ΑΕΔ 7/2019 φύση σύμβασης μεταξύ ΜΚΟ και ΥΔΑΣ ΥΠ.ΕΞ.

 (Απόσπασμα)

………..

Επειδή, κατά την έννοια των παρατεθεισών στην προηγούμενη σκέψη διατάξεων του άρθρου 46 του Κώδικα περί του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου, ο όρος της τελεσιδικίας, που τίθεται ως προϋπόθεση του παραδεκτού της υποβολής της αιτήσεως προς το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, συντρέχει όχι μόνο στην περίπτωση κατά την οποία οι αποφάσεις των δικαστηρίων, που δημιούργησαν την αποφατική σύγκρουση, δεν υπόκειντο από την έκδοσή τους σε έφεση, διότι εκδόθηκαν από δευτεροβάθμια δικαστήρια ή πρωτοβάθμια μεν, ανεκκλήτως όμως κατά το νόμο, αλλά και όταν υπόκειντο μεν κατά το χρόνο της δημοσιεύσεώς τους σε έφεση, ακολούθως όμως κατέστησαν τελεσίδικες με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο και ειδικότερα με την παρέλευση της προθεσμίας ασκήσεως εφέσεως κατ’ αυτών ή με την αποδοχή τους εκ μέρους εκείνου που έχει δικαίωμα εφέσεως. Στην περίπτωση αυτή η προθεσμία των ενενήντα ημερών αρχίζει από την τελεσιδικία της αποφάσεως εκείνης, που κατέστη τελεσίδικη τελευταία (ΑΕΔ 2/2017, 1/2015, 28/2011).

………………..

Επειδή, κατά την έννοια του άρθρου 94 παρ. 1 του Συντάγματος, η εκδίκαση των διαφορών, που ανακύπτουν από σύμβαση και ανάγονται στο κύρος, την ερμηνεία και την εκτέλεση αυτής ή σε οποιαδήποτε παρεπόμενη της συμβάσεως αξίωση, υπάγεται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, αν η σύμβαση είναι διοικητική. Άλλως, αν, δηλαδή, πρόκειται περί συμβάσεως ιδιωτικού δικαίου, δικαιοδοσία για την επίλυση της διαφοράς έχουν τα πολιτικά δικαστήρια. Θεωρείται δε η σύμβαση διοικητική εάν πληρούνται, σωρευτικώς, οι εξής προϋποθέσεις: α) ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη είναι το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, β) με τη σύναψη της συμβάσεως επιδιώκεται η εξυπηρέτηση σκοπού, τον οποίο ο νόμος έχει αναγάγει σε σκοπό δημοσίου συμφέροντος, και γ) ο συμβατικός δεσμός διέπεται από εξαιρετικές ρήτρες, οι οποίες προσδίδουν υπερέχουσα θέση στο συμβαλλόμενο Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου – δηλαδή θέση η οποία δεν προσιδιάζει στον δυνάμει των διατάξεων του ιδιωτικού δικαίου συναπτόμενο συμβατικό δεσμό – και οι οποίες προκύπτουν είτε από το νομοθετικό καθεστώς, το οποίο διέπει τη σύμβαση, είτε από τους όρους της οικείας διακηρύξεως είτε από το ίδιο το περιεχόμενο της συμβάσεως (βλ. ΑΕΔ 17/2017, 21/2009, 6/2007, 10/2003, 3/1999, 21/1997, ΣτΕ 3507/2015, 987/2011, 3740/2012, 3683/2008, 1372/2007, 3193/2006, 2247/1999, 1886/1996, 1031/1995). Κατά την γνώμη, όμως, ………………., για να έχει υπερέχουσα θέση το συμβαλλόμενο Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου πρέπει οι προσδίδουσες σε αυτό την εν λόγω θέση ρήτρες όχι μόνον να περιλαμβάνονται στη σύμβαση, αλλά και να προβλέπονται από το κανονιστικό καθεστώς που διέπει αυτήν (βλ. ΑΕΔ 2/2017, 1/2016, 11/2013, 3/2012, 28/2011, 21/2009, 6/2007, ΣτΕ 804/2018, 1989/2014, 3267/2013, ΑΠ 210/2016).Και τούτο διότι δεν μπορούν να τεθούν σε σύμβαση που συνάπτει το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ρήτρες που δεν προβλέπονται στο διέπον τη σύμβαση κανονιστικό καθεστώς, ενόψει της απορρέουσας από το Σύνταγμα (βλ. άρθρα 26 παρ. 1 και 2 και 50) και διέπουσας το σύνολο της διοικητικής δράσεως αρχής της νομιμότητας της Διοικήσεως – υπό την έννοια ότι η Διοίκηση μπορεί να προβεί σε εκείνες μόνον τις ενέργειες οι οποίες προβλέπονται από τον νόμο – εν αντιθέσει με την διέπουσα τις μεταξύ ιδιωτών σχέσεις και απορρέουσα από το άρθρο 361 του Αστικού Κώδικα αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων (πρβλ. ΣτΕ 1208/2011).

