ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ELEANOR SHARPSTON της 18ης Μαΐου 2017 // Υπόθεση C-225/16
[αίτηση του Hoge Raad der Nederlanden
(Ανώτατου Δικαστηρίου των Κάτω Χωρών)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]
«Χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης – Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών – Οδηγία 2008/115/ΕΚ – Άρθρο 11, παράγραφος 2 – Ιστορική απαγόρευση εισόδου – Σημείο αφετηρίας – Παρέκκλιση για λόγους δημοσίας τάξεως από το ανώτατο όριο των πέντε ετών»
79. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, θεωρώ ότι το Δικαστήριο πρέπει να απαντήσει στα προδικαστικά ερωτήματα του Hoge Raad der Nederlanden (Ανωτάτου Δικαστηρίου των Κάτω Χωρών) ως εξής:
– Το σημείο αφετηρίας της απαγορεύσεως εισόδου που προβλέπεται από το άρθρο 11, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, πρέπει να είναι η χρονική στιγμή στην οποία ο υπήκοος τρίτης χώρας αναχωρεί πραγματικά από το έδαφος των κρατών μελών.
– Το άρθρο 11, παράγραφος 2, τελευταία περίοδος, της οδηγίας 2008/115 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η διάρκεια ιστορικής απαγορεύσεως εισόδου δύναται να υπερβαίνει την πενταετία αν πληρούνται οι προβλεπόμενες προϋποθέσεις. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να εξακριβώσει, σύμφωνα με τους εθνικούς δικονομικούς κανόνες, αν, όταν εκδόθηκε η ιστορική απαγόρευση εισόδου, οι εθνικές αρχές είχαν προβεί σε αξιολόγηση της προσωπικής συμπεριφοράς του συγκεκριμένου υπηκόου τρίτης χώρας και είχαν συναγάγει ότι αυτός συνιστά σοβαρή απειλή για τη δημόσια τάξη. Στο πλαίσιο αυτό, η ύπαρξη διάφορων προγενέστερων καταδικαστικών αποφάσεων για την τέλεση ποινικών αδικημάτων μπορεί να αρκεί για να γίνει επίκληση της παρεκκλίσεως που εισάγεται από το άρθρο 11, παράγραφος 2, της οδηγίας για την επιστροφή, στο μέτρο που οι εν λόγω καταδίκες αποδεικνύουν έναν σταθερό τρόπο συμπεριφοράς του συγκεκριμένου προσώπου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να εξακριβώσει ότι η διαδικασία ήταν σύμφωνη με τα θεμελιώδη δικαιώματα ως γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης.
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα) της 18ης Μαΐου 2017 //υπόθεση C‑154/16
«Προδικαστική παραπομπή – Κοινοτικός τελωνειακός κώδικας – Κανονισμός (ΕΟΚ) 2913/92 – Άρθρο 94, παράγραφος 1, και άρθρο 96 – Καθεστώς της εξωτερικής κοινοτικής διαμετακομίσεως – Ευθύνη του κυρίως υπόχρεου – Άρθρα 203, 204 και άρθρο 206, παράγραφος 1 – Γένεση της τελωνειακής οφειλής – Απομάκρυνση από την τελωνειακή επιτήρηση – Μη εκπλήρωση υποχρεώσεως απορρέουσας από τη χρήση τελωνειακού καθεστώτος – Ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια του εν λόγω εμπορεύματος από αιτία οφειλόμενη στην ίδια τη φύση του εμπορεύματος ή σε τυχαίο γεγονός ή ανωτέρα βία – Άρθρο 213 – Αλληλέγγυα πληρωμή της τελωνειακής οφειλής – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Άρθρο 2, παράγραφος 1, καθώς και άρθρα 70 και 71 – Γενεσιουργός αιτία και απαιτητό του φόρου – Άρθρα 201, 202 και 205 – Υπόχρεοι για την καταβολή του φόρου – Διαπίστωση ελλείποντος φορτίου από το τελωνείο προορισμού – Κατώτερο σύστημα εκκενώσεως βυτιοφόρου το οποίο έχει σφραγιστεί εσφαλμένα ή έχει υποστεί βλάβη»
1) Το άρθρο 203, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 648/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Απριλίου 2005, έχει την έννοια ότι η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται οσάκις το σύνολο του εμπορεύματος που έχει τεθεί υπό καθεστώς εξωτερικής κοινοτικής διαμετακομίσεως δεν προσκομίζεται στο τελωνείο προορισμού που προβλέπεται στο πλαίσιο του καθεστώτος αυτού, λόγω της επαρκώς αποδεικνυόμενης ολικής καταστροφής ή ανεπανόρθωτης απώλειας μέρους του εμπορεύματος αυτού.
