Απόφαση ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 5ης Ιουλίου 2016 Στην υπόθεση C‑614/14
Προδικαστική παραπομπή – Άρθρο 267 ΣΛΕΕ – Άρθρο 94 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου – Περιεχόμενο της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως – Εθνικός κανόνας ο οποίος προβλέπει την εξαίρεση των δικαστών που απαρτίζουν το εθνικό δικαστήριο, λόγω του ότι διατύπωσαν προσωρινή κρίση στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, διαπιστώνοντας το πραγματικό και νομικό πλαίσιο – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 47, δεύτερο εδάφιο, και άρθρο 48, παράγραφος 1
1) Τα άρθρα 267 ΣΛΕΕ και 94 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, ερμηνευόμενα υπό το πρίσμα του άρθρου 47, δεύτερο εδάφιο, και του άρθρου 48, παράγραφος 1, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνικό κανόνα ο οποίος ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι υποχρεώνει τους δικαστές που απαρτίζουν το αιτούν δικαστήριο να αυτοεξαιρεθούν στην υπόθεση που εκκρεμεί ενώπιόν τους, για τον λόγο ότι εξέθεσαν, στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, το πραγματικό και νομικό πλαίσιο της υποθέσεως αυτής.
2) Το δίκαιο της Ένωσης, ιδίως δε το άρθρο 267 ΣΛΕΕ, έχει την έννοια ότι δεν επιβάλλει ούτε απαγορεύει την εκ μέρους του αιτούντος δικαστηρίου, μετά την προδικαστικώς εκδοθείσα απόφαση, εκ νέου ακρόαση των διαδίκων και διεξαγωγή νέων αποδείξεων, οι οποίες θα μπορούσαν να καταλήξουν στην τροποποίηση των πραγματικών και νομικών διαπιστώσεων στις οποίες το δικαστήριο αυτό προέβη στο πλαίσιο της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως, υπό την προϋπόθεση ότι το δικαστήριο αυτό διασφαλίζει την πλήρη αποτελεσματικότητα της εκ μέρους του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ερμηνείας του δικαίου της Ένωσης.
3) Το δίκαιο της Ένωσης έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην εκ μέρους εθνικού δικαστηρίου εφαρμογή εθνικού κανόνα, όπως ο επίμαχος στην κύρια δίκη, ο οποίος κρίνεται αντίθετος προς το δίκαιο της Ένωσης.
Απόφαση ΔΕΕ (πέμπτο τμήμα) της 7ης Ιουλίου 2016 Στην υπόθεση C‑46/15
Προδικαστική παραπομπή – Δημόσιες συμβάσεις – Οδηγία 2004/18/ΕΚ – Άρθρο 48, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο ii, δεύτερη περίπτωση – Τεχνικές ικανότητες των οικονομικών φορέων – Άμεσο αποτέλεσμα – Αποδεικτικά μέσα – Σχέση προτεραιότητας μεταξύ της βεβαιώσεως ιδιώτη αγοραστή και προσωπικής δηλώσεως του διαγωνιζόμενου – Αρχή της αναλογικότητας – Απαγόρευση ουσιωδών τροποποιήσεων των σχετικών με τα προβλεπόμενα αποδεικτικά μέσα απαιτήσεων
1) Το άρθρο 48, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο ii, δεύτερη περίπτωση, της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, έχει την έννοια ότι πληροί τις προϋποθέσεις ώστε να παρέχει στους ιδιώτες, ελλείψει μεταφοράς του στο εσωτερικό δίκαιο, δικαιώματα που δύνανται αυτοί να προβάλουν ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων κατά αναθέτουσας αρχής, εφόσον η τελευταία είναι δημόσιος φορέας ή οργανισμός που είναι επιφορτισμένος, δυνάμει πράξεως της δημοσίας αρχής, με την παροχή υπηρεσίας δημόσιου συμφέροντος υπό τον έλεγχο της αρχής αυτής και διαθέτει, προς τούτο, εξαιρετικές εξουσίες σε σχέση με τους κανόνες που εφαρμόζονται στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών.
