Επειδή, με τις ανωτέρω εκτεθείσες διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 4251/2014 θεσπίστηκε το πρώτον μία εξαιρετική διαδικασία χορηγήσεως αδείας διαμονής, κατόπιν υποβολής αιτήσεως, σε αλλοδαπούς υπηκόους τρίτων χωρών, ευεργετικού χαρακτήρα, εφ’ όσον αυτοί διαμένουν στην Ελλάδα και αποδεικνύουν ότι έχουν αναπτύξει ισχυρούς δεσμούς με αυτή. Προκειμένου δε να εξεταστεί η υποβληθείσα αίτηση, ο ενδιαφερόμενος αλλοδαπός οφείλει να προσκομίσει α) θεώρηση εισόδου, χορηγηθείσα από ελληνική προξενική αρχή τουλάχιστον τρία (3) έτη πριν την υποβολή της αιτήσεως ή β) οριστικό τίτλο διαμονής, ανεξάρτητα από την αρχή εκδόσεώς του, του οποίου η ισχύς έχει λήξει κατά την τελευταία δεκαετία προ της υποβολής της αιτήσεως και γ) έγγραφα που στοιχειοθετούν ότι έχει αναπτύξει ιδιαίτερους δεσμούς με τη Χώρα, οι οποίοι καθιστούν αναγκαία την παραμονή του εντός της ελληνικής επικράτειας. Κατά το γράμμα των διατάξεων αυτών, η προϋπόθεση της υπάρξεως ισχυρών δεσμών με τη Χώρα τεκμαίρεται ότι συντρέχει στην περίπτωση κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος αλλοδαπός κατείχε άδειες διαμονής πενταετούς, τουλάχιστον, συνολικής διαρκείας κατά την τελευταία δεκαετία προ της υποβολής του αιτήματός του, οπότε στη συγκεκριμένη περίπτωση οφείλει, καταρχήν, για την κατ’ ουσίαν εξέταση της αιτήσεώς του, να αποδείξει μόνο το πραγματικό γεγονός της διαμονής του στη Χώρα κατά τον χρόνο υποβολής της οικείας αιτήσεως, χωρίς να υποχρεούται να προσκομίσει τα υπό στοιχείο γ’ έγγραφα, τα οποία στοιχειοθετούν ότι έχει αναπτύξει ιδιαίτερους δεσμούς με αυτή. Εντούτοις, ο εξαιρετικός χαρακτήρας της ανωτέρω ρυθμίσεως, ο σκοπός της θεσπίσεώς της, ο οποίος κατά την οικεία αιτιολογική έκθεση έγκειται στη νομιμοποίηση της διαμονής πολιτών τρίτων χωρών ή στην επαναφορά τους στη νομιμότητα, εφ’ όσον διατηρούν ισχυρούς δεσμούς με τη Χώρα, συνιστάμενους στη μακροχρόνια διαμονή και εργασία σε αυτή, στη γνώση της ελληνικής γλώσσας, στη φοίτηση σε ελληνικό σχολείο και στην οικογενειακή σχέση με ημεδαπούς πολίτες, σε συνδυασμό με την περιορισμένη χρονικά ισχύ της, ένεκα της αντικαταστάσεως των διατάξεων αυτών από τα άρθρα 31 παρ. 4 και 40 του ν. 4540/2018, με τα οποία διατηρήθηκε αποκλειστικά η δυνατότητα χορηγήσεως αδείας διαμονής για εξαιρετικούς λόγους σε πολίτες τρίτων χωρών που διαμένουν στην Ελλάδα, εφ’ όσον αποδεικνύουν με έγγραφα βεβαίας χρονολογίας το πραγματικό γεγονός της διαμονής τους στη Χώρα επί επτά (7) τουλάχιστον συναπτά έτη πριν την υποβολή της οικείας αιτήσεως ή τεκμηριώνουν προσηκόντως ότι είναι γονείς ανήλικου ημεδαπού, καθιστούν το προαναφερθέν τεκμήριο λόγω κατοχής αδειών διαμονής πενταετούς τουλάχιστον διαρκείας μαχητό και δεν αποκλείουν τη διενέργεια ελέγχου εκ μέρους της Διοικήσεως περί της πληρώσεως και των δύο τασσομένων εκ του νόμου προϋποθέσεων, ήτοι της διαμονής