Αριθμός απόφασης Α299/2024 (Τμήμα Γ΄)
Πρόεδρος: Ειρ. Δάσκα (Πρόεδρος Εφετών Δ.Δ.)
Εισηγήτρια: Ε. Μαργαρίτη (Εφέτης Δ.Δ.)
Με την ασκηθείσα έφεση επιδιώχθηκε η εξαφάνιση της 278/2022 οριστικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Χαλκίδας, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή της εκκαλούσας εταιρίας κατά απόφασης του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Με την τελευταία απορρίφθηκε η ενδικοφανής προσφυγή της ανωτέρω κατά της σιωπηρής απόρριψης από τον Προϊστάμενο του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων της αίτησής της περί υπολογισμού και καταβολής τόκων επιδικίας επί έχοντος ήδη επιστραφεί (κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης) ποσού, ως αχρεωστήτως καταβληθέντος φόρου ζύθου.
Το Δικαστήριο έλαβε υπόψη ότι με τις 4923-4925/2017 τελεσίδικες αποφάσεις του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Αθηνών διατάχθηκε η νομιμότοκη επιστροφή στην εκκαλούσα εταιρία του φόρου ζύθου που είχε καταβάλει αχρεωστήτως κατά τα ένδικα χρονικά διαστήματα. Με τις εν λόγω αποφάσεις εξετάστηκε το ζήτημα της καταβολής τόκων, καθόσον διατάχθηκε ρητά η έντοκη επιστροφή του φόρου, καθορίστηκε μάλιστα η έναρξη της τοκοφορίας και το εφαρμοστέο επιτόκιο. Ακολούθως, με αίτησή της και, στη συνέχεια, με ενδικοφανή προσφυγή, η εκκαλούσα εταιρία ζήτησε να καταβληθούν σε αυτήν οι τόκοι επί του συνολικώς οφειλόμενου ποσού, θέτοντας ζήτημα υπολογισμού του ακριβούς ποσού των τόκων. Ωσαύτως, η προσφυγή που άσκησε κατά της απόρριψης από τη Δ.Ε.Δ. της ως άνω ενδικοφανούς προσφυγής της έχει κατ’ ουσίαν το ίδιο αντικείμενο με τις προσφυγές, επί των οποίων δημοσιεύτηκαν οι 4923-4925/2017 τελεσίδικες αποφάσεις του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Ειδικότερα, με την προσφυγή κατά της απόφασης του Προϊσταμένου της Δ.Ε.Δ., η εκκαλούσα δεν επεδίωξε τη διαμόρφωση (της φορολογικής) υποχρέωσης ή κατάστασης πέραν του αντικειμένου των αρχικών προσφυγών κατά των σιωπηρών αρνητικών απαντήσεων του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων επί των επιφυλάξεων και δήλωσης ανάκλησης που είχε υποβάλει και των επιδικασθέντων με τις 4923-4925/2017 τελεσίδικες αποφάσεις του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, τα οποία καλύπτονται από το δεδικασμένο που απορρέει από αυτές. Αντιθέτως, επεδίωξε να διαταχθεί εκ νέου η καταβολή του εκάστοτε προβλεπόμενου νόμιμου τόκου επί του αχρεωστήτως καταβληθέντος φόρου που ήδη επιστράφηκε, η οποία (καταβολή), ωστόσο, ήδη διατάχθηκε με τις 4923-4925/2017 αποφάσεις. Εξάλλου, ως ζήτημα που δεν εξετάστηκε και δικαιολογεί την επάνοδο στη δικαστική οδό, δεν νοείται ο υπολογισμός του ακριβούς ποσού των τόκων, σε περίπτωση που, κατά την επιστροφή του αχρεωστήτως καταβληθέντος φόρου, αυτοί δεν συγκαταβάλλονται, όπως στην κρινόμενη υπόθεση. Και τούτο ανεξαρτήτως εάν η κατά τα ανωτέρω κρίση του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Αθηνών δεν εξικνείται μέχρι του υπολογισμού του ακριβούς ποσού των τόκων. Σε κάθε περίπτωση, η τυχόν άρνηση της Διοίκησης να προβεί στην καταβολή του προβλεπόμενου νόμιμου τόκου επί του ήδη επιστραφέντος φόρου, συμμορφούμενη προς τις 4923-4925/2017 τελεσίδικες αποφάσεις του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, ρυθμίζεται ειδικώς από τον ν. 3068/2002˙ στο πλαίσιο δε αυτό υπολογίζεται αναγκαίως το ακριβές ύψος του οφειλόμενου τόκου προκειμένου να εξεταστεί εάν εχώρησε ή όχι συμμόρφωση προς τις εν λόγω αποφάσεις.
Με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο έκρινε ότι η άρνηση της Διοίκησης να προβεί στην καταβολή τόκων, επιπλέον των ήδη καταβληθέντων, δεν συνιστά εκτελεστή πράξη, κατά την έννοια του άρθρου 63 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ., και δεν υπόκειται σε ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Δ.Ε.Δ.. Κατ’ επέκταση, ούτε και η απόφαση επί της ενδικοφανούς προσφυγής προσβάλλεται παραδεκτώς με προσφυγή ενώπιον του διοικητικού πρωτοδικείου, αφού αρμόδιο για την επίλυση του σχετικού ζητήματος, είναι, όπως προεκτέθηκε, το Τριμελές Συμβούλιο του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Απορρίπτει την έφεση.