους μέλους υπηρεσία μετάδοσης προγράμματος τηλεοπτικών καναλιών ή τηλεοπτικών εκπομπών, να μη μεταδίδουν ή αναμεταδίδουν εντός του ίδιου αυτού κράτους μέλους, για περίοδο δώδεκα μηνών, το πρόγραμμα τηλεοπτικού καναλιού από άλλο κράτος μέλος παρά μόνο στο πλαίσιο πακέτων με πρόσθετη χρέωση, χωρίς όμως να εμποδίζεται η καθ’ εαυτήν αναμετάδοση, εντός του πρώτου κράτους μέλους, των τηλεοπτικών εκπομπών του προαναφερθέντος καναλιού.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης σε curia.europa.eu