002-C-404-22-27-1262082-EL-G304644 ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ 11ο MONOΜΕΛΕΣ
Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 6 Δεκεμβρίου 2021, με τη δικαστή Μαρία Αλεξοπούλου, Πρωτοδίκη Δ.Δ., και τη γραμματέα Παρασκευή Μεϊντάνη, δικαστική υπάλληλο,
γ ι α να δικάσει την προσφυγή με χρονολογία κατάθεσης 2-11-2018,
τ ο υ νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου (ν.π.ι.δ.), με την επωνυμία «…», όπως εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο παραστάθηκε διά των δικηγόρων Σταματίνας Παπασαράντη και Κωνσταντίνου Ιθακήσιου,
κ α τ ά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται νόμιμα από την Προϊσταμένη του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων (Τ.Ε.Ε.Σ.) Νέας Ιωνίας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) και παραστάθηκε με την από 2-12-2021 δήλωση, κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), της ειδικώς εξουσιοδοτημένης υπαλλήλου Παρασκευής Μαυράκη.
Ο διάδικος που παραστάθηκε στο ακροατήριο ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε όσα αναφέρονται στα οικεία πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το Δικαστήριο
Αφού μελέτησε τη δικογραφία
Σκέφθηκε σύμφωνα με το Νόμο
- Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (σχετ. το 24222672895901020026 ηλεκτρονικό παράβολο), όπως συμπληρώνεται με το ΠΛ464/16-11-2021 δικόγραφο προσθέτων λόγων, επιδιώκεται η ακύρωση, άλλως η τροποποίηση, της 244333/12-7-2018 πράξης επιβολής προστίμου της Τμηματάρχη του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων (Τ.Ε.Ε.Σ.) Νέας Ιωνίας, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος πρόστιμο, ύψους 2.250 ευρώ, για παράβαση των διατάξεων του άρθρου 4 παρ. 2, 3 και 4 του π.δ. 240/2006 (Α΄ 252), λόγω μη προσκόμισης από το προσφεύγον εγγράφων ενημέρωσης του Συλλόγου εργαζομένων και των πρακτικών καταγραφής των αποτελεσμάτων της διαβούλευσης «πριν από την απομάκρυνση δύο εργαζομένων του από τις θέσεις Προϊσταμένων οργανικών του μονάδων».
- Επειδή, στο άρθρο 151 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζεται ότι: «Η Ένωση και τα κράτη μέλη, έχοντας υπόψη τα θεμελιώδη κοινωνικά δικαιώματα όπως αυτά που ορίζονται στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη που υπογράφηκε στο Τορίνο στις 18 Οκτωβρίου 1961, και στον Κοινοτικό Χάρτη των Θεμελιωδών Κοινωνικών Δικαιωμάτων των Εργαζομένων του 1989, έχουν ως στόχο την προώθηση της απασχόλησης, τη βελτίωση των [συνθηκών] διαβίωσης και εργασίας, ώστε να καταστήσουν δυνατή την εναρμόνισή τους με παράλληλη διατήρηση της προόδου, την κατάλληλη κοινωνική προστασία, τον κοινωνικό διάλογο και την ανάπτυξη των ανθρώπινων πόρων που θα επιτρέψουν ένα υψηλό και διαρκές επίπεδο απασχόλησης και την καταπολέμηση του αποκλεισμού. Προς τούτο, η Ένωση και τα κράτη μέλη εφαρμόζουν μέτρα στα οποία λαμβάνεται υπόψη η ποικιλομορφία των εθνικών πρακτικών, ιδιαιτέρως στον τομέα των συμβατικών σχέσεων, καθώς και η ανάγκη να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της Ένωσης. Φρονούν ότι η εξέλιξη αυτή θα προκύψει όχι μόνον από τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, η οποία θα διευκολύνει την εναρμόνιση των κοινωνικών συστημάτων, αλλά και από τις διαδικασίες που θεσπίζουν οι Συνθήκες, και από την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων». Οι στόχοι αυτοί αποτελούν ουσιώδη στοιχεία για την ερμηνεία του παραγώγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) στον κοινωνικό τομέα (βλ. Δ.Ε.E. Προτάσεις Γενικού Εισαγγελέα V. Trstenjak της 7ης-7-2011, KHS AG, C‑214/10, EU:C:2011:465, σημ. 60, απόφαση της 17ης-3-1993, Sloman Neptun, C-72/91 και C-73/91, EU:C:1993:97, σκ. 26). Στον Κοινοτικό Χάρτη των Θεμελιωδών Κοινωνικών Δικαιωμάτων των Εργαζομένων του 1989, ο οποίος χρησιμοποιείται από τη νομολογία για τη συγκεκριμενοποίηση των κοινωνικών δικαιωμάτων της Ε.Ε. (πρβλ. Δ.Ε.Κ. απόφαση της 2ας-2-1988, Vincent Blaizot, 24/86, EU:C:1988:43, σκ. 17), διαλαμβάνονται υπό τον τίτλο «Πληροφόρηση, διαβούλευση και συμμετοχή των εργαζομένων» τα εξής: «… 18. Η εν λόγω πληροφόρηση, διαβούλευση και συμμετοχή πρέπει να διεξάγονται εγκαίρως, ιδίως στις ακόλουθες περιπτώσεις: — κατά την εισαγωγή στις επιχειρήσεις τεχνολογικών αλλαγών που έχουν σημαντικές επιπτώσεις για τους εργαζομένους όσον αφορά τις συνθήκες και την οργάνωση της εργασίας, — όταν πραγματοποιούνται αναδιαρθρώσεις ή συγχωνεύσεις επιχειρήσεων που έχουν αντίκτυπο στην απασχόληση, — κατά τις διαδικασίες ομαδικών απολύσεων».
