1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, η οποία, νομίμως, φέρεται προς συζήτηση, μετά τη δημοσίευση της 13111/2016 παραπεμπτικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών και για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο […] ζητείται, παραδεκτώς, κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου του δικογράφου, η τροποποίηση της […] απόφασης του Νομάρχη Αθηνών, ώστε, στο πλαίσιο της […] αίτησης της προσφεύγουσας, μόνιμης υπαλλήλου του καθ’ ου Ο.Τ.Α., να της χορηγηθεί επίδομα μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, αναδρομικώς, από τις 5-2-2002, άλλως, από τις 15-3-2007, αντί της 9ης-3-2009.
9. Επειδή, οι διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 2194/1994, με τις οποίες ορίζεται ότι η Ε.Σ.Δ.Υ. αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με σκοπό την παροχή ειδικού εκπαιδευτικού έργου μεταπτυχιακού επιπέδου και διασφαλίζεται, παραλλήλως, η αυτοδιοίκηση της σχολής καθώς και η ακώλυτη άσκηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας, είναι σύμφωνες, κατ’ αρχήν, με τις διατάξεις του άρθρου 16 του Συντάγματος. Δοθέντος, όμως, ότι η Υ.Σ.Α αποτελούσε, κατά τα προαναφερθέντα, δημόσια υπηρεσία κι όχι ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, οι μεταβατικές διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του ν. 2194/1994, με τις οποίες ορίζεται ότι οι καθηγητές και το λοιπό διδακτικό και επιστημονικό προσωπικό που υπηρετεί στην Υ.Σ.Α., κατά τη δημοσίευση του ανωτέρω νόμου, κατατάσσονται αυτοδικαίως στις μεταφερόμενες στην Ε.Σ.Δ.Υ. θέσεις διδακτικού προσωπικού Α.Ε.Ι., αντίκεινται στην αρχή της αυτοδιοίκησης των Α.Ε.Ι., η οποία αποκλείει την ανάδειξη του καθηγητικού προσωπικού τους χωρίς προηγούμενη εκφορά ουσιαστικής κρίσης από όργανα των ιδρυμάτων αυτών (βλ. ΣτΕ Π.Ε. 274/2009 σκ. 11). Εξάλλου, με τις ίδιες διατάξεις, χορηγήθηκε εξουσιοδότηση στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για τη ρύθμιση, με προεδρικό διάταγμα, το οποίο, εισέτι, δεν έχει εκδοθεί, των θεμάτων που αφορούν στη διάρθρωση, την οργάνωση, τους πόρους της σχολής, τον κανονισμό σπουδών, τον τρόπο επιλογής και εισαγωγής των σπουδαστών, τις κατηγορίες των διπλωμάτων σπουδών που απονέμει, τις θέσεις του προσωπικού καθώς επίσης και για τη ρύθμιση των θεμάτων αυτοδίκαιης ένταξης του διδακτικού, επιστημονικού και λοιπού προσωπικού της Υ.Σ.Α. (παρ. 3, 4 και 7 άρθρου 3 του ν. 2194/1994). Περαιτέρω, καταλείφθηκε στον κανονιστικό νομοθέτη η αρμοδιότητα να ορίσει τα περί της τυπικής ισχύος και ισοτιμίας των πτυχίων της Ε.Σ.Δ.Υ., τα οποία, στο μεσοδιάστημα, δεν μπορούσαν να προσδώσουν στους κατόχους τους δικαίωμα λήψης του επιδίκου επιδόματος. Παρότι δε, με την περ. β΄ της παρ. 5 του άρθρου 15 του ν. 2920/2001, ορίστηκε ότι οι τίτλοι σπουδών της Ε.Σ.Δ.Υ. που είχαν απονεμηθεί ή θα απονέμονταν, σύμφωνα με τα προγράμματα σπουδών της Υ.Σ.Α., μέχρι την έναρξη της ισχύος του ως άνω προεδρικού διατάγματος, «αποτελούν μεταπτυχιακούς τίτλους ειδίκευσης διάρκειας ενός έτους», δεν μπορεί, εν προκειμένω, να γίνει δεκτό ότι, τόσο η συγκεκριμένη διάταξη -υπό το πρίσμα ότι αφορά, ήδη, σε απονεμόμενους από Α.Ε.Ι. τίτλους-, όσο και αυτή της παρ. 4 του άρθρου 12 του ν. 3685/2008, που αναγνωρίζει την ισοτιμία των μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών της Ε.Σ.Δ.Υ. προς τους μεταπτυχιακούς τίτλους ειδίκευσης των Α.Ε.Ι., καθιστούν τους χορηγηθέντες αυτούς τίτλους ισόκυρους με αυτούς που έχουν χορηγηθεί από τα λοιπά Α.Ε.Ι.· και τούτο διότι, οι ανωτέρω διατάξεις, συνεπαγόμενες την τυπική νομιμοποίηση της οργάνωσης και της λειτουργίας φορέα ανώτατης εκπαίδευσης και την, εντεύθεν, εξίσωσή του με άλλους τέτοιους φορείς, αντίκεινται στον πυρήνα των άρθρων 16 παρ. 5 και 4 παρ. 1 του Συντάγματος, ελλείψει (επίκαιρης) θέσπισης ρύθμισης, αξιούσας την ανάδειξη του καθηγητικού προσωπικού της Ε.Σ.Δ.Υ., κατόπιν διενέργειας ουσιαστικής κρίσης, από όργανα αυτής, βάσει της αρχής της αυτοδιοίκησης των Α.Ε.Ι.Κατά συνέπεια, σε κάθε περίπτωση, δεν είναι δυνατή η ικανοποίηση του επιδίκου αιτήματος, το οποίο συναρτάται με την ισχύ διατάξεων που αντιβαίνουν στο Σύνταγμα και, ως εκ τούτου, δεν είναι εφαρμοστέες (άρθρο 93 παρ. 4 του Συντάγματος), παρέλκουσας, ως αλυσιτελούς, της εξέτασης των λόγων της προσφυγής.