2) Το άρθρο 204, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 2913/92, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 648/2005, έχει την έννοια ότι, οσάκις το σύνολο του εμπορεύματος το οποίο έχει τεθεί υπό καθεστώς εξωτερικής κοινοτικής διαμετακομίσεως δεν προσκομίζεται στο τελωνείο προορισμού το οποίο προβλέπεται στο πλαίσιο του καθεστώτος αυτού, λόγω της επαρκώς αποδεικνυόμενης ολικής καταστροφής ή ανεπανόρθωτης απώλειας μέρους του εμπορεύματος, η κατάσταση αυτή, η οποία συνιστά μη εκτέλεση μίας από τις υποχρεώσεις που συνδέονται με το καθεστώς αυτό, ήτοι της υποχρεώσεως προσκομίσεως ανέπαφου του εμπορεύματος στο τελωνείο προορισμού, αποτελεί, κατ’ αρχήν, τη γενεσιουργό αιτία της τελωνειακής οφειλής κατά την εισαγωγή για το μέρος του εμπορεύματος το οποίο δεν προσκομίσθηκε στο τελωνείο αυτό. Εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να εξακριβώσει αν κάποια περίσταση όπως η βλάβη συστήματος εκκενώσεως πληροί, εν προκειμένω, τα κριτήρια που χαρακτηρίζουν τις έννοιες της «ανωτέρας βίας» ή του «τυχαίου γεγονότος», κατά την έννοια του άρθρου 206, παράγραφος 1, του κανονισμού 2913/92, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 648/2005, ήτοι αν αποδεικνύεται ασυνήθης και ξένη προς επιχειρηματία δραστηριοποιούμενο στον τομέα της μεταφοράς υγρών ουσιών, και εφόσον οι συνέπειές της δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν παρά την επιδειχθείσα επιμέλεια. Στο πλαίσιο της εξακριβώσεως αυτής, το εθνικό δικαστήριο πρέπει μεταξύ άλλων να λάβει υπόψη την τήρηση από τους επιχειρηματίες, όπως από τον κυρίως υπόχρεο και τον μεταφορέα, των εν ισχύι κανόνων και επιταγών όσον αφορά την τεχνική κατάσταση των βυτίων και την ασφάλεια της μεταφοράς υγρών ουσιών όπως οι διαλύτες.
3) Το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, καθώς και τα άρθρα 70 και 71 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, έχουν την έννοια ότι ο φόρος αυτός δεν οφείλεται για το μέρος εμπορεύματος τεθέντος υπό καθεστώς εξωτερικής κοινοτικής διαμετακομίσεως το οποίο έχει υποστεί ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια.
4) Οι συνδυασμένες διατάξεις του άρθρου 96, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και του άρθρου 204, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και παράγραφος 3, του κανονισμού 2913/92, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 648/2005, έχουν την έννοια ότι ο κυρίως υπόχρεος ευθύνεται για την τελωνειακή οφειλή η οποία γεννάται για εμπόρευμα το οποίο έχει τεθεί υπό καθεστώς εξωτερικής κοινοτικής διαμετακομίσεως, ακόμη και όταν ο μεταφορέας παρέβη τις υποχρεώσεις τις οποίες υπέχει από το άρθρο 96, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού, και δη την υποχρέωση προσκομίσεως ανέπαφου αυτού του εμπορεύματος στο τελωνείο προορισμού, εντός της καθορισμένης προθεσμίας,.
