Όπως συνάγεται από το συνδυασμό των διατάξεων του ν. 703/1977 (άρθρ. 1, 8, 8Β, 24, 14 παρ.3), του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (άρθρ. 63, 79 παρ.4) και του «Κανονισμού Λειτουργίας και Διαχείρισης της Επιτροπής Ανταγωνισμού» (άρθρ.22 παρ.4), η Επιτροπή Ανταγωνισμού, ως εκ της φύσεως και του έργου της, έχει ευρεία ευχέρεια να καθορίζει την προτεραιότητα των υποθέσεων που εκκρεμούν ενώπιόν της και να διαθέτει για κάθε μια το χρόνο που εκτιμά αναγκαίο. Την ευχέρειά της όμως αυτή, λόγω της ιδιαίτερης σημασίας της, οφείλει να την ασκεί με τρόπο συστηματικό και διαφανή, αξιολογώντας και συγκρίνοντας προς τούτο τις εκκρεμείς υποθέσεις βάσει πρόσφορων κριτηρίων, αναγομένων στη σοβαρότητα, την πολυπλοκότητα, τον επείγοντα χαρακτήρα τους κ.λπ. Εν όψει αυτών, η διάταξη του άρθρου 24 παρ. 4 του ν. 703/1977, κατά την οποία η Επιτροπή «υποχρεούται να εκδώσει απόφαση» μέσα σε ορισμένη προθεσμία από την υποβολή τής σχετικής καταγγελίας, ναι μεν δεν καθιερώνει την προθεσμία αυτή ως αποκλειστική για την έκδοση οριστικής αποφάσεως επί της οικείας υποθέσεως ούτε καθιστά μετά ταύτα την Επιτροπή κατά χρόνο αναρμόδια, σύμφωνα, άλλωστε, και με τη γενική αρχή περί του ενδεικτικού, κατ’ αρχήν, χαρακτήρα των προθεσμιών που τάσσονται από το νόμο προς τη Διοίκηση · έχει όμως την έννοια η εν λόγω διάταξη, εν όψει και της χαρακτηριστικής αυστηρότητας στη διατύπωσή της (εξάμηνη προθεσμία δυνάμενη να παραταθεί «σε εξαιρετικές περιπτώσεις και όταν η υπόθεση χρήζει περαιτέρω έρευνας […] το ανώτερο μέχρι δύο μήνες»), ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού οφείλει σε κάθε περίπτωση να τοποθετηθεί επί της συγκεκριμένης καταγγελίας μέσα στις πιο πάνω προθεσμίες: Είτε εκφέροντας οριστική κρίση, είτε παραγγέλλοντας, με προδικαστική απόφαση, περαιτέρω έρευνα ή συμπλήρωση στοιχείων, είτε, εφ’ όσον δεν είναι ώριμη να αποφανθεί επί της ουσίας, εκδίδοντας, πάντως, και στην περίπτωση αυτή, εμπροθέσμως πράξη και καθορίζοντας αιτιολογημένα, κατά τα προεκτεθέντα, τα της προτεραιότητας και της πορείας της υποθέσεως ενώπιόν της. Στην αντίθετη περίπτωση, με την άπρακτη παρέλευση των πιο πάνω προθεσμιών, στοιχειοθετείται, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, παράλειψη οφειλομένης ενεργείας της, προσβλητή επί ακυρώσει με προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού εφετείου.