Υπόθεση C‑128/14
Προδικαστική παραπομπή — Φορολογία — ΦΠΑ — Πράξεις υποκείμενες στον φόρο — Χρησιμοποίηση για τις ανάγκες της επιχειρήσεως αγαθών που αποκτήθηκαν “στο πλαίσιο της επιχειρήσεωςˮ — Εξομοίωση με παράδοση εξ επαχθούς αιτίας — Βάση επιβολής του φόρου
1) Το άρθρο 11, A, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, όπως έχει τροποποιηθεί από την οδηγία 95/7/ΕΚ του Συμβουλίου, της 10ης Απριλίου 1995, έχει την έννοια ότι η αξία εμπραγμάτου δικαιώματος που παρέχει στον δικαιούχο του εξουσία χρήσεως επί ακινήτου και το κόστος αποπερατώσεως του κτιρίου γραφείων που ανεγέρθηκε στο συγκεκριμένο οικόπεδο μπορούν να περιληφθούν στη βάση επιβολής του φόρου παραδόσεως, κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 7, στοιχείο αʹ, της οδηγίας αυτής, όπως έχει τροποποιηθεί, όταν ο υποκείμενος στον φόρο κατέβαλε ήδη τον φόρο προστιθέμενης αξίας επί της αξίας αυτής και επί του κόστους, αλλά επίσης προέβη σε άμεση και ολική έκπτωσή του.
2) Σε περίπτωση όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, στην οποία ένα οικόπεδο και ένα υπό ανέγερση κτίσμα ευρισκόμενο επί του οικοπέδου αυτού αποκτήθηκαν με τη σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος το οποίο παρέχει στον δικαιούχο του εξουσία χρήσεως επί των ακινήτων αυτών, το άρθρο 11, A, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της έκτης οδηγίας 77/388, όπως έχει τροποποιηθεί από την οδηγία 95/7, έχει την έννοια ότι η αξία του εν λόγω εμπραγμάτου δικαιώματος η οποία πρέπει να ληφθεί υπόψη στη βάση επιβολής του φόρου παραδόσεως, κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 7, στοιχείο αʹ, της εν λόγω οδηγίας, αντιστοιχεί στην αξία των ποσών που πρέπει να καταβληθούν ως ετήσια αντιπαροχή για την εναπομένουσα διάρκεια ισχύος της συμβάσεως περί συστάσεως του εν λόγω εμπράγματου δικαιώματος επιφανείας, διορθωμένων ή ανακεφαλαιοποιημένων σύμφωνα με την ίδια μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό της αξίας συστάσεως του δικαιώματος επιφανείας.
Υπόθεση C‑233/15
Προδικαστική παραπομπή — Κανονισμός (ΕΟΚ) 2658/87 — Κοινό δασμολόγιο — Δασμολογική κατάταξη — Συνδυασμένη Ονοματολογία — Διακρίσεις 1517 90 91 και 1518 00 31 — Φυτικό, ακατέργαστο, σταθερό, ρευστό μείγμα, αποτελούμενο από κραμβέλαιο (88 %) και από ηλιανθέλαιο (12 %)
Η Συνδυασμένη Ονοματολογία, η οποία περιέχεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΟΚ) 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το Κοινό Δασμολόγιο, όπως τροποποιήθηκε με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 1006/2011 της Επιτροπής, της 27ης Σεπτεμβρίου 2011, έχει την έννοια ότι, προκειμένου να καθοριστεί αν μείγμα φυτικών λαδιών, όπως το επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης, πρέπει να ταξινομηθεί στη διάκριση 1517 90 91 της ΣΟ, ως βρώσιμο μείγμα φυτικών λαδιών, ή στη διάκριση 1518 00 31 της ΣΟ, ως μη βρώσιμο μείγμα φυτικών λαδιών, πρέπει να ληφθούν υπόψη όλα τα κρίσιμα στοιχεία της προκειμένης περίπτωσης, στο μέτρο που αφορούν τα συμφυή με το προϊόν αυτό αντικειμενικά χαρακτηριστικά και τις αντικειμενικές του ιδιότητες. Μεταξύ των κρίσιμων στοιχείων που μπορούν να δικαιολογήσουν την ταξινόμηση ενός τέτοιου μείγματος ως «μη βρώσιμου», πρέπει να αξιολογούνται οι πληροφορίες που παρέσχε ο παρασκευαστής του μείγματος αυτού στο πλαίσιο της τελωνειακής του διασάφησης, κατά τις οποίες, λόγω των χαρακτηριστικών της μεθόδου παρασκευής του, δεν μπορεί να αποκλεισθεί η παρουσία επιβλαβών ουσιών στο εν λόγω μείγμα. Συναφώς, το γεγονός ότι κατά την ανάλυση δειγμάτων που ελήφθησαν από ένα τέτοιο μείγμα φυτικών λαδιών δεν βρέθηκε σε αυτό καμία επιβλαβής ουσία δεν αρκεί, αυτό και μόνον, ώστε να αμφισβητηθεί ο χαρακτηρισμός του επίμαχου μείγματος ως «μη βρώσιμου». Μια τέτοια συνέπεια προϋποθέτει την ύπαρξη άλλων κρίσιμων αποδεικτικών στοιχείων, ικανών να κλονίσουν την ακρίβεια των πληροφοριών σχετικά με τη μέθοδο παρασκευής του επίμαχου μείγματος, τις οποίες παρέσχε ο παρασκευαστής του και οι οποίες περιλαμβάνονται στην ανωτέρω διασάφηση, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 62, 68 και 71 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 648/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Απριλίου 2005.