Επειδή, o ν. 2731/1999 «Διμερής Κρατική Αναπτυξιακή Συνεργασία, θέματα μη Κυβερνητικών Οργανώσεων κ.λπ.» (Α΄ 138), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο συνάψεως της επίμαχης συμβάσεως, ορίζει, μεταξύ άλλων, τα εξής: Άρθρο 10: «Το Υπουργείο Εξωτερικών είναι αρμόδιο για το συντονισμό των δράσεων που εκτελούνται από μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (Μ.Κ.Ο.) και που αποβλέπουν σε αναπτυξιακούς σκοπούς ή στην παροχή επείγουσας ανθρωπιστικής ή επισιτιστικής βοήθειας σε περίπτωση φυσικών καταστροφών ή άλλων έκτακτων καταστάσεων». Άρθρο 12: «Δημόσιοι φορείς εκτέλεσης προγραμμάτων Αναπτυξιακής Συνεργασίας, στους οποίους διατίθενται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό πιστώσεις για την εκτέλεση των προγραμμάτων αυτών, επιτρέπεται να χρηματοδοτούν προγράμματα Μ.Κ.Ο. για την παροχή βοήθειας όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 10 υπό τις εξής προϋποθέσεις: α. Να έχει υποβληθεί αναλυτική πρόταση για τους στόχους του προγράμματος παροχής βοήθειας, σχέδιο προϋπολογισμού δαπάνης, καθώς και λεπτομερές σχέδιο δράσης και χρονοδιάγραμμα για την εκτέλεση του προγράμματος. β. Να υπάρχει η κατάλληλη υποδομή και διετής εμπειρία της Μ.Κ.Ο. στις δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 10. … γ. Να είναι πραγματοποιήσιμο το πρόγραμμα. … 2. Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις που χρηματοδοτούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για την εκτέλεση συγκεκριμένων προγραμμάτων βοήθειας υποχρεούνται κατά το πέρας κάθε προγράμματος να προβαίνουν στην υποβολή λεπτομερών εκθέσεων περί της εκτελέσεως του προγράμματος και δικαιολογητικών για τις γενόμενες δαπάνες, απολογιστικό και για το σύνολο των δαπανών, λαμβανομένων υπόψη και των συνθηκών που επικρατούν στη χώρα αποστολής. Σε περίπτωση εκτελέσεως μακροχρόνιου προγράμματος οι Μ.Κ.Ο. έχουν υποχρέωση σε υποβολή εκθέσεων προόδου κάθε εξάμηνο. Οι εκθέσεις αυτές υποβάλλονται στην Υ.Δ.Α.Σ. του Υπουργείου Εξωτερικών. 3. … 5. Μέχρι το τέλος του 1999, η Υ.Δ.Α.Σ., μέσω της Επιτροπής Αξιολόγησης και Πιστοποίησης, θα εκπονήσει ειδικό ενημερωτικό οδηγό, στον οποίο θα περιλαμβάνονται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις και τα κριτήρια για τη χρηματοδότηση των Μ.Κ.Ο. από πόρους του Κρατικού Προϋπολογισμού. Ο οδηγός αυτός λαμβάνει τον τύπο απόφασης του Υπουργού Εξωτερικών και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ο οδηγός αναθεωρείται με εισήγηση της Υ.Δ.Α.Σ.». Άρθρο 18: «1. Συνιστάται ως ανεξάρτητη υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών, υπαγόμενη απευθείας στον Υπουργό Εξωτερικών, Υπηρεσία Διεθνούς Αναπτυξιακής Συνεργασίας (Υ.