Πηγή: http://www.adjustice.gr
Ανακοπή κατά ταμειακής βεβαίωσης που επακολούθησε εγγραφής του χρέους σε χρηματικό κατάλογο και, παρά το ότι εκδόθηκε μετά την έναρξη ισχύος (1.1.2014) του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α΄ 170), συνιστά την ταμειακή (εν στενή εννοία) βεβαίωση του χρέους που προβλεπόταν από τον Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974, Α΄ 90) και όχι απλή καταχώριση του τίτλου της φορολογικής οφειλής στα βιβλία της Φορολογικής Διοίκησης, ώστε να αποτελεί εσωτερική απλώς διοικητική διαδικασία, που δεν παράγει για τον διοικούμενο έννομες συνέπειες και να στερείται εκτελεστού χαρακτήρα, κατά τα κριθέντα με τις 215-217/2016 αποφάσεις της Επιτροπής Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας. Ατομική ειδοποίηση που φέρει τα στοιχεία που προβλέπονται από το άρθρο 4 του Κ.Ε.Δ.Ε., συνιστώντας πληροφοριακό έγγραφο, και όχι αυτά του άρθρου 47 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, ώστε να είναι αυτή η μόνη εκτελεστή πράξη. Παραδεκτώς προσβαλλόμενη, κατ΄ άρθρο 217 παρ. 1 περ. α΄ του Κ.Δ.Δ. (ν. 2717/1999, Α΄ 97), η ταμειακή βεβαίωση, προκειμένου να μην αποστερηθεί ο ανακόπτων της δικαστικής προστασίας που αυτός δικαιούται, σύμφωνα με το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος. – Πράξη εκκαθάρισης φόρου που εκδίδεται μετά τη δημοσίευση σχετικής οριστικής απόφασης διοικητικού δικαστηρίου, κατ΄ άρθρο 41 παρ. 1 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας. Δεν αποτελεί εκτελεστή πράξη προσδιορισμού του φόρου, υποκείμενη σε ενδικοφανή προσφυγή, κατά το άρθρο 63 του εν λόγω Κώδικα, και, στη συνέχεια, σε προσφυγή κατά το άρθρο 63 του Κ.Δ.Δ., αλλά πράξη που εκδίδεται για την εκτέλεση της δικαστικής απόφασης (νόμιμου τίτλου), με την οποία έχει επιλυθεί οριστικώς η σχετική φορολογική διαφορά. Η αμφισβήτηση της γενόμενης κατά τα παραπάνω εκκαθάρισης, ανάγεται στο στάδιο της είσπραξης των ως άνω οφειλόμενων χρεών και προβάλλεται με την ανακοπή του άρθρου 217 του Κ.Δ.Δ. κατά της σχετικής ταμειακής βεβαίωσης ή ατομικής ειδοποίησης, κατά περίπτωση, με την οποία μπορούν να προβληθούν λόγοι σχετικά με την ενδεχομένως λανθασμένη ή μη νόμιμη εκκαθάριση του κύριου και του πρόσθετου φόρου. – Παραδεκτός λόγος ανακοπής αυτός, με τον οποίο αμφισβητείται η νομιμότητα του επανεκκαθαρισθέντος και ταμειακώς βεβαιωθέντος πρόσθετου φόρου λόγω ανακρίβειας, που αντιστοιχεί στο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την κατάθεση της προσφυγής του ήδη ανακόπτοντος κατά του οικείου φύλλου ελέγχου φόρου εισοδήματος έως τη δημοσίευση απορριπτικής δικαστικής αποφάσεως επ΄ αυτής. – Καταλογιστικές πράξεις που εκδόθηκαν πριν την 1η.1.2014 και αφορούσαν σε διαχειριστικές χρήσεις έως 31.12.2013 δεν καταλαμβάνονται επ΄ ουδενί από τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, ούτε από τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 66 παρ. 17 του ίδιου Κώδικα και νομίμως, κατ΄ αρχήν, επιβάλλεται πρόσθετος φόρος λόγω ανακρίβειας για το χρονικό διάστημα από την κατάθεση της προσφυγής κατά του οικείου φύλλου ελέγχου φόρου εισοδήματος έως τη δημοσίευση δικαστικής απόφασης επ΄ αυτής, κατ΄ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 2 παρ. 4 του ν. 2523/1997. – Παραδεκτώς προβάλλεται με την ανακοπή ως λόγος η εφαρμογή ευνοϊκότερης ρύθμισης ως προς τον πρόσθετο φόρο του ανωτέρω χρονικού διαστήματος. – Η διάταξη του άρθρου 26 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66), με την οποία προβλέφθηκε ανώτατο όριο του πρόσθετου φόρου 120%, είναι ευνοϊκότερη της διάταξης του άρθρου 2 παρ. 4 του ν. 2523/1997, στην οποία προβλέπεται ως ανώτατο όριο του πρόσθετου φόρου ποσοστό 300% και εφαρμόζεται και σε φύλλα ελέγχου, που είχαν ήδη εκδοθεί κατά το χρόνο δημοσίευσης του νόμου αυτού. – Δέχεται εν μέρει την ανακοπή.