του αιτούντος στην ελληνική επικράτεια κατά το χρόνο υποβολής της αιτήσεως και για εύλογο χρόνο πριν από αυτή και της υπάρξεως ισχυρών δεσμών με τη Χώρα, δοθέντος ότι στην περίπτωση κατοχής αδειών διαμονής πενταετούς τουλάχιστον διαρκείας, η ύπαρξη τέτοιων ισχυρών δεσμών τυγχάνει, σύμφωνα με την οικεία αιτιολογική έκθεση του ν. 4251/2014, «ιδιαίτερα πιθανή» και όχι βεβαία. Εκ τούτων παρέπεται ότι, αν από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι ο ενδιαφερόμενος αλλοδαπός έχει ήδη, πριν από την υποβολή του σχετικού αιτήματος και επί εύλογο (διετία και άνω) χρόνο προ της ημερομηνίας αυτής, διακόψει την παραμονή του στη Χώρα, με πρόθεση μετεγκατάστασης στη χώρα καταγωγής του ή σε τρίτη χώρα, το αρμόδιο διοικητικό όργανο αποφαίνεται λαμβάνοντας υπ’ όψιν το σύνολο των στοιχείων του φακέλου, με ειδική αιτιολογημένη κρίση περί του αν οι δεσμοί του αιτούντος αλλοδαπού εξακολουθούν να υφίστανται, έως τον κρίσιμο χρόνο υποβολής της αιτήσεως, σε βαθμό ικανό, ώστε να δικαιολογείται η χορήγηση της αιτηθείσης αδείας, ή, αντιθέτως, έχουν ατονήσει ή εκλείψει ως εκ της απουσίας του αιτούντος, συνεκτιμώντας τη διάρκεια αυτής, τα αίτιά της και τις εκάστοτε κρινόμενες περιστάσεις. Και τούτο ανεξαρτήτως του εάν σε απώτερο χρόνο, έστω εντασσόμενο εντός της δεκαετίας από την υποβολή της αιτήσεως, ο αιτών είχε αναπτύξει δεσμούς, τους οποίους όμως διέκοψε επί εύλογο χρόνο με την αναχώρησή του από τη Χώρα, καθιστώντας έτερη χώρα κέντρο των βιοτικών του σχέσεων. Ως εκ τούτου, καίτοι στην περίπτωση αυτή, κατά ρητή διατύπωση του νόμου, ο αιτών δεν υπέχει, καταρχήν, υποχρέωση προσκομίσεως των απαριθμούμενων στην υπ’ αριθμ. 68019/16.10.2015 κοινή υπουργική απόφαση εγγράφων, αποδεικνυόντων τους ιδιαίτερους δεσμούς του με τη Χώρα, εντούτοις η Διοίκηση, κατά την αληθή βούληση του νομοθέτη, στα πλαίσια διενέργειας του ως άνω ελέγχου και προς αποφυγή καταστρατηγήσεως του πνεύματος των ανωτέρω διατάξεων, οφείλει να εξετάσει την πλήρωση και των δύο τασσομένων εκ του νόμου προϋποθέσεων, παρέχοντας, αν το κρίνει αναγκαίο, στον ενδιαφερόμενο αλλοδαπό, προ της εκδόσεως της σχετικής αποφάσεως και παρά το γεγονός ότι η διαδικασία κινήθηκε κατόπιν υποβολής αιτήσεως εκ μέρους του, την ευχέρεια να προσκομίσει συμπληρωματικώς σχετικά έγγραφα και στοιχεία προς απόδειξη της αναπτύξεως και διατηρήσεως των ιδιαίτερων δεσμών του με τη Χώρα, διότι μία τέτοια απουσία του αιτούντος δε στοιχειοθετεί, άνευ ετέρου, λόγο απορρίψεως της υποβληθείσης αιτήσεως, αλλά πρέπει να συνεκτιμηθεί ορώμενη σε συνδυασμό με την εν γένει συνολική παρουσία του στη Χώρα, την επαγγελματική του δραστηριότητα και το σύνολο των οικογενειακών και βιοτικών του δεσμών στην ημεδαπή, κατά τον κρίσιμο χρόνο υποβολής της αιτήσεώς του. Ο δε αιτών οφείλει να προσκομίσει όλα τα αναγκαία προς απόδειξη της υπάρξεως τέτοιων ισχυρών δεσμών στοιχεία.