- Επειδή, η Οδηγία 2002/14/ΕΚ περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα της 11ης-3-2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (E.E.L 80/23-3-2002) ορίζει, στο άρθρο 1, ότι: «1. Η παρούσα οδηγία έχει ως στόχο τη θέσπιση ενός γενικού πλαισίου που καθορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις όσον αφορά το δικαίωμα για ενημέρωση και διαβούλευση των εργαζομένων στις επιχειρήσεις ή εγκαταστάσεις στην Κοινότητα. …», στο άρθρο 2, ότι: «Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας: α) ως “επιχείρηση” νοείται η δημόσια ή ιδιωτική επιχείρηση που ασκεί οικονομική δραστηριότητα, με κερδοσκοπικό ή μη χαρακτήρα, και είναι εγκατεστημένη στο έδαφος των κρατών μελών της Κοινότητας, β) … γ) ως “εργοδότης”, νοείται το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο συνάπτει συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας με τους εργαζομένους, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και πρακτική, δ) ως “εργαζόμενος” νοείται κάθε πρόσωπο, το οποίο, στο οικείο κράτος μέλος προστατεύεται ως εργαζόμενος δυνάμει της εθνικής εργατικής νομοθεσίας και πρακτικής, ε) ως “εκπρόσωποι των εργαζομένων”, νοούνται οι εκπρόσωποι των εργαζομένων κατά την εθνική νομοθεσία και / ή πρακτική, στ) ως “ενημέρωση”, νοείται η διαβίβαση στοιχείων από τον εργοδότη στους εκπροσώπους των εργαζομένων προκειμένου να λάβουν γνώση του εκάστοτε θέματος και να το εξετάσουν, ζ) ως “διαβούλευση”, νοείται η ανταλλαγή απόψεων και η καθιέρωση διαλόγου μεταξύ των εκπροσώπων των εργαζομένων και του εργοδότου», στο άρθρο 3, ότι: «1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται, κατ’ επιλογή των κρατών μελών: α) στις επιχειρήσεις που απασχολούν σε ένα κράτος μέλος τουλάχιστον 50 εργαζόμενους ή β) στις εγκαταστάσεις που απασχολούν σε ένα κράτος μέλος τουλάχιστον 20 εργαζόμενους. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τον τρόπο υπολογισμού των κατωτάτων ορίων απασχολούμενων εργαζομένων. …», στο άρθρο 4, ότι: «… 2. Η ενημέρωση και η διαβούλευση καλύπτουν: α) … β) την ενημέρωση και τη διαβούλευση σχετικά με την κατάσταση, τη διάρθρωση και την πιθανή εξέλιξη της απασχόλησης μέσα στην επιχείρηση …, καθώς και τα μέτρα πρόληψης που ενδεχομένως προβλέπονται σε περίπτωση ιδίως που η απασχόληση απειλείται, γ) … 3. Η ενημέρωση πραγματοποιείται κατά τον κατάλληλο χρόνο, τρόπο και περιεχόμενο, ώστε να μπορούν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων να προβαίνουν στη δέουσα εξέταση και να προετοιμάζονται, ενδεχομένως, για διαβουλεύσεις. 4. Η διαβούλευση πραγματοποιείται: α) κατά τον κατάλληλο χρόνο, τρόπο και περιεχόμενο, β) στο ενδεδειγμένο επίπεδο διεύθυνσης και εκπροσώπησης, ανάλογα με το θέμα που συζητείται, γ) βάσει των σχετικών πληροφοριών που παρέχει ο εργοδότης, σύμφωνα με το άρθρο 2, σημείο στ΄, και της γνώμης που έχουν δικαίωμα να διατυπώσουν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων, δ) κατά τρόπον ώστε οι εκπρόσωποι των εργαζομένων να μπορούν να συναντήσουν τον εργοδότη και να λαμβάνουν αιτιολογημένη απάντηση στη γνώμη που ενδεχομένως διατύπωσαν, ε) προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία όσον αφορά τις αποφάσεις που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες του εργοδότη, οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ΄» και, στο άρθρο 8, ότι: «1. Τα κράτη μέλη προβλέπουν τα δέοντα μέτρα για τις περιπτώσεις μη τήρησης της παρούσας οδηγίας από τον εργοδότη ή από τους εκπροσώπους των εργαζομένων· ιδιαίτερα, φροντίζουν να υπάρχουν κατάλληλες διοικητικές ή δικαστικές διαδικασίες που να επιβάλλουν την εκπλήρωση των εκ της παρούσας οδηγίας υποχρεώσεων. 2. Τα κράτη μέλη προβλέπουν τις κατάλληλες επιβλητέες κυρώσεις όταν ο εργοδότης ή οι εκπρόσωποι των εργαζομένων παραβαίνουν την παρούσα οδηγία. Οι κυρώσεις αυτές πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές». Όπως προκύπτει από την 7η αιτιολογική σκέψη του προοιμίου της Οδηγίας, αυτή αποβλέπει στην ενίσχυση του κοινωνικού διαλόγου και των σχέσεων εμπιστοσύνης μέσα στην επιχείρηση με σκοπό την αποτελεσματικότερη πρόληψη των κινδύνων, τη μεγαλύτερη ευελιξία στην οργάνωση της εργασίας και την ευκολότερη πρόσβαση των εργαζομένων στη μαθητεία μέσα στην επιχείρηση σε πλαίσιο ασφάλειας, την ευαισθητοποίηση των εργαζομένων για τις ανάγκες προσαρμογής, τη μεγαλύτερη προθυμία των εργαζομένων να συμμετάσχουν σε μέτρα και ενέργειες που σκοπό έχουν να ενισχύσουν τη δυνατότητα απασχόλησής τους, την προώθηση της συμμετοχής των εργαζομένων στην πορεία και το μέλλον της επιχείρησης και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της (βλ. Π.Ε. Σ.τ.Ε. 269/2006). Προς τούτο, σύμφωνα με την 8η αιτιολογική σκέψη του προοιμίου, απαιτείται να ενισχυθεί η ενημέρωση και η διαβούλευση σχετικά με την κατάσταση και την πιθανή εξέλιξη της απασχόλησης στην επιχείρηση, καθώς και, όταν ο εργοδότης εκτιμά ότι η απασχόληση μπορεί να κινδυνεύσει, η ενημέρωση και διαβούλευση σχετικά με τα πιθανώς σχεδιαζόμενα μέτρα πρόληψης, ιδίως όσων αφορούν στην κατάρτιση και βελτίωση των ικανοτήτων των εργαζομένων προς αντιστάθμιση των αρνητικών επιπτώσεων ή μετριασμό τους (βλ. Π.Ε. Σ.τ.Ε. 269/2006).
- Επειδή, «οικονομική δραστηριότητα» είναι κάθε δραστηριότητα η οποία συνίσταται στην προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών σε συγκεκριμένη αγορά (πρβλ. Δ.Ε.Ε. απόφαση της 17ης-11-2016, Betriebsrat der Ruhrlandklinik, C‑216/15, EU:C:2016:883, σκ. 44). Εξ ορισμού δεν αποτελούν οικονομική δραστηριότητα οι δραστηριότητες που συνίστανται στην άσκηση δημόσιας εξουσίας [πρβλ. Δ.Ε.Ε. απόφαση της 11ης-11-2021, Manpower Lit, C-948/19, EU:C:2021:906, σκ. 39, η οποία εκδόθηκε επί προδικαστικού ερωτήματος για την ερμηνεία διατάξεων της 2008/104/ΕΚ Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, περί της εργασίας μέσω εταιρείας προσωρινής απασχόλησης (ΕΕ 2008, L 327, σ. 9)]. Έχουν, αντιθέτως, χαρακτηριστεί ως οικονομικές δραστηριότητες υπηρεσίες οι οποίες, ενώ δεν περιλαμβάνουν άσκηση δημόσιας εξουσίας, εντούτοις παρέχονται προς εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος χωρίς να αποσκοπούν στην επίτευξη κέρδους και είναι ανταγωνιστικές υπηρεσιών παρεχομένων από φορείς κερδοσκοπικού χαρακτήρα (πρβλ. Δ.Ε.Ε. απόφαση της 11ης-11-2021, Manpower Lit, C-948/19, EU:C:2021:906, σκ. 39, της 6ης-9-2011, Scattolon, C‑108/10, EU:C:2011:542, σκ. 44). Το γεγονός ότι οι υπηρεσίες αυτές ενδέχεται να είναι λιγότερο ανταγωνιστικές από παρόμοιες υπηρεσίες οι οποίες παρέχονται από επιχειρήσεις που επιδιώκουν το κέρδος δεν σημαίνει ότι οι εν λόγω δραστηριότητες δεν αποτελούν οικονομικές δραστηριότητες (πρβλ. Δ.Ε.Ε. απόφαση της 11ης-11-2021, Manpower Lit, C-948/19, EU:C:2021:906, σκ. 39, της 25ης-10-2001, Ambulanz Glöckner, C‑475/99, EU:C:2001:577, σκ. 21). Η «οικονομική δραστηριότητα» ασκείται έναντι αμοιβής, την οποία, κατά κανόνα, προσδιορίζουν από κοινού ο παρέχων την υπηρεσία και ο αποδέκτης της (πρβλ. Δ.Ε.Ε. απόφαση της 11ης-11-2021, Manpower Lit, C-948/19, EU:C:2021:906, σκ. 45, της 17ης-3-2011, Peñarroja Fa, C‑372/09 και C‑373/09, EU:C:2011:156, σκ. 37).
