Αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Απόφαση της της 26ης Νοεμβρίου 2015 (πέμπτο τμήμα) υπόθεση C‑166/14,

Προδικαστική παραπομπή — Δημόσιες συμβάσεις — Οδηγία 89/665/ΕΟΚ — Αρχές της αποτελεσματικότητας και της ισοδυναμίας — Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων — Προθεσμία ασκήσεως προσφυγής — Εθνική νομοθεσία που εξαρτά την άσκηση αγωγής αποζημιώσεως από την προηγούμενη διαπίστωση του παράνομου χαρακτήρα της διαδικασίας — Έναρξη αποκλειστικής προθεσμίας ανεξαρτήτως του αν ο ενάγων είχε γνώση του παράνομου χαρακτήρα

Το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως η αρχή της αποτελεσματικότητας αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία εξαρτά την άσκηση αγωγής αποζημιώσεως λόγω παραβάσεως κανόνα του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων από την προηγούμενη διαπίστωση του παράνομου χαρακτήρα της διαδικασίας για τη σύναψη της οικείας συμβάσεως λόγω παραλείψεως προηγούμενης δημοσιεύσεως προκηρύξεως, όταν η προσφυγή με αίτημα τη διαπίστωση του παράνομου χαρακτήρα πρέπει να ασκείται εντός αποκλειστικής προθεσμίας έξι μηνών που αρχίζει από την επομένη της ημερομηνίας αναθέσεως της επίμαχης δημόσιας συμβάσεως, τούτο δε ανεξαρτήτως του αν ο ενάγων ήταν ή όχι σε θέση να γνωρίζει την ύπαρξη της παρανομίας με την οποία βαρύνεται η απόφαση αυτή της αναθέτουσας αρχής.

 

Απόφαση της 26ης Νοεμβρίου 2015 (τέταρτο τμήμα) υπόθεση C‑345/14

Προδικαστική παραπομπή – Ανταγωνισμός – Άρθρο 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ – Εφαρμογή ανάλογης εθνικής ρυθμίσεως – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Έννοια της “συμφωνίας που έχει ως αντικείμενο τον περιορισμό του ανταγωνισμού” – Συμβάσεις εμπορικής μισθώσεως – Εμπορικά κέντρα – Δικαίωμα του μισθωτή αναφοράς να αντιταχθεί στην εκ μέρους του εκμισθωτή εκμίσθωση εμπορικών χώρων σε τρίτους

1) Το άρθρο 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι η περίσταση και μόνον ότι σύμβαση εμπορικής μίσθωσης η οποία αφορά τη μίσθωση πολυκαταστήματος ευρισκόμενου εντός εμπορικού κέντρου περιέχει ρήτρα παρέχουσα στον μισθωτή το δικαίωμα να αντιτάσσεται στην εκ μέρους του εκμισθωτή εκμίσθωση, στο κέντρο αυτό, εμπορικών χώρων σε άλλους μισθωτές δεν συνεπάγεται ότι η σύμβαση αυτή έχει ως αντικείμενο τον περιορισμό του ανταγωνισμού, κατά την έννοια της προμνησθείσας διατάξεως.

2) Μπορούν να εκληφθούν ως συμφωνία η οποία έχει «ως αποτέλεσμα» να παρεμποδίσει, να περιορίσει ή να νοθεύσει τον ανταγωνισμό, κατά την έννοια του άρθρου 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, συμβάσεις εμπορικής μίσθωσης, όπως οι επίμαχες στην κύρια δίκη, ως προς τις οποίες αποδεικνύεται, κατόπιν ενδελεχούς εξετάσεως του οικονομικού και του νομικού πλαισίου εντός του οποίου αυτές εντάσσονται, καθώς και των ιδιαιτεροτήτων της οικείας αγοράς, ότι συμβάλλουν σημαντικά σε ενδεχόμενη στεγανοποίηση της αγοράς αυτής. Ο βαθμός κατά τον οποίο καθεμία σύμβαση συμβάλλει στη στεγανοποίηση αυτή εξαρτάται, ιδίως, από τη θέση των συμβαλλομένων μερών εντός της εν λόγω αγοράς και από τη διάρκεια της συμβάσεως αυτής

 

Απόφαση της 26ης Νοεμβρίου 2015 (έβδομο τμήμα) υπόθεση C‑487/14,

Προδικαστική παραπομπή — Περιβάλλον — Απόβλητα — Μεταφορές — Κανονισμός (ΕΚ) 1013/2006 — Μεταφορές στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Σημείο εισόδου διαφορετικό από το προβλεπόμενο στην κοινοποίηση και στην προηγούμενη έγγραφη συγκατάθεση — Ουσιώδης μεταβολή του τρόπου μεταφοράς των αποβλήτων — Παράνομη μεταφορά — Αναλογικότητα του διοικητικού προστίμου

1) Το άρθρο 17, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 1013/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για τις μεταφορές αποβλήτων, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (EΚ) 669/2008 της Επιτροπής, της 15ης Ιουλίου 2008, έχει την έννοια ότι η μεταφορά αποβλήτων εκ των απαριθμούμενων στο παράρτημα IV του κανονισμού αυτού σε χώρα διελεύσεως από μεθοριακό σημείο διελεύσεως διαφορετικό από το αναγραφόμενο στο έγγραφο κοινοποιήσεως, για την οποία οι αρμόδιες αρχές έχουν δώσει τη συγκατάθεσή τους, αποτελεί ουσιώδη μεταβολή στις λεπτομέρειες ή/και τους όρους μεταφοράς κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, οπότε η μη ενημέρωση των αρμοδίων αρχών για τη μεταβολή αυτή συνεπάγεται τον χαρακτηρισμό της μεταβολής ως παράνομης, λόγω της πραγματοποιήσεώς της «με τρόπο που δεν προσδιορίζεται ουσιαστικά στα έγγραφα κοινοποίησης ή μεταφοράς», κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 35, στοιχείο δ΄, του εν λόγω κανονισμού.

2) Το άρθρο 50, παράγραφος 1, του κανονισμού 1013/2006, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (EΚ) 669/2008, κατά το οποίο οι κυρώσεις που επιβάλλονται από τα κράτη μέλη σε περίπτωση παραβάσεως των διατάξεων του κανονισμού αυτού πρέπει να είναι σύμφωνες με την αρχή της αναλογικότητας, έχει την έννοια ότι η επιβολή προστίμου για μεταφορά αποβλήτων εκ των απαριθμούμενων στο παράρτημα IV του εν λόγω κανονισμού σε χώρα διελεύσεως από μεθοριακό σημείο διελεύσεως διαφορετικό από το αναγραφόμενο στο έγγραφο κοινοποιήσεως, για την οποία οι αρμόδιες αρχές έχουν δώσει τη συγκατάθεσή τους, υπολογιζόμενου επί βασικού ποσού αντίστοιχου του προστίμου που προβλέπεται σε περίπτωση παραβιάσεως της υποχρεώσεως εξασφαλίσεως συγκαταθέσεως και υποβολής έγγραφης προηγούμενης κοινοποιήσεως συνάδει προς την αρχή της αναλογικότητας μόνον εάν από τις περιστάσεις της παραβάσεως διαπιστώνεται ότι πρόκειται για παράβαση αντίστοιχης βαρύτητας. Εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να κρίνει, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των πραγματικών και νομικών περιστάσεων της υποθέσεως της οποίας έχει επιληφθεί και, ειδικότερα, τους κινδύνους που ενδέχεται να προκληθούν από την παράβαση αυτή όσον αφορά την προστασία του περιβάλλοντος και της ανθρώπινης υγείας, εάν το ύψος της κυρώσεως υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη των σκοπών που συνίστανται στη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας του περιβάλλοντος και της ανθρώπινης υγείας.

Ολόκληρο το κείμενο των αποφάσεων σε curia.europa.eu

Total
0
Shares
Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *