Η ρύθμιση αυτή (άρθρο 23 περ. β΄ του Κ.Φ.Ε.) που συνδέει τη δυνατότητα έκπτωσης της σχετικής δαπάνης με τον τρόπο εξόφλησης αυτής δεν αντίκειται στην κατ’ άρθρο 4 του Συντάγματος διάταξη περί φοροδοτικής ικανότητας και ισότητας και στη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας-Θεμιτός σκοπός δημοσίου συμφέροντος η αποτελεσματική αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής μέσω της ενδυνάμωσης της ανιχνευσιμότητας των συναλλαγών άνω των πεντακοσίων ευρώ, καθισταμένης ευχερούς της άμεσης διασταύρωσης αυτών-Αναμόρφωση των αποτελεσμάτων της επιχείρησης λόγω μη αναγνώρισης προς έκπτωση δαπανών για τις οποίες προσκομίσθηκαν συναλλαγματικές που δεν έφεραν σφραγίδα ή διακριτικό πιστωτικού ιδρύματος στο σώμα τους-Οψίμως προβαλλόμενος, κατά τον έλεγχο φορολογίας εισοδήματος, ισχυρισμός της προσφεύγουσας ότι δεν εξοφλήθηκαν τα επίμαχα τιμολόγια παρίσταται απορριπτέος, ως αντιφατικός με προγενέστερη, μη ανακληθείσα δήλωση του νομίμου εκπροσώπου της, ως ελεγχόμενου για λαθρεμπορικές παραβάσεις, ότι για την εξόφληση των τιμολογίων εκδίδονταν συναλλαγματικές που επιστρέφονταν στην προσφεύγουσα, κατόπιν καταβολών τοις μετρητοίς, δήλωση που άλλωστε συνάδει προς τον σκοπό που εξυπηρετεί η χρήση συναλλαγματικών κατά τις εμπορικές συναλλαγές. Απορρίπτει την προσφυγή.