- Επειδή, το π.δ. 240/2006 «Περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων, σύμφωνα με την Οδηγία 2002/14/ΕΚ της 11.3.2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (E.E.L 80/23.3.2002)» (Α΄ 252) ορίζει, στο άρθρο 2, ότι: «Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος: α) ως “επιχείρηση” νοείται η δημόσια ή ιδιωτική επιχείρηση που ασκεί οικονομική δραστηριότητα, με κερδοσκοπικό ή μη χαρακτήρα και είναι εγκατεστημένη στην Ελλάδα. β) … γ) ως “εργοδότης” νοείται το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο συνάπτει συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας με τους εργαζόμενους, δυνάμει της ισχύουσας εργατικής νομοθεσίας και πρακτικής. δ) ως “εργαζόμενος” νοείται κάθε πρόσωπο το οποίο προστατεύεται με την ιδιότητα του εργαζομένου, δυνάμει της ισχύουσας εργατικής νομοθεσίας και πρακτικής. ε) ως “εκπρόσωποι των εργαζομένων” νοούνται τα πρόσωπα, τα οποία έχουν την ιδιότητα των εκπροσώπων των εργαζομένων, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και πρακτική. στ) ως “ενημέρωση” νοείται η διαβίβαση στοιχείων από τον εργοδότη στους εκπροσώπους των εργαζομένων προκειμένου να λάβουν γνώση του εκάστοτε θέματος και να το εξετάσουν. ζ) ως “διαβούλευση” νοείται η ανταλλαγή απόψεων και η καθιέρωση διαλόγου μεταξύ των εκπροσώπων των εργαζομένων και του εργοδότου» και, στο άρθρο 4, ότι: «… 2. Η ενημέρωση και διαβούλευση καλύπτουν: α) … β) την ενημέρωση και τη διαβούλευση σχετικά με την κατάσταση, τη διάρθρωση και την πιθανή εξέλιξη της απασχόλησης μέσα στην επιχείρηση …, καθώς και τα μέτρα πρόληψης που ενδεχομένως προβλέπονται σε περίπτωση ιδίως που η απασχόληση απειλείται. γ) … 3. Η ενημέρωση πραγματοποιείται κατά τον κατάλληλο χρόνο, τρόπο και περιεχόμενο, ώστε να μπορούν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων να προβαίνουν στη δέουσα εξέταση και να προετοιμάζονται ενδεχομένως για διαβουλεύσεις. 4. Η διαβούλευση πραγματοποιείται: α) κατά τον κατάλληλο χρόνο, τρόπο και περιεχόμενο, β) στο ενδεδειγμένο επίπεδο διεύθυνσης και εκπροσώπησης ανάλογα με το θέμα που συζητείται, γ) βάσει των σχετικών πληροφοριών που παρέχει ο εργοδότης, σύμφωνα με το άρθρο 2 σημείο στ΄ και της γνώμης που έχουν δικαίωμα να διατυπώσουν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων, δ) κατά τρόπον ώστε οι εκπρόσωποι των εργαζομένων να μπορούν να συναντήσουν τον εργοδότη και να λαμβάνουν αιτιολογημένη απάντηση στη γνώμη που ενδεχομένως διατύπωσαν, ε) προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία όσον αφορά τις αποφάσεις που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες του εργοδότη, οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ΄ του άρθρου αυτού. 5. …».
- Επειδή, ο ν. 3996/2011 «Αναμόρφωση του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας [Σ.ΕΠ.Ε.], ρυθμίσεις θεμάτων Κοινωνικής Ασφάλισης και άλλες διατάξεις» (Α΄ 170) ορίζει, στο άρθρο 23, ότι: «1. Αν διαπιστώσει παραβίαση των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, το Σ.ΕΠ.Ε. είτε χορηγεί κατά την κρίση του εύλογη προθεσμία για συμμόρφωση προς τις εν λόγω διατάξεις είτε λαμβάνει άμεσα διοικητικά μέτρα και επιβάλλει τις προβλεπόμενες διοικητικές κυρώσεις …» και, στο άρθρο 24, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 6.α του άρθρου 23 του ν. 4144/2013 (Α΄ 88), ότι: «1. Στον εργοδότη που παραβαίνει τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας επιβάλλεται ύστερα από προηγούμενη πρόσκληση για παροχή εξηγήσεων Α. Πρόστιμο για καθεμία παράβαση από τριακόσια (300) ευρώ μέχρι πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ με αιτιολογημένη πράξη είτε του αρμόδιου Προϊσταμένου Τμήματος Επιθεώρησης κατόπιν σχετικής εισήγησης του Επιθεωρητή Εργασίας που διενήργησε τον έλεγχο είτε του αρμόδιου Προϊσταμένου Περιφερειακής Διεύθυνσης Επιθεώρησης κατόπιν σχετικής εισήγησης του αντίστοιχου Προϊσταμένου Τμήματος Επιθεώρησης είτε του Ειδικού Επιθεωρητή Εργασίας που διενήργησε τον έλεγχο. …».
- Επειδή, περαιτέρω, ο ν. 4115/2013 (Α΄ 24) ορίζει, στο άρθρο 13, ότι: «1. Με την υπ’ αριθ. 119959/Η/20.10.2011 (Β΄ 2351) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων η οποία κυρώθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 329 του ν. 4072/2012 (Α΄ 86), το νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «Εθνικό Κέντρο Πιστοποίησης Δομών Δια Βίου Μάθησης (Ε.ΚΕ.ΠΙΣ.)», που συστήθηκε με το άρθρο 22 του ν. 2469/1997 (Α΄ 38) και το νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «Εθνικό Κέντρο Επαγγελματικού Προσανατολισμού (Ε.Κ.Ε.Π.)», που συστήθηκε με το άρθρο 16 του ν. 2224/1994 (Α΄ 112), συγχωνεύτηκαν με απορρόφηση στο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «Εθνικός Οργανισμός Πιστοποίησης Προσόντων (Ε.Ο.Π.Π.)» που συστήθηκε με το άρθρο 11 του ν. 3879/2010 (Α΄ 163) και καταργήθηκαν ως αυτοτελή νομικά πρόσωπα. Με την αυτή κοινή υπουργική απόφαση το Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «Εθνικός Οργανισμός Πιστοποίησης Προσόντων (Ε.Ο.Π.Π.)» μετονομάστηκε σε «Εθνικός Οργανισμός Πιστοποίησης Προσόντων και Επαγγελματικού Προσανατολισμού» (εφεξής Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π.). 2. Ο Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. αποτελεί νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου και ανήκει στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, διαθέτει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, έχει κοινωφελή και μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα, λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος και εποπτεύεται από τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού. …», στο άρθρο 14, ότι: «1. Ο Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. αποτελεί τον εθνικό φορέα πιστοποίησης των εισροών και εκροών της μη τυπικής εκπαίδευσης και της άτυπης μάθησης και λειτουργεί ως εθνική δομή των Ευρωπαϊκών Δικτύων που διαχειρίζονται θέματα προσόντων και ευρωπαϊκών εργαλείων διαφάνειας και κινητικότητας, όπως το Εθνικό Σημείο Συντονισμού του Ευρωπαϊκού Πλαισίου Προσόντων, το Εθνικό Κέντρο Ευρωδιαβατηρίου, το Ελληνικό Εθνικό Κέντρο Πληροφόρησης για τον Επαγγελματικό Προσανατολισμό, μέλος του Ευρωπαϊκού Δικτύου Euroguidance, το Εθνικό Σημείο Αναφοράς στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο για τη Διασφάλιση της Ποιότητας στην Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (EQA-VET) και το Ευρωπαϊκό Σύστημα Ακαδημαϊκών Μονάδων για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (ECVET). 2. Σκοποί του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. είναι ιδίως: α) η πιστοποίηση των εισροών της μη τυπικής εκπαίδευσης και, ειδικότερα: αα) η πιστοποίηση των δομών, των επαγγελματικών περιγραμμάτων, των προγραμμάτων των φορέων της αρχικής και της συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης και γενικότερα της μη τυπικής εκπαίδευσης, περιλαμβανομένης της γενικής εκπαίδευσης ενηλίκων, ββ) η πιστοποίηση των φορέων συνοδευτικών υποστηρικτικών υπηρεσιών και των φορέων παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών επαγγελματικού προσανατολισμού και γγ) η χορήγηση άδειας λειτουργίας των φορέων αυτών, όπου αυτό απαιτείται, β) η εξασφάλιση των προϋποθέσεων και η εξυπηρέτηση των στόχων που αναφέρονται στα εθνικά, τα ευρωπαϊκά και τα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης σε σχέση με την πιστοποίηση των εισροών και εκροών της μη τυπικής εκπαίδευσης, γ) η δημιουργία και ανάπτυξη του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων και η αντιστοίχισή του με το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Προσόντων, η αντιστοίχιση των προσόντων που αποκτώνται μέσω της τυπικής εκπαίδευσης, της μη τυπικής εκπαίδευσης και της άτυπης μάθησης, στα επίπεδα του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων, η αντιστοίχιση στο Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων διεθνών κλαδικών προσόντων και η δημιουργία των κλαδικών περιγραφικών δεικτών σε μορφή γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων, που αντιστοιχούν στα επίπεδα του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων, δ) η πιστοποίηση των εκροών της μη τυπικής εκπαίδευσης και της άτυπης μάθησης και, ειδικότερα: αα) η ανάπτυξη συστήματος αναγνώρισης και πιστοποίησης των προσόντων που αποκτώνται μέσω της μη τυπικής εκπαίδευσης και της άτυπης μάθησης, η πιστοποίηση των προσόντων αυτών και η αντιστοίχισή τους στα επίπεδα του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων, ββ) η πιστοποίηση των εκπαιδευτών ενηλίκων, των στελεχών συνοδευτικών υποστηρικτικών εργασιών και των στελεχών παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών επαγγελματικού προσανατολισμού και γγ) η αδειοδότηση, ο έλεγχος και η εποπτεία της λειτουργίας φορέων πιστοποίησης των προσόντων που αποκτώνται μέσω της μη τυπικής εκπαίδευσης και της άτυπης μάθησης, ε) η ανάπτυξη και η εφαρμογή συστήματος μεταφοράς πιστωτικών μονάδων για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, στ) η διασφάλιση της ποιότητας της δια βίου μάθησης και της δια βίου Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού Προσανατολισμού (ΣΥ.Ε.Π.) σε συνεργασία με τους λοιπούς αρμόδιους δημόσιους φορείς, ζ) η εισήγηση του καθορισμού των επαγγελματικών δικαιωμάτων των κατόχων προσόντων που αποκτώνται στο πλαίσιο της δια βίου μάθησης, πλην της ανώτατης εκπαίδευσης, η) η αναγνώριση της ισοτιμίας των τίτλων που απονέμονται από καταργημένους ελληνικούς φορείς επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, καθώς και η αναγνώριση της ισοτιμίας τίτλων επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης της αλλοδαπής, με εξαίρεση αυτών της ανώτατης εκπαίδευσης, θ) η επιστημονική και τεχνική υποστήριξη των αρμόδιων φορέων των Υπουργείων Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, στο σχεδιασμό και την εφαρμογή της Εθνικής Πολιτικής για τη Συμβουλευτική και τον Επαγγελματικό Προσανατολισμό, ι) η ανάπτυξη της επικοινωνίας και ο συντονισμός της δράσης των δημόσιων και ιδιωτικών φορέων παροχής υπηρεσιών «Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού Προσανατολισμού» με σκοπό τη βελτίωση των ήδη παρεχόμενων υπηρεσιών, μέσω της συνεχούς ενημέρωσης και ανταλλαγής πληροφοριών, ια) η δημιουργία Εθνικού Δικτύου Ενημέρωσης και Πληροφόρησης όλων των ενδιαφερόμενων φορέων και προσώπων σε θέματα εκπαίδευσης, κατάρτισης και ανταλλαγών με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιβ) η παροχή κάθε είδους και μορφής υπηρεσιών επαγγελματικού προσανατολισμού προς τους αρμόδιους φορείς των Υπουργείων Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, τα Κέντρα και τους φορείς επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, τις επιχειρήσεις, καθώς και τις οργανώσεις των εργοδοτών και εργαζομένων, ιγ) η εκπαίδευση, κατάρτιση και επιμόρφωση στελεχών του τομέα «Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού Προσανατολισμού» σε συνεργασία ή / και συμπληρωματικά με τους υπάρχοντες φορείς (δομές) των Υπουργείων Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, ιδ) ο προσδιορισμός αφ’ ενός των προϋποθέσεων και κανόνων λειτουργίας των φορέων Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού Προσανατολισμού και αφ’ ετέρου της επάρκειας των προσόντων των στελεχών παροχής υπηρεσιών Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού Προσανατολισμού και η τήρηση αντίστοιχων μητρώων, ιε) ο προσδιορισμός των προϋποθέσεων παροχής υπηρεσιών Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού Προσανατολισμού (ΣΥ.