«Προδικαστική παραπομπή – Φορολογία – Φόρος προστιθέμενης αξίας – Έκτη οδηγία 77/388/ΕΟΚ – Άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 4 – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Άρθρα 9 και 11 – Έννοια του “υποκείμενου στον φόρο” – Αστικές εταιρίες που εμπορεύονται τα προϊόντα τους υπό κοινό σήμα και μέσω κεφαλαιουχικής εταιρίας – Έννοια των “ανεξάρτητων επιχειρήσεων” – Μη αναγνώριση της ιδιότητας του υποκείμενου στον φόρο – Αναδρομικότητα – Έκτη οδηγία 77/388 – Άρθρο 25 – Οδηγία 2006/112 – Άρθρα 272 και 296 – Κοινό κατ’ αποκοπήν καθεστώς αγροτών – Εξαίρεση από το κατ’ αποκοπήν καθεστώς – Αναδρομικότητα»
1) Το άρθρο 4, παράγραφος 1 και παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2004/66/EK του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 2004, αφενός, καθώς και το άρθρο 9, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, και το άρθρο 10 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, αφετέρου, έχουν την έννοια ότι περισσότερες αστικές εταιρίες όπως οι επίμαχες στη διαφορά της κύριας δίκης, οι οποίες εμφανίζονται υπό την ιδιότητά τους αυτή κατά τρόπο ανεξάρτητο έναντι των προμηθευτών τους, των δημόσιων αρχών και, σε ορισμένο βαθμό, των πελατών τους, και καθεμία εκ των οποίων εξασφαλίζει τη δική της παραγωγή χρησιμοποιώντας ως επί το πλείστον δικά της μέσα παραγωγής, διαθέτουν όμως μεγάλο μέρος των προϊόντων τους στην αγορά υπό κοινό σήμα μέσω κεφαλαιουχικής εταιρίας, της οποίας τα μερίδια ανήκουν στα μέλη των αστικών εταιριών καθώς και σε άλλα μέλη της οικογένειάς τους, πρέπει να θεωρηθούν ανεξάρτητες επιχειρήσεις υποκείμενες στον φόρο προστιθέμενης αξίας.
2) Το άρθρο 25 της έκτης οδηγίας 77/388, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2004/66, και το άρθρο 296 της οδηγίας 2006/112 έχουν την έννοια ότι δεν αποκλείουν τη δυνατότητα μη εφαρμογής του κοινού κατ’ αποκοπήν καθεστώτος των αγροτών, το οποίο προβλέπουν τα άρθρα αυτά, σε περισσότερες αστικές εταιρίες όπως οι επίμαχες στη διαφορά της κύριας δίκης, οι οποίες θεωρούνται ανεξάρτητες επιχειρήσεις υποκείμενες στον φόρο προστιθέμενης αξίας και οι οποίες συνεργάζονται μεταξύ τους, για τον λόγο ότι μια κεφαλαιουχική εταιρία, μια ένωση προσώπων αποτελούμενη από τα μέλη των οικείων αστικών εταιριών ή μια ένωση προσώπων αποτελούμενη από την κεφαλαιουχική αυτή εταιρία και τα μέλη των εν λόγω αστικών εταιριών δεν μπορούν να υπαχθούν στο εν λόγω καθεστώς, λόγω του μεγέθους της εκμετάλλευσης ή λόγω της νομικής της μορφής, ακόμα και αν οι αστικές αυτές εταιρίες δεν εμπίπτουν σε κατηγορία αγροτών αποκλειόμενων από το εν λόγω κατ’ αποκοπήν καθεστώς, υπό τον όρο ότι είναι ουσιαστικά, λόγω των δεσμών τους με την οικεία κεφαλαιουχική εταιρία ή μία από τις οικείες ενώσεις, σε θέση να αντιμετωπίσουν τις διοικητικές επιβαρύνσεις τις οποίες συνεπάγονται οι υποχρεώσεις που απορρέουν από την εφαρμογή του κανονικού ή του απλουστευμένου καθεστώτος, πράγμα που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.
3) Στην περίπτωση κατά την οποία η εφαρμογή του κοινού κατ’ αποκοπήν καθεστώτος των αγροτών πρέπει καταρχήν να αποκλειστεί για αστικές εταιρίες όπως οι επίμαχες στη διαφορά της κύριας δίκης, ο αποκλεισμός αυτός ισχύει όσον αφορά την περίοδο που είναι προγενέστερη της ημερομηνίας κατά την οποία διατυπώνεται η εκτίμηση στην οποία στηρίζεται ο εν λόγω αποκλεισμός, υπό την επιφύλαξη ότι η φορολογική αρχή προβαίνει στη συγκεκριμένη εκτίμηση εντός της σχετικής προθεσμίας παραγραφής που διαθέτει και ότι τα αποτελέσματα της οικείας εκτίμησης δεν ανατρέχουν σε ημερομηνία προγενέστερη εκείνης στην οποία τοποθετούνται χρονικά τα νομικά και πραγματικά στοιχεία στα οποία αυτή στηρίζεται.
curia.europa.eu