5) Το άρθρο 96, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και παράγραφος 2, το άρθρο 204, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και παράγραφος 3, καθώς και το άρθρο 213 του κανονισμού 2913/92, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 648/2005, έχουν την έννοια ότι η τελωνειακή αρχή κράτους μέλους δεν έχει την υποχρέωση να θεμελιώσει αλληλέγγυα ευθύνη του μεταφορέα ο οποίος, από κοινού με τον κυρίως υπόχρεο, πρέπει να θεωρηθεί ότι ευθύνεται για την καταβολή της τελωνειακής οφειλής.
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 18ης Μαΐου 2017 //υπόθεση C-150/16
«Προδικαστική παραπομπή – Κρατικές ενισχύσεις – Απαίτηση εταιρίας της οποίας το κεφάλαιο κατέχει κατά πλειοψηφία το Ρουμανικό Δημόσιο, έναντι εταιρίας της οποίας μόνος μέτοχος είναι το ίδιο Δημόσιο – Δόση αντί καταβολής – Έννοια της “κρατικής ενισχύσεως” – Υποχρέωση κοινοποιήσεως στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή»
1) Υπό περιστάσεις όπως οι επίμαχες στην υπόθεση της κύριας δίκης, είναι δυνατό να συνιστά κρατική ενίσχυση υπό την έννοια του άρθρου 107 ΣΛΕΕ η απόφαση εταιρίας ανήκουσας κατά πλειοψηφία σε κράτος μέλος με την οποία εγκρίνεται, προς απόσβεση απαιτήσεως, η αντί καταβολής μεταβίβαση περιουσιακού στοιχείου ανήκοντος στο ενεργητικό άλλης εταιρίας της οποίας μόνος μέτοχος είναι το ίδιο κράτος μέλος και η καταβολή ποσού ίσου προς τη διαφορά μεταξύ της εκτιμώμενης αξίας του περιουσιακού στοιχείου και του ποσού της απαιτήσεως, εφόσον:
– η απόφαση αυτή συνιστά πλεονέκτημα το οποίο χορηγείται άμεσα ή έμμεσα με κρατικούς πόρους και μπορεί να καταλογιστεί στο Δημόσιο,
– η επωφελούμενη επιχείρηση δεν θα είχε λάβει παρόμοιες διευκολύνσεις από ιδιώτη πιστωτή, και
– η εν λόγω απόφαση είναι σε θέση να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών και να νοθεύσει τον ανταγωνισμό.
Εναπόκειται στα εθνικά δικαστήρια να εξακριβώσουν αν πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές.
2) Εφόσον εθνικό δικαστήριο χαρακτηρίσει ως κρατική ενίσχυση την απόφαση εταιρίας ανήκουσας κατά πλειοψηφία σε κράτος μέλος με την οποία εγκρίνεται, προς απόσβεση απαιτήσεως, η αντί καταβολής μεταβίβαση περιουσιακού στοιχείου ανήκοντος στο ενεργητικό άλλης εταιρίας της οποίας μόνος μέτοχος είναι το ίδιο κράτος μέλος και η καταβολή ποσού ίσου προς τη διαφορά μεταξύ της εκτιμώμενης αξίας του περιουσιακού στοιχείου και του ποσού της απαιτήσεως, οι αρχές του εν λόγω κράτους μέλους οφείλουν να κοινοποιήσουν την ενίσχυση αυτή στην Επιτροπή πριν από την εφαρμογή της, σύμφωνα με το άρθρο 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ.