ΔΕΕ μειζ. συνθ. 20.3.2018, C-524/17, Menci
Αρχές επιβολής κυρώσεων – Ne bis in idem (άρ. 50 Χάρτη ΘΔΕΕ) – Αρχή της αναλογικότητας (άρ. 52 Χάρτη ΘΔΕΕ) – Σχέση μεταξύ Χάρτη ΘΔΕΕ και ΕΣΔΑ – Παράβαση της νομοθεσίας περί ΦΠΑ – Ποινική διαδικασία κατά προσώπου στο οποίο έχει επιβληθεί διοικητική χρηματική κύρωση, που έχει οριστικοποιηθεί
(Α) Ο Menci παρέλειψε να καταβάλει τον οφειλόμενο για το 2011 ΦΠΑ (ύψους 282.500 ευρώ), εντός της προβλεπόμενης στο νόμο προθεσμίας – Συνεπεία τούτου, η φορολογική Διοίκηση του επέβαλε, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ιταλική νομοθεσία, χρηματική κύρωση, ποσού ίσου με το 30% του μη καταβληθέντος ΦΠΑ (ήτοι περίπου 85.000 ευρώ) – Η πράξη αυτή κατέστη αμετάκλητη – Αίτημα του Menci για καταβολής της οφειλής του σε δόσεις έγινε δεκτή και αυτός κατέβαλε την πρώτη δόση – Στη συνέχεια, ασκήθηκε σε βάρος του ποινική δίωξη, δεδομένου ότι, κατά την ιταλική νομοθεσία, συνιστά ποινικό αδίκημα (που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης από 6 έως 24 μήνες) η παράλειψη πληρωμής, εντός της προβλεπόμενης στο νόμο προθεσμίας, του οφειλόμενου ποσού ΦΠΑ, εάν αυτό υπερβαίνει τα 50.000 ευρώ σε ορισμένο φορολογικό έτος
(Β) Το άρθρο 51 παρ. 3 του Χάρτη σκοπεί στην εξασφάλιση της αναγκαίας συνοχής μεταξύ του Χάρτη και της ΕΣΔΑ, χωρίς όμως, να θίγει την αυτονομία του ενωσιακού δικαίου και του ΔΕΕ, όπως σημειώνεται στα επεξηγηματικά σχόλια του άρθρου 51
(Γ) Προϋπόθεση εφαρμογής του άρθρου 50 του Χάρτη ΘΔΕΕ είναι ο «ποινικός» χαρακτήρας της διοικητικής κύρωσης, σύμφωνα με τα κριτήρια της απόφασης Bonda (που είναι παρόμοια με τα κριτήρια Engel) – Η επίμαχη διοικητική κύρωση φαίνεται να έχει «ποινική» φύση, ενόψει του κατασταλτικού/τιμωρητικού σκοπού της – Εξάλλου, είναι και αρκετά αυστηρή/βαρειά, στοιχείο που στηρίζει την εκδοχή ότι έχει «ποινικό» χαρακτήρα
(Δ) Η ποινική διαδικασία σε βάρος του Menci φαίνεται να αφορά κατ’ ουσίαν στα ίδια πραγματικά περιστατικά, για τα οποία του επιβλήθηκε η διοικητική κύρωση – Το ότι για το ποινικό αδίκημα απαιτείται επιπλέον ένα υποκειμενικό στοιχείο δεν μπορεί να θέσει εν αμφιβόλω την ταυτότητα των επίμαχων πραγματικών περιστατικών
(E) Περιορισμός της κατά το άρ. 50 του Χάρτη αρχής ne bis in idem, όπως φαίνεται να είναι ο επίδικος, μπορεί να δικαιολογηθεί βάσει του άρθρου 52 παρ. 1 του Χάρτη – Το μέτρο εξυπηρετεί σκοπό δημοσίου συμφέροντος, αναγόμενο στη διασφάλιση της είσπραξης του ΦΠΑ και στην καταπολέμηση παραβάσεων περί τον ΦΠΑ – Η πρόβλεψη διπλής «ποινικής» διαδικασίας και κύρωσης μπορεί να δικαιολογείται, εάν οι επίμαχες διαδικασίες και κυρώσεις επιδιώκουν συμπληρωματικούς σκοπούς, συναρτώμενους, ανάλογα με την περίπτωση, με διαφορετικές όψεις της ίδιας παράνομης συμπεριφοράς – Ειδικότερα, όσον αφορά παραβάσεις για τον ΦΠΑ, φαίνεται θεμιτό για ένα Κράτος Μέλος να επιδιώξει, αρχικά, να αποτρέψει και να τιμωρήσει κάθε παράβαση, εκ προθέσεως ή μη, των κανόνων για την απόδοση και είσπραξη του ΦΠΑ, μέσω της επιβολής διοικητικής ποινής ποσού που αντιστοιχεί σε ορισμένο ποσοστό του μη καταβληθέντος φόρου και, στη συνέχεια, να αποτρέψει και να καταστείλει σοβαρές παραβάσεις τέτοιων κανόνων, που είναι ιδιαίτερα βλαπτικές για την κοινωνία και οι οποίες δικαιολογούν την υιοθέτηση περισσότερο αυστηρών ποινικών κυρώσεων – Περαιτέρω, η αρχή της αναλογικότητας απαιτεί η πρόβλεψη διπλής ποινικής διαδικασίας και κύρωσης να μην υπερβαίνει το μέτρο που είναι κατάλληλο και αναγκαίο για την επίτευξη των θεμιτώς επιδιωκόμενων σκοπών – Τούτο προϋποθέτει την ύπαρξη κανόνων που διασφαλίζουν συντονισμό, ώστε να περιορίζεται στο απολύτως απαραίτητο η επιπρόσθετη βλάβη που προκαλείται στους ενδιαφερόμενους από τη διπλή διαδικασία και κύρωση – Εν προκειμένω, η ιταλική νομοθεσία προβλέπει ποινική δίωξη μόνο για τις πλέον σοβαρές παραβάσεις (άνω των 50.000 ευρώ), για τις οποίες απειλείται τόσο βαρειά ποινή (φυλάκιση μέχρι δύο ετών), ώστε να δικαιολογείται η ύπαρξη χωριστής/ανεξάρτητης ποινικής διαδικασίας – Πέραν τούτου, η πρόβλεψη διπλής ποινικής διαδικασίας και κύρωσης πρέπει να συνοδεύεται από κανόνες που εγγυώνται ότι η βαρύτητα του συνόλου των επιβαλλόμενων ποινών αντιστοιχεί στη σοβαρότητα της παράβασης, απαίτηση η οποία απορρέει όχι μόνο από το άρ. 52 παρ. 1 αλλά και από το άρ. 49 παρ. 3 του Χάρτη, περί της αναλογικότητας των ποινικών κυρώσεων – Οι εν λόγω κανόνες πρέπει να υποχρεώνουν τα αρμόδια όργανα να διασφαλίζουν ότι, κατά την επιβολή δεύτερης ποινής, η βαρύτητα του συνόλου των επιβαλλόμενων ποινών δεν υπερβαίνει τη σοβαρότητα της αποδοθείσας παράβασης – Εν προκειμένω, η ιταλική νομοθεσία όχι μόνο προβλέπει ότι, κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας, αναστέλλεται η εκτέλεση της διοικητικής ποινής, αλλά εμποδίζει οριστικά την τοιαύτη εκτέλεση κατόπιν της ποινικής καταδίκης του φορολογούμενου – Εξάλλου, η εκούσια πληρωμή της διοικητικής κύρωσης συνιστά ελαφρυντική περίσταση που λαμβάνεται υπόψη στην ποινική δίκη – Ενόψει των ανωτέρω, φαίνεται ότι η επίμαχη εθνική νομοθεσία προβλέπει κατάλληλες διατάξεις για τον περιορισμό του συνόλου των επιβαλλόμενων ποινών στο αυστηρώς αναγκαίο σε σχέση με τη σοβαρότητα της παράβασης – Για να μην υπάρχει παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, πρέπει βέβαια τα αρμόδια εθνικά όργανα να εφαρμόζουν την εθνική νομοθεσία τους κατά τρόπο που να διασφαλίζει την τήρησή της, στη συγκεκριμένη περίπτωση
(ΣΤ) Τέλος, σημειώνεται, ενόψει του άρ. 52 παρ. 3 του Χάρτη, ότι η παραπάνω ερμηνεία του άρ. 50, σε συνδυασμό με το άρ. 52 παρ. 1, του Χάρτη, διασφαλίζει επίπεδο προστασίας της αρχής ne bis in idem το οποίο συνάδει με εκείνο του άρ. 4 του 7ου ΠΠ ΕΣΔΑ και τα κριθέντα στην από 15.11.2016 απόφαση του ΕΔΔΑ στην υπόθεση Α και Β κατά Νορβηγίας