Δ.Α.Σ.) … α. Γενική αρμοδιότητα της Υ.Δ.Α.Σ. είναι η εποπτεία, ο συντονισμός και η προώθηση των δράσεων και προγραμμάτων επείγουσας ανθρωπιστικής, επισιτιστικής ή άλλης μορφής βοήθειας, καθώς και βοήθειας αναδιάρθρωσης και αποκατάστασης των αναπτυσσόμενων χωρών, που προωθούνται μέσω Μ.Κ.Ο.. β. Η Υ.Δ.Α.Σ. διαχειρίζεται αφ` ενός το σύνολο των πόρων της αναπτυξιακής συνεργασίας που εγγράφονται για το σκοπό αυτόν στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εξωτερικών και αφ’ ετέρου πόρους ή δωρεές που της μεταβιβάζονται από Υπουργεία, Οργανισμούς και δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς της ημεδαπής ή της αλλοδαπής. … 2. Ειδικότερα η Υ.Δ.Α.Σ.: α. Είναι αρμόδια για τη χρηματοδότηση των δράσεων ανθρωπιστικής και αναπτυξιακής βοήθειας κατά το άρθρο 10 του παρόντος και εποπτεύει και συντονίζει την εκτέλεσή τους στις αναπτυσσόμενες χώρες … 3. … 5. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εξωτερικών, καθορίζεται η οργάνωση, η διάρθρωση, η στελέχωση, η χρηματοδότηση και η εν γένει λειτουργία της Υ.Δ.Α.Σ. κατά τρόπο που να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότερη εκτέλεση της πολιτικής αναπτυξιακής συνεργασίας, μέσω Μ.Κ.Ο., των δράσεων επείγοντος χαρακτήρα …».Κατ’ εξουσιοδότηση της ανωτέρω παρ. 5 του άρθρου 18 του ν. 2731/1999 εκδόθηκε το π.δ. 224/2000 «Για την οργάνωση, στελέχωση και λειτουργία της Υπηρεσίας Διεθνούς Αναπτυξιακής Συνεργασίας (Υ.Δ.Α.Σ.) του Υπουργείου Εξωτερικών» (Α΄ 193), στο άρθρο 21 του οποίου προβλέπονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Β. Προγράμματα αναπτυξιακής συνεργασίας και βοήθειας. 1. Το ποσοστό της συγχρηματοδότησης της Υ.Δ.Α.Σ. ανέρχεται στο 50% και σε καμία περίπτωση δεν ξεπερνά το 75% του συνολικού κόστους του προγράμματος. Η Μ.Κ.Ο. οφείλει να συμβάλει με το 15% τουλάχιστον του συνολικού κόστους του προγράμματος, το οποίο αντιπροσωπεύει τη συμμετοχή της σε χρήμα και σε είδος. Παράλληλα θα πρέπει να έχει εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση του εναπομείναντος ποσοστού του συνολικού κόστους από άλλες ιδιωτικές πηγές. 2. Με την υπογραφή της σύμβασης μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών, καταβάλλεται από την Υ.Δ.Α.Σ. το 50% του εγκριθέντος ποσού για την έναρξη του προγράμματος. Κατά την διάρκεια υλοποίησης του προγράμματος και με την έγκριση της έκθεσης προόδου, η Υ.Δ.Α.Σ. καταβάλλει το 30%. Η αποπληρωμή του υπόλοιπου 20% γίνεται με την κατάθεση της τελικής έκθεσης του προγράμματος από τη Μ.Κ.Ο., την έγκρισή της, καθώς και την έγκριση των παραστατικών και των δαπανών από την Υ.Δ.Α.Σ.».