2) Το άρθρο 48, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο ii, δεύτερη περίπτωση, της οδηγίας 2004/18 έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται στην εφαρμογή όρων που έχει προβλέψει η αναθέτουσα αρχή, όπως είναι οι επίμαχοι στην υπόθεση της κύριας δίκης, κατά τους οποίους οι οικονομικοί φορείς δεν επιτρέπεται να αποδείξουν τις τεχνικές τους ικανότητες με δική τους δήλωση, εκτός αν αποδείξουν ότι βρίσκονται στην αδυναμία ή σε σοβαρή δυσχέρεια να αποκτήσουν βεβαίωση από ιδιώτη αγοραστή.
3) Το άρθρο 48, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο ii, δεύτερη περίπτωση, της οδηγίας 2004/18 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην εφαρμογή όρου, όπως ο επίμαχος στην υπόθεση της κύριας δίκης, τον οποίο έχει προβλέψει η αναθέτουσα αρχή και κατά τον οποίο η βεβαίωση του ιδιώτη αγοραστή πρέπει, επί ποινή αποκλεισμού της υποψηφιότητας του μετέχοντος στον διαγωνισμό, να φέρει βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής από συμβολαιογράφο, δικηγόρο ή άλλη αρμόδια αρχή.
τροποποιήσεων των σχετικών με τα προβλεπόμενα αποδεικτικά μέσα απαιτήσεων»
Απόφαση ΔΕΕ (πρώτο τμήμα) της 7ης Ιουλίου 2016 Στην υπόθεση C‑567/14
Προδικαστική παραπομπή – Ανταγωνισμός – Άρθρο 101 ΣΛΕΕ – Σύμβαση παραχωρήσεως αδείας μη αποκλειστικής χρήσεως – Δίπλωμα ευρεσιτεχνίας – Απουσία προσβολής – Υποχρέωση καταβολής δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως
Το άρθρο 101 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι δεν αντιβαίνει στη διάταξη αυτή το ενδεχόμενο, βάσει συμβάσεως παραχωρήσεως αδείας χρήσεως όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, να επιβληθεί στον κάτοχο της αδείας υποχρέωση καταβολής δικαιωμάτων για τη χρήση τεχνολογίας που προστατεύεται βάσει διπλώματος ευρεσιτεχνίας καθ’ όλο το χρονικό διάστημα ισχύος της εν λόγω συμβάσεως, σε περίπτωση ακυρώσεως των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας με τα οποία προστατεύεται η τεχνολογία αυτή ή μη προσβολής των δικαιωμάτων που αντλούνται από τα εν λόγω διπλώματα, εφόσον ο κάτοχος της αδείας δύναται να καταγγείλει ελεύθερα τη σύμβαση αυτή τηρώντας εύλογη προθεσμία.
Απόφαση ΔΕΕ (τέταρτο τμήμα) της 7ης Ιουλίου 2016 Στην υπόθεση C‑476/14
Προδικαστική παραπομπή – Οδηγίες 98/6/ΕΚ και 2005/29/ΕΚ – Προστασία των καταναλωτών – Διαφήμιση με αναγραφή τιμής – Έννοιες της “προσφοράς” και της “τιμής συμπεριλαμβανομένων των φόρων” – Υποχρέωση να περιλαμβάνονται στην τιμή πωλήσεως αυτοκινήτου οχήματος τα υποχρεωτικώς καταβλητέα πρόσθετα έξοδα μεταφοράς του οχήματος αυτού
Το άρθρο 3 της οδηγίας 98/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, περί της προστασίας των καταναλωτών όσον αφορά την αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές, σε συνδυασμό με το άρθρο 1 και το άρθρο 2, στοιχείο α΄, αυτής, έχει την έννοια ότι τα έξοδα μεταφοράς αυτοκινήτου οχήματος από τον κατασκευαστή στον πωλητή τα οποία επιβαρύνουν τον καταναλωτή πρέπει να περιλαμβάνονται στην τιμή πωλήσεως του εν λόγω οχήματος η οποία αναγράφεται σε διαφήμιση του εμπόρου, όταν, λαμβανομένων υπόψη όλων των χαρακτηριστικών της διαφημίσεως αυτής, ο καταναλωτής την προσλαμβάνει ως προσφορά για το εν λόγω όχημα. Στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να ελέγξει αν πληρούνται όλα αυτά τα στοιχεία.