Ε.Π.) από φυσικά και νομικά πρόσωπα, των προδιαγραφών πιστοποίησης της επάρκειας των προσόντων των στελεχών παροχής υπηρεσιών ΣΥ.Ε.Π., της διαδικασίας διασφάλισης ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών και της τήρησης των απαιτούμενων μητρώων. … 6. Ο Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. λειτουργεί ως φορέας διοίκησης της δια βίου μάθησης σύμφωνα με τις προβλέψεις του ν. 3879/2010 (Α΄ 163). 7. …», στο άρθρο 20, ότι: «1. Για την αξιολόγηση και ένταξη στα μητρώα του άρθρου 21, για την αδειοδότηση των ιδιωτικών κέντρων και γραφείων συμβουλευτικής και επαγγελματικού προσανατολισμού, για την αδειοδότηση και πιστοποίηση των φορέων παροχής δια βίου μάθησης, για την αδειοδότηση των φορέων πιστοποίησης προσόντων, για την πιστοποίηση προσόντων φυσικών προσώπων, για την πιστοποίηση επαγγελματικών περιγραμμάτων και προγραμμάτων, καθώς και για τις ισοτιμίες τίτλων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, καταβάλλονται στον Οργανισμό ανταποδοτικά τέλη. Το είδος και το ύψος των τελών, ο τρόπος αντιστοίχισής τους με το κόστος ειδικά παρεχόμενων υπηρεσιών του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, καθώς και η διαδικασία είσπραξής τους καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού μετά από πρόταση του Δ.Σ. του Οργανισμού. 2. Σκοπός των ανταποδοτικών τελών είναι η κάλυψη των δαπανών ελέγχου, αξιολόγησης, πιστοποίησης, τήρησης ειδικών μητρώων, προβολής και προώθησης της αξιοποίησης των προσόντων που πιστοποιούνται σε εφαρμογή των αρμοδιοτήτων του οργανισμού, καθώς και των δράσεων ενημέρωσης των πολιτών για τις υπηρεσίες αυτές. 3. Τέλη εποπτείας επιβάλλονται στους φορείς, οι οποίοι τίθενται υπό την εποπτεία του Οργανισμού σύμφωνα με το άρθρο 19 του παρόντος. Τα τέλη αυτά καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού μετά από πρόταση του Δ.Σ. του Οργανισμού. 4. Τα ανταποδοτικά τέλη και τέλη εποπτείας καταβάλλονται σε λογαριασμούς του Οργανισμού και χρησιμοποιούνται για τη συνολική κάλυψη των δαπανών που περιγράφονται στην παράγραφο 2» και, στο άρθρο 23, ότι: «1. Πόροι του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. είναι οι πόροι, που κατά τις διατάξεις του νόμου ορίζονται για τους συγχωνευόμενους φορείς, καθώς και για τον φορέα που απορροφά, οι οποίοι ενδεικτικά είναι: α) Επιχορηγήσεις από τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού. β) Πάσης φύσεως επιχορηγήσεις και χρηματοδοτήσεις από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλους διεθνείς οργανισμούς και από συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα. γ) Έσοδα από τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων του, τόκοι από τη χρηματοοικονομική εκμετάλλευση των διαθεσίμων του και κάθε άλλη πρόσοδος από την εκμετάλλευση του ενεργητικού του. δ) Έσοδα από την εκτέλεση έργων και παροχή υπηρεσιών που είτε ανατίθενται στον Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. από τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού είτε εκτελούνται για λογαριασμό τρίτων, όπως ιδίως δημοσίων υπηρεσιών, εθνικών και διεθνών οργανισμών, νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου και ιδιωτών, τα οποία εκτελούνται ύστερα από σχετική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου. ε) Δωρεές, χορηγίες, κληρονομιές, κληροδοσίες και άλλες παροχές τρίτων και επιχορηγήσεις από τρίτες πηγές. στ) Τακτική επιχορήγηση και πόροι από το Λογαριασμό για την Απασχόληση και Επαγγελματική Κατάρτιση (Λ.Α.Ε.Κ.) κατά την παρ. 5 του άρθρου 21 του ν. 2639/1998 (Α΄ 205). ζ) Έσοδα από την καταβολή ανταποδοτικών τελών και τελών εποπτείας που καταβάλλονται για την πιστοποίηση προσόντων, την πιστοποίηση των Εκπαιδευτικών Ενηλίκων και των στελεχών Σ.Υ.Υ., την ισοτίμηση τίτλων, την αδειοδότηση και την εποπτεία φορέων πιστοποίησης προσόντων και φορέων πιστοποίησης δομών, την πιστοποίηση και αδειοδότηση φορέων παροχής υπηρεσιών δια βίου μάθησης, την πιστοποίηση των Ιδιωτικών Γραφείων ή Κέντρων Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού Προσανατολισμού, καθώς και των Στελεχών Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού Προσανατολισμού. …».
- Επειδή, στο προσφεύγον νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (ν.π.ι.δ.) συγχωνεύθηκαν, δυνάμει του άρθρου 13 παρ. 1 του ν. 4115/2013, το Ε.ΚΕ.ΠΙΣ. και το Ε.Κ.Ε.Π. Με την 99/2002 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι το Ε.ΚΕ.ΠΙΣ., ενόψει του δημόσιου σκοπού, στον οποίο αποβλέπει η κοινοτική χρηματοδότηση των προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης, της έκτασης της αρμοδιότητας του Ε.ΚΕ.ΠΙΣ. προς πιστοποίηση των φορέων της κατάρτισης αυτής και της μη έγκρισης των σχετικών πράξεων πιστοποίησης από τον εποπτεύοντα υπουργό, το Ε.ΚΕ.ΠΙΣ., το οποίο είναι κατ’ αρχήν ν.π.ι.δ., αποτελεί νομικό πρόσωπο διφυούς χαρακτήρα, το οποίο, κατά την άσκηση της αρμοδιότητας αυτής, ενεργεί ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και ασκεί δημόσια εξουσία.
- Επειδή, εξάλλου, οι διατάξεις του άρθρου 267 εδ. 1 περ. β΄ και εδ. 3 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί υποβολής προδικαστικού ερωτήματος στο Δ.Ε.Ε., έχουν την έννοια ότι ένα δικαστήριο, οι αποφάσεις του οποίου δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα του εσωτερικού δικαίου, οφείλουν, όταν ανακύπτει ενώπιόν του ζήτημα δικαίου της Ε.Ε., να τηρεί την υποχρέωσή του προς παραπομπή, εκτός αν διαπιστωθεί ότι η οικεία διάταξη του δικαίου της Ε.Ε. έχει ήδη ερμηνευθεί από το Δ.Ε.Ε. ή ότι η ορθή εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου παρίσταται τόσο προφανής, ώστε να μην αφήνει περιθώριο για καμία εύλογη αμφιβολία (πρβλ. Δ.Ε.Κ., απόφ. της 6ης-10-1982, Srl CILFIT, C-213/81, EU:C:1982:335). Στο δε άρθρο 92 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 του ν. 3659/2008 (Α΄ 77), ορίζεται ότι: «… 2. Δεν υπόκεινται σε έφεση αποφάσεις που αφορούν σε χρηματικές διαφορές, αν το αντικείμενό τους δεν υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ. …» και στο άρθρο 53 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8) ορίζεται ότι: «… 4. Δεν επιτρέπεται η άσκηση αίτησης αναιρέσεως, όταν το ποσό της διαφοράς που άγεται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι κατώτερο από σαράντα χιλιάδες ευρώ …».
- Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα έγγραφα του φακέλου της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Με την ίδρυση του προσφεύγοντος μεταφέρθηκαν σε αυτό, μεταξύ άλλων, οι υπάλληλοι κλάδου ΠΕ / Διοικητικού του Ε.ΚΕ.ΠΙΣ., …και …(σχετ. η 138072/30-11-2011 απόφαση της Υπουργού Παιδείας, Διά βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, Β΄ 3144). Με την από 9-12-2011 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) του προσφεύγοντος εγκρίθηκε το οργανωτικό του σχήμα και με την από 16-2-2012 απόφαση του ίδιου οργάνου τοποθετήθηκε η …σε θέση προσωρινής Προϊσταμένης του Τμήματος Πιστοποίησης Προσόντων και η ….σε θέση προσωρινής Αναπληρώτριας Διευθύντριας της Διεύθυνσης Διοικητικών – Οικονομικών Υπηρεσιών και προσωρινής Προϊσταμένης του Οικονομικού Τμήματος, ενώ με την από 17-6-2013 απόφαση του Δ.Σ., κατόπιν τροποποίησης της προαναφερθείσας απόφασής του, η ….ανέλαβε, προσωρινώς, μόνο τη Διεύθυνση Διοικητικών – Οικονομικών Υπηρεσιών. Μετά τη δημοσίευση του Κανονισμού Λειτουργίας του προσφεύγοντος, με τον οποίο διατηρήθηκαν οι προαναφερθείσες Διευθύνσεις και Τμήματα [σχετ. η 223742/19-12-2017 απόφαση του Υφυπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων (Β΄ 4611), άρθρο 10, και η 48077/22-3-2018 απόφαση του ίδιου οργάνου (Β΄ 1133), άρθρο 10], εκδόθηκε αρχικώς η από 18-1-2018 απόφαση του Δ.Σ. του προσφεύγοντος περί συνέχισης άσκησης από τη ….καθηκόντων προσωρινής Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Διοικητικών – Οικονομικών Υπηρεσιών μέχρι την επιλογή και τοποθέτηση Προϊσταμένου της Διεύθυνσης αυτής και ακολούθως η από 14-2-2018 απόφαση του ίδιου οργάνου, με την οποία απηλλάγη η …από τα καθήκοντα προσωρινής Προϊσταμένης Διεύθυνσης, αλλά παρέμεινε στο Τμήμα Διοικητικού. Κατά το περιεχόμενο της από 14-2-2018 απόφασης, η απομάκρυνσή της έγινε διότι ως Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Διοικητικών – Οικονομικών Υπηρεσιών η εν λόγω αδυνατούσε αφενός μεν να υλοποιήσει τον ορθό προσδιορισμό των αποδοχών των υπαλλήλων σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και το «τελικό πόρισμα» του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, αφετέρου δε την έκδοση διαπιστωτικής πράξης μισθολογικής κατάταξης των υπαλλήλων του προσφεύγοντος, διατυπώνοντας συνεχώς ανυπόστατα αιτήματα, όπως προκύπτει από τα σχετικά έγγραφά της. Με τη δε από 21-2-2018 απόφαση του Δ.Σ. του προσφεύγοντος απηλλάγη η ….από τα καθήκοντα της προσωρινής Προϊσταμένης του Τμήματος Πιστοποίησης Προσόντων, αλλά παρέμεινε στο Τμήμα Πιστοποίησης Προσόντων ως υπάλληλος αυτού. Στο προοίμιο της ως άνω απόφασης αναφέρεται ότι αυτή εκδόθηκε, αφού ελήφθη υπόψη από το Δ.Σ. η εξυπηρέτηση των αναγκών του Οργανισμού, η διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας του και οι υπηρεσιακές του ανάγκες, ώστε να ανταποκρίνεται στους σκοπούς της σύστασής του. Λόγω της έκδοσης των ως άνω αποφάσεων οι ….και ….υπέβαλαν τις από 26-2-2018 και 15-3-2018 αιτήσεις, αντιστοίχως, στο Τ.Ε.Ε.Σ. Νέας Ιωνίας για διενέργεια εργατικής διαφοράς. Από τον έλεγχο που διενήργησε στο προσφεύγον, το Τ.Ε.Ε.Σ. Νέας Ιωνίας διαπίστωσε ότι το τελευταίο, το οποίο απασχολεί 80 εργαζομένους, δεν προέβη στην προβλεπόμενη από το π.δ. 240/2006 ενημέρωση και διαβούλευση με τον Σύλλογο των εργαζομένων του, πριν από την απομάκρυνση των ως άνω εργαζομένων του από θέσεις ευθύνης. Με βάση τις διαπιστώσεις αυτές του ελέγχου εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη της Τμηματάρχη του Τ.Ε.Ε.Σ. Νέας Ιωνίας, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος πρόστιμο, ύψους 2.250 ευρώ, για παράβαση των διατάξεων του άρθρου 4 παρ. 2, 3 και 4 του π.δ. 240/2006, λόγω μη προσκόμισης από το τελευταίο εγγράφων ενημέρωσης του Συλλόγου εργαζομένων και των πρακτικών καταγραφής των αποτελεσμάτων της διαβούλευσης «πριν από την απομάκρυνση δύο εργαζομένων του από θέσεις Προϊσταμένων οργανικών του μονάδων». Ήδη, με την ένδική του προσφυγή, όπως συμπληρώνεται με τους επ’ αυτής πρόσθετους λόγους και αναπτύσσεται με το από 9-12-2021 νομίμως κατατεθέν υπόμνημα, το προσφεύγον ζητεί όσα αναλυτικώς αναφέρονται στην πρώτη σκέψη της παρούσας απόφασης, προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, α) ότι το ίδιο δεν αποτελεί επιχείρηση που ασκεί οικονομική δραστηριότητα, ώστε, κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 περ. α΄ του π.δ. 240/2006 (άρθρου 2 περ. α΄ της Οδηγίας 2002/14/ΕΚ), να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του προεδρικού αυτού διατάγματος, με το οποίο μεταφέρθηκε η προαναφερθείσα Οδηγία στην εθνική έννομη τάξη, αφού είναι διφυές νομικό πρόσωπο, β) ότι με τη σύσταση του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π., κατόπιν απορρόφησης από τον Ε.Ο.Π.Π. των Ε.ΚΕ.ΠΙΣ. και Ε.Κ.Ε.Π., οι…., είχαν ορισθεί σε θέσεις προσωρινής Προϊσταμένης Τμήματος και προσωρινής Προϊσταμένης Διεύθυνσης, αντιστοίχως, τελούσαν δε σε γνώση του προσωρινού χαρακτήρα της τοποθέτησής τους, και γ) ότι η επίδικη παράβαση αφορά δύο μεμονωμένες περιπτώσεις υπαλλήλων, στις οποίες δεν εφαρμόζεται η διαδικασία ενημέρωσης και διαβούλευσης, αλλά στις περιπτώσεις αυτές το προσφεύγον ασκεί το διευθυντικό του δικαίωμα. Προς απόδειξη των ισχυρισμών του, το προσφεύγον προσκομίζει τα προεκτεθέντα έγγραφα. Από την από 21-2-2018 απόφαση του Δ.Σ. του προσφεύγοντος προκύπτει ότι μ’ αυτήν α) απηλλάγη και ο ….από τη θέση του Προϊσταμένου του Τμήματος Αδειοδότησης Δομών, αλλά παρέμεινε υπάλληλος του Τμήματος Διαχείρισης Γνώσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του προσφεύγοντος και β) τοποθετήθηκε ο ….σε θέση προσωρινού Προϊσταμένου του Τμήματος Οικονομικού. Αντιθέτως, το καθ’ ού με την έκθεση απόψεών του ζητεί την απόρριψη της ένδικης προσφυγής ως νόμω αβάσιμης.
- Επειδή, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην όγδοη σκέψη της παρούσας απόφασης, το προσφεύγον νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (ν.π.ι.δ.) κατά την άσκηση της αρμοδιότητας πιστοποίησης των φορέων επαγγελματικής κατάρτισης ενεργεί ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και ασκεί δημόσια εξουσία. Κατά την άσκηση δε της αρμοδιότητας αυτής δεν εμπίπτει, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην τέταρτη σκέψη, στην έννοια της επιχείρησης που ασκεί «οικονομική δραστηριότητα» του άρθρου 2 περ. α΄ της Οδηγίας 2002/14/ΕΚ (άρθρο 2 περ. α΄ του π.δ. 240/2006). Για ορισμένες, όμως, από τις υπόλοιπες δραστηριότητές του, οι οποίες απαριθμούνται στο άρθρο 14 παρ. 2 του ν. 4115/2013, και δη την παροχή κάθε είδους και μορφής υπηρεσιών επαγγελματικού προσανατολισμού προς τους αρμόδιους φορείς Υπουργείων, τα Κέντρα και τους φορείς επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, τις επιχειρήσεις, καθώς και τις οργανώσεις των εργοδοτών και εργαζομένων (άρθρο 14 παρ. 2 περ. ιβ΄ του ως άνω νόμου), δεν αποκλείεται, όπως προκύπτει από τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 14 παρ. 2 περ. ιε΄ του ίδιου νόμου περί προσδιορισμού των προϋποθέσεων παροχής υπηρεσιών Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού Προσανατολισμού από φυσικά και νομικά πρόσωπα στη χώρα, να υπάρχουν αγορές στις οποίες δραστηριοποιούνται εμπορικές επιχειρήσεις που τελούν σε σχέση ανταγωνισμού με το προσφεύγον, δεδομένου μάλιστα ότι στους πόρους του προσφεύγοντος περιλαμβάνονται, κατά το άρθρο 23 παρ. 1 περ. δ΄ του ίδιου ως άνω νόμου, έσοδα από την εκτέλεση έργων και την παροχή υπηρεσιών που είτε ανατίθενται σ’ αυτό από τον Υπουργό είτε εκτελούνται για λογαριασμό τρίτων, όπως ιδίως δημοσίων υπηρεσιών, εθνικών και διεθνών οργανισμών, νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου και ιδιωτών, ενώ για την παροχή των υπόλοιπων υπηρεσιών του προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 20 του ν. 4115/2013 η καταβολή ανταποδοτικών τελών, γεγονός από το οποίο προκύπτει κατ’ αρχήν ότι ο νομοθέτης προέβλεψε ότι το προσφεύγον θα ενεργούσε, τουλάχιστον εν μέρει, ως φορέας της αγοράς, αφού, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην τέταρτη σκέψη της παρούσας απόφασης, το ουσιώδες χαρακτηριστικό της αμοιβής έγκειται στο γεγονός ότι αποτελεί την οικονομική αντιπαροχή της αντίστοιχης παροχής, αντιπαροχή την οποία, κατά κανόνα, προσδιορίζουν από κοινού ο παρέχων την υπηρεσία και ο αποδέκτης της (πρβλ. Δ.Ε.Ε. απόφαση της 11ης-11-2021, Manpower Lit, C-948/19, EU:C:2021:906, σκ. 43 και 45, η οποία, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην τέταρτη σκέψη, εκδόθηκε επί προδικαστικού ερωτήματος για την ερμηνεία διατάξεων της 2008/104/ΕΚ Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, περί της εργασίας μέσω εταιρείας προσωρινής απασχόλησης). Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 2 περ. β΄ της Οδηγίας 2002/14/ΕΚ (άρθρο 4 παρ. 2 περ. β΄ του π.δ. 240/2006), υποχρέωση ενημέρωσης και διαβούλευσης με τους εργαζομένους υπάρχει για ζητήματα σχετικά με «την κατάσταση», «τη διάρθρωση» και «την πιθανή εξέλιξη της απασχόλησης» μέσα στην επιχείρηση, καθώς και «τα μέτρα πρόληψης που ενδεχομένως προβλέπονται σε περίπτωση ιδίως που η απασχόληση απειλείται». Σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη δεύτερη σκέψη της παρούσας απόφασης, η εν λόγω υποχρέωση υπάρχει, μεταξύ άλλων, όταν πραγματοποιούνται αναδιαρθρώσεις ή συγχωνεύσεις επιχειρήσεων που έχουν αντίκτυπο στην απασχόληση, περίπτωση η οποία συντρέχει κατ’ αρχήν στην κρινόμενη υπόθεση, καθόσον το προσφεύγον ν.π.ι.δ. προήλθε από συγχώνευση δύο νομικών προσώπων, του Ε.ΚΕ.ΠΙΣ. και του Ε.Κ.Ε.Π., οι δε …..απομακρύνθηκαν από τις θέσεις ευθύνης τον μήνα Φεβρουάριο του έτους 2018, μετά τη θέσπιση (19-12-2017) του πρώτου κανονισμού λειτουργίας του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. Και ναι μεν οι υπάλληλοι αυτοί είχαν τοποθετηθεί σε θέσεις ευθύνης προσωρινώς, πλην όμως η απομάκρυνση της ….από τα καθήκοντα της προσωρινής Προϊσταμένης του Τμήματος Πιστοποίησης Προσόντων έγινε, με την από 21-2-2018 απόφαση του Δ.Σ. του προσφεύγοντος, όχι για λόγους που αφορούν την πλημμελή άσκηση των καθηκόντων της, όπως συνέβη με την…., αλλά για την εξυπηρέτηση των αναγκών του Οργανισμού, ώστε να ανταποκρίνεται στους σκοπούς της σύστασής του, ενώ εξακολουθούσε, και μετά τη θέσπιση των κανονισμών λειτουργίας του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π., να υπάρχει η θέση της Προϊσταμένης του Τμήματος Πιστοποίησης Προσόντων, γεγονός το οποίο, υπό την εκδοχή ότι η επίδικη περίπτωση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2002/14/ΕΚ, γεννά αμφιβολία ως προς την ερμηνεία των όρων «κατάσταση», «διάρθρωση» και «πιθανή εξέλιξη της απασχόλησης» του άρθρου 4 παρ. 2 περ. β΄ αυτής (άρθρο 4 παρ. 2 περ. β΄ του π.δ. 240/2006), οι οποίοι κατ’ αρχήν έχουν την έννοια που αναφέρεται στην τρίτη σκέψη της παρούσας απόφασης. Εξάλλου, με την ίδια από 21-2-2018 απόφαση του Δ.Σ. του προσφεύγοντος έγιναν τοποθετήσεις και απομακρύνσεις άλλων εργαζομένων σε και από θέσεις ευθύνης, αντιστοίχως, ομοίως για λόγους εξυπηρέτησης των αναγκών του Οργανισμού, διασφάλισης της εύρυθμης λειτουργίας του και λόγω υπηρεσιακών του αναγκών, ώστε να ανταποκρίνεται στους σκοπούς της σύστασής του. Ο δε ισχυρισμός του προσφεύγοντος ότι δεν υπήρχε στην κρινόμενη περίπτωση υποχρέωση ενημέρωσης και διαβούλευσης με τους εργαζομένους του, γιατί η επίδικη απομάκρυνση από θέσεις ευθύνης αφορά δύο μεμονωμένες περιπτώσεις, αλυσιτελώς προβάλλεται, καθόσον η επίμαχη εργατική διαφορά δημιουργήθηκε κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης μόνο από τις δύο αυτές εργαζόμενες, παρόλο που με τις ίδιες αποφάσεις του Δ.Σ. του απομακρύνθηκαν και άλλοι εργαζόμενοι από θέσεις ευθύνης.
- Επειδή, ενόψει του ότι οι διατάξεις των άρθρων 2 περ. α΄ και 4 παρ. 2 περ. β΄ της Οδηγίας 2002/14/ΕΚ δεν έχουν ερμηνευθεί από το Δ.Ε.Ε. και ότι οι ανωτέρω (σκέψη 11) ερμηνευτικές εκδοχές, ως προς την έννοια των διατάξεων αυτών, δεν είναι απηλλαγμένες αμφιβολιών, πέραν του ότι γεννώνται περαιτέρω ερμηνευτικά ζητήματα, κατά τ’ ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει αναγκαίο ν’ αναβάλει την έκδοση της οριστικής του απόφασης επί της ένδικης διαφοράς, η οποία, λόγω ποσού (2.250 ευρώ) δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα του εσωτερικού δικαίου, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην ένατη σκέψη, και να διατυπώσει, κατ’ άρθρο 267 εδ. 1 περ. β΄ και εδ. 3 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα προδικαστικάερωτήματα που αναφέρονται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης.
Διατυπώνει στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα εξής προδικαστικά ερωτήματα:
1) α) Ποια είναι η έννοια, κατ’ άρθρο 2 περ. α΄ της Οδηγίας 2002/14/ΕΚ, της επιχείρησης που ασκεί «οικονομική δραστηριότητα»;
β) Εμπίπτουν στην ως άνω έννοια νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, όπως είναι ο «Εθνικός Οργανισμός Πιστοποίησης Προσόντων και Επαγγελματικού Προσανατολισμού» (Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π.), ο οποίος κατά την άσκηση της αρμοδιότητας πιστοποίησης των φορέων επαγγελματικής κατάρτισης ενεργεί ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και ασκεί δημόσια εξουσία, εφόσον (i) για ορισμένες από τις δραστηριότητές του, όπως είναι ιδίως η παροχή κάθε είδους και μορφής υπηρεσιών επαγγελματικού προσανατολισμού προς τους αρμόδιους φορείς Υπουργείων, τα Κέντρα και τους φορείς επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, τις επιχειρήσεις, καθώς και τις οργανώσεις των εργοδοτών και εργαζομένων (άρθρο 14 παρ. 2 περ. ιβ΄ του ν. 4115/2013), δεν αποκλείεται, όπως προκύπτει από τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 14 παρ. 2 περ. ιε΄ του ίδιου νόμου περί προσδιορισμού των προϋποθέσεων παροχής υπηρεσιών Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού Προσανατολισμού από φυσικά και νομικά πρόσωπα στη χώρα, να υπάρχει αγορά στην οποία δραστηριοποιούνται εμπορικές επιχειρήσεις που τελούν σε σχέση ανταγωνισμού με το προσφεύγον, και (ii) στους πόρους του προσφεύγοντος περιλαμβάνονται, κατά το άρθρο 23 παρ. 1 περ. δ΄ του ίδιου ως άνω νόμου, έσοδα από την εκτέλεση έργων και την παροχή υπηρεσιών που είτε ανατίθενται σ’ αυτό από τον Υπουργό είτε εκτελούνται για λογαριασμό τρίτων, όπως ιδίως δημοσίων υπηρεσιών, εθνικών και διεθνών οργανισμών, νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου και ιδιωτών, ενώ (iii) για τις υπόλοιπες δραστηριότητές του προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 20 του ν. 4115/2013 η καταβολή ανταποδοτικών τελών;
γ) Ασκεί επιρροή στην απάντηση του ως άνω ερωτήματος εάν από τις περισσότερες δραστηριότητες (άρθρο 14 παρ. 2 του ν. 4115/2013) του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου ορισμένες μόνο φέρεται να ασκούνται σε περιβάλλον αγοράς και, σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, εάν αρκεί ότι ο νομοθέτης προέβλεψε (άρθρο 14 παρ. 2 περ. ιβ΄ και 23 παρ. 1 περ. δ΄ του ν. 4115/2013) πως το νομικό αυτό πρόσωπο θα ενεργούσε, τουλάχιστον εν μέρει, ως φορέας της αγοράς ή εάν απαιτείται να αποδεικνύεται ότι πράγματι αυτό ενεργεί για συγκεκριμένη δραστηριότητά του σε περιβάλλον αγοράς;
2) α) Ποια είναι η έννοια, κατ’ άρθρο 4 παρ. 2 περ. β΄ της Οδηγίας 2002/14/ΕΚ, των όρων «κατάσταση», «διάρθρωση» και «πιθανή εξέλιξη της απασχόλησης» μέσα στην επιχείρηση, ζητήματα για τα οποία υπάρχει υποχρέωση ενημέρωσης και διαβούλευσης με τους εργαζομένους;
β) Εμπίπτει στις ως άνω έννοιες η απομάκρυνση, μετά τη θέσπιση του Κανονισμού Λειτουργίας του νομικού προσώπου, εν προκειμένω του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π., από θέσεις ευθύνης υπαλλήλων του, χωρίς οι θέσεις αυτές να έχουν καταργηθεί από τον Κανονισμό, οι οποίοι είχαν τοποθετηθεί σε αυτές προσωρινώς, μετά τη συγχώνευση στον Οργανισμό των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, Ε.ΚΕ.ΠΙΣ. και Ε.Κ.Ε.Π., ώστε να δημιουργείται υποχρέωση ενημέρωσης και διαβούλευσης με τους εργαζομένους πριν από την απομάκρυνσή τους;
γ) Ασκεί επιρροή στην απάντηση του ως άνω ερωτήματος (i) εάν η απομάκρυνση εργαζομένου από θέση ευθύνης έγινε κατ’ επίκληση της εύρυθμης λειτουργίας του νομικού προσώπου και των υπηρεσιακών του αναγκών, ώστε αυτό να ανταποκρίνεται στους σκοπούς της σύστασής του, ή εάν η απομάκρυνση έλαβε χώρα για λόγους πλημμελούς άσκησης των καθηκόντων του ως προσωρινού Προϊσταμένου, (ii) το γεγονός ότι οι υπάλληλοι που απομακρύνθηκαν από τις θέσεις ευθύνης διατηρήθηκαν στο δυναμικό του νομικού προσώπου ή (iii) το γεγονός ότι με την ίδια απόφαση του αρμοδίου οργάνου του περί απομάκρυνσης υπαλλήλων του από θέσεις ευθύνης τοποθετήθηκαν άλλα πρόσωπα σε θέσεις ευθύνης προσωρινώς;
Η απόφαση δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, κατά την έκτακτη δημόσια συνεδρίαση της 3ης Μαΐου 2022.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΜΑΡΙΑ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΜΕΪΝΤΑΝΗ
Ακριβές Αντίγραφο
Αθήνα, ………………………..
Η Προϊσταμένη του 11ου Τμήματος