Δείτε περισσότερα στο curia.europa.eu
Το άρθρο 32, παράγραφοι 1 έως 3, του κανονισμού (ΕΚ) 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση κοινοτικού κώδικα θεωρήσεων, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 610/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει την έννοια, αφενός, ότι επιβάλλει στο κράτος μέλος που λαμβάνει, βάσει του άρθρου 32, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, σημείο vi, του κανονισμού 810/2009, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 610/2013, τελική απορριπτική απόφαση επί αίτησης θεώρησης, λόγω αντίρρησης διατυπωθείσας από άλλο κράτος μέλος ως προς τη χορήγηση της θεώρησης, την υποχρέωση να αναγράφει στην απόφασή του ποιο κράτος μέλος διατύπωσε την αντίρρηση, σε ποιο συγκεκριμένο λόγο απόρριψης βασίζεται η αντίρρηση αυτή, σε συνδυασμό, εν ανάγκη, με το ουσιώδες περιεχόμενο της αιτιολογήσεως της εν λόγω αντίρρησης, καθώς και ποια είναι η αρχή στην οποία ο αιτών τη θεώρηση μπορεί να απευθυνθεί για να πληροφορηθεί τα διαθέσιμα μέσα έννομης προστασίας στο άλλο αυτό κράτος μέλος και, αφετέρου, ότι, όταν ασκείται, δυνάμει του άρθρου 32, παράγραφος 3, του κανονισμού 810/2009, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 610/2013, προσφυγή κατά της ίδιας αυτής αποφάσεως, τα δικαστήρια του κράτους μέλους που έχει λάβει την απόφαση δεν μπορούν να εξετάσουν την επί της ουσίας νομιμότητα της αντίρρησης την οποία έχει διατυπώσει άλλο κράτος μέλος ως προς τη χορήγηση της θεώρησης.