………………………………………………

Επειδή, από τις προπαρατεθείσες διατάξεις του ν. 2731/1999 και του π.δ/τος 224/2000, οι οποίες προβλέπουν την σύναψη συμβάσεων μεταξύ της Υ.Δ.Α.Σ. του Υπουργείου Εξωτερικών και Μ.Κ.Ο. (Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων), όπως είναι και η ένδικη σύμβαση, συνάγεται ότι η συμβληθείσα, εν προκειμένω, Υ.Δ.Α.Σ. (υπηρεσία του Δημοσίου) ευρίσκεται σε υπερέχουσα θέση έναντι της αιτούσης Μ.Κ.Ο.. Περαιτέρω, από την ένδικη σύμβαση συνάγεται ότι με αυτήν θεσπίζεται εξαιρετικό καθεστώς υπέρ της Υ.Δ.Α.Σ., βάσει ρητρών, οι οποίες αποκλίνουν από το κοινό δίκαιο. Τέτοιες ρήτρες, ειδικότερα, συνιστούν οι προβλέψεις στην επίμαχη σύμβαση περί δικαιώματος της Υ.Δ.Α.Σ. να επιβάλλει κυρώσεις εις βάρος της αιτούσης Μ.Κ.Ο., όπως είναι η μονομερής εκ μέρους της Υ.Δ.Α.Σ. καταγγελία της συμβάσεως και η κήρυξη έκπτωτης της Μ.Κ.Ο., εάν αυτή, κληθείσα να παράσχει εξηγήσεις, σε περίπτωση διαπιστώσεως παραβάσεως οποιουδήποτε όρου της συμβάσεως, είτε δεν παράσχει αυτές είτε οι παρασχεθείσες, εντός της ταχθείσης προθεσμίας, δεν κριθούν ικανοποιητικές, και η, σε περίπτωση καταγγελίας της συμβάσεως, υποχρέωση της Μ.Κ.Ο. να επιστρέψει το αδιάθετο υπόλοιπο ή ακόμη και το σύνολο των χορηγηθέντων χρημάτων, χωρίς η διακοπή της συμβάσεως να γεννά δικαιώματα οποιασδήποτε φύσεως στον ανάδοχο, καθ’ όσον τέτοιες ρήτρες υπέρ του ενός των συμβαλλομένων τίθενται, προεχόντως, σε διοικητικές συμβάσεις, ανεξαρτήτως του εάν θα ήταν δυνατόν να προβλέπονται και σε συμβάσεις συναπτόμενες βάσει των διατάξεων του ιδιωτικού δικαίου. Ενόψει αυτού και λαμβανομένου υπόψη ότι ο επιδιωκόμενος με την επίμαχη σύμβαση σκοπός είναι, πράγματι, δημόσιος, εφόσον η χρηματοδότηση της αιτούσας Μ.Κ.Ο. από το Υπουργείο Εξωτερικών μέσω της Υ.Δ.Α.Σ. αποβλέπει στην υλοποίηση συγκεκριμένων σκοπών της εξωτερικής πολιτικής του Κράτους, η σύμβαση αυτή είναι διοικητική και οι διαφορές, οι οποίες προκύπτουν από την εκτέλεσή της, όπως είναι η ένδικη, υπάγονται στην δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων (βλ. ΣτΕ 3507/2015). Συνεπώς, το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών εσφαλμένως έκρινε………….. ότι τα διοικητικά δικαστήρια δεν έχουν δικαιοδοσία να εκδικάσουν την ένδικη διαφορά και, ως εκ τούτου, πρέπει η εν λόγω απόφαση να εξαφανισθεί, σύμφωνα με το άρθρο 47 παρ. 4 του Κώδικα περί Α.Ε.Δ., και η υπόθεση να παραπεμφθεί προς περαιτέρω εκδίκαση στο εν λόγω δικαστήριο. Μειοψήφησαν ………, τα οποία διατύπωσαν την εξής γνώμη: Στις προπαρατεθείσες διατάξεις του ν. 2731/1999 [όπως αυτές ίσχυαν κατά τον χρόνο συνάψεως της ένδικης συμβάσεως και ειδικότερα πριν από την τροποποίηση του άρθρου 12 του εν λόγω νόμου με το άρθρο 27 του ν. 4110/2013 (Α΄ 17), με το οποίο προστέθηκαν τρεις νέες παράγραφοι στο άρθρο 12 και προβλέφθηκε η τήρηση ειδικών προϋποθέσεων για την επιχορήγηση Μ.Κ.Ο.] και του π.δ/τος 224/2000, οι οποίες αποκλειστικά ρυθμίζουν τη σύναψη συμβάσεων μεταξύ της Υ.Δ.Α.Σ. του Υπουργείου Εξωτερικών και Μ.Κ.Ο., όπως είναι και η ένδικη σύμβαση, δεν προβλέπονται εξαιρετικές ρήτρες, οι οποίες τιθέμενες στις συμβάσεις αυτές θα προσέδιδαν στο Δημόσιο υπερέχουσα θέση έναντι των αντισυμβαλλομένων Μ.Κ.Ο. κατά την λειτουργία των εν λόγω συμβάσεων. Δεν ασκεί δε επιρροή αν ενδεχομένως περιείχοντο τέτοιες ρήτρες στον προβλεπόμενο από το άρθρο 12 παρ. 5 του ν. 2731/1999 οδηγό, εφόσον, κατά τον χρόνο συνάψεως της επίμαχης συμβάσεως, ο οδηγός αυτός δεν είχε λάβει τον τύπο υπουργικής αποφάσεως και δεν είχε δημοσιευθεί, όπως δέχεται το Δημόσιο με το από 19.11.2018 υπόμνημά του. Συνεπώς, οι ανωτέρω συμβάσεις, για την σύναψη των οποίων, άλλωστε, δεν προβλέπεται καμία ειδική διοικητική διαδικασία, δεν είναι διοικητικές, ανεξαρτήτως αν ο επιδιωκόμενος με αυτές σκοπός είναι δημόσιος. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, κατά τη μειοψηφήσασα γνώμη, η διαφορά που απορρέει από την ένδικη σύμβαση είναι ιδιωτική και υπάγεται, σύμφωνα με το άρθρο 94 παρ. 2 του Συντάγματος, στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, η προβλεπόμενη δε στην εν λόγω σύμβαση, και όχι και στο διέπον αυτήν νομοθετικό καθεστώς, δυνατότητα της Υ.Δ.Α.Σ. να επιβάλλει κυρώσεις δεν προσδίδει υπερέχουσα θέση στο Δημόσιο, εφόσον, άλλωστε, παρόμοιες ρήτρες (περί καταγγελίας της συμβάσεως με τις εντεύθεν συνέπειες) μπορούν να περιληφθούν και σε συμβάσεις που συνάπτονται βάσει των διατάξεων του ιδιωτικού δικαίου. Συνεπώς, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών εσφαλμένως έκρινε ………….. ότι τα πολιτικά δικαστήρια δεν έχουν δικαιοδοσία να εκδικάσουν την ένδικη διαφορά και, ως εκ τούτου, θα έπρεπε η εν λόγω απόφαση να εξαφανισθεί, σύμφωνα με το άρθρο 47 παρ. 4 του Κώδικα περί Α.Ε.Δ. και η υπόθεση να παραπεμφθεί προς περαιτέρω εκδίκαση στο εν λόγω δικαστήριο.
………………….

Total
0
Shares
Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *